εξασφαλισμένοι διαφόρων τάξεων προηγείται κατά σειρά ο πρώτος, εξακολουθεί ο δεύτερος, στη συνέχεια ο τρίτος κ.ο.κ. Ζήτημα τίθεται σε περίπτωση που προηγείται η εγγραφή προσημείωσης υποθήκης (προγενέστερη προσημείωση υποθήκης) και έπεται η εγγραφή υποθήκης (μεταγενέστερη υποθήκη). Πρόκειται για ζήτημα με το οποίο η θεωρία μέχρι τώρα δεν έχει ασχοληθεί ειδικά ενώ η νομολογία όσες φορές ανέκυψε το ζήτημα εξέφρασε δύο αντίθετες απόψεις. Κάποιες αποφάσεις προέτασσαν τον προγενέστερο προσημειούχο δανειστή ενώ άλλες αποφάσεις προέτασσαν τον επόμενο ενυπόθηκο δανειστή. Κατά την άποψη όμως της παρούσας δικαστικής απόφασης, το ζήτημα πρέπει να επιλυθεί διαφορετικά και μάλιστα βάσει των παραδοχών ότι η προσημείωση έχει ίδια νομική σημασία με την υποθήκη, πλην όμως μόνον υπό την αίρεση της τελεσίδικης επιδίκασης της απαίτησης και της εντός ενενήντα ημερών τροπής σε υποθήκη και ότι η προσημείωση υποθήκης σε περίπτωση πλειστηριασμού κατατάσσεται τυχαία. Την τυχαία αυτή κατάταξη προσπαθούν να μεταφέρουν αναλογικά από το πεδίο του πλειστηριασμού στο πεδίο του άρ. 9 παρ. 2 Ν. 3869/2010 το οποίο επέχει θέση οιονεί (σταδιακού) πλειστηριασμού οι σκέψεις της δικαστικής απόφασης.
Γενικά Θέματα Δάνεια Δικαστές - Δικαστήρια Ενδιαφέρουσες Αποφάσεις και Νομικές Ειδήσεις Υπερχρεωμένα Νοικοκυριά-Ρυθμίσεις-Πτώχευση
ΕιρΡόδου 31/2016: Προνομιακή ικανοποίηση προηγούμενου προσημειούχου και επόμενου ενυπόθηκου δανειστή στα πλαίσια του άρ. 9 παρ. 2 Ν. 3869/2010 για τη διάσωση της κύριας κατοικίας
ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΡΟΔΟΥ
ΕΚΟΥΣΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΑΡΙΘΜΟΣ 31/ 2016
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Επανάληψη της συζήτησης. Εάν η επαναλαμβανόμενη συζήτηση λάβει χώρα από άλλο Δικαστή, χωρίς να υφίστανται συγκεκριμένοι λόγοι και χωρίς να αναφέρεται αυτό στην απόφαση υφίσταται κακή σύνθεση. Επί ερημοδικίας διαδίκου στα πλαίσια της εκουσίας δικαιοδοσίας με τον Ν. 4335/2016 (έναρξη ισχύος 1.1.2016 που καταλαμβάνει και τις νέες διαδικαστικές πράξεις των εκκρεμών υποθέσεων της εκουσίας δικαιοδοσίας) έχει μεν καταργηθεί το άρθρο 754 παρ. 2 ΚΠολΔ που προέβλεπε ότι επί ερημοδικίας του τρίτου μετέχοντος στη δίκη δικάζεται αυτός ωσεί παρών, πλην όμως η φύση της εκουσίας δικαιοδοσίας, το τελολογικό πνεύμα του . 3869/2010 και το ανακριτικό σύστημα δεν συνάδει με την εφαρμογή της γενικής διάταξης του 271 παρ. 3 ΚΠολΔ περί πλασματικής ομολογίας των ισχυρισμών του ενάγοντος. Περαιτέρω, στα πλαίσια του άρθρου 9 παρ. 2 ν. 3869/2010 η διάθεση των κεφαλαίων στους εμπραγμάτως εξασφαλισμένους πιστωτές γίνεται σύμφωνα με τη σειρά της χρονικής προτεραιότητά τους. Αν υπάρχουν πιστωτές εμπραγμάτως
ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΡΟΔΟΥ
(Διαδικασία Εκουσίας Δικαιοδοσίας)
(Ρύθμιση Οφειλών Υπερχρεωμένων Προσώπων)
Συγκροτήθηκε από τον Δόκιμο Ειρηνοδίκη Παναγιώτη Σίσκο και τον Γραμματέα Τηλέμαχο Χατζηιωαννίδη
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την 21.09.2016 για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
ΤΗΣ ΚΑΛΟΥΣΑΣ: … … … κατοίκου Ρόδου, οδός …. που παραστάθηκε διά της πληρεξουσίας δικηγόρου της …
ΤΩΝ ΜΕΤΕΧΟΥΣΩΝ ΣΤΗ ΔΙΚΗ ΠΙΣΤΩΤΩΝ: 1) Της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «… Α.Ε.» η οποία εδρεύει στην Αθήνα, οδός …., νομίμως εκπροσωπουμένης, που παραστάθηκε διά της πληρεξουσίας δικηγόρου της …
2) Του πιστωτικού ιδρύματος με την επωνυμία «…..» με έδρα τη … ….., ……., νομίμως εκπροσωπουμένης, που δεν παραστάθηκε
3) Της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «…..» με έδρα την Αθήνα, …. η οποία παραστάθηκε για τον εαυτό της και ως οιονεί καθολική διάδοχος της «…» διά της πληρεξουσίας δικηγόρου ….
Η αιτούσα άσκησε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου την υπ αριθμ’ … αίτηση επί της οποίας εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. … μη οριστική απόφαση με την οποία διατάχθηκε η επανάληψη της συζήτησης της υπόθεσης στο ακροατήριο του δικαστηρίου τούτου, προκειμένου να διευκρινισθεί ποια είναι η κύρια οικία της αιτούσας. Ήδη η υπόθεση φέρεται προς συζήτηση με τη με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …. κλήση της καλούσας (αιτούσας). Για τη συζήτηση δε αυτής που γράφτηκε στο πινάκιο, αρχική δικάσιμος ορίσθηκε η …. κατά την οποία η υπόθεση αναβλήθηκε για τις …., οπότε η υπόθεση αναβλήθηκε και πάλι για την στην αρχή της παρούσας συνεδρίαση.
ΚΑΤΑ τη συζήτηση στο ακροατήριο, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε νόμιμα με τη σειρά της από το σχετικό πινάκιο, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, ανέπτυξαν και προφορικά τους ισχυρισμούς τους και αναφέρθηκαν στις προτάσεις που κατέθεσαν.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Νόμιμα φέρεται ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, με την με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ….. κλήση της καλούσας (αιτούσας), η κρινόμενη υπόθεση (η υπ αριθμ’ ….αίτηση), ύστερα από τη δημοσίευση της υπ’ αριθμ. ….. μη οριστικής απόφασης η οποία απέρριψε τις ενστάσεις που προέβαλαν οι μετέχουσες στη δίκη πιστώτριες, δέχθηκε τη μη ύπαρξη εμπορικής ιδιότητας στο πρόσωπο της αιτούσας και διέταξε την επανάληψη της συζήτησης προκειμένου να διευκρινισθεί ποια είναι η κύρια κατοικία της αιτούσας.
Σύμφωνα με το άρθρο 254 ΚΠολΔ η υπόθεση δικάζεται από τον ίδιο Δικαστή εκτός αν τούτο είναι αδύνατο για νομικούς ή πραγματικούς λόγους. Η εκδίκαση από διαφορετικό Δικαστή χωρίς να συντρέχουν τέτοιο λόγοι που να βεβαιώνονται στην απόφαση συνιστά κακή σύνθεση (ΑΠ 871/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, 834/2010 ΝοΒ 2010, 2481). Στην προκειμένη περίπτωση η προηγούμενη συζήτηση έλαβε χώρα με την Ειρηνοδίκη Δροσούλα Γεροστάθου, πλην όμως λόγω μετάθεσης η επανάληψη της συζήτησης λαμβάνει χώρα από άλλο Δικαστή, όπως ακριβώς προβλέπεται στο άρθρο 254 παρ. 3 ΚΠολΔ.
