ΠΕΡΙΛΗΨΗ
ΚΕΔΕ – Ακύρωση εγγραφών στους χρηματικούς καταλόγους του καθ΄ου Δήμου – Οι αξιώσεις των Ο.Τ.Α. προς είσπραξη εσόδων, που προέρχονται από δημοτικά τέλη συνιστούν χρηματικές ενοχές και προσδιορίζονται κατά ποσό με τις εγγραφές των υποχρέων στους οικείους βεβαιωτικούς καταλόγους – Σε περίπτωση δικαστικής αμφισβήτησης, η προβλεπόμενη παραγραφή της απαίτησης του Δημοσίου προς βεβαίωση ή προς είσπραξη της βεβαιωμένης απαίτησής του αναστέλλεται μέχρι την έκδοση επί της δικαστικής αυτής διένεξης τελεσίδικης δικαστικής απόφασης και δεν συμπληρώνεται σε κάθε περίπτωση πριν από την πάροδο ενός (1) έτους από την, με επιμέλεια των αντιδίκων του Δημοσίου, κοινοποίηση με δικαστικό επιμελητή στον Προϊστάμενο της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. ή του Τελωνείου και τον Υπουργό Οικονομικών της τελεσίδικης δικαστικής απόφασης – Νομίμως ο καθ’ ου Δήμος προχώρησε σε έκδοση και κοινοποίηση στην προσφεύγουσα των επίδικων χρηματικών καταλόγων, με τους οποίους επαναβεβαιώθηκαν οι ένδικες οφειλές της, καθώς δεν προσκομίστηκε από την προσφεύγουσα πιστοποιητικό τελεσιδικίας της δικαστικής απόφασης περί ακύρωσης των αρχικών πράξεων, λόγω μη οριστικοποίησης των νόμιμων τίτλων και, συνεπώς, καμία αξίωση του καθ’ ου δεν υπέπεσε σε παραγραφή – Ως προς τον υπολογισμό του ύψους της συνολικής ένδικης οφειλής, προκύπτει ότι τα ποσά που καταβλήθηκαν, στο πλαίσιο των ρυθμίσεων στις οποίες επανειλημμένως είχε η προσφεύγουσα υπαχθεί, αφαιρέθηκαν από τις ένδικες οφειλές, όπως αυτές επαναβεβαιώθηκαν εν ευρεία εννοία, ενώ δεν προκύπτει ούτε αποδεικνύεται από την προσφεύγουσα λόγος διαγραφής των προσαυξήσεων και μη συμπερίληψής τους στους χρηματικούς καταλόγους του καθ΄ου Δήμου – Απορρίπτει την προσφυγή.
ΤΟ
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΤΜΗΜΑ ΣΤ΄
ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ
σ υ ν ε δ ρ ί α σ ε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 11 Μαρτίου 2025, με Δικαστή τη Χριστίνα Αποστολίδου, Πρωτοδίκη Δ.Δ. και γραμματέα τον Γεώργιο Παπαδόπουλο, δικαστικό υπάλληλο,
γ ι α να δικάσει την προσφυγή με αριθμό καταχώρισης και ημερομηνία κατάθεσης ΠΡ…/4.11.2021,
τ η ς μονοπρόσωπης εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «…» και τον διακριτικό τίτλο «…», που εδρεύει στ …. του Δήμου …., εκπροσωπείται νόμιμα και για την οποία παραστάθηκε με έγγραφη δήλωση του άρθρου 133 παρ.2 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (Κ.Δ.Δ., ν. 2717/1999, Α΄97) η πληρεξούσια δικηγόρος Παναγιώτα Φαλιαρίδου,
κ α τ ά του Δήμου …, όπως εκπροσωπείται νόμιμα από τον Δήμαρχό του και παραστάθηκε με έγγραφη δήλωση του άρθρου 133 παρ. 2 του Κ.Δ.Δ. του πληρεξούσιου δικηγόρου του, Νικολάου Καραμανλή.
το Δικαστήριο αφού μελέτησε τη δικογραφία.
