Αριθμός 165/2024
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Τμήμα 3ο
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Ευαγγελία Πανταζή, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Κ.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :
ΚΑΛΟΥΝΤΟΣ-ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: …………, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά του δικηγόρο Κωνσταντίνα-Θεοδώρα Γεωργούλη.
ΚΑΘ ΟΥ Η ΚΛΗΣΗ-ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: ……….. ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό του δικηγόρο Διονυσιο Ράικο.
Ο καθ΄ ου η κλήση-εφεσίβλητος άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 17.7.2017 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………../2017) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 168/2018 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που δέχθηκε μερικώς την αγωγή.
Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ο πρώτος εκ των εναγομένων και ήδη καλών-εκκαλών με την από 7.3.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ΠΡΩΤ ……/2019-ΓΑΚ/ΕΑΚ ΕΦΕΤ ……./2019) έφεσή του, δικάσιμοι της οποίας ορίσθηκαν διαδοχικά η 2α.4.2020, η 4η.3.2021 και η 11η.11.2021, οπότε συζητήσεως γενομένης, εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 140/2022 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου, που κήρυξε απαράδεκτη της συζήτηση της υπόθεσης.
Ήδη με την κατατεθείσα ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου από 2.9.2022 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………../2022) κλήση του καλούντος-εκκαλούντος η προκειμένη υπόθεση επανεισάγεται προς εκδίκαση ενώπιον αυτού στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.
Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, αφού έλαβαν διαδοχικά το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την από 2.9.2022 κλήση (αριθμ. κατ. …./2022) νόμιμα φέρεται προς συζήτηση η από 7.3.2019 έφεση (αριθμ. κατ. ……../2019) μετά την έκδοση της υπ’αριθμ. 140/2022 αποφάσεως αυτού του δικαστηρίου, με την οποία κηρύχθηκε απαράδεκτη η συζήτησή της, λόγω μη κλητεύσεως των αναγκαίων ομοδίκων του εκκαλούντος ……. και ……………
Στην προκειμένη περίπτωση, η ως άνω υπό κρίση έφεση κατά της υπ’αριθμ. 168/2018 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε ερήμην του εκκαλούντος εναγομένου ……. , και των συνεναγομένων του ……. και …. κατά την διαδικασία των περιουσιακών (από την σχέση οροφοκτησίας) διαφορών (άρθρο 614 αρ. 2 ΚΠολΔ), επί της από 17.7.2017 αγωγής του εφεσιβλήτου ενάγοντος, ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα, κατά τα άρθρα 495, 496, 498, 499, 511, 513, 516 § 1, 517 εδαφ.α’ και 518 § 2 ΚΠολΔ, δεδομένου ότι οι διάδικοι δεν επικαλούνται, ούτε άλλωστε προκύπτει επίδοση της εκκαλουμένης αποφάσεως, ενώ από την δημοσίευσή της την 9.1.2018 μέχρι την κατάθεση της έφεσης στην γραμματεία του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου την 7.3.2019 δεν παρήλθε διετία. Η έφεση αρμοδίως φέρεται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ) και για το παραδεκτό της έχει κατατεθεί και το υπ’αριθμ. . …… παράβολο υπέρ του Δημοσίου και ΤΑΧΔΙΚ (άρθρο 495 παρ. 1 και 4 ΚπολΔ). Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή και, εφόσον ο εκκαλών παραπονείται για κακή εκτίμηση των αποδείξεων, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση κατά το μέρος που έκρινε νόμω και ουσία βάσιμη την αγωγή (άρθρο 533 ΚΠολΔ.) και ως προς τους μη ασκήσαντες έφεση διαδίκους, και, αφού κρατηθεί η υπόθεση από το παρόν δικαστήριο, να δικαστεί η αγωγή, χωρίς την παρουσία των αναγκαίων ομοδίκων εναγομένων ……. και …… , οι οποίοι, αν και κλητεύθηκαν νόμιμα και εμπρόθεσμα για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, (βλ. τις υπ’αριθμ. … και …./8.9.2022 εκθέσεις επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Πειραιώς ………..), δεν εμφανίσθηκαν στο ακροατήριο κατά την εκφώνηση της υποθέσεως με την σειρά της στο πινάκιο, πλην όμως θεωρούνται ότι αντιπροσωπεύονται από τον παριστάμενο αναγκαίο ομόδικό τους και εκκαλούντα Ευάγγελο (ΑΠ 756/2017, ΑΠ 681/2016, ΑΠ 368/2019 δημ. Νόμος), κρατηθεί η υπόθεση από το παρόν δικαστήριο να ερευνηθεή η αγωγή
