Προσφυγή κατά της τεκμαιρόμενης σιωπηρής απόρριψης από τον e-ΕΦΚΑ, ως
οιονεί καθολικού διαδόχου του ΝΠΔΔ με την επωνυμία «Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο»
(ΝΑΤ), αίτησης του προσφεύγοντος για τον επανυπολογισμό της σύνταξής του βάσει
των διατάξεων των ν. 4387/2016 και 4670/2020 και σωρευόμενη αγωγή με αίτημα να
αναγνωρισθεί η υποχρέωση του e-ΕΦΚΑ να του καταβάλει νομιμοτόκως ως
αποζημίωση, κατά τα άρθρα 105-106 του ΕισΝΑΚ, χρηματικό ποσό προς
αποκατάσταση ισόποσης περιουσιακής ζημίας, που φέρεται να υπέστη από τον
παράνομο, κατά τους ισχυρισμούς του, επανυπολογισμό της σύνταξής του – Διάταξη
άρθρου 14 ν. 4387/2016 (Α΄85), όπως τροποποιήθηκε με τον ν. 4921/2022 (Α΄75).
Ερμηνεία ότι, από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, για την αναπροσαρμογή των
ήδη καταβαλλόμενων συντάξεων τηρούνται αποκλειστικά μηχανογραφικές
διαδικασίες, χωρίς να καθίσταται αναγκαία η προηγούμενη έγγραφη αίτηση εκ
μέρους του ασφαλισμένου και χωρίς να προβλέπεται η έκδοση διοικητικής πράξης,
τυχόν παράλειψη της οποίας θα μπορούσε, κατ’ άρθρο 63 παρ.2 του ΚΔΔ, να
προσβληθεί με το ένδικο βοήθημα της προσφυγής, ενώπιον των αρμοδίων ΤΔΔ.
Απαραδέκτως ασκείται η προσφυγή, ελλείψει εκτελεστού χαρακτήρα της «σιωπηρής
απόρριψης» κατ’ εφαρμογή του άρθρου 63 παρ.1 του ΚΔΔ, παραδεκτώς δε ασκείται η
αγωγή, η οποία είναι εξεταστέα. Διατάξεις ν. 3075/2002 (Α΄297), ν. 4387/2016 (Α΄85)
και ΥΑ 3525.5/02/19.8.2005 (Β΄ 1262). Με την 182/2023 ΣτΕ Ολομ. κρίθηκε ότι με τον
ν. 4387/2016 μεταβλήθηκε εκ βάθρων το σύστημα υπολογισμού και αναπροσαρμογής
των συντάξεων των ασφαλισμένων και θεσπίστηκαν ενιαίοι κανόνες για τον
υπολογισμό των συνταξιοδοτικών παροχών. Η κύρια σύνταξη για όλους τους
ασφαλισμένους του νέου φορέα προκύπτει από το άθροισμα εθνικής και
ΔΠΡ Χαλκίδας Α285/2024 (Τμήμα 2ο Τριμελές) ανταποδοτικής σύνταξης. Η δε διαφορετική μεταχείριση μεταξύ των νέων και των παλαιών συνταξιούχων ως προς το τι λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους της κύριας σύνταξης παρίσταται δικαιολογημένη λόγω
των διαφορετικών προϋποθέσεων υπό τις οποίες οι παλαιοί συνταξιούχοι έχουν
συνταξιοδοτηθεί σε σύγκριση προς τους εφεξής συνταξιοδοτούμενους. Περαιτέρω, με
την ίδια απόφαση κρίθηκε ότι δεν κατοχυρώνεται συνταγματικώς στην κοινωνική
ασφάλιση η ευθεία αναλογία (αμιγής ανταποδοτικότητα) μεταξύ εισφορών και
παροχών και η χορηγούμενη από τον ασφαλιστικό φορέα παροχή δεν απαιτείται να
αντιστοιχεί ευθέως σε καταβληθείσες εισφορές του ασφαλισμένου ή να αντισταθμίζει
πλήρως την απώλεια του εισοδήματός του. Λαμβανομένων υπόψη των όσων
κρίθηκαν με την απόφαση του ΣτΕ, κρίση ότι με τον τρόπο υπολογισμού του
συντάξιμου μισθού του ενάγοντος (άνευ υπολογισμού του επιδόματος αδείας) δεν
συντρέχει, παραβίαση της αρχής της ανταποδοτικότητας. Άλλωστε, οι επίμαχες
διατάξεις εντάσσονται σε ένα ευρύτερο πλέγμα μέτρων, με τα οποία δεν επέρχονται
οριζόντιες περικοπές προς εξυπηρέτηση αμιγώς δημοσιονομικών στόχων, αλλά
θεσπίζονται διαρθρωτικές αλλαγές του συστήματος προς επίτευξη της διασφάλισης
της βιωσιμότητας του ασφαλιστικού συστήματος και της συνέχισης απονομής
σύνταξης προς όφελος όλων των ασφαλισμένων και συνταξιούχων. Πρόκειται για
σκοπό δημοσίου συμφέροντος, ο οποίος μπορεί να δικαιολογήσει ακόμα και τη λήψη
μέτρων περικοπής των καταβαλλόμενων και καταβληθησόμενων συνταξιοδοτικών
παροχών, κατ’ εφαρμογή της αρχής της κοινωνικής δικαιοσύνης και της αξίωσης του
νομοθέτη για την εκπλήρωση από όλους του χρέους εθνικής και κοινωνικής
αλληλεγγύης (βλ. ΣτΕ 583/2021). Περαιτέρω, κρίση ότι δεν παραβιάζεται ούτε η
κατοχυρωμένη με το άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος αρχή της ισότητας – Απορρίπτει
την αγωγή.
Πηγή :