Σκέφθηκε σύμφωνα με τον νόμο
1.Επειδή, με την κρινόμενη προσφυγή, η οποία νομίμως εισάγεται προς ανασυζήτηση, κατ’ άρθρο 194 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α΄97, Κ.Δ.Δ.) (σχετ. η υπ’ αριθ. ΠΡΑ1/7.1.2025 Πράξη του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Δικαστηρίου) και για την άσκηση της οποίας καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (σχετ. τα … και …. ηλεκτρονικά παράβολα της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων), όπως αυτή νομίμως συμπληρώνεται με το νομοτύπως από 16.6.2022 (ΠΛ…/2022) κατατεθέν δικόγραφο πρόσθετων λόγων, επιδιώκεται, παραδεκτώς, η ακύρωση των σχετικών εγγραφών της προσφεύγουσας στους υπ’ αριθμ. .., …, …, … και …/2021 χρηματικούς καταλόγους του καθ΄ου Δήμου … (οικονομικού έτους 2021), για οφειλές συνολικού ύψους 62.679,43 ευρώ, προερχόμενες από μη καταβληθέντα τέλη ύδρευσης και αποχέτευσης, ετών 2012-2016.
2. Επειδή, στο άρθρο 19 του β.δ. της 24.9/20.10.1958 (Α΄ 171) προβλέπονται τα εξής: «1. Εις τους ποιουμένους χρήσιν δημοτικών ή κοινοτικών κτημάτων, έργων ή υπηρεσιών ο δήμος ή η κοινότης δικαιούται να επιβάλη τέλη ή δικαιώματα, οριζόμενα δι’ αποφάσεως του συμβουλίου. 2. Δια την υπηρεσίαν υδρεύσεως, εις ας περιπτώσεις δεν εφαρμόζονται αι διατάξεις περί υποχρεωτικής υδροληψίας τα δικαιώματα επιβάλλονται υποχρεωτικώς. Δεν επιτρέπεται η επιβολή δικαιώματος εις ας περιπτώσεις δεν προβλέπεται δαπάνη δια την εξυπηρέτησιν της υδρεύσεως εις προσωπικόν ή έργα. 3. … 5. Εις τους ποιουμένους παράνομον χρήσιν δημοτικού ή κοινοτικού κτήματος έργου ή υπηρεσίας, εκτός της υποχρεώσεως ήν υπέχει ο δήμος ή η κοινότης δια την ποινικήν αυτών δίωξιν, έχει το δικαίωμα να επιβάλη μέχρι του διπλασίου τα δια την γενομένην χρήσιν αναλογούντα τέλη ή δικαιώματα. 6. …».
3. Επειδή, περαιτέρω, στο ν.δ. 356/1974 «Περί Κώδικος Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων» (Α΄ 90), όπως ίσχυε πριν από την κατάργησή του με το άρθρο 85 παρ. 5 του ν.4978/2022 (Α΄ 190), εφαρμοστέο δυνάμει του άρθρου 167 παρ. 1 του κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν.3463/2006 (Α΄ 114) Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων [όπως και υπό την ισχύ του προηγούμενου Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα, π.δ.410/1995 (Α΄ 231) σύμφωνα με το άρθρο 229 παρ. 1 αυτού], του ν.3852/2010 (Α΄ 87) μη περιέχοντος σχετικές ρυθμίσεις, ορίζονταν στο άρθρο 2, ότι: «1. Η είσπραξις των δημοσίων εσόδων … ενεργείται δυνάμει νομίμου τίτλου… 2. Νόμιμος τίτλος είναι: α) Η κατά τους κειμένας νόμους βεβαίωσις και ο υπό των αρμοδίων Διοικητικών ή ετέρων αρμοδίων κατά τον νόμον Αρχών προσδιορισμός του εισπρακτέου ποσού, του είδους του εσόδου και της αιτίας δι’ ην οφείλεται. β) …» και στο άρθρο 4 ότι: «1. Άμα τη βεβαιώσει ποσού τινός εις το Δημόσιον Ταμείον ως δημοσίου εσόδου ο Διευθυντής του Δημοσίου Ταμείου υποχρεούται … να αποστείλη προς τον οφειλέτην ατομικήν ειδοποίησιν … περιέχουσαν τα στοιχεία του οφειλέτου, το είδος και το ποσόν του χρέους, το οικονομικόν έτος εις ο ανήκει τούτο, τον αριθμόν και την χρονολογίαν του τριπλοτύπου βεβαιώσεως και την χρονολογίαν πληρωμής του χρέους ή εκάστης δόσεως εις περίπτωσιν καταβολής εις δόσεις… 2. …». Ακολούθως, τα ανωτέρω άρθρα 2 και 4 του ν.