Όλο και περισσότεροι φορολογούμενοι διεκδικούν το δίκιο τους απέναντι σε άδικες φορολογικές επιβαρύνσεις, προσφεύγοντας στη ΔΕΔ, με αρκετούς να καταφέρνουν να διαγράψουν πρόστιμα, προσαυξήσεις και φόρους
Μία «ανάσα» από τις υπερβολικές επιβαρύνσεις της Εφορίας βρίσκουν χιλιάδες φορολογούμενοι που αποφασίζουν να μη δεχτούν αδιαμαρτύρητα τα αποτελέσματα των φορολογικών ελέγχων. Όλο και περισσότεροι πολίτες επιλέγουν να προσφύγουν επίσημα στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών (ΔΕΔ) της ΑΑΔΕ, διεκδικώντας τη δικαίωσή τους. Και σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία, δεν το μετανιώνουν: περίπου το 30% από αυτούς καταφέρνουν να ακυρώσουν πρόστιμα, προσαυξήσεις και φορολογικές επιβαρύνσεις που τους είχαν καταλογιστεί.
Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι για κάθε 10 φορολογούμενους που προσφεύγουν, οι 3 φεύγουν δικαιωμένοι, αποφεύγοντας πληρωμές χιλιάδων ευρώ. Η ΔΕΔ εξετάζει τις υποθέσεις και, όταν κρίνει ότι ο καταλογισμός φόρων δεν στηρίζεται επαρκώς ή έχουν γίνει λάθη, ακυρώνει ή μειώνει τις σχετικές επιβαρύνσεις.
Μόνο για την περίοδο Ιανουαρίου – Απριλίου 2025, κατατέθηκαν στη ΔΕΔ 2.913 ενδικοφανείς προσφυγές. Από αυτές, εξετάστηκαν οι 1.969, εκ των οποίων οι 577 κρίθηκαν υπέρ των φορολογουμένων. Δηλαδή σχεδόν 1 στις 3 περιπτώσεις. Σε αυτές τις υποθέσεις, η ΔΕΔ αποφάσισε είτε την πλήρη διαγραφή του ποσού είτε τη μερική διαγραφή φόρων και προστίμων.
Από την άλλη πλευρά, απορρίφθηκαν 1.368 προσφυγές, αρκετές από τις οποίες είχαν υποβληθεί από ελεύθερους επαγγελματίες που επιχείρησαν να αμφισβητήσουν τον τεκμαρτό τρόπο υπολογισμού των εισοδημάτων τους. Αξιοσημείωτο είναι ότι 15 προσφυγές απορρίφθηκαν σιωπηρώς λόγω παρέλευσης της προθεσμίας των 120 ημερών, ενώ 9 υποθέσεις τέθηκαν στο αρχείο επειδή οι φορολογούμενοι παραιτήθηκαν.
Δεύτερη ευκαιρία στα δικαστήρια
Ακόμη και όταν η ΔΕΔ απορρίψει μια υπόθεση, αυτό δεν σημαίνει ότι τελειώνει εκεί η προσπάθεια. Περίπου το 40% των πολιτών που χάνουν στην πρώτη φάση, συνεχίζουν τη διεκδίκησή τους μέσω των διοικητικών δικαστηρίων. Αν και η διαδικασία είναι πιο χρονοβόρα και απαιτητική, πολλοί θεωρούν ότι αξίζει τον κόπο, ειδικά όταν διακυβεύονται μεγάλα χρηματικά ποσά.
Για να μπορέσει κάποιος να προσφύγει αρχικά στη ΔΕΔ, πρέπει να το κάνει εντός 30 ημερών από την ημερομηνία έκδοσης της πράξης προσδιορισμού φόρου. Αν το αφήσει για αργότερα, χάνει το δικαίωμα και δεν μπορεί ούτε στη ΔΕΔ ούτε στα δικαστήρια να προσφύγει. Επιπλέον, πρέπει να πληρώσει το 50% του φόρου και των προστίμων που του έχουν επιβληθεί. Αν δικαιωθεί, αυτό το ποσό επιστρέφεται.
Η εικόνα από το 2013 μέχρι σήμερα
Από το 2013, όταν άρχισε να λειτουργεί η ΔΕΔ, μέχρι και το πρώτο τρίμηνο του 2025, έχουν κατατεθεί 96.162 ενδικοφανείς προσφυγές. Από αυτές, εκδικάστηκαν 91.676 και σε 22.785 περιπτώσεις η ΔΕΔ αποφάσισε υπέρ των φορολογουμένων. Αυτό σημαίνει ότι σχεδόν ένας στους τέσσερις που προσφεύγει, τελικά δικαιώνεται. Εν τω μεταξύ, 37.262 υποθέσεις οδηγήθηκαν στα διοικητικά δικαστήρια, ενώ 4.489 βρίσκονται ακόμη σε εκκρεμότητα.
Την ίδια στιγμή, αρκετοί φορολογούμενοι που έχουν βρεθεί αντιμέτωποι με πρόστιμα και καταλογισμούς, προτιμούν να αποδεχτούν την οφειλή και να εκμεταλλευτούν τις διατάξεις που προβλέπουν σημαντική μείωση στα πρόστιμα. Ειδικότερα, αν κάποιος δηλώσει ηλεκτρονικά ότι αποδέχεται την κύρια οφειλή, μπορεί να πετύχει «κούρεμα» προστίμων από 25% έως και 50%, ανάλογα με το στάδιο στο οποίο κάνει την αποδοχή:
- Έως 50% αν δηλώσει την αποδοχή εντός 15 ημερών από την αρχική ή τροποποιητική δήλωση και πριν την κοινοποίηση του προσωρινού προσδιορισμού φόρου.
- 40% αν αποδεχθεί την οφειλή μετά τον οριστικό προσδιορισμό αλλά πριν προσφύγει στη ΔΕΔ.
- 30% εφόσον αποδεχθεί μετά από απόφαση ή σιωπηρή απόρριψη της ΔΕΔ και πριν καταφύγει στο δικαστήριο.
- 25% για αποδοχή αφού έχει ήδη προσφύγει δικαστικά, αλλά πριν εκδικαστεί η υπόθεση.
Μια ουσιαστική ευκαιρία
Οι αριθμοί αποδεικνύουν ότι η προσφυγή στη ΔΕΔ δεν είναι μια χαμένη μάχη. Αντιθέτως, αποτελεί μια ουσιαστική ευκαιρία για φορολογούμενους που θεωρούν ότι αδικήθηκαν από τον φορολογικό έλεγχο. Ακόμη και όσοι δεν δικαιωθούν στη ΔΕΔ, διατηρούν το δικαίωμα να συνεχίσουν τη διεκδίκηση της δικαιοσύνης μέσω των δικαστηρίων. Παράλληλα, η νομοθεσία δίνει «έξοδο κινδύνου» και σε όσους αποφασίσουν να αποδεχθούν τις οφειλές, με ανταμοιβή τη μείωση των προστίμων. Σε κάθε περίπτωση, είναι ξεκάθαρο πως η ενημέρωση και η έγκαιρη αντίδραση μπορούν να κάνουν τη διαφορά.