Σύμφωνα με το άρθρο 226 παρ. 4 εδαφ. γ΄, δ΄ ΚΠολΔ «Αν η συζήτηση αναβληθεί, ο γραμματέας οφείλει αμέσως μετά το τέλος της συνδρίασης να μεταφέρει την υπόθεση στη σειρά των υποθέσεων που πρέπει να συζητηθούν κατά την δικάσιμο που ορίσθηκε. Κλήση του διαδίκου για εμφάνιση στη δικάσιμο αυτή δεν χρειάζεται και η αναγραφή της υπόθεσης στο πινάκιο ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων.» Προϋπόθεση για να ισχύει η αναγραφή της υπόθεσης στο πινάκιο ως πλασματική κλήτευση είναι ότι ο απολιπόμενος διάδικος κατά την μετ’ αναβολή δικάσιμο, είτε είχε επισπεύσει την συζήτηση, είτε είχε κλητευθεί νόμιμα και εμπρόθεσμα, είτε ότι τελικά παραστάθηκε κανονικά στη δικάσιμο κατά την οποία αναβλήθηκε η υπόθεση (ΑΠ 165/2012, ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 63/2008 Δ/νη 39, 656, ΑΠ 610/2008 Δνη 39, 952, ΑΠ351/2006 ΝοΒ 54, 855). Περαιτέρω, μετά την 1.1.2016 ισχύει και για τις εκκρεμείς υποθέσεις της εκουσίας δικαιοδοσίας ο ΚΠολΔ όπως τροποποιήθηκε με το Ν. 4335/2015. Το 754 παρ. 2 ΚΠολΔ που προέβλεπε ότι ο απολιπόμενος τρίτος που νόμιμα και εμπρόθεσμα κλητεύθηκε δικάζεται ωσεί παρών, έχει ήδη καταργηθεί και δεν ισχύει μετά την 1.1.2016. Σύμφωνα με το άρθρο 741 ΚΠολΔ «Τα άρθρα 1 έως 590 εφαρμόζονται και κατά τη διαδικασία των άρθρων 743 έως 781, εκτός αν είναι αντίθετα προς ειδικές διατάξεις, ή δεν προσαρμόζονται στη διαδικασία αυτή».Επομένως, ως προς το ζήτημα της ερημοδικίας του κλητευθέντος τρίτου, εφόσον πλέον δεν ρυθμίζεται ειδικά στις διατάξεις της εκουσίας δικαιοδοσίας, θα πρέπει, να ισχύσουν κατ’ αρχήν οι γενικές διατάξεις. Τέτοια γενική διάταξη είναι το άρθρο 271 παρ. 3 ΚΠολΔ από το οποίο προκύπτει ότι εάν ο εναγόμενος δεν εμφανίστηκε, παρόλο που κλητεύθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα, ισχύει το τεκμήριο ομολογίας των ισχυρισμών του ενάγοντος. Ωστόσο, δεν είναι δυνατόν να ισχύσει η παραπάνω γενική διάταξη στην εκουσία δικαιοδοσία διότι δεν συνάδει προς το πνεύμα της εκουσίας δικαιοδοσίας, όπου ισχύει το ανακριτικό σύστημα (744 ΚΠολΔ). Επομένως, εφόσον η διάταξη του άρθρου 271 παρ. 3 ΚΠολΔ δεν προσαρμόζεται στην εκουσία δικαιοδοσία, θα πρέπει ο απολιπόμενος κλητευθείς τρίτος που δεν εμφανίστηκε να δικαστεί ωσεί παρών (βλ. και Αθ. Κρητικού, Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων, άρθρο 14 αρ. 6, σελ. 514)
Όπως προκύπτει από την υπ’ αριθμ. 11143 Z έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Ρόδου …., που προσκομίζει και επικαλείται η αιτούσα, αντίγραφο της κλήσης της, της πράξης ορισμού δικασίμου και κλήσης προς συζήτηση για τη δικάσιμο της 25-11-2015 επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στην περιλαμβανόμενη στην υποβληθείσα από αυτόν κατάσταση πιστώτρια Τράπεζα με την επωνυμία «….». Κατά τη δικάσιμο της 25-11-2015 η υπόθεση αναβλήθηκε για τις 2-3-2016 οπότε και αναβλήθηκε και πάλι για την στην αρχή της παρούσας αναφερομένη συνεδρίαση. Επομένως, η ….», καίτοι έλαβε χώρα πλασματική κλήτευση αυτής, εφόσον δεν εμφανίσθηκε κατά την παραπάνω δικάσιμο, όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το πινάκιο, πρέπει να δικασθεί ερήμην, πλην όμως η συζήτηση της υπόθεσης θα προχωρήσει σαν να ήταν όλοι οι διάδικοι παρόντες σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη.
Σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 1 Ν. 3869/2010: “ Φυσικά πρόσωπα που δεν έχουν πτωχευτική ικανότητα και έχουν περιέλθει, χωρίς δόλο, σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών τους (εφεξής οφειλέτες) δικαιούνται να υποβάλουν στο αρμόδιο δικαστήριο την αίτηση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 4 για τη ρύθμιση των οφειλών τους και απαλλαγή. Την ύπαρξη δόλου αποδεικνύει ο πιστωτής.” Εξάλλου, από το συνδυασμό των παρ. 1 και 2 άρθρου 8 παρ. 1 Ν. 3869/2010 προκύπτει ότι αν το σχέδιο δεν γίνεται δεκτό από τους πιστωτές, το δικαστήριο ελέγχει την ύπαρξη των αμφισβητούμενων απαιτήσεων και την πλήρωση των προϋποθέσεων του άρθρου 1 για τη ρύθμιση των οφειλών και απαλλαγή του οφειλέτη. Αν τα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη δεν είναι επαρκή, το δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη τα πάσης φύσεως εισοδήματα του, ιδίως εκείνα από την προσωπική του εργασία, τη δυνατότητα συνεισφοράς του συζύγου, και σταθμίζοντας αυτά με τις βιοτικές ανάγκες του ιδίου και των προστατευόμενων μελών της οικογένειας του, τον υποχρεώνει να καταβάλει μηνιαίως και για χρονικό διάστημα τριών έως πέντε ετών κατά την κρίση του, ορισμένο ποσό για ικανοποίηση των απαιτήσεων των πιστωτών του, συμμέτρως διανεμόμενο. Σε περίπτωση που αμφισβητούμενη απαίτηση, η οποία έχει ενταχθεί στη ρύθμιση απορριφθεί τελεσίδικα, οι λοιποί πιστωτές υποκαθίστανται στη θέση του πιστωτή της αμφισβητούμενης απαίτησης και έχουν από αυτόν αξίωση καταβολής στην αναλογία που αντιστοιχεί στον καθένα του ποσού που εισέπραξε εξαιτίας της ένταξης της απαίτησης στη ρύθμιση. Σε περίπτωση που δεν ενταχθεί στη ρύθμιση αμφισβητούμενη απαίτηση, η ύπαρξη της οποίας επαληθευτεί ακολούθως με τελεσίδικη απόφαση, ο πιστωτής υποκαθίσταται κατά την αναλογία της απαίτησης του στις θέσεις των υπολοίπων πιστωτών για τα ποσά που αναλογούν στην απαίτηση του και έχει από αυτούς αξίωση καταβολής των ποσών που εισέπραξαν εξαιτίας της μη ένταξης της απαίτησης του στις υπό ρύθμιση οφειλές. Το δικαστήριο μπορεί να διατάξει την κατάθεση στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων των χρηματικών διανομών που αντιστοιχούν σε αμφισβητούμενη απαίτηση που έχει ενταχθεί σε ρύθμιση μέχρι την επαλήθευση της με τελεσίδικη δικαστική απόφαση. Κατά δεν την παρ. 2 του άρ. 9 Ν. 3869/2010. «Ο οφειλέτης μπορεί να υποβάλει στο δικαστήριο πρόταση εκκαθάρισης ζητώντας να εξαιρεθεί από την εκποίηση βεβαρημένο ή μη με εμπράγματη ασφάλεια ακίνητο, που χρησιμεύει ως κύρια κατοικία του, εφόσον τούτο δεν υπερβαίνει το προβλεπόμενο από τις ισχύουσες διατάξεις όριο αφορολόγητης απόκτησης πρώτης κατοικίας, προσαυξημένο κατά πενήντα τοις εκατό. Στην περίπτωση αυτή το δικαστήριο ρυθμίζει την ικανοποίηση απαιτήσεων των πιστωτών σε συνολικό ποσό που μπορεί να ανέρχεται μέχρι και στο ογδόντα τοις εκατό (80%) της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου της κύριας κατοικίας. Η ρύθμιση μπορεί να προβλέπει και περίοδο χάριτος. Η εξυπηρέτηση της οφειλής γίνεται με επιτόκιο που δεν υπερβαίνει αυτό της ενήμερης οφειλής ή το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με κυμαινόμενο επιτόκιο που ίσχυε σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος κατά τον τελευταίο μήνα για τον οποίο υφίσταται μέτρηση, αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ή, σε περίπτωση καθορισμού σταθερού επιτοκίου, το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου για ανάλογη της ρύθμισης περίοδο, όπως ομοίως προκύπτει από το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος» και χωρίς ανατοκισμό. Οι απαιτήσεις των πιστωτών που έχουν εμπράγματη ασφάλεια στο ακίνητο ικανοποιούνται προνομιακά από τις καταβολές του οφειλέτη με βάση την παρούσα παράγραφο». Συγκεκριμένα, στα πλαίσια του άρθρου 9 παρ. 2 ν. 3869/2010 η διάθεση των κεφαλαίων στους εμπραγμάτως εξασφαλισμένους πιστωτές γίνεται σύμφωνα με τη σειρά της χρονικής προτεραιότητά τους κατά τα άρθρα 1250, 1272, 1300 ΑΚ. (βλ. Βενιέρη σε Βενιέρη-Κατσάς, Εφαρμογή του ν. 3869/2010 για τα υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα, 2016, σελ. 627 υποσημ. 