Όπως προκύπτει από τη διάταξη του άρθρου 949 ΚΠολΔ επί υποχρεώσεως του οφειλέτη σε νομική πράξη (δήλωση δικαιοπρακτικής βουλήσεως) εφαρμογή έχει η διάταξη του άρθρου 949 ΚΠολΔ, στην οποία προβλέπεται ένα ιδιότυπο μέσο εκτέλεσης και εξαναγκασμού του οφειλέτη για την εκπλήρωση υποχρεώσεώς του προς επιχείρηση της οφειλόμενης νομικής πράξης, η οποία και θεωρείται, κατά πλάσμα του νόμου ότι έγινε από της τελεσιδικίας της αποφάσεως που τον καταδικάζει στη σχετική δήλωση βουλήσεως (ΑΠ 1511/2013, ΧρΙΔ 2014/211, ΕπισκΕΔ 2013/967, ΑΠ 76/2004, ΧρΙΔ 2004/431, Δ 2004/1043, ΑΠ 732/1993, Δνη 1995/105, ΕφΑΘ. 328/2019, ΕφΑΘ224/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Με την καθιέρωση του πλάσματος αυτού ο νομοθέτης αποσκοπεί στην υποκατάσταση της (φυσικής) δηλώσεως της βούλησης του οφειλέτη από τη δικαστική απόφαση, με την τελεσιδικία της οποίας επέρχονται οι έννομες συνέπειες της πρώτης, που ελλείπει, ωσάν στη δήλωση να είχε προβεί ο οφειλέτης, χωρίς μάλιστα την παρεμβολή των οργάνων της εκτελέσεως και χωρίς το φυσικό καταναγκασμό του. Για τη λειτουργία του νομικού πλάσματος προϋποτίθεται, πέραν της, όπως ήδη ανωτέρω ειπώθηκε, υποχρεώσεως σε δήλωση βουλήσεως που μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο αξιώσεως, η εκπλήρωση της οποίας μπορεί να εξαναγκαστεί (ΑΠ 499/2011ΝοΒ 2011/1577 Δνη 2011/1052) και η δυνατότητα της πλήρους ικανοποιήσεως της αξιώσεως αυτής δια του νομικού πλάσματος, όπως συμβαίνει όταν η κατά το άρθρο 949 ΚΠολΔ τελεσίδικη απόφαση είναι σε θέση, σύμφωνα με το νόμο και τις αντιλήψεις των συναλλαγών, να επιφέρει αυτή και μόνη αποτελέσματα επακριβώς ισοδύναμα για το δανειστή προς εκείνα της οικειοθελούς δηλώσεως βουλήσεως του οφειλέτη, όταν δηλαδή για την ικανοποίηση του εννόμου συμφέροντος του πρώτου δεν απαιτείται οποιαδήποτε άλλη, πρόσθετη της δηλώσεως αυτής, (φυσική) σύμπραξη του οφειλέτη, διότι τότε η εκτέλεση της αξιώσεως γίνεται εμμέσως κατά το άρθρο 946 § 1 ΚΠολΔ (Ε. Ποδηματά, Η καταδίκη σε δήλωση βουλήσεως κατά το άρθρο 949 ΚΠολΔ, 1989, § 3 III 2 Β, σελ. 102, Ν. Νίκας, ο.π., αρ. 7, σελ. 114). Στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 949 ΚΠολΔ περιλαμβάνονται οι ρητές δικαιοπρακτικές δηλώσεις βουλήσεως, δηλαδή οι δηλώσεις βουλήσεως που αποτελούν πράξεις αυτοκαθορισμού του δηλούντος και κατευθύνονται στην παραγωγή εννόμων αποτελεσμάτων, τα οποία επέρχονται ακριβώς επειδή είναι ηθελημένα (Γ. Μπαλής, Γενικαί Αρχαί του Αστικού Δικαίου, 1961, § 32, σελ. 106 επομ.), εφόσον, βέβαια, έχουν περιουσιακό χαρακτήρα, για τις οποίες ο οφειλέτης έχει, όπως προαναφέρθηκε, υποχρέωση είτε από δικαιοπραξία είτε απευθείας από το νόμο, υπό την έννοια της ειδικής διάταξης ουσιαστικού νόμου, που έχει τέτοιο περιεχόμενο (λ.χ. από τα άρθρα 734 και 904 § 1 ΑΚ). Όμως, η ίδια διάταξη εφαρμόζεται είτε ευθέως είτε αναλογικά, όπως γίνεται δεκτό κατά την κρατούσα και ορθότερη άποψη (Π. Γέσιου – Φαλτσή, Δίκαιο Αναγκαστικής Εκτελέσεως, ΙΙ/α, 2017, § 50, αρ. 17, σελ. 82, I. Καρακατσάνης, σε Απ. Γεωργιάδη – Μ. Σταθόπουλου, Αστικός Κώδικας, τόμος II, 1997, άρθρο 424, αρ. 6, σελ. 491, I. Καποδίστριας, ΕρμΑΚ, άρθρο 424, αρ. 20) και στις οιονεί δικαιοπρακτικές δηλώσεις, εκείνες δηλαδή που επισύρουν έννομες συνέπειες exlege, ανεξάρτητα αν ο δηλών απέβλεψε σ’ αυτές και οι οποίες διακρίνονται από τις απλές υλικές πράξεις, που δεν αποτελούν δηλώσεις, επειδή δεν επιχειρούνται με πρόθεση γνωστοποιήσεώς τους σε άλλον (Μ. Καράσης, σε Γεωργιάδη – Σταθόπουλο Αστικός Κώδικας, 2η έκδοση [2016], τόμος Ιβ, Γενικές Αρχές, εισαγωγικές Παρατηρήσεις στα άρθρα 127 – 200, αρ. 7, σελ. 4 επομ. και αρ. 9, σελ. 5, Εμμ. Μιχελάκης, ΕρμΑΚ, Εισαγ. Άρθρ. 127 – 200, αρ. 121 – 125). Από τα ανωτέρω έπεται ότι η διάταξη αυτή εφαρμόζεται και όταν η υποχρέωση του οφειλέτη συνίσταται στην προσυπογραφή εγγράφου δυναμένου να έχει έννομες συνέπειες, δηλαδή γεγονότος αναγομένου στο παρόν ή στο μέλλον, που αφορά τις προς τρίτους έννομες σχέσεις του δανειστή, και η οποία δεν έχει αυτοτελή υπόσταση έναντι της δηλώσεως βουλήσεως του οφειλέτη, η οποία εξωτερικευόμενη θα συνίσταται στη θέλησή του να διαμορφωθούν οι έννομες σχέσεις του δανειστή του σύμφωνα με την πραγματικότητα, στην αποτύπωση της οποίας σε έγγραφο οφείλει και ο ίδιος να συμπράξει υπέρ αυτού (ΕφΠειρ 55/2020, Ε. Ποδηματά, ο.π., σελ. 123). Στην κατηγορία αυτή ανήκουν και οι πάσης φύσεως αιτήσεις προς Δημόσιες Αρχές, που είναι δεκτικές εννόμων συνεπειών, όταν υπάρχει παρεπόμενη υποχρέωση ενός από τους συμβαλλόμενους, να προβεί στις αναγκαίες ενέργειες προς αυτές λ.χ. του εκμισθωτή να προβεί στην υποβολή αίτησης προς την αρμόδια διοικητική αρχή για την τροποποίηση της υπάρχουσας οικοδομικής άδειας του μισθίου, ώστε σε περίπτωση άρνησής του δύναται να εξαναγκασθεί προς τούτο μέσω του άρθρου 949 ΚΠολΔ (ΑΠ 923/2004, ΑΠ 1078/2001 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 281 ακ η άσκηση του δικαιώματος απαγορεύεται, αν υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, για να θεωρηθεί η άσκηση του δικαιώματος καταχρηστική, πρέπει η προφανής υπέρβαση των ορίων που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος να προκύπτει από την προηγηθείσα συμπεριφορά του δικαιούχου ή από την πραγματική κατάσταση που δημιουργήθηκε ή τις περιστάσεις που μεσολάβησαν ή από άλλα περιστατικά, τα οποία, χωρίς κατά νόμο να εμποδίζουν τη γέννηση ή να επάγονται την απόσβεση του δικαιώματος, καθιστούν μη ανεκτή την άσκησή του κατά τις περί δικαίου ή ηθικής αντιλήψεις του μέσου κοινωνικού ανθρώπου (ΟλΑΠ 7/2002, ΟλΑΠ 17/1995, ΑΠ 514/2021, ΑΠ 974/2010).
