Διαφορετικές κατευθύνσεις ακολουθούν οι μισθοί των δημοσίων υπαλλήλων, έναντι των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα, καθώς το μεν ωριαίο κόστος εργασίας στη Δημόσια Διοίκηση ανεβαίνει την ώρα που στον ιδιωτικό τομέα πέφτει, σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία που αναφέρονται στο 2016.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την Eurostat καταγράφεται πτώση κατά 3,1% στο ωριαίο κόστος εργασίας στον ιδιωτικό τομέα το γ’ τρίμηνο του 2016, αν και από την άλλη, το συνολικό ωριαίο κόστος εργασίας στην Ελλάδα (δηλαδή σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα) αυξήθηκε οριακά κατά 0,5%. Σύμφωνα με εκτιμήσεις αναλυτών αυτό οφείλεται στο ότι αυξήθηκε το ωριαίο κόστος εργασίας κατά 4,5% στον μη επιχειρηματικό τομέα, δηλαδή στη Δημόσια Διοίκηση). Να σημειωθεί ότι το κόστος εργασίας αποτελείται από δύο κύριες συνιστώσες, το μισθολογικό κόστος (μισθοί + αμοιβές + πριμ καθώς και τα έξοδα που καλύπτει ο εργοδότης και έχουν άμεση σχέση με την εργασία όπως π.χ. έξοδα μετακίνησης) και το μη μισθολογικό κόστος (περιλαμβάνει τις εισφορές των εργοδοτών και τη φορολογία στην εργασία).
Πρόκειται για στοιχεία που ουσιαστικά, ανά καιρούς, εμφανίζονται στην επιχειρηματολογία των δανειστών αλλά και πολιτικών ή οικονομικών κύκλων που υποστηρίζουν πολιτικές που απορρέουν από το μνημονιακό πλαίσιο, με αυτήν την πλευρά να ζητάει μια «εξίσωση προς τα κάτω» στις εργασιακές συνθήκες ανάμεσα στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα. Όσοι βέβαια γνωρίζουν τις ιδιαιτερότητες της ελληνικής οικονομίας, επισημαίνουν, επικαλούμενοι μάλιστα και σχετικές επιστημονικές αναλύσεις -όπως μελέτες της ΙΝΕ-ΓΣΕΕ- ότι όποια περαιτέρω απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων στο Δημόσιο, είτε μέσω μειώσεων μισθών, είτε μέσω απολύσεων υπαλλήλων, θα σχηματίσει ένα αρνητικό σπιράλ εις βάρος και της ιδιωτικής αγοράς.
Όσον αφορά πάντως την υπόλοιπη Ευρωζώνη, τα στοιχεία εμφανίζουν συνολική αύξηση κατά 1,5% εμφάνισε στο γ’ τρίμηνο του 2016 στο ωριαίο κόστος εργασίας στις χώρες της Ευρωζώνης, έναντι αύξησης 1% το β’ τρίμηνο του ίδιου έτους. Μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η άνοδος διαμορφώθηκε στο 1,9% έναντι ανόδου 1,4% το προηγούμενο διάστημα. Το αυξημένο κόστος εργασίας αποδίδεται στην ενίσχυση του μισθολογικού κόστους κατά 1,6% και του μη-μισθολογικού κατά 1,2% όσον αφορά την Ευρωζώνη και κατά 2% και 1,5% αντίστοιχα, όσον αφορά την Ε.Ε.
Θέσεις εργασίας
Διαμετρικά αντίθετες είναι και οι κατευθύνσεις των αριθμών που αναφέρονται στο ανθρώπινο δυναμικό του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα. Το ισοζύγιο νεοπροσληφθέντων μείον συνταξιοδοτηθέντων στο δημόσιο το 2016 ήταν θετικό κατά 6.803 άτομα, με το αρμόδιο υπουργείο Διοικητικής Ανασυγκρότησης, να έχει αναφέρει, όπως έχει γράψει η aftodioikisi.gr, ότι οι προσλήψεις οφείλονται κατά κύριο λόγο στις αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις που δικαίωσαν εργαζομένους διατηρώντας τους στην εργασία τους στο Δημόσιο. Την ίδια ώρα μείωση της μισθωτής απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα τον μήνα Νοέμβριο καταγράφει η Εργάνη, καθώς χάθηκαν 37.667 θέσεις εργασίας κυρίως λόγω της ολοκλήρωσης της τουριστικής σεζόν.
Αναλυτικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία των ροών μισθωτής απασχόλησης του Νοεμβρίου για τον ιδιωτικό τομέα, οι αναγγελίες πρόσληψης ανήλθαν σε 157.385, ενώ οι αποχωρήσεις σε 195.052. Από τις συνολικές αποχωρήσεις, οι 66.978 προήλθαν από οικειοθελείς αποχωρήσεις και οι 128.074 από καταγγελίες συμβάσεων αορίστου χρόνου ή από λήξεις συμβάσεων ορισμένου χρόνου.
Από τη σύγκριση των στοιχείων των δύο μηνών, Νοεμβρίου 2016 και Νοεμβρίου 2015, προκύπτει μειωμένη επίδοση κατά 12.993 λιγότερων θέσεων εργασίας για τον Νοέμβριο 2016 αρνητικό ισοζύγιο (-37.667) θέσεων εργασίας έναντι αρνητικού ισοζυγίου (-24.674) τον Νοέμβριο του 2015.
Αθροιστικά για την περίοδο Ιανουάριος – Νοέμβριος 2016, οι αναγγελίες προσλήψεων ανήλθαν στις 1.987.838 θέσεις εργασίας και οι αποχωρήσεις έφτασαν τις 1.862.710, εκ των οποίων οι 1.059.001 ήταν αποτέλεσμα καταγγελιών συμβάσεων αορίστου χρόνου ή λήξεων συμβάσεων ορισμένου χρόνου και οι 803.709 οικειοθελείς αποχωρήσεις.
Έτσι, το ισοζύγιο των ροών μισθωτής απασχόλησης του πρώτου ενδεκαμήνου του έτους είναι θετικό και διαμορφώνεται στις 125.128 νέες θέσεις εργασίας, αποτελώντας τη μεγαλύτερη επίδοση πρώτου ενδεκαμήνου από το 2001 ως σήμερα.
Πάντως σύμφωνα με πρόχειρες εκτιμήσεις 800.000 άτομα του ιδιωτικού τομέα αμείβονται από 100 έως 586 ευρώ μηνιαίως.
Δημοσιονομική βάση
Τούτων δοθέντων, σύμφωνα με αναλυτές η αύξηση του κόστους εργασίας στο δημόσιο, δημιουργεί, επισφαλή βάση για την επίτευξη των υψηλών στόχων για πλεονάσματα το 2017. Γι’ αυτό άλλωστε και το ΔΝΤ επιμένει ότι βιώσιμα δημοσιονομικά μεγέθη δεν μπορούν να επιτευχθούν χωρίς «μαχαίρι» στους μισθούς του δημοσίου ή ακόμη κι απολύσεις. Κάτι που αναμένεται να τεθεί εκ νέου εν όψει της επανέναρξης της διαπραγμάτευσης στην αρχή του χρόνου.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το αισιόδοξο σενάριο για τη δημοσιονομική πορεία του 2017 βασίζεται στο ότι οι ρυθμοί ανάπτυξης θα είναι αυξημένοι, ο τουρισμός θα πάει καλά και έτσι θα δοθεί ανάσα στα έσοδα χωρίς να απαιτηθεί τσεκούρι στις δαπάνες. Επειδή όμως καθυστερεί η αξιολόγηση κι η συνακόλουθη ενίσχυση με ρευστό της Ελληνικής οικονομίας πολλοί είναι στα πρόθυρα επί τα χείρω αναθεώρησης των εκτιμήσεων για την πορεία του ΑΕΠ το 2017. Σημειώνεται ότι η πρόβλεψη των Θεσμών για ανάπτυξη 2,7% το νέο έτος στηριζόταν στην υπόθεση της ολοκλήρωσης της αξιολόγησης το 2016 με άμεση εκταμίευση των δόσεων (τουλάχιστον 6,1 δισ. ευρώ) και την παροχή ρευστότητας από την ΕΚΤ στις τράπεζες ώστε να διαλυθούν οι φόβοι για νέα ανακεφαλαιοποίηση και να χαλαρώσουν τα capital controls.
Έτσι πολλοί υπογραμμίζουν ότι υπάρχει επισφαλής δημοσιονομική βάση, καθώς από τη μια η φορολογία και από την άλλη η επιβάρυνση λόγω αυξημένων συνταξιοδοτικών και κρατικών δαπανών συρρικνώνουν το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών και δεν αφήνουν κανένα περιθώριο για επενδύσεις στον εγχώριο ιδιωτικό τομέα.
aftodioikisi.gr