2928). Αν υπάρχουν πιστωτές εμπραγμάτως εξασφαλισμένοι διαφόρων τάξεων προηγείται κατά σειρά ο πρώτος, εξακολουθεί ο δεύτερος, στη συνέχεια ο τρίτος κ.ο.κ. (βλ. Α. Κρητικού, Ρυθμίσεις των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων, 2016, σελ. 430). Ζήτημα τίθεται σε περίπτωση που προηγείται η εγγραφή προσημείωσης υποθήκης (προγενέστερη προσημείωση υποθήκης) και έπεται η εγγραφή υποθήκης (μεταγενέστερη υποθήκη).Πρόκειται για ζήτημα με το οποίο η θεωρία μέχρι τώρα δεν έχει ασχοληθεί ειδικά ενώ η νομολογία όσες φορές ανέκυψε το ζήτημα, κάποιες φορές επιβαλλόταν στον οφειλέτη η υποχρέωση να καταβάλει τις δόσεις του 9 παρ. 2 πρώτα στον δανειστή που είχε εγγράψει πρώτος την προσημείωση και έπειτα στο δανειστή που είχε εγγράψει δεύτερος την υποθήκη (ΕιρΛιβαδ 11/2014 ΤΝΠ ΔΣΑ). Κατά την άποψη του παρόντος Δικαστηρίου, η προαναφερθείσα άποψη δεν φαίνεται ορθή διότι ναι μεν η προσημείωση έχει ίδια νομική σημασία με την υποθήκη, πλην όμως μόνον υπό την αίρεση της τελεσίδικης επιδίκασης της απαίτησης και της εντός ενενήντα ημερών τροπής σε υποθήκη, και δεν είναι δυνατόν να προηγείται της υποθήκης ανεπιφύλακτα, άνευ ετέρου τινός. Άλλοτε πάλι επιβαλλόταν στον οφειλέτη η υποχρέωση να καταβάλει πρώτα στον ενυπόθηκο δανειστή, παρόλο που ο ενυπόθηκος έπονταν χρονικά, με την αιτιολογία ότι ο ενυπόθηκος δανειστής πρέπει να ικανοποιηθεί προνομιακά, αφού μόνο οι δικές του αξιώσεις είναι εξοπλισμένες με υποθήκη , ενώ αντιθέτως οι αξιώσεις του προσημειούχου δανειστή είναι εξοπλισμένες με προσημειώσεις υποθήκης , οι οποίες δεν έχουν τραπεί σε υποθήκη , οπότε κατ’ αναλογία προς το αρ. 1007.1 ΚΠολΔ θα πρέπει να προηγηθεί η ικανοποίηση των αξιώσεων που είναι εξοπλισμένες με υποθήκη, κι ας έχει εγγραφεί σε χρόνο μεταγενέστερο της προσημείωσης αφού ο προσημειούχος δεν προέβη σε τροπή της προσημείωσης οπότε και η προσημείωση αποτελεί εν δυνάμει υποθήκη.”(ΕιρΧαλανδρίου 76/2014 ΤΝΠ ΔΣΑ). Κατά την άποψη του παρόντος Δικαστηρίου ούτε η δεύτερη άποψη φαίνεται ορθή διότι όπως προαναφέρθηκε η προσημείωση είναι ίσης σημασίας με την υποθήκη, πλην όμως υπό αναβλητική αίρεση. Άλλωστε η διάταξη του άρ. 1007 παρ. 1 ΚΠολΔ που επικαλείται η παραπάνω άποψη αναφέρει ακριβώς ότι η προσημείωση κατατάσσεται τυχαία. Η τυχαία κατάταξη δεν συνάδει με τη θέση ότι η απαίτηση έπεται και έρχεται δεύτερη διότι τυχαία κατάταξη σημαίνει ότι παρακρατά ο συμβολαιογράφος το ποσό και το δίνει στον προσημειούχο όταν ακριβώς καταστεί η απαίτησή του τελεσίδικη, άλλως το δίνει στον επόμενο δανειστή. Επίσης, δεν είναι δυνατόν να χάσει ο προσημειούχος την προνομιακή ικανοποίηση και να έρθει δεύτερος (καίτοι είχε εγγράψει πρώτος) εκ του γεγονότος ότι δεν έσπευσε να τρέψει την προσημείωση σε υποθήκη, διότι ο νόμος δεν θέτει τέτοια προϋπόθεση ήτοι να σπεύσει γενικά ο προσημειούχος για την προνομιακή ικανοποίησή του, αλλά θέτει τέτοια προϋπόθεση μόνον όταν κατέστη η απαίτησή του τελεσίδικη οπότε τότε και μόνο πρέπει να σπεύσει και εντός ενενήντα ημερών να τρέψει, άλλως εκπίπτει του προνομίου του. Η προσημείωση είναι εν δυνάμει υποθήκη, υποθήκη υπό αίρεση, είναι εμπράγματη ασφάλεια και σε περίπτωση που είχε εγγραφεί πριν από την επόμενη υποθήκη, δεν προηγείται στην κατάταξη των δανειστών η υποθήκη αλλά προηγείται η προσημείωση, καταττασσόμενη τυχαία. Ακριβώς δηλαδή επειδή η προσημείωση είναι εν δυνάμει υποθήκη, υποθήκη υπό αίρεση, η προσημείωση που προηγείται στην κατάταξη δεν κατατάσσεται οριστικά (δεν καταβάλει δηλαδή αμέσως ο συμβολαιογραφος επί πλειστηριασμού αμέσως το ποσό στον προσημειούχο δανειστή) αλλά κατατάσσεται τυχαία (δηλαδή παρακρατά ο συμβολαιογράφος το ποσό και το δίνει στον προσημειούχο όταν η απαίτησή του καταστεί τελεσίδικη), και εάν και εφόσον απομένει κάποιο ποσό πέρα από το παρακρατηθέν το δίνει στον επόμενο ενυπόθηκο δανειστή. Η προσημείωση δηλαδή παραμένει εμπράγματη ασφάλεια και δεν έρχεται επόμενη, εφόσον είχε εγγραφεί πριν από την υποθήκη, αλλά κατατάσσεται τυχαία. Την τυχαία αυτή κατάταξη της διάταξης του άρθρου 1007 ΚΠολΔ (την οποία διάταξη επικαλείται και η ως άνω άποψη της προαναφερθείσας νομολογίας) προσπαθούν να μεταφέρουν αναλογικά από το πεδίο του πλειστηριασμού στο πεδίο του άρ. 9 παρ. 2 Ν. 3869/2010 τα κάτωθι αναφερόμενα. Ειδικότερα, εάν μεν οριστεί από το Δικαστήριο περίοδος χάριτος για την καταβολή των ποσών στα πλαίσια του άρ. 9 παρ. 2 Ν. 3869/2010, εφόσον κατά την περίοδο αυτή της χάριτος προλάβει ο προσημειούχος δανειστής και επιτύχει την τελεσίδικη επιδίκαση της απαιτήσεώς του είτε μετά από άσκηση αγωγής είτε μετά από επίδοση διαταγής πληρωμής, και εφόσον, κατ’ άρθρον 1323 περ. 2 ΑΚ, τρέψει την προσημείωσή του σε υποθήκη εντός ενενήντα ημερών από την τελεσίδικη επιδίκαση της απαίτησης (σε περίπτωση άσκησης αγωγής) ή από την πάροδο της δεκαπενθήμερης προθεσμίας μετά τη δεύτερη επίδοση της διαταγής πληρωμής ή την τελεσιδικία της απορριπτικής της ανακοπής απόφασης (σε περίπτωση επίδοσης διαταγής πληρωμής), τότε, σύμφωνα με το άρθρο 1277 εδ. β΄ ΑΚ, η υποθήκη θα λογίζεται ότι έχει εγγραφεί από την ημέρα της προσημείωσης, οπότε και θα ικανοποιηθεί προνομιακά με την καταβολή των μηνιαίων δόσεων ο πρώην (προγενέστερος) προσημειούχος που κατόπιν θα καταστεί ενυπόθηκος δανειστής έναντι του εξ αρχής (μεταγενέστερου) ενυπόθηκου δανειστή. Πρόβλημα όμως τίθεται σε περίπτωση που είτε δεν δοθεί από το Δικαστήριο περίοδος χάριτος (οπότε η καταβολή των μηνιαίων δόσεων θα ξεκινήσει αμέσως μετά την δημοσίευση της απόφασής του) είτε καίτοι δόθηκε περίοδος χάριτος, δεν πρόλαβε ή δεν θέλησε ο προσημειούχος δανειστής να επιτύχει την τελεσίδικη επιδίκαση της απαίτησής του και την τροπή