Από τον αναγκαστικού δικαίου κανόνα του άρθρου 288 ακ κατά τον οποίο “ο οφειλέτης έχει υποχρέωση να εκπληρώσει την παροχή όπως απαιτεί η καλή πίστη, αφού ληφθούν υπόψη και τα συναλλακτικά ήθη” και ο οποίος αφορά κάθε εκπλήρωση υποχρέωσης του οφειλέτη ή δανειστή που απορρέει από οποιαδήποτε έγκυρη ενοχική σχέση (ΑΠ 1537/1991) προκύπτει ότι κάθε οροφοκτήτης είναι υποχρεωμένος να ανεχθεί την εκτέλεση στην πολυκατοικία (όροφο ή διαμέρισμά του και κοινά μέρη της οικοδομής) των όσων εργασιών (κατ’ είδος και έκταση) επιβάλλει η καλόπιστη εκπλήρωση της σύμβασης σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας, ενόψει των ιδιαιτέρων συνθηκών της οροφοκτησίας, των αναγκών των επί μέρους διακριτών ιδιοκτησιών, της δυνατότητας χρήσης των κοινών και του σκοπού που εξυπηρετούν τα κοινά μέρη στην όλη ιδιοκτησία της οροφοκτησίας, αφού ενόψει όλων των ανωτέρω τυχόν άρνησή του είναι καταχρηστική (ΑΠ 1345/1979, πρβλ. και ΑΠ 1629/1984 Νόμος)). Στην προκειμένη περίπτωση με την ένδικη αγωγή του που άσκησε ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος, κατ’εκτίμηση του δικογράφου του ισχυρίσθηκε, ότι είναι αποκλειστικός κύριος των περιγραφομένων ειδικότερα οριζοντίων ιδιοκτησιών, που έχουν ανεγερθεί επί οικοπέδου που βρίσκεται επί των οδών ……. …. και …… στην περιοχή Δραπετσώνας Αττικής. Ότι οι εναγόμενοι είναι συγκύριοι κατά τα αναφερόμενα ποσοστά εξ αδιαιρέτου ο καθένας επί των οριζοντίων ιδιοκτησιών που περιγράφονται στην αγωγή του και έχουν ανεγερθεί επί του ιδίου οικοπέδου και σε επαφή με την οικοδομή του με το σύστημα της καθέτου ιδιοκτησίας. Ότι ο ίδιος, (ενάγων) δυνάμει της υπ’αριθμ. 16/2016 οικοδομικής άδειας επιχείρησε εργασίες μερικής κατεδάφισης και ανέγερσης επί της αυτοτελούς κατά τους ορόφους της οικοδομής του, πλην όμως μετά από καταγγελίες των εναγομένων, συντάχθηκε η υπ’αριθμ. 5/2016 έκθεση επικινδύνου από άποψη στατική και δομική της Υπηρεσίας Δόμισης του Τμήματος Ελέγχου Κατασκευών του Δήμου Κερατσινίου (ΥΔΟΜ), καθώς και η υπ’αριθμ. ………./10.3.2017 αναθεωρητική έκθεση επικινδύνου, σύμφωνα με την οποία διαπιστώθηκε καθαίρεση δοκού του κοινού φέροντος οργανισμού των δύο οικοδομών, καθώς και μέρους της κοινής τοιχοποιίας στον ισόγειο όροφο, ζημίες που χρήζουν άμεσης αποκατάστασης από τους συνιδιοκτήτες και υπό την επίβλεψη μηχανικού, κατόπιν ελέγχου του φέροντος οργανισμού και την έκδοση σχετικής οικοδομικής άδειας. Ότι οι εναγόμενοι, οι οποίοι είναι υπόχρεοι από το νόμο προς τούτο, λόγω της συνιδιοκτησίας, αρνούνται αδικαιολόγητα και καταχρηστικά να συμπράξουν στην έκδοση της οικοδομικής άδειας για την αποκατάσταση των ζημιών και της στατικής επάρκειας της οικοδομής. Με βάση τα περιστατικά αυτά ζητούσε: α) να αναγνωρισθεί ότι οι εναγόμενοι υποχρεούνται, ως συγκύριοι του οικοπέδου και του κοινού φέροντος οργανισμού των δύο οικοδομών, να συναινέσουν ενώπιον της αρμόδιας πολεοδομικής αρχής για την έκδοση οικοδομικής άδειας προς άρση της επικινδυνότητας της οικοδομής με την αποκατάσταση της κοινής φέρουσας δοκού Δ25 (20/60 από ξυλότυπο) στην στάθμη του ισογείου ορόφου, μήκους 4.00 μέτρων, καθώς και της κοινής τοιχοποιίας στον ίδιο όροφο, διαστάσεων 4 χ 3 μέτρων, και, (επικουρικά) δεδομένης της αρνήσεως των εναγομένων, να επιτραπεί στον ίδιο να υπογράψει και για λογαριασμό των εναγομένων κάθε έγγραφο που θα απαιτηθεί ενώπιον της Υπηρεσίας Δόμησης του Τμήματος Ελέγχου Κατασκευών του Δήμου Κερατσινίου – Δραπετσώνας, αλλά και σε οποιαδήποτε άλλη αρχή ή τρίτο, προκειμένου να εκδοθεί η απαραίτητη οικοδομική άδεια, β) να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να επιτρέψουν την είσοδο στις ιδιοκτησίες τους των εντεταλμένων από τον ίδιο προσώπων, προκειμένου να συνταχθούν τα απαραίτητα για την έκδοση της οικοδομικής άδειας έγγραφα, (ενδεικτικά αποτυπώσεις, μετρήσεις, μελέτες κ.λ.π), γ) να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να ανέχονται επί των ιδιοκτησιών τους και στα κοινά μέρη της οικοδομής την εκτέλεση όλων των απαιτούμενων εργασιών και επεμβάσεων για την άρση της επικινδυνότητας της οικοδομής και δ) να απειληθεί σε βάρος εκάστου εναγομένου που τυχόν αρνείται να συναινέσει στην έκδοση της οικοδομικής άδειας ή και να συμμορφωθεί με το διατακτικό της παρούσας απόφασης προσωπική κράτηση διάρκειας δώδεκα (12) μηνών και χρηματική ποινή ύψους δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ για κάθε παράβαση του διατακτικού της απόφασης. Ζητούσε, επίσης, ο ενάγων να κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή η απόφαση που θα εκδοθεί και να καταδικασθούν οι εναγόμενοι στην δικαστική του δαπάνη.
Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφασή του απέρριψε ως μη νόμιμη την αγωγή ως προς το επικουρικό αίτημά της να επιτραπεί στον ενάγοντα να υπογράψει και για λογαριασμό των εναγομένων κάθε έγγραφο που θα απαιτηθεί ενώπιον της Υπηρεσίας Δόμησης του Τμήματος Ελέγχου Κατασκευών του Δήμου Κερατσινίου – Δραπετσώνας, αλλά και σε οποιαδήποτε άλλη αρχή ή τρίτο, προκειμένου να εκδοθεί η απαραίτητη οικοδομική άδεια, καθώς και ως προς το αίτημά της να απειληθεί σε βάρος των εναγομένων προσωπική κράτηση και χρηματική ποινή για την περίπτωση αρνήσεως να συναινέσουν στην έκδοση της οικοδομικής άδειας και ως προς τις απορριπτικές αυτές διατάξεις του η υπόθεση δεν μεταβιβάζεται στο παρόν δευτεροβάθμιο δικαστήριο, δεδομένου ότι ο ενάγων δεν άσκησε αντίθετη έφεση (άρθρο 528 ΚΠοΔ). Κατά τα λοιπά η αγωγή, κατά το μέρος δηλαδή που διαβιβάζεται στο δικαστήριο αυτό, είναι νόμιμη, στηρίζεται στις προαναφερόμενες διατάξεις καθώς και σαυτές των άρθρων 1, 2 παρ.1 και 5 του ν. 3741/1929, 54 του ΕισΝΑΚ, 1, 2 και 3 του ν. 1024/1971, 788 παρ 1α ΑΚ (βλ. Βαθρακοκοίλη Κ.ΠολΔ, τόμος Ε’ υπό το άρθρο 949 σελ. 610, αριθμ. 8), 1002 και 1117 του ΑΚ, 41 παρ 1 περ. Ζ’ του ν 4495/2017 και 947 παρ.1 και 176 ΚΠολΔ και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ουσίαν, δεδομένου, ότι το αντικείμενό της δεν είναι αποτιμητό σε χρήμα και δεν απαιτείται η καταβολή δικαστικού ενσήμου.
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1002 και 1117 του Αστικού Κώδικα, 1, 2 παρ. 1,3, 4 παρ. 1, 5 και 13 του ν. 3741/1929 «Περί ιδιοκτησίας κατ’ ορόφους» (Α’ 4), ο οποίος διατηρήθηκε σε ισχύ και μετά την εισαγωγή του ΑΚ (άρθρο 54 ΕισΝΑΚ), προκύπτει ότι επί οριζόντιας ιδιοκτησίας ιδρύεται κυρίως μεν χωριστή (διηρημένη) κυριότητα επί ορόφου οικοδομής ή διαμερίσματος ορόφου, παρεπομένως δε αναγκαστική, αυτοδικαίως κτώμενη, συγκυριότητα κατ’ ανάλογη μερίδα επί των μερών του όλου ακινήτου, των χρησιμευόντων στην κοινή από όλους τους οροφοκτήτες χρήση. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται, κατά την ενδεικτική στις άνω διατάξεις απαρίθμηση, το έδαφος, οι αυλές, τα θεμέλια, οι πρωτότοιχοι, η στέγη, η πιλοτή, η είσοδος της πολυκατοικίας, οι φωταγωγοί, οι αεραγωγοί, οι κλίμακες (σκάλες), οι τοίχοι που άπτονται κοινόχρηστων μερών, η πρασιά, ο κήπος, η πρόσοψη – εξωτερική εμφάνιση της πολυκατοικίας, οι κοινόχρηστες εγκαταστάσεις φωτισμού και ύδρευσης, το λεβητοστάσιο κ.λπ., καθώς και κάθε άλλο πράγμα που χρησιμεύει στην κοινή των ιδιοκτητών χρήση. Ο προσδιορισμός των κοινόκτητων και κοινόχρηστων αυτών μερών γίνεται είτε με τη συστατική δικαιοπραξία της οροφοκτησίας είτε με ιδιαίτερες συμφωνίες μεταξύ όλων των οροφοκτητών, κατά τα άρθρα 4 παρ. 1, 5 και 13 του άνω ν. 3741/1929. Αν αυτό δεν συμβεί, τότε ισχύει ο προσδιορισμός που προβλέπεται από τις πιο πάνω διατάξεις. Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 3 και 5 του ίδιου νόμου 3741/1929, σε συνδυασμό με τα άρθρα 1002 και 1117 του ΑΚ, προκύπτει ότι σε περίπτωση που δεν υπάρχει ειδική συμφωνία μεταξύ όλων των συνιδιοκτητών (συμβολαιογραφικά καταρτιζόμενη και υποκείμενη σε μεταγραφή) για τον τρόπο χρήσεως των κοινόχρηστων και κοινόκτητων μερών της οικοδομής (κανονισμός), καθένας από τους διαμερισματούχους έχει όλα τα δικαιώματα που ανήκουν στον κύριο, καθώς και το δικαίωμα να προβαίνει στην επισκευή και ανανέωση αυτών, εφόσον όμως από την άσκησή τους δεν παραβλάπτει τη χρήση των άλλων ιδιοκτητών και δεν μειώνει την ασφάλεια αυτών ή του οικοδομήματος. Ως επισκευή του κοινού θεωρείται η επιδιόρθωση και αποκατάσταση της ζημίας ή φθοράς του κοινού πράγματος, η οποία (φθορά) προέρχεται είτε από την πάροδο του χρόνου είτε από τη συνήθη χρήση του πράγματος είτε από τυχαία χειροτέρευση αυτού, η οποία έχει ως στόχο την επαναφορά του πράγματος στην προηγούμενη κατάστασή του (ΑΠ 835/1998 ΝοΒ 2000, 31, ΕφΘεσ 1909/2004 Αρμ. 2005, 231,Φ. Τσετσέκου, Οριζόντια και κάθετη ιδιοκτησία, έκδοση Γ, σελ. 208-211) Εξ άλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 29 του ν. 4495/2017, που κωδικοποιήθηκε και ισχύει με το ν. 5069/2023, ορίζεται ότι για την εκτέλεση οποιοσδήποτε εργασίας δόμησης εντός ή εκτός σχεδίου, απαιτείται προηγούμενη άδεια της αρμόδιας πολεοδομικής υπηρεσίας ή έγκριση εργασιών δόμησης μικρής κλίμακας, ενώ με το άρθρο 41 παρ 1 περ. ζ’ του ιδίου νόμου ορίζεται ότι μεταξύ των δικαιολογητικών που υποβάλλονται για τη χορήγηση της Έγκρισης εργασιών δόμησης μικρής κλίμακας, συμπεριλαμβάνεται και δήλωση συναίνεσης των συνιδιοκτητών του ακινήτου, εφόσον οι εργασίες πραγματοποιούνται σε κοινόχρηστους χώρους, όπως ακάλυπτους χώρους οικοπέδου ή γηπέδου ή κοινόκτητα τμήματα του κτιρίου, όπως όψεις, φέροντα οργανισμό, δώμα και στέγη. Στην προκειμένη περίπτωση, από την εκτίμηση των καταθέσεων των μαρτύρων Αγγέλου Λούη, που εξετάσθηκε ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου και περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά, και Ιάκωβου Ρούσσου, που εξετάσθηκε ενώπιον αυτού του δικαστηρίου και περιέχεται στα υπ’αριθμ. 