δ. 356/1974 τροποποιήθηκαν με το άρθρο 7 του ν. 4224/2013 (Α΄ 288, με έναρξη ισχύος στις 1.1.2014, σύμφωνα με την παρ. 11 του άρθρου αυτού) και πλέον προβλέπεται, στο άρθρο 2, ότι: «1. … 2. Για την είσπραξη των δημοσίων εσόδων απαιτείται νόμιμος τίτλος. Με την εξαίρεση των φόρων και των λοιπών δημοσίων εσόδων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013), για τα οποία εφαρμόζονται αποκλειστικά οι διατάξεις του ως άνω Κώδικα, νόμιμο τίτλο αποτελούν: α) Τα έγγραφα, στα οποία οι αρμόδιες αρχές προσδιορίζουν, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, τον οφειλέτη, το είδος, το ποσό και την αιτία της οφειλής. β) …» και, στο άρθρο 4, ότι: «1. Με την εξαίρεση των φόρων και των λοιπών δημοσίων εσόδων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013), για τα οποία εφαρμόζονται αποκλειστικά οι διατάξεις του ως άνω Κώδικα … μετά την καταχώριση του χρέους ως δημοσίου εσόδου κατά τις διατάξεις του άρθρου 2 παράγραφος 3, η Φορολογική Διοίκηση εκδίδει ατομική ειδοποίηση, την οποία, είτε αποστέλλει ταχυδρομικά στον οφειλέτη και στα συνυπόχρεα πρόσωπα είτε την κοινοποιεί σε αυτούς σύμφωνα με το άρθρο 5 του ν. 4174/2013. Στην ατομική ειδοποίηση αναφέρονται τα στοιχεία και ο αριθμός φορολογικού μητρώου, εφόσον υπάρχει, του οφειλέτη, το είδος και το ποσό του χρέους, συμπεριλαμβανομένων των τόκων που έχουν ήδη υπολογισθεί κατά την κείμενη νομοθεσία, ο αριθμός και η χρονολογία καταχώρισης του χρέους ως δημοσίου εσόδου ή ο τίτλος στον οποίο βασίζεται το χρέος, ο χρόνος και ο τρόπος καταβολής αυτού, η μνεία ότι από την επομένη ημέρα της λήξης της νόμιμης προθεσμίας καταβολής του χρέους και μέχρι την τελική εξόφληση αυτού υπολογίζονται οι τόκοι και το πρόστιμο του άρθρου 6 του παρόντος».
4. Επειδή, εξάλλου, στο άρθρο 1 του π.δ. 923/1977 «Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του από 17.5./15.6.1959 Β. Δ/τος “περί οικονομικής διοικήσεως και λογιστικού των δήμων και κοινοτήτων“» (Α΄ 315) ορίζεται ότι: «Εις δήμους … έχοντας υπηρεσίαν υδρεύσεως εφ΄ όσον το δίκτυον υδρεύσεως εκάστου διαθέτει άνω των πεντακοσίων παροχάς, ελεγχομένας δι΄ υδρομετρητών, δύναται, κατόπιν αποφάσεως του οικείου δημοτικού … συμβουλίου … εγκρινομένης υπό του νομάρχου, η είσπραξις των τελών υδρεύσεως των βεβαιουμένων επί τη βάσει των ενδείξεων των υδρομετρητών, ως και των συνεισπραττομένων μετά των λογαριασμών υδρεύσεως συναφών εσόδων των, να ενεργήται δια μηχανογραφημένων αποδείξεων κατά την οριζομένην εις τα επόμενα άρθρα διαδικασίαν», στο άρθρο 2 ότι: «1. Οι λογαριασμοί συντάσσονται κατά υδρομετρητήν είναι δε δίπτυχοι, εκάστου περιλαμβάνοντος ειδοποίησιν-απόδειξιν και απόκομμα ταύτης δια το ταμείον. 