ΑΠΟΦΑΣΗ
Petruzzo κ.α. κατά Ιταλίας της 09.10.2025 (προσφ. αριθ. 1986/09 και 67556/13)
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Η υπόθεση αφορούσε τη δήμευση οικοπέδων και κτισμάτων που ανήκαν στους προσφεύγοντες, κατόπιν διαπίστωσης του ποινικού αδικήματος της παράνομης κατάτμησης και δόμησης. Οι προσφεύγοντες χωρίσθηκαν σε δύο ομάδες: η πρώτη ομάδα αποτελείτο από τα άτομα που προέβησαν στην αρχική δόμηση και πώληση, και η δεύτερη ομάδα από τους τρίτους αγοραστές των ακινήτων.
Όλοι οι προσφεύγοντες ισχυρίστηκαν ότι η ποινική νομοθεσία περί παράνομης δόμησης ήταν ασαφής και η εφαρμογή της μη προβλέψιμη. Επιπλέον, υποστήριξαν ότι τους επιβλήθηκε ποινή (δήμευση) χωρίς να έχει προηγηθεί καταδίκη. Ειδικότερα, η ποινική διαδικασία κατά της πρώτης ομάδας περατώθηκε λόγω παραγραφής, ενώ η δεύτερη ομάδα δεν συμμετείχε καν στην ποινική δίκη.
Το Δικαστήριο για την πρώτη ομάδα δεν διαπίστωσε παραβίαση γιατί, παρόλο που η διαδικασία περατώθηκε λόγω παραγραφής, τα εθνικά δικαστήρια είχαν διαπιστώσει την ύπαρξη όλων των στοιχείων του αδικήματος. Αυτή η διαπίστωση ουσιαστικά ισοδυναμούσε με καταδίκη για τους σκοπούς του Άρθρου 7 (Νulla poena sine lege), καθιστώντας την επιβολή της δήμευσης προβλέψιμη.
Το Δικαστήριο για τη δεύτερη ομάδα διαπίστωσε παραβίαση γιατί στους προσφεύγοντες επιβλήθηκε ποινή χωρίς προηγούμενη καταδίκη, καθώς δεν συμμετείχαν στην ποινική δίκη. Η εκ των υστέρων διαπίστωση της ποινικής τους ευθύνης σε μια διαδικασία εκτέλεσης, την οποία οι ίδιοι κίνησαν, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως «προηγούμενη καταδίκη» που να δικαιολογεί την επιβολή ποινής.
Όλοι οι προσφεύγοντες θεώρησαν ότι η δήμευση συνιστούσε παράνομη και δυσανάλογη επέμβαση στο δικαίωμά τους στην περιουσία. Η πρώτη ομάδα τόνισε τη δυσανάλογη η έκταση της δήμευσης (περίπου 97.000 τ.μ.), ενώ η δεύτερη ομάδα υποστήριξε την καλή της πίστη κατά την αγορά των ακινήτων.
Το Δικαστήριο για την πρώτη ομάδα διαπίστωσε παραβίαση κρίνοντας ότι η δήμευση ολόκληρης της έκτασης των 97.000 τ.μ. ήταν δυσανάλογη και επέβαλε στους προσφεύγοντες ένα «υπερβολικό και εξοντωτικό βάρος», παραβιάζοντας τη δίκαιη ισορροπία μεταξύ του δημοσίου συμφέροντος και της προστασίας της περιουσίας τους.
Το Δικαστήριο για τη δεύτερη ομάδα διαπίστωσε επίσης παραβίαση των διαδικαστικών υποχρεώσεων του κράτους που απορρέουν από το Άρθρο 1 του Πρώτου Πρωτοκόλλου. Οι προσφεύγοντες δεν είχαν τη δυνατότητα να συμμετάσχουν στη διαδικασία που οδήγησε στη δήμευση των περιουσιακών τους στοιχείων και, κατά συνέπεια, δεν μπόρεσαν να υπερασπιστούν αποτελεσματικά τα δικαιώματά τους.
Το Δικαστήριο διέταξε το Ιταλικό κράτος: α) Να επιστρέψει τα δημευθέντα περιουσιακά στοιχεία στην πρώτη ομάδα και στην κα Marsala (μέλος της δεύτερης ομάδας), β) Να καταβάλει αποζημίωση 80.000 ευρώ και ηθική βλάβη 6.000 ευρώ στην πρώτη ομάδα, γ) να καταβάλει για ηθική βλάβη 10.000 ευρώ στην κα Marsala και 10.000 ευρώ στους κ. Damato και κα Lodato στη δεύτερη ομάδα.
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ
Οι προσφεύγοντες της πρώτης ομάδας ήταν συνιδιοκτήτες γης στο Campobello di Mazara που απέκτησαν το 1993. Μεταξύ 1996-1998 κατασκεύασαν κτίρια με άδειες για αγροτικές κατοικίες, αλλά τα πώλησαν για τουριστική/οικιστική χρήση. Δύο από τις κατοικίες αγοράστηκαν από τους προσφεύγοντες της δεύτερης ομάδας το 1998 και 1999 με συμβολαιογραφικές πράξεις.
Το 2000 διατάχθηκε η κατάσχεση των ακινήτων με την κατηγορία της παράνομης κατάτμησης. Οι προσφεύγοντες της πρώτης ομάδας παραπέμφθηκαν σε δίκη αλλά το 2007 το Εφετείο του Παλέρμου αν και διαπίστωσε ότι συνέτρεχαν όλα τα στοιχεία του αδικήματος, κήρυξε απαράδεκτη την ποινική δίωξη λόγω παραγραφής και διέταξε τη δήμευση. Η απόφαση επικυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο το 2008.