140/2022 πρακτικά, των εγγράφων που νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, μερικά από τα οποία μνημονεύονται ειδικά παρακάτω, χωρίς, πάντως, να παραλείπεται κανένα κατά την εκτίμηση της ουσίας της υπόθεσης (ΑΠ 386/2015, Τ.Ν.Π. Νόμος, ΑΠ 1804/2012, ΧρΙΔ 2013.372), τις προσκομιζόμενες με επίκληση φωτογραφίες, των οποίων η γνησιότητα δεν αμφισβητήθηκε (άρθρα 444 παρ. 1 περ. γ’ κρι 448 παρ. 2 ΚΠολΔ), καθώς και από τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ) και από όσα οι διάδικοι συνομολογούν με τα δικόγραφά τους, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι διάδικοι είναι συγκύριοι, ο μεν ενάγων σε ποσοστό 358/1000 οι δε εναγόμενοι σε ποσοστό 642/1000 εξ αδιαιρέτου ενός οικοπέδου, συνολικής επιφάνειας 183,20 τ.μ., που βρίσκεται επί της συμβολής των οδών ……. … και …….. στην Δραπετσώνα Αττικής. Το όλο ακίνητο περιήθλε στην κυριότητα της απώτερης κοινής δικαιοπαρόχου των διαδίκων ……….. δυνάμει του υπ’αριθμ. …../7.5.1955 παραχωρητηρίου του Υπουργείου Κοινωνικής Πρόνοιας – Δ/νση Αποκατάστασης Αστών Προσφύγων, νομίμως μεταγραφέντος στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Πειραιώς, η οποία ανήγειρε επ’αυτού οικοδομή αποτελούμενη από τρία ισόγεια καταστήματα και τρία ισόγεια δωμάτια. Στην συνέχεια με τα υπ’αριθμ. ………. και …./26.7.1961 συμβόλαια του συμβολαιογράφου Πειραιώς …….., που έχουν νόμιμα μεταγράφει στα ίδια παραπάνω βιβλία συνέστησε επί του οικοπέδου κάθετη συνιδιοκτησία, διαιρώντας το οικόπεδο και τα κτίσματα σε δύο αυτοτελή κατά χρήση τμήματα, τα οποία υπήγαγε αυτοτελώς το καθένα στο καθεστώς της οριζοντίου ιδιοκτησίας κατά τον ν. 3741/1929 και τα άρθρα 1002 και 1117 του ΑΚ ως εξής: Α) Τμήμα εκτάσεως 65,60 τ.μ. στο νότιο μέρος του οικοπέδου, με ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του όλου οικοπέδου 358/1000, αποτελούμενο: α-1) από ένα κατάστημα, τρία συνεχόμενα δωμάτια και από τμήμα του υπογείου και την χρήση επί του υπολοίπου υπογείου, επί μήκους μέτρων 1,30 από το διαχωριστικό όριο, α-2) από μία οριζόντια ιδιοκτησία (δωμάτιο), επιφάνειας 17,20 τ.μ. του ισογείου, α-3) από μια οριζόντια ιδιοκτησία (δωμάτιο με βεράντα προς την οδό ………) του Α’ ορόφου, στο οποίο ανήκει και το δικαίωμα της καθ’ύψος επεκτάσεως και Β) Τμήμα εκτάσεως 115,87 τ.μ. στο βόρειο μέρος οικοπέδου, με ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του όλου οικοπέδου 642/1000, αποτελούμενο: β-1) από ισόγειο κατάστημα, επιφάνειας 85,87 τ.μ με πατάρι 24 τ.μ, β-2) μια υπόγεια αποθήκη 18,80 τ.μ. και β-3) το δικαίωμα καθ’ύψος επεκτάσεως υπέρ του ισογείου ορόφου. Ακολούθως, η ως άνω κοινή δικαιοπάροχος μεταβίβασε με το πρώτο από τα άνω συμβόλαιο (……./1961) λόγω δωρεάς το Α’τμήμα με τα αντιστοιχούντο σαυτό ποσοστά επί του οικοπέδου στην …. χήρα … ., η οποία ανοικοδόμησε τον Α’ όροφο με την υπ’αριθμ. ……../8.8.1987 πράξη της συμβολαιογράφου Αθηνών ………, νομίμως μεταγραφείσης και υπήγαγε την οικοδομή στις διατάξεις περί οριζοντίου ιδιοκτησίας. Η τελευταία με το υπ’αριθμ. ……./8.8.1987 συμβόλαιο γονικής παροχής της συμβολαιογράφου Αθηνών …….., νομίμως μεταγραφέντος, μεταβίβασε το όλο Α’ τμήμα (και τον νεοανεγερθέντα Α’όροφο) στην ……….., από την οποία το απέκτησε ο ενάγων δυνάμει των υπ’αριθμ. …. και …../12.3.2015 και …../5.5.2025 συμβολαίων της συμβολαιογράφου Πειραιώς ……., τα οποία έχουν μεταγράφει νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Πειραιώς. Εξ άλλου, η αυτή κοινή δικαιοπάροχος των διαδίκων, με το δεύτερο από τα άνω συμβόλαια (…./1961) μεταβίβασε λόγω δωρεάς εν ζωή το Β’ ως άνω τμήμα στον ….. , ο οποίος με το υπ’αριθμ. ……./12.3.1986 συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Πειραιώς …….., που έχει νόμιμα μεταγράφει, μεταβίβασε το Β’ αυτό τμήμα σε ποσοστό εξ αδιαιρέτου V* στον καθένα από τους αδελφούς …, …, …. και …. . Τέλος ο …. με