της προσημείωσης σε υποθήκη εντός της προαναφερθείσας προθεσμίας των ενενήντα ημερών. Σε μια τέτοια περίπτωση, το πρόβλημα που ανακύπτει ήτοι η σειρά και ο τρόπος ικανοποίησης του προσημειούχου και του ενυπόθηκου δανειστή θα πρέπει να επιλυθεί με αναλογική εφαρμογή των ισχυόντων στο πεδίο της αναγκαστικής εκτέλεσης και δη του πλειστηριασμού. Προς αυτή την κατεύθυνση συνηγορούν οι εξής σκέψεις: α) το άρθρο 9 παρ. 2 για τη διάσωση της κύριας κατοικίας εισάγει μια ρύθμιση η οποία υποκαθιστά, κατά κάποιον τρόπο τον πλειστηριασμό, πρόκειται για «οιονεί πλειστηριασμό» διότι προκρίνεται η σταδιακή αποπληρωμή του 80% της αντικειμενικής αξίας του σωζόμενου ακινήτου έναντι της άμεσης αποπληρωμής (μέρους του) χρέους από το πλειστηρίασμα που τυχόν θα επιτευχθεί επί διενέργειας πλειστηριασμού, β) από την απόρριψη του συστήματος της σύμμετρης ικανοποίησης όλων των πιστωτών και την προτίμηση της προνομιακής ικανοποίησης μόνο των εμπραγμάτως εξασφαλισμένων πιστωτών, μάλιστα κατά την τάξη των προνομίων τους, προκύπτει ότι η διαδικασία ικανοποίησης του άρ. 9 παρ. 2 ομοιάζει με τον τρόπο ικανοποίησης του άρ. 977 και 1007 ΚΠολΔ. Ειδικότερα, στο πεδίο του πλειστηριασμού γίνονται δεκτά τα εξής: Aπό το συνδυασμό των άρθρων 1272, 1276, 1277, 1279, 1306, 1318 αρ. 3 ΑΚ, 976, 977 παρ. 2 εδ β΄, 978, 1005 παρ. 3, 1007 παρ. 1 ΚΠολΔ και 41 ΕισΝΚΠολΔ προκύπτει ότι η προσημείωση υποθήκης εξομοιώνεται πλήρως με την υποθήκη με μόνη τη διαφορά ως προς τον τρόπο της οριστικής ή τυχαίας κατάταξης σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης κατ’ άρθρον 1007 παρ. 1 ΚΠολΔ (ΑΠ 31/2009 ΕφΑΔ 2009 1394, ΕφΘεσ 4/2010 ΕΠολΔ 749ΑΠ 1229/2008 ΝΟΜΟΣ). Ειδικότερα, αν πριν από την τροπή της προσημείωσης σε υποθήκη λάβει χώρα αναγκαστικός πλειστηριασμός του βαρυνόμενου ακινήτου, με την καταβολή του πλειστηριάσματος επέρχεται απόσβεση της προσημείωσης. Η απαίτηση του προσημειούχου δανειστή κατατάσσεται τυχαία στον πίνακα κατά τη σειρά της εγγραφής της προσημείωσης, δηλαδή με μόνη την αίρεση της τελεσίδικης επιδίκασής της, οπότε θα είναι δυνατή η είσπραξη του πλειστηριάσματος. Και ναι μεν η εκ μέρους του υπερθεματιστή ολοσχερής καταβολή του πλειστηριάσματος ακινήτου επιφέρει την απόσβεση της υποθήκης ή προσημείωσης, παρά ταύτα όμως δεν εμποδίζεται η μεταγενέστερη αναδρομική τροπή της (ήδη αποσβεσμένης και εξαλειμμένης) προσημείωσης σε τακτική υποθήκη (ΑΚ 1277) και η οριστική προνομιακή ικανοποίησή της, δεν γίνεται όμως και σχετική εγγραφή στα βιβλία υποθηκών ή στο κτηματολογικό βιβλίο (ΑΠ 125/2006 ΝοΒ 2006, 1769, ΑΠ 1581/2002 ΧρΙδΔ 2003, 127, ΑΠ 577/2001 ΕλΔ 2002, 1430, ΕφΑθ 9615/2001 ΕλΔ 2003, 1419, Μ. Μαργαρίτης, Ερμ ΚΠολΔ, ΙΙ, 2012, άρθρο 977 αρ. 7 σελ. 744). Στα πλαίσια της διενέργειας πλειστηριασμού, σε αντίθεση με τις απαιτήσεις που κατατάσσονται οριστικά, που ικανοποιούνται αμέσως, οι απαιτήσεις που κατατάσσονται τυχαίως ικανοποιούνται όταν αρθεί η αβεβαιότητα που υπάρχει ως προς αυτές. Η τυχαία κατάταξη προσημειούχου πιστωτή στον πίνακα διανομής πλειστηριάσματος ακινήτου, καθίσταται (κατ’ αρχήν) οριστική, αν εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση σε δίκη μεταξύ αυτού και του οφειλέτη, με την οποία του επιδικάζεται η απαίτηση για την οποία έχει καταταγεί (ΑΠ 1468/2011 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 2235/2009 ΕΠολΔ 2010, 209). Στην περίπτωση της τυχαίας κατάταξης της προσημείωσης υποθήκης, η προσημείωση προηγείται των άλλων απαιτήσεων, για την εξασφάλιση των οποίων έχουν εγγραφεί μεταγενέστερα προσημειώσεις ή υποθήκες (ΑΠ 539/2006 Δ 2007, 55). Η τυχαία δηλαδή (και πάντως προνομιακή) κατάταξη, θα γίνει κατά την σειρά, την οποία θα ελάμβανε η απαίτηση, εάν αντί της προσημειώσεως είχε εγγραφεί υπέρ αυτής, εξαρχής, υποθήκη (ΑΠ 1767/2009 ΕλλΔνη 51,.727, ΑΠ 125/2006 ΔΕΕ 2006, 821, ΕφΑθ 267/2012 ΝΟΜΟΣ, Π. Βαφειάδου σε Χ. Απαλλαγάκη, 1007, αρ. 4). Περαιτέρω, στο πεδίο του πλειστηριασμού, ο τυχαία καταταγείς πιστωτής για να λάβει την απαίτησή του πρέπει να τηρήσει τους όρους που εγκύρως έταξε ο επί του πλειστηριασμού υπάλληλος όπως είναι η άσκηση της αγωγής μέσα στην εύλογη προθεσμία που έταξε στον πίνακα κατατάξεως ο επί του πλειστηριασμού υπάλληλος για την τελεσίδικη επιδίκαση της απαιτήσεως καθώς και ο όρος για τη συνέχιση της εκκρεμούς δίκης που έχει ως αντικείμενο την απαίτηση. Αντιθέτως έχει κριθεί ότι δεν είναι έγκυρος ο όρος και θεωρείται ότι δεν γραφεί για προσκόμιση τελεσίδικης αποφάσεως μέσα σε ορισμένη προθεσμία (βλ. ΑΠ 1098/1996 ΕλΔ 1997, 1085, ΤΝΠ ΔΣΑ, ΑΠ 649/1994 ΕλΔ 1995, 625, ΕφΑθ 5336/2001 ΧρΙδΔ 2002, 53, ΕφΑθ 9615/2001, ΕλΔ 2003, 1420, Μ. Μαργαρίτη, Ερμ ΚΠολΔ ΙΙ, άρθρο 978, αρ. 10 (σελ. 745). Εξάλλου, όταν η απαίτηση κατατάσσεται τυχαίως ο επί του πλειστηριασμού υπάλληλος , προς αποφυγή συντάξεως συμπληρωματικού πίνακα , ορίζει στον πίνακα κατατάξεως τον τρόπο κατανομής του ποσού που αναλογεί στην απαίτηση αν ο τυχαίως καταταγείς δεν εφοδιασθεί με τελεσίδικη δικαστική απόφαση. (βλ. Μ. Μαργαρίτη, Ερμ ΚΠολΔ ΙΙ, άρθρο 978, αρ. 14 (σελ. 745). Βεβαίως ευθεία εφαρμογή των ισχυόντων επί πλειστηριασμού δεν μπορεί να λάβει χώρα στο πεδίο του άρθρου 9 παρ. 2 Ν. 3869/2010 όπου υφίσταται «οιονεί πλειστηριασμός». Έτσι ζήτημα κατά κυριολεξία τυχαίας κατάταξης δεν τίθεται. Τίθεται όμως ζήτημα αναλογικής εφαρμογής των παραπάνω παραδοχών στο πεδίο του «οιονεί πλειστηριασμού» του άρθρου 9 παρ. 2 και ειδικότερα στον τρόπο κατανομής μεταξύ προγενέστερου προσημειούχου και μεταγενέστερου ενυπόθηκου δανειστή του καταβαλλόμενου ποσού από τον οφειλέτη σε δόσεις προς διάσωση της κύριας κατοικίας. Ωστόσο, μεταξύ της διαδικασίας του πλειστηριασμού και της διαδικασίας του άρ. 9 παρ. 2 φαίνεται ότι υπάρχουν δύο διαφορές. Η πρώτη διαφορά είναι ότι στη μία περίπτωση υπάρχει συμβολαιογράφος ο οποίος επί τυχαίας κατάταξης της απαίτησης του προσημειούχου δανειστή αφενός θέτει προθεσμία προς άσκηση αγωγής προκειμένου η απαίτηση να καταστεί τελεσίδικη αφετέρου παρακρατά το ποσό (και δεν το καταβάλλει) μέχρι την τελεσίδικη επιδίκαση της απαίτησης, ενώ στην περίπτωση του άρθρου 9 παρ. 2 τέτοιο όργανο (εκκαθαριστής ή συμβολαιογράφος) δεν υφίσταται. Το ρόλο όμως του ανύπαρκτου συμβολαιογράφου μπορεί να διαδραματίσει ως προς μεν τον ορισμό προθεσμίας προς άσκηση αγωγής (και προς προσκόμιση αντιγράφου αυτής, της έκθεσης κατάθεσης και του αποδεικτικού εμπρόθεσμης επίδοσής της βλ. 215 παρ. 2 τελ. εδάφιο ΚΠολΔ ) το ίδιο το Δικαστήριο (όπως άλλωστε ανάλογη προθεσμία προς άσκηση αγωγής – και όχι προς προσκόμιση τελεσίδικης απόφασης -μπορεί