2. Μετά την παραλαβήν υπό του δήμου των μηχανογραφημένων βεβαιωτικών καταλόγων μετά των συνοδευόντων αυτούς διπτύχων λογαριασμών η αρμοδία δια την βεβαίωσιν του εσόδου υπηρεσία … προβαίνει εις την επικύρωσιν των βεβαιωτικών καταλόγων και την αποστολήν αυτών μετά των οικείων λογαριασμών των υδροληπτών εις τον δημοτικόν ταμίαν. 3. Ο ταμίας μετά προηγούμενον έλεγχον … εκδίδει το σχετικόν τριπλότυπον παραλαβής εισπρακτέων. 4. Μετά τη βεβαίωσιν ο ταμίας αποστέλλει ταχυδρομικώς ή δι΄ εντεταλμένων οργάνων του τους δίπτυχους λογαριασμούς εις τους υποχρέους υδρολήπτας κατά τας εκάστοτε ισχυούσας διατάξεις, περί κοινοποιήσεως των αποσπασμάτων των βεβαιωτικών καταλόγων. 5. Ο υδρολήπτης εντός της αναγραφόμενης επί του λογαριασμού προθεσμίας υποχρεούται να προσκομίσει τούτον εις το ταμείον του δήμου και να καταβάλει το χρέος του. 6. Το εντεταλμένον εισπρακτορικόν όργανον προβαίνον εις την είσπραξιν αποκόπτει εκ του λογαριασμού και παραδίδει εις τον πληρώσαντα την ειδοποίησιν-απόδειξιν … Η απόδειξη αυτή επέχει θέσει αποδεικτικού εισπράξεως. … » και στο άρθρο 3 ότι: «1. Μετά το πέρας της ημερησίας συναλλαγής, ο εισπράκτωρ βάσει των εις χείρας του αποκομμάτων συντάσσει κατάστασιν εις διπλούν των εξοφληθέντων εντός της ημέρας λογαριασμών εμφαίνουσαν τον αύξοντα αριθμόν του βεβαιωτικού καταλόγου, τον αριθμόν του τριπλοτύπου βεβαιώσεως, το ονοματεπώνυμον του πληρώσαντος υδρολήπτου και τον κωδικόν αριθμόν του εσόδου, εκδίδει δε δια το συνολικόν ποσόν της καταστάσεως τριπλότυπον εισπράξεως … 2. Δια τους μη εξοφλήσαντας τους λογαριασμούς των εντός της επ΄ αυτών οριζομένης προθεσμίας ο ταμίας μετά πάροδον απράκτου και της υπό του οικείου κανονισμού οριζομένης προθεσμίας αναμονής εισηγείται την λήψιν των υπό του κανονισμού προβλεπομένων μέτρων. 3. Μετά την πάροδον των ως άνω προθεσμιών η είσπραξις ενεργείται δια τριπλοτύπων εισπράξεως κατά τα καθιερωμένα».
5. Επειδή, περαιτέρω, στο άρθρο 21 του ν.δ. 318/1969 «Περί βεβαιώσεως και εισπράξεως των εσόδων των Δήμων και Κοινοτήτων» (Α΄ 212), ορίζεται ότι: «1. Οι βεβαιωτικοί κατάλογοι των υποχρέων εις την καταβολή φόρου, τέλους, δικαιώματος, … εις ας περιπτώσεις δεν προβλέπεται άλλως υπό του παρόντος, καταρτίζονται … εις τους δήμους τους έχοντας πληθυσμόν κάτω των 10.000 υπό του δημάρχου και ενός ή δύο υπαλλήλων του δήμου οριζομένων δι’ αποφάσεως του συμβουλίου και εις τους λοιπούς υπό της οικονομικής υπηρεσίας του δήμου…» και στο άρθρο 22 ορίζονται τα εξής: «1. Οι βεβαιωτικοί κατάλογοι φόρων, τελών, δικαιωμάτων, … καταρτίζονται κατά τις διατάξεις του άρθρου 4 παρ. 1-5 του από 17 Μαΐου 1959 Β.