το υπ’αριθ. ……../31.8.1992 συμβόλαιο δωρεάς της συμβολαιογράφου Πειραιώς …….., που έχει νόμιμα μεταγράφει, μεταβίβασε το μερίδιό του (%) στον εκ των αδελφών του ….. , και έτσι οι εναγόμενοι ….., ….. και …… κατέστησαν συγκύριοι του Β’ τμήματος σε ποσοστό 2/4, % και % εξ αδιαιρέτου ο καθένας. Οι δύο οικοδομές, έχουν κοινό φέροντα οργανισμό στο ύψος του ισογείου, όπως φαίνεται στην αποτύπωση που διαλαμβάνεται στην υπ’αριθμ. …../1945 οικοδομική άδεια. Οι εναγόμενοι, δυνάμει της υπ’αριθμ. …../1993 οικοδομικής άδειας, ανοικοδόμησαν τον πρώτο και δεύτερο όροφο του Β’ τμήματος του οποίου ήταν αποκλειστικοί κύριοι ολοκληρώνοντας μόνο τον φέροντα οργανισμό (μπετά) και ενίσχυσαν τα υποστηλώματα της οικοδομής. Ακολούθως, με την υπ’αριθμ. πρωτ. ……/2016 αίτηση του ενάγοντα εκδόθηκε η υπ’αριθμ. …../2016 οικοδομική άδεια της Υπηρεσίας Δόμησης του Δήμου Κερατσινίου-Δραπετσώνας για την ανοικοδόμηση του Α’ τμήματος και συγκεκριμένα για την προσθήκη κατ’ επέκταση υπογείου (διάνοιξη), την αντικατάσταση οροφής ισογείου, την αλλαγή θέσης κλιμακοστασίου, την αλλαγή χρήσης τμήματος του ισογείου, την κατεδάφιση του πρώτου ορόφου, την προσθήκη καθ’ ύψος πρώτου, δευτέρου και τρίτου ορόφων, παταριού τρίτου ορόφου και φυτεμένου δώματος και κατασκευή πέργκολας στο δώμα. Στην αίτηση αυτή ο ενάγων απέκρυψε την υφιστάμενη συνιδιοκτησία επί του οικοπέδου, καθώς και τον κοινό φέροντα οργανισμό στο ισόγειο των δύο οικοδομών. Παρέλειψε δε να συμπεριλάβει μεταξύ των δικαιολογητικών που υπέβαλε για την έκδοση της άδειας δήλωση συναίνεσης των εναγομένων συνιδιοκτητών. Κατά την διάρκεια των εργασιών κατεδάφισης από αμέλεια του ενάγοντα και του προστηθέντος μηχανικού του υπέστη ζημίες ο κοινός φέρων οργανισμός, καθώς και η τοιχοποιία μεταξύ των δύο οικοδομών. Κατόπιν των υπ’ αριθ. πρωτ. …../19-9-2016 και ……/30-9-2016 αιτήσεων-καταγγελιών των εναγομένων προς το «Τμήμα αυθαιρέτων-επικινδύνων» του Δήμου Κερατσινίου-Δραπετσώνας, διενεργήθηκε αυτοψία και συντάχθηκε η υπ’ αριθ. …./2016 έκθεση επικινδύνου από άποψη στατική και δομική της Υπηρεσίας Δόμησης του Τμήματος Ελέγχου Κατασκευών του ανωτέρω Δήμου κατά τις διατάξεις του π.δ. 13/22-4- 1929 και του Κώδικα Βασικής Πολεοδομικής Νομοθεσίας, σύμφωνα με την οποία κατά την εκτέλεση των εργασιών δυνάμει της ως άνω υπ’ αριθ. …./2016 άδειας δόμησης, “καθαιρέθηκε τμήμα δοκού του φέροντας οργανισμού στη στάθμη ισογείου μήκους περί τα 4 μέτρα, ο φέρων οργανισμός των δύο ιδιοκτησιών των διαδίκων είναι κοινός, παρατηρήθηκε καθαίρεση τμημάτων τοιχοποιίας μεταξύ των δύο ιδιοκτησιών διαστάσεων περί τα 4 μ. X 3 μ., κατά την αυτοψία παρατηρήθηκε ότι είχε υποστηλωθεί η πλάκα του ισογείου με ικριώματα και είχε τοποθετηθεί προστατευτική λινάτσα στο κοινό όριο των δύο ιδιοκτησιών. Η οικοδομή είναι αποκλεισμένη με τοποθέτηση λαμαρινών στα εξωτερικά όριά της και οι συνιδιοκτήτες της πιο πάνω οικοδομής καθώς και κάθε υπόχρεος από το νόμο πρέπει να προβούν στην επισκευή της δοκού που παρουσιάζει βλάβη, καθώς και την αποκατάσταση της καθαιρεθείσης τοιχοποιίας κατόπιν ελέγχου του φέροντας οργανισμού και την έκδοση σχετικής άδειας δόμησης υπό την επίβλεψη κατά νόμου μηχανικό” Ταυτόχρονα, με το υπ’ αριθ. πρωτ. 2377/31-10-2016 έγγραφο της Υπηρεσίας Δόμησης του ίδιου Δήμου κρίθηκε ότι δεν υπήρξαν αυθαιρεσίες σχετικά με την υπ’ αριθ. …../2016 άδεια δόμησης και ότι προκειμένου να συνεχισθούν οι εργασίες θα πρέπει να προηγηθεί άρση της επικινδυνότητας μετά την έκδοση σχετικής άδειας από το σύνολο των φερομένων συνιδιοκτητών. Κατόπιν ενστάσεως του πρώτου εναγομένου κατά της ως άνω υπ’ αριθ. …./2016 έκθεσης επικινδύνου εκδόθηκε η υπ’ αριθ. πρωτ. …../10-3-2017 αναθεωρητική έκθεση επικινδύνου από άποψη στατική και δομική της ίδιας ΥΔΟΜ, στην οποία διαλαμβάνονται τα ακόλουθα: «Παρατηρείται ότι ο φέροντας οργανισμός των δύο καθέτων συνιδιοκτησιών είναι κοινός στην στάθμη του ισογείου με διαφοροποιήσεις των υποστηλωμάτων στους αντίστοιχους ξυλότυπους των δύο οικοδομικών αδειών. Με τις εργασίες κατεδάφισης της άδειας δόμησης (6/16 άδεια) καθαιρέθηκε τμήμα φέρουσας δοκού Δ25 (20/60 από ξυλότυπο) στη στάθμη του ισογείου παρά το κοινό όριο των δύο καθέτων συνιδιοκτησιών, μήκους 4,0 μέτρων. Η δοκός αυτή ανήκε σε κοινό φέροντα οργανισμό των δύο κάθετων συνιδιοκτησιών, όσο αφορά την στάθμη μόνο του ισογείου που υπήρχε με την υπ’ αρ. …../1945 οικοδομική άδεια. Σε συνέχεια αυτής της δοκού καθαιρέθηκε δοκάρι Δ11 (25/50 από