να ορίσει το Δικαστήριο σε περίπτωση που δέχεται ανακοπή κατά του πίνακα κατάταξης και κατατάσσει μία απαίτηση ως τυχαία βλ. ΑΠ 1098/1996 ΕλΔ 1997, 1085, ΤΝΠ ΔΣΑ) το οποίο μπορεί να τάξει προθεσμία προς άσκηση αγωγής ή προς επίδοση διαταγής πληρωμής, άλλως θα εκπίπτει ο προσημειούχος πιστωτής και στη θέση του υπεισέρχεται ο δεύτερος κατά σειρά τάξεως ενυπόθηκος πιστωτής, ως προς δε την παρακράτηση του ποσού ο ανύπαρκτος συμβολαιογράφος μπορεί να υποκατασταθεί από το Ταμείο παρακαταθηκών και δανείων στο οποίο θα γίνονται κατά μήνα οι μηνιαίες καταβολές υπέρ του κατ’ αρχήν δικαιούχου, ήτοι του προσημειούχου δανειστή. Μάλιστα, ο ίδιος ο νόμος 3869/2010 δίνει αυτή τη δυνατότητα, προς αντικατάσταση του ανύπαρκτου συμβολαιογράφου, στο πλαίσιο του άρθρου 8 παρ. 2 ορίζοντας για τις αμφισβητούμενες απαιτήσεις ότι «Το δικαστήριο μπορεί να διατάξει την κατάθεση στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων των χρηματικών διανομών που αντιστοιχούν σε αμφισβητούμενη απαίτηση που έχει ενταχθεί σε ρύθμιση μέχρι την επαλήθευση της με τελεσίδικη δικαστική απόφαση.» Άλλωστε, και από τη θεωρία έχει υποστηριχθεί η αναλογική εφαρμογή των προβλέψεων του άρθρου 8 παρ. 2 εδ. δ’ και ε΄ για τις αμφισβητούμενες απαιτήσεις και στο πεδίο του άρθρου 9 παρ. 2 (βλ. Βενιέρη, σε Βενιέρη- Κατσά, ό.π., σελ. 629 αρ. 1458, 1459). Η δεύτερη διαφορά μεταξύ του πλειστηριασμού και του άρ. 9 παρ. 2 είναι ότι στην περίπτωση του πλειστηριασμού επέρχεται με την καταβολή του εκπλειστηριάσματος απόσβεση της προσημείωσης υποθήκης και της υποθήκης, κατά τρόπον ώστε με την τελεσίδικη επιδίκαση της απαίτησης μόνον «νοερά» να επέρχεται αναδρομική τροπή της προσημείωσης υποθήκης σε υποθήκη και να μην είναι δυνατή πραγματικά η σημείωση στο σχετικό βιβλίο (βλ. Μ. Μαργαρίτη, Ερμ ΚΠολΔ, ΙΙ, 2012, άρθρο 978, αρ. 14 (σελ. 745)ούτε φυσικά να ισχύει η σχετική πρόβλεψη του άρθρου 1323 περ. 2 ΑΚ περί απόσβεσης της προσημείωσης υποθήκης εφόσον δεν λάβει χώρα πραγματική τροπή της προσημείωσης σε υποθήκη και σχετική εγγραφή στο δημόσιο βιβλίο εντός αποκλειστικής προθεσμίας ενενήντα ημερών. Στο πεδίο όμως του άρ. 9 παρ. 2 ν. 3869/2010 τέτοια απόσβεση της προσημείωσης υποθήκης δεν προβλέπεται και επομένως η τελεσίδικη επιδίκαση της απαίτησης του προσημειούχου δανειστή δεν οδηγεί σε «νοερή» αναδρομική τροπή της προσημείωσης σε υποθήκη αλλά για την προνομιακή ικανοποίηση του προσημειούχου δανειστή έναντι του ενυπόθηκου απαιτείται και η πραγματική τροπή της προσημείωσης σε υποθήκη με εγγραφή στο σχετικό βιβλίο και μάλιστα εντός της προθεσμίας των ενενήντα ημερών από την τελεσίδικη επιδίκαση της απαίτησης (σε περίπτωση άσκησης αγωγής) ή από την πάροδο της δεκαπενθήμερης προθεσμίας μετά τη δεύτερη επίδοση της διαταγής πληρωμής ή την τελεσιδικία της απορριπτικής της ανακοπής απόφασης (σε περίπτωση επίδοσης διαταγής πληρωμής). Άλλως, εάν δεν λάβει χώρα εμπρόθεσμη εγγραφή της ανωτέρω τροπής, επέρχεται απόσβεση της προσημείωσης η οποία μπορεί να εξαλειφθεί κατόπιν σχετικής αίτησης προς τον υποθηκοφύλακα (Ρούσσης σε Απ. Γεωργιάδη ΣΕΑΚ, ΙΙ, άρθρο 1330, αρ. 2 Β ΙΙΙ σελ. 544 με περαιτέρω παραπομπές στη θεωρία). Άλλωστε, ο δανειστής δεν νομιμοποιείται να ασκήσει τα ουσιαστικά δικαιώματά του από την προσημείωση υποθήκης ή την υποθήκη, όταν αυτές έχουν εξαλειφθεί, ακόμη και εάν δεν λάβει χώρα και η τυπική εξάλειψη της προσημείωσης ή της υποθήκης (Ρούσσης σε Απ. Γεωργιάδη ΣΕΑΚ, ΙΙ, άρθρα 1324-1328 αρ. 1 σελ. 541-542). Περαιτέρω, αφενός ο ορισμός από το Δικαστήριο προθεσμίας εντός της οποίας πρέπει να ασκηθεί αγωγή ή να επιδοθεί διαταγή πληρωμής, αφετέρου η κατάθεση του σχετικού ποσού στο ταμείο παρακαταθηκών και δανείων μέχρι την τελεσίδικη επιδίκαση της απαίτησης και την εμπρόθεσμη εγγραφή της τροπής της προσημείωσης υποθήκης σε υποθήκη, φαίνεται να συνάδει προς το πνεύμα του Ν. 3869/2010 αλλά και προς την ουσιώδη παραδοχή ότι η προσημείωση υποθήκης αποτελεί υποθήκη υπό την αναβλητική αίρεση της τελεσίδικης επιδίκασης της απαίτησης και της εμπρόθεσμης εγγραφής της τροπής της προσημείωσης σε υποθήκη. Ζήτημα ωστόσο τίθεται με ποιον τρόπο είτε ο προσημειούχος δανειστής είτε ο ενυπόθηκος δανειστής θα αναλάβει τα χρήματα που είχε καταθέσει κάθε μήνα ο οφειλέτης στο ταμείο παρακαταθηκών και δανείων. Ο προσημειούχος δανειστής θα αναλάβει τα χρήματα από το ταμείο παρακαταθηκών και δανείων προσκομίζοντας σχετικό έγγραφο από το οποίο να προκύπτει η εγγραφή της τροπής της προσημείωσης σε υποθήκη. Ο ενυπόθηκος δανειστής από την άλλη, σε περίπτωση τελεσίδικης απόρριψης της αγωγής που είχε ασκήσει ο προσημειούχος δανειστής κατά του οφειλέτη, θα αναλάβει τα χρήματα από το ταμείο παρακαταθηκών και δανείων προσκομίζοντας τελεσίδικη δικαστική απόφαση από την οποία προκύπτει η σχετική απόρριψη της αγωγής του προσημειούχου κατά του οφειλέτη. Σε περίπτωση τελεσίδικης επιδίκασης της απαίτησης του προσημειούχου δανειστή και μη εμπρόθεσμης εγγραφής στο δημόσιο βιβλίο της τροπής της προσημείωσης σε υποθήκη, ο ενυπόθηκος δανειστής, ως έχων έννομο συμφέρον, μπορεί να υποβάλλει αίτηση ενώπιον του αρμόδιου υποθηκοφυλακείου ή κτηματολογικού γραφείου και να επιτύχει την εξάλειψη της προσημειώσεως κατ’ άρθρον 1330 περ. 3 ΑΚ. Εν συνεχεία θα πρέπει να προσκομίσει το σχετικό πιστοποιητικό από το οποίο αποδεικνύεται η εξάλειψη της προσημείωσης στο ταμείο παρακαταθηκών και δανείων προκειμένου ο ίδιος να αναλάβει τα χρήματα από το ταμείο παρακαταθηκών και δανείων. Στην περίπτωση, τέλος, που ο προσημειούχος δεν άσκησε αγωγή ή δεν επέδωσε διαταγή πληρωμής εντός της τασσομένης προθεσμίας, τότε ο επόμενος κατά σειρά ενυπόθηκος δανειστής πρέπει να επανέλθει στο Ειρηνοδικείο ζητώντας με αίτησή του την τροποποίηση κατ’ άρθρον 758 ΚΠολΔ της δικαστικής απόφασης που όριζε την παρακατάθεση στο ταμείο παρακαταθηκών και δανείων, ώστε βάσει της νέας δικαστικής απόφασης στη θέση του προσημειούχου πιστωτή να υπεισέλθει ο ενυπόθηκος δανειστής ο οποίος θα εισπράξει το παρακατατεθέν υπέρ του προσημειούχου ποσό και θα είναι αυτός στον οποίο εφεξής ο οφειλέτης θα καταβάλει τις μηνιαίες δόσεις στα πλαίσια της παρ. 2 του άρθρου 9 του ν. 3869/2010. Εξάλλου, οποιαδήποτε διαφωνία και αμφισβήτηση ανακύψει μεταξύ προσημειούχου ή ενυπόθηκου δανειστή αφενός και ταμείου παρακαταθηκών και δανείων αφετέρου ως προς το ποιος είναι ο δικαιούχος των μηνιαίων δόσεων που έχουν κατατεθεί, πρέπει να επιλυθεί από το Ειρηνοδικείου βάσει του άρθρου 758 ΚΠολΔ με αίτηση του έχοντος έννομο συμφέρον πιστωτή δηλαδή είτε του προσημειούχου είτε του ενυπόθηκου.