Δ. 2. Απόσπασμα των βεβαιωτικών καταλόγων κοινοποιείται με απόδειξη στο φορολογούμενο, για ποσό μεγαλύτερο από δέκα χιλιάδες δραχμές. … 3. Αντίγραφον του βεβαιωτικού καταλόγου αποστέλλεται, συγχρόνως με την ενέργειαν των κοινοποιήσεων εις τον ταμίαν δια την βεβαίωσιν του εσόδου. Μετά την πάροδο της, δια την άσκησιν προσφυγής κατά των βεβαιωτικών καταλόγων, προθεσμίας, η δημοτική ή κοινοτική υπηρεσία αποστέλλει εις τον ταμίαν πίνακα εμφαίνοντα τα ονοματεπώνυμα των ασκησάντων προσφυγήν μετά μνείας του αριθμού υφ’ ον φέρονται εγγεγραμμένοι εις τον βεβαιωτικόν κατάλογον. Ο ταμίας βάσει του πίνακος τούτου, αναστέλλει την είσπραξιν των αφορώντων εις τους προσφυγόντας ποσών, γνωστοποιεί δε εις τους υπολοίπους το χρέος των, κατά τας διατάξεις του άρθρου 41 του Ν.Δ. 4260/62. 4. … ». Στο τελευταίο δε αυτό άρθρο 41 του ν.δ. 4260/1962 (Α΄ 186), προβλέπεται ότι: «2. Οι οφειλέται των δήμων και κοινοτήτων λαμβάνουν γνώσιν του χρέους των δι’ ατομικής ειδοποιήσεως, αποστελλομένης εις αυτούς υπό του αρμοδίου ταμείου εντός μηνός από της ημέρας, κατά την οποίαν οι φορολογικοί κατάλογοι ή τα εξ άλλης αιτίας χρέη εβεβαιώθησαν οριστικώς …». Επιπλέον, με το άρθρο 4 του από 17-5/15-6-1959 β.δ. (Α΄ 114) «Περί οικονομικής διοικήσεως και λογιστικού των Δήμων και Κοινοτήτων» ορίζεται ότι: «1. Τίτλος βεβαιώσεως είναι παν έγγραφον αποδεικτικόν ή και απλώς βεβαιωτικόν της οφειλής προς τον δήμον. Ειδικώτερον: έγγραφα αποτελούντα νομίμους τίτλους είναι: α) … δ) … οι φορολογικοί κατάλογοι οι κατά τους οικείους φορολογικούς νόμους καταρτιζόμενοι υπό των αρμοδίων προς βεβαίωσιν του εσόδου το οποίον αφορώσιν ούτοι Υπηρεσιών ή οργάνων των δήμων. … 2. Τα εκ των ως άνω τίτλων στοιχεία καταχωρίζονται εις καταλόγους ή καταστάσεις εφ’ όσον αναγράφονται ονομαστικώς οι φορολογούμενοι και τα εισπρακτέα καθ’ έκαστον τούτων ποσά, αναλυτικώς. 3. Αι εγγραφαί αύται γνωστοποιούνται επί αποδείξει εις τους φορολογουμένους διά κοινοποιήσεως αποσπασμάτων εγγραφής, καλουμένους άμα όπως εντός ανατρεπτικής προθεσμίας ασκήσουν τα ένδικα μέσα κατά της εγγραφής των. 4. Οι ούτω καταρτιζόμενοι κατάλογοι ή καταστάσεις μετά την εκπνοήν των νομίμων προθεσμιών υπογράφονται παρά των αρμοδίων οργάνων της βεβαιωτικής του εσόδου υπηρεσίας και αρχής και σφραγίζονται διά της υπηρεσιακής αυτής σφραγίδος, αποτελούν δε τον πλήρη βεβαιωτικόν νόμιμον τίτλον και εν συνεχεία τον νόμιμον τίτλον της εισπράξεως των βεβαιωθέντων εσόδων. 5. Ο ως άνω καταρτισθείς κατ’ έσοδον και οικονομικόν έτος νόμιμος τίτλος, συντεταγμένος εις τριπλούν και συνοδευόμενος από κατάστασιν συντεταγμένην εις τριπλούν, αναγράφουσαν περιληπτικώς τον συνολικόν αριθμόν των φορολογουμένων, το είδος του εσόδου και το ποσοτικόν άθροισμα του τίτλου, διαβιβάζεται δι’ εγγράφου του δημάρχου ή της αρμοδίας βεβαιωτικής αρχής εις το αρμόδιον ταμείον του δήμου … », ενώ με το άρθρο 52 του αυτού β.