ξυλότυπο) που δεν ήταν κοινό με τον φέροντα οργανισμό του συνιδιοκτήτου ακινήτου δεδομένου, ότι σε επαφή με το καθαιρεθέν δοκάρι υπάρχει άλλο που ανήκει στην ιδιοκτησία . Η καθαίρεση αυτή περιλαμβάνεται στην εκδοθείσα άδεια δόμησης που αφορούσε και αντικατάσταση πλακών μετά των δοκών τους. Επιπρόσθετα έγινε καθαίρεση τμημάτων τοιχοποιίας μεταξύ των δύο ιδιοκτησιών διαστάσεων 4,0 X 3,0, όπως αναφέρεται και στο υπ’ αρ. ……/3-1-2016 πόρισμα του ελεγκτή δόμησης. Οι συνιδιοκτήτες της πιο πάνω οικοδομής καθώς και κάθε υπόχρεος από το νόμο να προβούν στην επισκευή της δοκού που παρουσιάζει βλάβη, καθώς και την αποκατάσταση της καθαιρεθείσας τοιχοποιίας, κατόπιν ελέγχου του φέροντος οργανισμού και την έκδοση σχετικής άδειας δόμησης υπό την επίβλεψη κατά νόμο τεχνικού». Τέλος, με αφορμή το υπ’αριθμ …../3.10.2016 πόρισμα ελεγκτή δόμησης εκδόθηκε το υπ’αριθμ. ……/12.5.2017 έγγραφο της ίδιας υπηρεσίας, με το οποίο επιβλήθηκε πρόστιμο στον ενάγοντα για αυθαίρετη κατεδάφιση μέρους του τοίχου στο κοινό όριο των δύο ιδιοκτησιών. Ακολούθησε η από 29.5.2018 απόφαση του ΣΥ.ΠΟ.Θ.Α, με την οποία έγινε δεκτή η υπ’αριθμ. ……/21.9.2017 προσφυγή του πρώτου εναγομένου κατά της …../10.3.2017 αναθεωριτικής έκθεσης επικινδύνου και απερρίφθησαν οι υπ’αριθμ. ……/2017 και …../2018 αντίθετες προσφυγές του ενάγοντα. Με την απόφαση αυτή του ΣΥ.ΠΟ.Θ.Α. κρίθηκε ότι η υπ’αριθμ. …../2016 άδεια δόμησης του ενάγοντα εκδόθηκε με ανακριβή αποτύπωση της υφιστάμενης κατάστασης και χωρίς συναίνεση των συνιδιοκτητών για τον κοινό φέροντα οργανισμό και το τμήμα του υπάρχοντος υπογείου που τους ανήκει, καθώς και ότι αναρμοδίως εκδόθηκε το από 3.10.2016 πόρισμα ελεγκτή δόμησης. Μετά ταύτα εκδόθηκε από την ΥΔΟΜ του Δήμου Κερατσινίου-Δραπετσώνας η υπ’αριθμ. ……./12.12.2018 διαπιστωτική πράξη, με την οποία ανακλήθηκε η υπ’αριθμ. …./2015 οικοδομική άδεια του ενάγοντα. Παράλληλα με τις παραπάνω υπηρεσιακές ενέργειες έλαβαν χώρα μεταξύ των διαδίκων και τα ακόλουθα: Ο ενάγων, με το υπ’ αριθ. ……/7-11 – 2016 έγγραφό του προς την άνω ΥΔΟΜ με αριθμό πρωτοκόλλου ……/7-11-2016 και την από 17-1-2017 εξώδικη πρόσκληση, κοινοποιηθείσα στις 20-1-2017, κάλεσε τους εναγομένους να συμπράξουν προκειμένου να υλοποιηθούν οι απαιτούμενες εργασίες για την άρση της επικινδυνότητας της οικοδομής. Ακολούθως, με την από 22-6-2017 εξώδικη δήλωσή του, που επιδόθηκε στις 29-6-2017, κάλεσε τους εναγομένους να προσέλθουν ενώπιον της ΥΔΟΜ Κερατσινίου-Δραπετσώνας στις 25.1.2017 για να επιτρέψουν εγγράφως αφενός την είσοδο εντός του ακινήτου τους για να συνταχθεί ακριβής αποτύπωση όλου του φέροντος οργανισμού, ώστε να συνταχθεί στην συνέχεια η απαιτούμενη για την έγκριση των εργασιών σχετική μελέτη, αφετέρου να συνυπογράψουν την σχετική αίτηση. Ο εναγόμενος, όπως και οι απολιπόμενοι αναγκαίοι ομόδικοί του, δεν ανταποκρίθηκε στις παραπάνω προσκλήσεις, αλλά υπέβαλε προς την ίδια ΥΔΟΜ την υπ’αριθμ. ……/17.7.2017 αίτηση άρσης της επικινδυνότητας της οικοδομής, με συνημμένα την από 17.7.2017 τεχνική έκθεση, που συνυπογράφεται από τον διπλωματούχο πολιτικό μηχανικό …….. και τον πολιτικό μηχανικό …….., και το σχέδιο τμήματος ξυλοτύπου υπάρχοντος ισογείου, στο οποίο εμφανίζονται οι εργασίες αποκατάστασης της επικινδυνότητας. Με την τεχνική αυτή έκθεση προτείνεται η αποκατάσταση της δοκού Δ25, ώστε να στηριχθεί Π Fig πλάκα που βρίσκεται στην ιδιοκτησία του εναγομένου. Η δοκός Δ25 αποκαθίσταται μέσα στα όρια της ιδιοκτησίας του και θα κατασκευαστεί με τον οπλισμό της υφισταμένης στατικής μελέτης, παρότι τώρα θα φέρει μόνο την Πβ πλάκα του ισογείου ως φορτίο. Για την αποκατάσταση της δοκού προτείνεται: 1. να κατεδαφιστεί τμήμα της πλάκας Πβ παράλληλα προς την δοκό Δ25 σε βάθος όχι μεγαλύτερο των 0,40cm και να καθαιρεθεί τμήμα του ΚΜ υποστηλώματος ώστε να αποκατασταθεί ο μανδύας του και η αγκύρωση του οπλισμού της δοκού Δ12 η οποία δεν έχει βλαφθεί., 2. Δια συγκολλήσεως να αυξηθεί η συνάφεια του εναπομείναντος οπλισμού και με συγκόλληση δια εποξικής ρητίνης, στα υποστηλώματα Ku και Κί4, 3. να καλουπωθεί το κατεδαφισμένο τμήμα της πλάκας Π 8, η δοκός Δ25 και τμήματος του υποστηλώματος Κί4, 4. να τοποθετηθεί ο οπλισμός σύμφωνα με την εγκεκριμένη στατική μελέτη της Ο.