Από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα της καλούσας-αιτούσας που δόθηκε στο ακροατήριο τόσο κατά την προηγούμενη συνεδρίαση όσο και κατά την στην αρχή της παρούσης αναφερομένη, από τα έγγραφα που προσκομίστηκαν, όσα επικαλέστηκαν προφορικά και γραπτά οι πληρεξούσιοι δικηγόροι και από τα διδάγματα της κοινής πείρας, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η αιτούσα, 60 ετών σήμερα, είναι χήρα με δύο ενήλικα τέκνα, και ασχολείτο ανέκαθεν με τα οικιακά. Για την διαβίωσή της απαιτείται, κατά την κρίση του Δικαστηρίου αυτού, το ποσό των 500 ευρώ μηνιαίως. Η αιτούσα λαμβάνει σύνταξη χηρείας από τον ΟΑΕΕ, ανερχόμενη σήμερα πλέον, κατά μέσο όρο, στα 950 ευρώ μηνιαίως (μετά από αύξηση του ποσού που λάμβανε η αιτούσα για τη σύνταξή της σε σχέση με το χρόνο της πρώτης συζήτησης) . Το ποσό αυτό αποτελεί το μοναδικό της εισόδημα ενώ η αιτούσα έχει στην ιδιοκτησία της ως κύρια και μοναδική κατοικία της ένα διαμέρισμα πρώτου ορόφου (Α1) καθαρής επιφανείας 98,52 τμ, επιφανείας κοινοχρήστων χώρων 6,82 τμ, μικτής επιφανείας 105,34 τμ, όγκου 310,34 κυβικών μέτρων, ποσοστού συνιδιοκτησίας εφ’ ολοκλήρου του ακινήτου 400%ο στα οποία αντιστοιχούν 77,20 τμ το οποίο συνιστά τμήμα οικοδομής ανεγερθείσας εντός οικοπέδου με κτηματολογικά στοιχεία τόμος .. φύλλο …, μερίδα … γαιών Ρόδου και φάκελος … Το εν λόγω ακίνητο βρίσκεται επί της οδού .. (βλ. υπ’ αρ. … συμβόλαιο γονικής παροχής και υπ’ αριθμ’ … έγγραφο του Πολεοδομικού Σχεδιασμού του Δήμου Ρόδου και κατάθεση μάρτυρος ότι η οδός έχει μετονομαστεί από «..» σε «….» και γι’ αυτό επήλθε σύγχυση). Η αιτούσα έχει και την κυριότητα ενός αγρού, εκτάσεως 770 τ.μ, που βρίσκεται στην τοποθεσία <<… >> της κτηματικής περιφέρειας … Ρόδου, με μερίδα … Γαιών Πυλώνας Τόμος .. Αριθμός ..νομικής φύσης δικαιώματος .., που περιήλθε σε αυτήν κατόπιν γονικής παροχής από τον πατέρα της Ιορδάνη .. (βλ. υπ’ αρ. .. συμβόλαιο γονικής παροχής σε συνδυασμό με το υπ’ αρ. πρωτ. … πιστοποιητικό ιδιοκτησίας του Κτηματολογίου Ρόδου). Η αιτούσα, ανέλαβε ως εγγυήτρια, του αποβιώσαντος συζύγου της, όσο εκείνος ζούσε, τις αναφερόμενες, στην αίτησή της, δανειακές υποχρεώσεις προς τις μετέχουσες στη δίκη πιστώτριες. Σημειωτέον ότι η αιτούσα και οι ενήλικες θυγατέρες της αποποιήθηκαν την κληρονομία του θανόντος…, δυνάμει της υπ’ αρ. … έκθεσης αποποίησης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ρόδου. Δυνάμει του από 15.01.2016 εγγράφου αναλυτικής κατάστασης οφειλών η αιτούσα οφείλει στην …. ποσό 95.545,66 ευρώ ως οφειλέτης από το υπ’ αριθμ. ..στεγαστικό δάνειο και ποσό 83.073,08 ευρώ ως οφειλέτης από το υπ’ αριθμ. …στεγαστικό δάνειο. (σχετικό 7α). Δυνάμει του από 29-10-2015 εγγράφου αναλυτικής κατάστασης οφειλών η αιτούσα οφείλει ως εγγυήτρια προς την … ποσό 27.789,63 από το υπ’ αριθμ … δάνειο (σχετικό 7β). Δυνάμει του από 10-2-2016 εγγράφου αναλυτικής κατάστασης οφειλών η αιτούσα οφείλει προς την .. (η οποία είναι και οιονεί καθολική διάδοχος της ….) ποσό 34.799,6 ευρώ από το υπ’ αριθμ. … επιχειρηματικό δάνειο, ποσό … ευρώ από το υπ’ αριθμ. … επιχειρηματικό δάνειο, ποσό 4.479,71 ευρώ από το υπ’ αριθμ. … στεγαστικό δάνειο, ποσό 117.624,59 ευρώ από το υπ’ αριθμ. … επιχειρηματικό δάνειο, ποσό 6.043,37 ευρώ από την υπ’ αριθμ. … πιστωτική κάρτα. Όπως προκύπτει από τα βιβλία του Κτηματολογίου Ρόδου, επί της κύριας οικίας της αιτούσας είχε εγγραφεί με την υπ’ αριθμ. … εγγραφή, προσημείωση υποθήκης α΄ σειράς, πλην όμως όπως προκύπτει από την υπ’ αριθμ. 949/3-2-2009 εγγραφή, επήλθε εξάλειψη της ως άνω προσημείωσης. Επίσης, ενεγράφη με την υπ’ αριθμ. .. εγγραφή, προσημείωση υποθήκης β΄ σειράς για το ποσό των 90.350 ευρώ προς εξασφάλιση της απαίτησης της … που απορρέει από την υπ’ αριθμ. … σύμβαση δανείου και προσημείωση υποθήκης γ΄ σειράς για το ποσό των 104.650 ευρώ προς εξασφάλιση απαίτησης που απορρέει από την υπ’ αριθμ. … σύμβαση δανείου, όπως διετάχθη με την υπ’ αριθμ. .. απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ρόδου. Επιπρόσθετα, ενεγράφη με την υπ’ αριθμ. … εγγραφή, δυνάμει της υπ’ αριθμ. … διαταγής πληρωμής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ρόδου, υποθήκη για το ποσό των 26.387,49 ευρώ προς εξασφάλιση της υπ’ αριθμ. …σύμβασης που συνήφθη με την …
Σύμφωνα με τα λεχθέντα στη μείζονα σκέψη, συντρέχουν στο πρόσωπο της αιτούσας οι προϋποθέσεις για την ένταξή της στις ρυθμίσεις του νόμου 3869/2010 και πρέπει να γίνει δεκτό το αίτημα ρύθμισης των οφειλών. Ειδικότερα, η αιτούσα εγγυήθηκε Έτσι, η ρύθμιση των χρεών της θα γίνει κατά πρώτο λόγο με μηνιαίες καταβολές απευθείας στις πιο πάνω πιστώτριες από τα εισοδήματα της επί πέντε χρόνια.