δ/τος ορίζεται ότι: «1. Άμα τη υπό του δημάρχου ή των αρμοδίων υπηρεσιών του δήμου ή άλλων αρμοδίων αρχών αποστολή εις το ταμείον δήμου χρηματικών καταλόγων ή άλλων χρηματικών τίτλων εισπρακτέων εσόδων, ο δημοτικός ταμίας ή ο προϊστάμενος του γραφείου εσόδων ελεγκτής ή λογιστής επιμελείται … της εμπροθέσμου εξελέγξεως των χρηματικών καταλόγων ή τίτλων, της εντός των νομίμων προθεσμιών εκδόσεως του προσήκοντος αποδεικτικού παραλαβής εισπρακτέων της καταχωρίσεως αυτού εις το βιβλίον εισπρακτέων εσόδων και της αποστολής του παραρτήματος εις την εντεταλμένην την βεβαίωσιν υπηρεσίαν ως και την λογιστικήν υπηρεσία του δήμου. 2. Συντελεσθείσης της κατά την προηγουμένην παράγραφον οριζομένης εργασίας διά την βεβαίωσιν των εσόδων ο δημοτικός ταμίας, επιμελεία του προϊσταμένου του γραφείου εσόδων ελεγκτού ή λογιστού εκδίδει ατομικάς ειδοποιήσεις ή γενικάς ή ειδικάς προσκλήσεις προς τους οφειλέτας, αντίγραφα δε ή αποσπάσματα των χρηματικών καταλόγων παραδίδει, επί αποδείξει, εις τα εισπρακτορικά όργανα όπως επιμεληθούν της εισπράξεως».
6. Επειδή, προσέτι, στο άρθρο 2 του αν. ν. 344/1968 «Περί διατάξεων τινών αφορωσών εις τους οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοικήσεως (Α΄ 71)», το οποίο επιγράφεται «Αποσβεστική προθεσμία βεβαιώσεως εσόδων», όπως το άρθρο αυτό ίσχυε πριν από την κατάργησή του με το άρθρο 73 παρ. 1 του ν. 5027/2023 (Α΄ 48/02.03.2023), ορίζεται ότι: «1. Η βεβαίωσις των φόρων, τελών, δικαιωμάτων, εισφορών και αντιτίμου προσωπικής εργασίας ενεργείται υπό των δήμων … εντός αποσβεστικής προθεσμίας πέντε ετών από της λήξεως του οικονομικού έτους, εις ο ανάγονται. Κατ’ εξαίρεση είναι δυνατή η βεβαίωση μετά την πάροδο της παραπάνω προθεσμίας αν: α) είναι άγνωστος ο υπόχρεος, β) έχει ακυρωθεί μετά την πάροδο της πενταετίας η φορολογική εγγραφή για το λόγο ότι ο υπόχρεος δεν έλαβε γνώση της εγγραφής, γ) η βεβαίωση έγινε σε πρόσωπο που δεν έχει μερική ή ολική φορολογική υποχρέωση και δ) η βεβαίωση έγινε για οικονομικό έτος διάφορο από αυτό που αφορά η φορολογική υποχρέωση» (όπως το εδάφιο αυτό ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 61 παρ. 2 του ν. 1416/1984, Α΄ 18). Το δε άρθρο 6 του ίδιου α.ν., ομοίως ως ίσχυε πριν την κατάργησή του με το άρθρο 73 παρ. 1 του ν. 5027/2023, ορίζει ότι: «… Ο χρόνος της παραγραφής των αξιώσεων των δήμων και κοινοτήτων είναι είκοσι ετών, αρχόμενος από της λήξεως του οικονομικού έτους εντός του οποίου εβεβαιώθησαν αύται οριστικώς. Κατ’ εξαίρεσιν αι προερχόμεναι εκ φόρων εν γένει, τελών, δικαιωμάτων, εισφορών και αντιτίμου προσωπικής εργασίας παραγράφονται μετά πενταετίαν ως ανωτέρω.». Εξάλλου, με τη διάταξη του άρθρου 304 του π.δ. 410/1995 (Α΄ 231), το οποίο επιγράφεται «Φορολογικές απαλλαγές, ατέλειες, προνόμια» ορίζεται ότι: «Οι δήμοι … έχουν όλες ανεξαιρέτως τις ατέλειες και τα δικαστικά, διοικητικά και δικονομικά προνόμια που παρέχονται στο δημόσιο. …. Για την παραγραφή των αξιώσεων κατά των Ο.Τ.