Πρόεδρος: Η. Μάζος, Αντιπρόεδρος
Εισηγητής: Aικ. Κοντοπόδη, Πάρεδρος
Έκδοση αλλοδαπού. Δικαστικός Έλεγχος. Ε.Σ.Δ.Α. Χάρτης Θεμελιωδών Δικαιωμάτων Ε.Ε.
Όπως συνάγεται από το άρθρο 95 παρ. 1 περ. α΄ του Συντάγματος, κατά το οποίο στην αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Επικρατείας ανήκει η μετά από αίτηση ακύρωση «των εκτελεστών πράξεων των διοικητικών αρχών για υπέρβαση εξουσίας ή παράβαση νόμου», οι πράξεις και γνωμοδοτήσεις των δικαστικών οργάνων, ακόμη και όταν αφορούν σε διοικητικής φύσεως αντικείμενα, δεν ελέγχονται στο πλαίσιο της ακυρωτικής διαδικασίας, ούτε αμέσως αλλά ούτε και εμμέσως, επ’ ευκαιρία, δηλαδή, της προσβολής πράξεων διοικητικών οργάνων που στηρίζονται σ’ αυτές. Ειδικώς δε επί αίτησης ακυρώσεως κατά απόφασης του Υπουργού Δικαιοσύνης, με την οποία διατάσσεται η έκδοση αλλοδαπού, απαραδέκτως προβάλλονται λόγοι ακυρώσεως, αναγόμενοι σε ζητήματα, επί των οποίων έκριναν τα αρμόδια δικαστικά όργανα, κατόπιν γνωμοδότησης των οποίων εκδόθηκε η υπουργική αυτή απόφαση, και, γενικότερα, λόγοι ακυρώσεως, αναγόμενοι σε ζητήματα, η κρίση των οποίων έχει ανατεθεί κατά νόμο στα εν λόγω δικαστικά όργανα, ενώπιον των οποίων ο εκζητούμενος έχει, άλλωστε, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, το δικαίωμα να παραστεί και να προβάλει κάθε συναφή με τα ζητήματα αυτά ισχυρισμό. Και τούτο, διότι, σε αμφότερες τις περιπτώσεις, η εξέταση των ως άνω λόγων ακυρώσεως θα οδηγούσε σε έμμεσο έλεγχο, από το Συμβούλιο της Επικρατείας, της νομιμότητας της απόφασης του Συμβουλίου Εφετών και της επί σχετικής εφέσεως κατ’ αυτής εκδοθείσης απόφασης του Αρείου Πάγου, με τις οποίες διαπιστώθηκε η συνδρομή των προϋποθέσεων, υπό τις οποίες επιτρέπεται η έκδοση κατά τις οικείες διατάξεις, και η έλλειψη των αντίστοιχων κωλυμάτων έκδοσης. Ερευνώνται δε μόνο λόγοι ακυρώσεως αναφερόμενοι σε ίδια και αυτοτελή ελαττώματα της απόφασης του Υπουργού Δικαιοσύνης με την οποία διατάσσεται η έκδοση αλλοδαπού. Ενόψει τούτων, λόγοι ακυρώσεως που αφορούν τη συνδρομή τυχόν κωλυμάτων έκδοσης κατά τις διατάξεις της Ε.Σ.Δ.Α., η έρευνα των οποίων ανήκει καταρχήν στη δικαιοδοσία των ποινικών δικαστηρίων και τα οποία ασκούν πλήρη σχετικό έλεγχο, απαραδέκτως προβάλλονται κατά της απόφασης του Υπουργού. Είναι δε το σύστημα αυτό συμβατό με τις διατάξεις της Ε.Σ.Δ.Α., εφόσον εξασφαλίζει τον έλεγχο των εγγυήσεών της λαμβανομένου μάλιστα υπόψη ότι, κατ’ εξαίρεση, στην περίπτωση που ο Υπουργός διαλάβει ιδία κρίση περί της μη συνδρομής κωλύματος για την έκδοση αλλοδαπού, απορρέοντος από την Ε.Σ.Δ.Α., παραδεκτώς πλήσσεται η σχετική κρίση του με την αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ 2161/2023).
Οι προβαλλόμενοι λόγοι περί παραβάσεως των άρθρων 3 και 6 της Ε.Σ.Δ.Α. είναι απορριπτέοι ως απαράδεκτοι, δοθέντος ότι δεν συντρέχουν οι εξαιρετικές περιστάσεις (σχετική αυτοτελής κρίση του Υπουργού) που θα δικαιολογούσαν την προβολή τους στο στάδιο αυτό. Εξάλλου, οι λόγοι περί παραβάσεως του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ε.Ε. είναι απορριπτέοι ως απαράδεκτοι, προεχόντως διότι δεν προκύπτει ότι οι διατάξεις του πρωτογενούς ενωσιακού δικαίου βρίσκουν πεδίο εφαρμογής στη συγκεκριμένη διαφορά, ελλείψει επαρκούς συνδέσμου της διαφοράς αυτής με το δίκαιο της Ένωσης, λαμβανομένου ιδίως υπόψη ότι ο προς έκδοση αλλοδαπός δεν έχει την ευρωπαϊκή ιθαγένεια (πρβλ. ΔΕΕ αποφάσεις της 6.9.2016, C-182/15, Petruhhin, σκ. 51-60, της 10.4.2018, Pisciotti, C-191/16, σκ. 31-35, της 17.12.2020, ΒΥ, C-398/19, σκ. 27-34 κ.ά.).