Τα επτά βήματα της νέας διαδικασίας εξώδικης επίλυσης φορολογικών διαφορών.
Αλλαγές στη λειτουργία της Επιτροπής Εξώδικης Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών προβλέπει το νέο σχέδιο νόμου για τις Κοινωφελείς Περιουσίες που έδωσε σε διαβούλευση το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών.
Αν και το σχέδιο καλύπτει συνολικά την οργάνωση και στελέχωση της Επιτροπής, το πιο ουσιαστικό μέρος για τους φορολογούμενους βρίσκεται στο άρθρο 7, όπου περιγράφεται βήμα προς βήμα η νέα διαδικασία εξώδικης επίλυσης, από την πρόταση της Επιτροπής έως την οριστική επίλυση ή ματαίωση της διαφοράς.
Πρώτο βήμα είναι ο έλεγχος της υπόθεσης από την Επιτροπή. Η Επιτροπή εξετάζει τους ισχυρισμούς του φορολογούμενου με βάση τη νομολογία και την πάγια πρακτική της Φορολογικής Διοίκησης. Δηλαδή, δεν κρίνει αυθαίρετα, αλλά προσανατολίζεται σε όσα έχουν ήδη κριθεί από τα δικαστήρια και στη συνήθη διοικητική πρακτική.
Δεύτερο βήμα είναι η κατάρτιση της πρότασης. Αφού μελετήσει την υπόθεση, η Επιτροπή διαμορφώνει μια συγκεκριμένη πρόταση συμβιβασμού προς τον αιτούντα. Σε αυτή την πρόταση αναγράφονται αναλυτικά όλα τα ποσά: ο κύριος φόρος, οι πρόσθετοι φόροι, οι τόκοι, οι προσαυξήσεις και τα πρόστιμα. Για παράδειγμα, αν κάποιος έχει αρχική οφειλή με 12.000 ευρώ κύριο φόρο και 5.000 ευρώ σε πρόστιμα και τόκους, η Επιτροπή μπορεί να προτείνει, μετά από έλεγχο, να πληρώσει ένα χαμηλότερο συνολικό ποσό, με σαφή κατανομή στα επιμέρους ποσά.
Τρίτο βήμα είναι η κοινοποίηση της πρότασης στον φορολογούμενο. Η πρόταση αποστέλλεται μέσω της γραμματείας της Επιτροπής, σύμφωνα με τις διατάξεις για την ηλεκτρονική κοινοποίηση. Από τη στιγμή που θα του κοινοποιηθεί, ο φορολογούμενος έχει πέντε εργάσιμες ημέρες για να αποφασίσει αν την αποδέχεται.
Τέταρτο βήμα είναι η αποδοχή της πρότασης. Αν ο φορολογούμενος συμφωνεί, υπογράφει την πρόταση και έτσι επιβεβαιώνει την αποδοχή του συμβιβασμού. Την ίδια στιγμή, επιλέγει και τον αριθμό των δόσεων με τις οποίες επιθυμεί να πληρώσει το ποσό. Ο αριθμός των δόσεων είναι ο ίδιος τόσο για τον κύριο φόρο όσο και για πρόστιμα, τόκους και προσαυξήσεις, ώστε η ρύθμιση να είναι ενιαία και απλή. Στη συνέχεια συντάσσεται πρακτικό εξώδικης επίλυσης, το οποίο δημοσιεύεται στον ιστότοπο του υπουργείου, με τήρηση των κανόνων προστασίας προσωπικών δεδομένων, και αποτελεί εκτελεστό τίτλο.
Πέμπτο βήμα είναι η καταβολή του ελάχιστου απαιτούμενου ποσού, που είναι κρίσιμο για να «σταθεροποιηθεί» ο συμβιβασμός. Ο φορολογούμενος πρέπει, μέσα σε δέκα εργάσιμες ημέρες από την κοινοποίηση του πρακτικού, να πληρώσει τουλάχιστον το 30% του κύριου φόρου ή, σε περίπτωση αυτοτελών προστίμων, το 25%. Αν, για παράδειγμα, ο κύριος φόρος μετά τον συμβιβασμό είναι 6.000 ευρώ, πρέπει να καταβληθούν τουλάχιστον 1.800 ευρώ. Αν πρόκειται για αυτοτελές πρόστιμο 4.000 ευρώ, το ελάχιστο ποσό είναι 1.000 ευρώ. Όσα έχουν ήδη καταβληθεί υπολογίζονται σε αυτό το ποσοστό.
Έκτο βήμα είναι η παρακολούθηση της ρύθμισης. Αν ο φορολογούμενος δεν τηρήσει τους όρους, δεν πληρώσει το ελάχιστο ποσό, δεν καταβάλει δύο συνεχόμενες μηνιαίες δόσεις ή καθυστερήσει τις δύο τελευταίες, ο συμβιβασμός ανατρέπεται αναδρομικά. Σαν να μην είχε γίνει ποτέ: το πρακτικό χάνει την ισχύ του και η αρχική οφειλή επανέρχεται, με τα ποσά που έχουν ήδη πληρωθεί να λογίζονται έναντι αυτής της αρχικής οφειλής.
Τελευταίο βήμα είναι αυτό της μη αποδοχής ή της αποτυχίας της διαδικασίας. Αν ο φορολογούμενος δεν αποδεχθεί την πρόταση μέσα στην προθεσμία, συντάσσεται πρακτικό ματαίωσης της εξώδικης επίλυσης και η υπόθεση επιστρέφει στο δικαστήριο. Αν μέσα σε 60 ημέρες από τη ματαίωση ή τη σιωπηρή απόρριψη δεν ζητηθεί από κάποιον διάδικο η συνέχιση της δίκης, η υπόθεση καταργείται.