Οι προσφεύγοντες της δεύτερης ομάδας, που δεν συμμετείχαν στην ποινική διαδικασία, προσέφυγαν στο δικαστή εκτέλεσης ζητώντας ανάκληση της δήμευσης ως καλόπιστοι αγοραστές. Το αίτημά τους απορρίφθηκε το 2009 και 2011 με το σκεπτικό ότι δεν απέδειξαν την καλή τους πίστη, καθώς θα μπορούσαν να αντιληφθούν την παρανομία εξετάζοντας τις πολεοδομικές διατάξεις.
ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 7,
Άρθρο 1 Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου
ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…
Άρθρο 7 – Επιβολή ποινής χωρίς προηγούμενη καταδίκη
Το Δικαστήριο επιβεβαίωσε ότι η δήμευση για παράνομη κατάτμηση συνιστά «ποινή» κατά την έννοια του άρθρου 7, όχι μόνο για τους κατηγορουμένους αλλά και για όλους τους ιδιοκτήτες των θιγόμενων ακινήτων.
Για τους προσφεύγοντες της πρώτης ομάδας, η διαπίστωση όλων των στοιχείων του αδικήματος παρά την κήρυξη απαραδέκτου λόγω παραγραφής ισοδυναμεί ουσιαστικά με καταδίκη. Η δήμευση ήταν προβλέψιμη βάσει της νομολογίας της εποχής.
Για τους προσφεύγοντες της δεύτερης ομάδας, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι υπέστησαν ποινή χωρίς να συμμετάσχουν στην ποινική δίκη ή να καταδικαστούν επίσημα. Η διαπίστωση της ποινικής τους ευθύνης έγινε εκ των υστέρων στο πλαίσιο διαδικασίας που κίνησαν οι ίδιοι. Αυτό παραβίασε τις θεμελιώδεις αρχές του άρθρου 7, καθώς η εκ των υστέρων διαπίστωση ευθύνης δεν μπορούσε να θεωρηθεί προηγούμενη καταδίκη που δικαιολογεί την επιβολή ποινής.
Άρθρο 1 Π.Π.1 – Δυσανάλογη επέμβαση στην ιδιοκτησία
Για τους προσφεύγοντες της πρώτης ομάδας, η δήμευση 97.000 τ.μ. όταν τα κτίσματα κάλυπταν λιγότερο από 300 τ.μ. ήταν δυσανάλογη. Τα δικαστήρια δεν αιτιολόγησαν γιατί ήταν αναγκαία η δήμευση ολόκληρης της έκτασης.
Για τους προσφεύγοντες της δεύτερης ομάδας, παρότι τα εθνικά δικαστήρια εξέτασαν την καλή πίστη και διαπίστωσαν αμέλεια, δεν τους δόθηκε η δυνατότητα να αμφισβητήσουν όλα τα στοιχεία του αδικήματος, καθώς ο προορισμός της γης είχε ήδη κριθεί τελεσίδικα στην ποινική δίκη στην οποία δεν συμμετείχαν.
Το Δικαστήριο έκρινε ότι το Ιταλικό κράτος: α) όφειλε να επιστρέψει τα δημευθέντα περιουσιακά στοιχεία στην πρώτη ομάδα και στην κα Marsala, β) Να καταβάλει αποζημίωση 80.000 ευρώ και ηθική βλάβη 6.000 ευρώ στην πρώτη ομάδα, γ) να καταβάλει για ηθική βλάβη 10.000 ευρώ στην κα Marsala και 10.000 ευρώ στους κ. Damato και κα Lodato της δεύτερης ομάδας.
ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΤΕΡΗ ΦΡΑΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ
«Η εκ των υστέρων διαπίστωση ποινικής ευθύνης στο πλαίσιο διαδικασίας που κινήθηκε με πρωτοβουλία του ενδιαφερομένου δεν μπορεί να θεωρηθεί προηγούμενη καταδίκη που δικαιολογεί την επιβολή ποινής» (παράγραφος 132)..
ΣΧΟΛΙΟ
Η απόφαση αποτελεί σημαντική εξέλιξη στη νομολογία για τη δήμευση σε υποθέσεις παράνομης δόμησης, ιδίως όσον αφορά τρίτους αγοραστές. Το Δικαστήριο επιβεβαίωσε προηγούμενη νομολογία του στην υπόθεση G.I.E.M. S.r.l. κ.α. κατά Ιταλίας της 28.06.2018 (προσφ. αριθ. 1828/06, https://hudoc.echr.coe.int/eng?i=001-184525).
Η κρίσιμη διάκριση έγκειται στο ότι οι τρίτοι αγοραστές δεν τιμωρήθηκαν απλώς για πράξεις τρίτων αλλά για τη δική τους συμπεριφορά – την αμελή συμμετοχή στην παράνομη κατάτμηση. Ωστόσο, η διαπίστωση αυτής της ευθύνης έγινε χωρίς τη συμμετοχή τους στην ποινική δίκη και χωρίς δυνατότητα πλήρους υπεράσπισης.
Το Δικαστήριο αναγνώρισε ότι τα κράτη διατηρούν ευρεία διακριτική ευχέρεια στον πολεοδομικό σχεδιασμό και μπορούν να επιβάλλουν στους αγοραστές υποχρέωση επιμελούς ελέγχου της νομιμότητας. Ταυτόχρονα όμως τόνισε ότι οι μη ποινικές κυρώσεις (όπως η διοικητική κατεδάφιση) μπορούν να επιτύχουν τους ίδιους στόχους χωρίς να παραβιάζουν το άρθρο 7.