Ενόψει των παραπάνω και λαμβανομένων υπόψη του σχεδίου διευθέτησης των οφειλών, των βασικών βιοτικών αναγκών της αιτούσας στις οποίες περιλαμβάνονται τα έξοδα για τροφή, ένδυση, ηλεκτροφωτισμό, ύδρευση, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, το προς διάθεση στις μετέχουσες ποσό πρέπει να οριστεί σε 450 ευρώ. Το ποσό αυτό προκύπτει ως εξής: Το ποσό των μηνιαίων δαπανών διαβίωσης της αιτούσας είναι 450 ευρώ. Το μηνιαίο εισόδημα της αιτούσας είναι 900 ευρώ. Μετά από την αφαίρεση 450 ευρώ από τα 900 ευρώ προκύπτει το ποσό των 450 ευρώ το οποίο μπορεί να διατεθεί μηνιαίως προς σύμμετρη ικανοποίηση των χρεών της οφειλέτριας. Το συνολικό ποσό των οφειλών της αιτούσας αναλύεται ως εξής: στην …της …ποσό 95.545,66 + 83.073,08 = 178.618,74, προς την … .ποσό 27.789,63, προς την … (η οποία είναι και οιονεί καθολική διάδοχος της ..) ποσό 34.799,6 + 29.356,78 + 4.479,71 + 117.624,59 + 6.043,37 = 192.304,05. Λαμβανομένων ωστόσο υπόψη των ποσών που η αιτούσα έχει καταβάλει στα πλαίσια της προσωρινής διαταγής με την οποία διατασσόταν να καταβάλει 130 ευρώ προς την … (της οποίας καθολική διάδοχος είναι η ..) και 70 ευρώ προς την … το οφειλόμενο ποσό προς την … είναι 192.304,05 – (200 επί 16) = 192.304,05 – 3.200 = 189.104,05 ευρώ. Συνεπώς το συνολικό ποσό που οφείλει η αιτούσα προς όλους τους πιστωτές της είναι 395.512,42 ευρώ. Περαιτέρω, το μηνιαίο εισόδημα της αιτούσας είναι 900 ευρώ και οι μηνιαίες δαπάνες διαβίωσης είναι 450 ευρώ. Επομένως απομένει ποσό 450 ευρώ προς ικανοποίηση των πιστωτών της αιτούσας Η αιτούσα πρέπει να διαθέτει επί πενταετία το άτοκο ποσό των 450 ευρώ για τη σύμμετρη ικανοποίηση των παραπάνω χρεών, καταβάλλοντας αυτό απευθείας προς τις Τράπεζες ως εξής: προς .. 203,21 ευρώ, προς .. το ποσό των 31,61 ευρώ και προς … 215,14 ευρώ. Η καταβολή των παραπάνω ποσών θα αρχίσει μέσα στο πρώτο τριήμερο του επόμενου μήνα από τη δημοσίευση της απόφασης
Περαιτέρω, η αιτούσα έχει στην κυριότητά της έναν αγρό, εκτάσεως .. που βρίσκεται στην τοποθεσία <<.. >> της κτηματικής περιφέρειας … Ρόδου ο οποίος κατά την κρίση του Δικαστηρίου θα πρέπει να εξαιρεθεί από την εκποίηση διότι δεν θα προκαλέσει ιδιαίτερο αγοραστικό ενδιαφέρον και επομένως μία ενδεχόμενη εκποίηση αυτού περισσότερα έξοδα εκποίησης θα προκαλέσει παρά οικονομικό κέρδος προς ικανοποίηση των πιστωτριών
Επίσης η αιτούσα θα πρέπει να ενταχθεί και στη ρύθμιση του αρθ. 9 παρ. 2 για μηνιαίες καταβολές προκειμένου να εξαιρεθεί από την εκποίηση η πιο πάνω κύρια κατοικία της, δηλαδή ένα διαμέρισμα πρώτου ορόφου (Α1), επιφανείας 98,52 τ.μ επί της οδού … αντικειμενικής αξίας 44.925,12 ευρώ. Η αντικειμενική αυτή αξία δεν υπερβαίνει το όριο του αφορολογήτου ποσού απόκτησης πρώτης κατοικίας για ένα άτομο άγαμο, προσαυξημένο κατά πενήντα τοις εκατό. Συντρέχουν επομένως στο πρόσωπο της αιτούσας οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή στη ρύθμιση του άρθρου. 9 παρ. 2 ν. 3869/2010. Το ποσοστό 80% της αντικειμενικής αξίας της κατοικίας, που αποτελεί τη βάση για τον υπολογισμό του ποσού των μηνιαίων δόσεων ανέρχεται σε44.925,12 επί 80%= 35.940,096) στο οποίο ποσό εξαντλείται η υποχρέωση της αιτούσας. Όσον αφορά το χρόνο αποπληρωμής του ποσού αυτού των 35.940,096 ευρώ, θα πρέπει να οριστεί σε 20 χρόνια. Έτσι το ποσό κάθε μηνιαίας δόσης ανέρχεται σε 149,75 ευρώ, δηλαδή 35.940,096 : 240 (20 χρόνια X 12). Παράλληλα, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, πρέπει να της χορηγηθεί περίοδος χάριτος των πέντε ετών που συμπίπτει με την πενταετή χρονική περίοδο των καταβολών του άρθρου 8 παρ.2 ν. 3869/2010. Η καταβολή λοιπόν των δόσεων για τη διάσωση της κατοικίας της θα ξεκινήσει την 1η ημέρα του 1ου μήνα μετά την πάροδο της ως άνω πενταετίας, θα πραγματοποιείται εντός του πενταημέρου εκάστου μηνός, θα έχει διάρκεια 20 χρόνων (240 δόσεις) και θα γίνει χωρίς ανατοκισμό με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με το κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζα της Ελλάδος αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Από τις καταβολές αυτές θα λάβει χώρα η ικανοποίηση των πιστωτριών όπως αναλυτικότερα αναφέρεται στο διατακτικό της παρούσης αποφάσεως. Για οποιοδήποτε δε ζήτημα, αμφιβολία, αντίρρηση, διχογνωμία ανακύψει , υπάρχει πάντοτε η διέξοδος μέσω του άρ. 758 ΚΠολΔ για μεταρρύθμιση της παρούσης δικαστικής αποφάσεως ώστε να ορίζεται επακριβώς ο δικαιούχος των καταβολών προς εναρμόνιση με την όποια κατάσταση ενδεχομένως ανακύψει στο μέλλον.
Με την εξάντληση του ποσού του 80% της αντικειμενικής αξίας της κατοικίας, δεν μπορεί να ικανοποιηθεί το υπόλοιπο των απαιτήσεων των μετεχουσών πιστωτριών από τις παραπάνω συμβάσεις, γιατί δεν μπορεί από το νόμο να επιβληθεί άλλη υποχρέωση στην αιτούσα.