Α. …../93, 5. βαφούν με εποξική ρητίνη τα τμήματα του υπάρχοντος σκυροδέματος που θα έρθουν σε επαφή με το νέο σκυρόδεμα, 6. να σκυροδετηθεί το τμήμα που καλουπώθηκε με μπετόν ανώτερης ποιότητας και 7. μετά απο 14 ημέρες να ξεκαλουπωθούν πλάκα και δοκός. Βεβαιώνεται δε ότι με την ολοκλήρωση των παραπάνω εργασιών αίρεται η επικινδυνότητα που προκλήθηκε στον φέροντα οργανισμό της ιδιοκτησίας του εναγομένου από τις εργασίες κατεδάφισης και καταστροφής του νόμιμου περιγράμματος του συνιδιοκτήτου ακινήτου. Το περιεχόμενο της άνω εκθέσεως δεν απέκρουσε ο ενάγων (δεν κατέθεσε προσθήκη) Όπως δε κατέθεσε ο μάρτυρας των εναγομένων διπλωματούχος μηχανικός ……., που είναι και ένας από τους συνυπογράφοντες την έκθεση, και η κατάθεσή του δεν αποκρούεται πειστικά από τον μάρτυρα του ενάγοντα …….., η τεχνική αυτή έκθεση, που κατατέθηκε αρμοδίως, ενέχει το στοιχείο της απαιτούμενης συναίνεσής του εναγομένου για την άρση της επικινδυνότητας της επίμαχης οικοδομής και, οπωσδήποτε, η πολεοδομική αρχή είναι αυτή που καλεί τον συνιδιοκτήτη να συναινέσει στην άρση της επικινδυνότητας της κοινής οικοδομής. Η ίδια έκθεση εμπεριέχει και την στατική μελέτη της οικοδομής, πλην όμως, επειδή στην συγκεκριμένη περίπτωση συντάχθηκε με βάση την στατική μελέτη της υπ’αριθμ. ……/1993 παλαιός οικοδομικής άδειας των εναγομένων, θα πρέπει να συνταχθεί και νέα μελέτη με επιτόπια αυτοψία, η οποία δεν είναι αντικειμενικά εφικτή, καθώς το κοινό υπόγειο των δύο οικοδομών δεν είναι προσβάσιμο. Ο εναγόμενος υποστηρίζει, ότι η κατάσταση αυτή του κοινού υπογείου δημιουργήθηκε από τα μπάζα που έριξε ο ενάγων κατά την κατεδάφιση της δικής του οικοδομής, τα οποία δεν απομακρύνει, γεγονός που δεν αρνείται ο τελευταίος και συνάγεται ομολογία του. Προκύπτει, επίσης, από τις φωτογραφίες που προσκομίζει ο εναγόμενος, ότι ο ενάγων έκλεισε με μπάζα και την μοναδική είσοδο του υπογείου και πάνω από αυτά τοποθέτησε και ασφαλτοτάπητα. Κατά συνέπειαν, είναι προφανές, ότι δεν εμποδίζεται ο τελευταίος στην σύνταξη της στατικής μελέτης από τον εναγόμενο, αλλά από τις επεμβάσεις του ιδίου, ιδίως, στον υπόγειο κοινόχρηστο χώρο, που δεν του επιτρέπουν την είσοδο για τον έλεγχο των θεμελίων της οικοδομής. Εξ άλλου, δεν απεδείχθη, ούτε ότι ο εναγόμενος του απαγόρευε ή υφίσταται κίνδυνος να του απαγορεύσει στο μέλλον την είσοδο στην ιδιοκτησία του, είτε για την αποτύπωση της οικοδομής είτε για τις εργασίες αποκατάστασης, στην οποία άλλωστε εισήλθε επανειλημμένα και ανεμπόδιστα στο παρελθόν για να τοποθετήσει υποστηλώματα. Επίσης, η μη ανταπόκριση του εναγομένου στις προαναφερόμενες εξώδικες οχλήσεις του ενάγοντα, με τις οποίες τον καλούσε να συναινέσει για την έκδοση οικοδομικής άδειας, (στην πραγματικότητα δεν εκδίδεται άδεια στις περιπτώσεις επικινδυνότητας, αλλά εγκρίνεται η μελέτη), δεν έγινε από πρόθεση αρνήσεως να συμπράξει στην έκδοση της άδειας ή της εκτέλεσης των εργασιών άρσης της επικινσυνότητας της οικοδομής, αλλά διότι, αφενός συνεπεία των ποιο πάνω ενεργειών του ενάγοντα, ο εναγόμενος, δεν είχε πρόσβαση στο υπόγειο, ώστε να του επιτρέψει ή να του απαγορεύσει την είσοδο, αφετέρου ο ενάγων δεν εχε καν υποβάλει σχετική μελέτη ή τεχνική έκθεση προς την αρμόδια ΥΔΟΜ, ώστε να κληθεί για να συναινέσει ή να διαφωνήσει με το περιεχόμενό της. Όπως δε κατέθεσε ο μάρτυράς του (του εναγομένου) και δήλωσε και ο ίδιος στα δικόγραφά του, προτίθεται να αποκαταστήσει εκείνος τα βλαβέντα μέρη της οικοδομής. Κατόπιν αυτών, και δεδομένου, ότι ο ενάγων δε έχει προβεί ακόμα σε καμία ενέργεια, ενώ ο εναγόμενος έχει ήδη δρομολογήσει τη διαδικασία έκδοσης της άδειας και άρσης της επκινδυνότητας της οικοδομής και αποδεικνύεται έμπρακτα η συναίνεσή του ως συνιδιοκτήτη, εξέλιπε το έννομο συμφέρον του ενάγοντα για την καταδίκη του σε δήλωση βουλήσεως, αλλά και την καταδίκη του στις αιτούμενες ποινές και πρέπει να απορριφθεί η εναντίον του αγωγή. Τα δικαστικά έξοδα και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του ενάγοντα (άρθρα 178 και 183 ΚπολΔ)
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων
Δέχεται τυπικά και κατ’ουσίαν την υπ’ αριθμ κατ. …………/2019 έφεση κατά της υπ’αριθμ. 168/2018 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς
Εξαφανίζει την εκκαλουμένη απόφαση
Κρατεί και δικάζει την υπόθεση στην ουσία της
Απορρίπτει την αγωγή.
Καταδικάζει τον εφεσίβλητο-ενάγοντα, στα δικαστικά έξοδα του εκκαλούντος- εναγομένου και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500) ευρώ.
Διατάσσει την επιστροφή του υπ’αριθμ. …………. παράβολου στον εκκαλούντα.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 11 Απριλίου 2024, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