Κατά συνέπεια των παραπάνω πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η αίτηση ρύθμισης των οφειλών ως βάσιμη και στην ουσία της και να ρυθμιστούν τα χρέη της αιτούσας με σκοπό την απαλλαγή της με την τήρηση των όρων της ρύθμισης, εξαιρουμένης της εκποίησης της κύριας κατοικίας της.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην της 2ης των μετεχουσών πιστωτριών και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων την αίτηση
ΔΕΧΕΤΑΙ την αίτηση
ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την αιτούσα να καταβάλει μηνιαίως, απευθείας προς τις μετέχουσες στη δίκη πιστώτριες, ατόκως και επί πενταετία το συνολικό ποσό των τετρακοσίων πενήντα ευρώ (450 €) για τη σύμμετρη ικανοποίηση των πιστωτριών ως εξής: προς … το ποσό των διακοσίων τρία ευρώ και είκοσι ένα λεπτών (203,21 €), προς …. το ποσό των τριάντα ένα ευρώ και εξήντα ένα λεπτών (31,61 €) και προς … το ποσό των διακοσίων δεκαπέντε ευρώ και δεκατεσσάρων λεπτών (215,14 €). Η καταβολή των παραπάνω ποσών θα πραγματοποιείται εντός του πρώτου τριημέρου εκάστου μηνός και θα αρχίσει μέσα στο πρώτο τριήμερο του επόμενου μήνα από τη δημοσίευση της παρούσης αποφάσεως
ΕΞΑΙΡΕΙ από την εκποίηση τον αγρό που ανήκει στην αιτούσα, εκτάσεως 770 τ.μ, που βρίσκεται στην τοποθεσία <<… >> της κτηματικής περιφέρειας … Ρόδου, με μερίδα …
ΕΞΑΙΡΕΙ από την εκποίηση την κύρια κατοικία της αιτούσας δηλαδή ένα διαμέρισμα πρώτου ορόφου (Α1), επί της οδού ..στη Ρόδο, καθαρής επιφανείας 98,52 τμ, επιφανείας κοινοχρήστων χώρων 6,82 τμ, μικτής επιφανείας 105,34 τμ, όγκου 310,34 κυβικών μέτρων, ποσοστού συνιδιοκτησίας εφ’ ολοκλήρου του ακινήτου 400%O στα οποία αντιστοιχούν 77,20 τμ το οποίο συνιστά τμήμα οικοδομής ανεγερθείσας εντός οικοπέδου με κτηματολογικά στοιχεία τόμος .., φύλλο .., μερίδα ..γαιών Ρόδου και φάκελος …
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ στην αιτούσα για τη διάσωση της κύριας κατοικίας της την καταβολή μηνιαίως ποσού εκατόν σαράντα εννέα ευρώ και εβδομήντα πέντε λεπτών (149,75 €). Η καταβολή των δόσεων για τη διάσωση της κύριας κατοικίας της θα ξεκινήσει την 1η ημέρα του 1ου μήνα μετά την πάροδο της πενταετίας των καταβολών που ορίστηκαν στα πλαίσια του άρ. 8 παρ. 2, θα πραγματοποιείται εντός του πενταημέρου εκάστου μηνός και θα έχει διάρκεια 20 χρόνων (240 δόσεις) και θα γίνει χωρίς ανατοκισμό με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με το κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζα της Ελλάδος αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ στην αιτούσα την υποχρέωση να καταβάλει απευθείας προς την ….. μηνιαίως το ποσό των εκατόν σαράντα εννέα ευρώ και εβδομήντα πέντε λεπτών (149,75 €), εφόσον η … θα προλάβει και θα εγγράψει, μέχρι και τη λήξη της πενταετούς περιόδου χάριτος που εδόθη, στο δημόσιο βιβλίο την τροπή είτε της εγγεγραμμένης υπέρ αυτής β΄ σειράς προσημείωσης υποθήκης σε υποθήκη είτε της εγγεγραμμένης υπέρ αυτής γ΄ σειράς προσημείωσης υποθήκης σε υποθήκη
ΑΛΛΩΣ, (εάν η ………………………………………… δεν προλάβει και δεν εγγράψει, μέχρι και τη λήξη της πενταετούς περιόδου χάριτος, την τροπή ούτε της εγγεγραμμένης υπέρ αυτής β΄ σειράς προσημείωσης σε υποθήκη ούτε της εγγεγραμμένης υπέρ αυτής γ΄ σειράς προσημείωσης σε υποθήκη),
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την αιτούσα όπως καταθέτει μηνιαίως το ποσό των εκατόν σαράντα εννέα ευρώ και εβδομήντα πέντε λεπτών (149,75 €) προς το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων υπέρ της ……………………………………………Η ως άνω κατάθεση θα ξεκινήσει την 1η ημέρα του 1ου μήνα μετά την πάροδο της πενταετίας των καταβολών του άρθρου 8 παρ. 2, θα πραγματοποιείται εντός του πενταημέρου εκάστου μηνός, θα έχει διάρκεια 20 χρόνων (240 δόσεις) και θα γίνει χωρίς ανατοκισμό με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με το κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζα της Ελλάδος αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
ΤΑΣΣΕΙ προθεσμία έξι μηνών προς την ………………………………………….. …………………., που θα άρχεται από την έναρξη της εικοσαετίας των καταβολών του άρ. 9 παρ. 2, όπως για αμφότερες τις απαιτήσεις της για τις οποίες έχει εγγραφεί προσημείωση υποθήκης ασκήσει αγωγή ή επιδώσει διαταγή πληρωμής η οποία επίδοση διαταγής πληρωμής πρέπει να επαναληφθεί σε περίπτωση που δεν ασκηθεί ανακοπή εντός της προθεσμίας των δεκαπέντε ημερών μετά την πρώτη επίδοση της διαταγής πληρωμής
ΑΛΛΩΣ, η πιστώτρια /………………… …………………….. μετά την πάροδο των έξι μηνών αρχομένης από την εικοσαετία των καταβολών του 9 παρ. 2 ΘΑ ΕΚΠΕΣΕΙτου προνομίου της ως προς την αντίστοιχη απαίτηση για την οποία δεν άσκησε αγωγή ή δεν επέδωσε διαταγή πληρωμής ή δεν επανέλαβε την επίδοση της διαταγής πληρωμής επί παρόδου άπρακτης της προθεσμίας των δεκαπέντε ημερών από την πρώτη επίδοση της διαταγής πληρωμής. Στη θέση της ως άνω αναφερθείσας πιστώτριας ……………………………………
ΘΑ ΥΠΕΙΣΕΛΘΕΙ η ……………………………………. Τότε, η …………………………………. θα πρέπει να υποβάλει αίτηση στο Ειρηνοδικείο κατ’ άρθρον 758 ΚΠολΔ με την οποία θα αιτείται τη μεταρρύθμιση της παρούσης δικαστικής αποφάσεως προκειμένου να καταστεί μεταβληθεί δικαιούχος των ποσών που μέχρι τότε είχαν κατατεθεί στο Ταμείο παρακαταθηκών και δανείων και ταυτόχρονα να ορίζεται εφεξής ως δικαιούχος των μηνιαίων καταβολών του άρ. 9 παρ. 2 απευθείας προς αυτήν.
ΟΡΙΖΕΙ ότι σε περίπτωση που μία από τις δύο απαιτήσεις της ……………………………………………………………. καταστεί τελεσίδικη μετά την έναρξη της εικοσαετίας των καταβολών του άρ. 9 παρ. 2, τότε η …………………… πρέπει να εισπράξει τα ποσά που είχαν κατατεθεί μηνιαίως υπέρ αυτής από το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, προσκομίζοντας σχετικό πιστοποιητικό από το οποίο αποδεικνύεται η εγγραφή της τροπής της προσημείωσης σε υποθήκη για μία εκ των δύο απαιτήσεών της. Για το υπόλοιπο δε χρονικό διάστημα που θα απομένει μέχρι τη συμπλήρωση της εικοσαετίας των καταβολών του άρ. 9 παρά 2,
ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την αιτούσα όπως καταβάλλει απευθείας προς την ανωτέρω τράπεζα μηνιαίως το ποσό των εκατόν σαράντα εννέα ευρώ και εβδομήντα πέντε λεπτών (149,75 €).
ΑΛΛΩΣ (δηλαδή σε περίπτωση τελεσίδικης επιδίκασης μιας εκ των απαιτήσεων της …………………………………………. και μη εμπρόθεσμης εγγραφής στο δημόσιο βιβλίο της τροπής της προσημείωσης σε υποθήκη) ΘΑ ΥΠΕΙΣΕΛΘΕΙ στη θέση της …………………………………………….. η ………………………………………… η οποία και θα μπορεί, ως έχουσα έννομο συμφέρον, να υποβάλλει αίτηση ενώπιον του αρμόδιου κτηματολογικού γραφείου και να επιτύχει την εξάλειψη της προσημειώσεως. Εν συνεχεία θα πρέπει να προσκομίσει το σχετικό πιστοποιητικό από το οποίο αποδεικνύεται η εξάλειψη της προσημείωσης στο ταμείο παρακαταθηκών και δανείων προκειμένου αυτή η ίδια ……………………………….. να αναλάβει από το ταμείο παρακαταθηκών και δανείων (το οποίο και θα πρέπει να προβεί σε σχετική καταβολή) τα χρηματικά ποσά τα οποία μηνιαίως είχαν καταβληθεί από την αιτούσα υπέρ της μέχρι τότε δικαιούχου ήτοι της ………………………………………Εφεξής, για το υπόλοιπο διάστημα μέχρι την συμπλήρωση της εικοσαετίας των καταβολών του άρθρου 9 παράγραφος 2, ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την αιτούσα όπως καταβάλλει μηνιαίως το ποσό των εκατόν σαράντα εννέα ευρώ και εβδομήντα πέντε λεπτών (149,75 €) απευθείας προς την …………………………..
ΑΛΛΩΣ, (σε περίπτωση που μετά την έναρξη της εικοσαετίας των καταβολών του άρ. 9 παρ. 2, η επιδίκαση αμφότερων των απαιτήσεων της πιστώτριας ………………………………………………… ματαιωθεί τελεσιδίκως)
ΘΑ ΥΠΕΙΣΕΛΘΕΙ στη θέση της …………………………………….. η ………………………………. η οποία και θα μπορεί, προσκομίζοντας τις σχετικές δικαστικές αποφάσεις (τις οποίες και πρέπει να λάβει από το δικαστήριο ως έχουσα έννομο συμφέρον) που εκδόθηκαν μεταξύ της ………………………. και της αιτούσας, και από τις οποίες θα προκύπτει η τελεσίδικη απόρριψη αμφότερων των απαιτήσεων της ……………………………., να λάβει από το ταμείο παρακαταθηκών και δανείων (το οποίο και θα πρέπει να προβεί σε σχετική καταβολή) τα χρηματικά ποσά τα οποία μηνιαίως είχαν καταβληθεί από την αιτούσα υπέρ της μέχρι τότε δικαιούχου ήτοι της ………. Εφεξής, για το υπόλοιπο διάστημα μέχρι την συμπλήρωση της εικοσαετίας των καταβολών του άρθρου 9 παρ. 2, ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την αιτούσα όπως καταβάλλει μηνιαίως το ποσό των εκατόν σαράντα εννέα ευρώ και εβδομήντα πέντε λεπτών (149,75 €) απευθείας προς την ……………….
ΚΡΙΘΗΚΕ, ΑΠΟΦΑΣΙΣΘΗΚΕ και ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στην Ρόδο στο ακροατήριο του στις 19/12/2016, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.
Ο ΔΟΚΙΜΟΣ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
dikastis
Προηγούμενο άρθροΟρους στον Ερντογάν επιβάλλει ο Πούτιν