Α. έχουν εφαρμογή οι διατάξεις που διέπουν την παραγραφή των αξιώσεων κατά του Δημοσίου. ….». Οι ρυθμίσεις αυτές περιλήφθηκαν, ακολούθως, στις αντίστοιχες διατάξεις του άρθρου 276 του ισχύοντος (από 1.1.2007 και μετά) Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων (ν. 3463/2006). Επιπροσθέτως, στο άρθρο 3 του ν.δ. 31/1968 «περί προστασίας της περιουσίας των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως και ρυθμίσεως ετέρων τινών θεμάτων» (Α΄ 281) ορίζεται ότι: «Αι υπό των αστικών εν γένει νόμων και των ουσιαστικών διατάξεων περί δικών του δημοσίου αναγνωριζόμεναι εις το δημόσιον προνομίαι ή τεθεσπισμέναι ειδικαί προστατευτικαί διατάξεις εφαρμόζονται αναλόγως και επί των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως, εφ’ όσον αι τυχόν υφιστάμεναι αντίστοιχοι δια τους οργανισμούς τούτους προνομίαι εν γένει δεν είναι ευρύτεραι ή ευνοϊκότεραι των επί του δημοσίου ισχυουσών». Από την τελευταία αυτή διάταξη συνάγεται, όπως γίνεται παγίως δεκτό, ότι για τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) ισχύει, καταρχήν, η νομοθεσία περί δημοσίου λογιστικού, εάν, όμως, υπάρχουν περί παραγραφής διατάξεις του κοινού δικαίου ευνοϊκότερες, εφαρμόζονται αυτές υπέρ των Ο.Τ.Α., δοθέντος, άλλωστε, ότι, κατά το άρθρο 56 παρ. 1 του ν.δ. 496/1974 «περί λογιστικού των ΝΠΔΔ» (Α΄ 204), οι Ο.Τ.Α. εξαιρούνται από την εφαρμογή του διατάγματος αυτού (βλ. ΣτΕ 2904, 2748/2017, 1530, 54/2016, 3329/2012, ΑΠ 420/2002, 1310/2009). Επομένως, για την παραγραφή αξιώσεων των Ο.Τ.Α. κατά τρίτων εφαρμοστέες, καταρχήν, είναι οι σχετικές περί παραγραφής απαιτήσεων του Δημοσίου διατάξεις τόσο των άρθρων 86-89 του ν. 2362/1995 «περί Δημοσίου Λογιστικού […]» (Α΄ 247) και, από 1.1.2015, των άρθρων 136-139 του ν. 4270/2014 (Α΄ 143 – βλ. άρθρο 183 του νόμου αυτού), όσο και του άρθρου 71 παρ. 1 του ν. 542/1977 [Α΄ 41, το οποίο εξακολουθεί να ισχύει και μετά από την έναρξη ισχύος του ως άνω άρθρου 86 του ν. 2362/1995 (πρβλ. ΣτΕ 1408/2017, 571/2009)]. Ειδικότερα, στο άρθρο 86 του ν. 2362/1995 ορίζετο ότι: «1. Καμία χρηματική απαίτηση του Δημοσίου δεν υπόκειται σε παραγραφή πριν να βεβαιωθεί πράγματι προς είσπραξη ως δημόσιο έσοδο στην αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία ή το αρμόδιο Τελωνείο (βεβαίωση εν στενή εννοία). Ο κανόνας αυτός δεν αλλοιώνεται από την τυχόν βραδεία τοιαύτη βεβαίωση]. 2. Η χρηματική απαίτηση του Δημοσίου μετά των συμβεβαιουμένων προστίμων παραγράφεται μετά πενταετία από τη λήξη του οικονομικού έτους μέσα στο οποίο βεβαιώθηκε εν στενή εννοία και κατέστη αυτή ληξιπρόθεσμη. 3. Χρηματική απαίτηση του Δημοσίου που α) …, στ) γεννήθηκε από καταλογισμό που έγινε από οποιαδήποτε αρμόδια δημόσια αρχή, ζ) γεννήθηκε από αυτοτελή πρόστιμα που επιβλήθηκαν από διοικητικές αρχές, η) …, θ) …, παραγράφεται μετά εικοσαετία από τη λήξη του οικονομικού έτους μέσα στο οποίο έγινε η εν στενή έννοια βεβαίωση αυτής. 4. …», στο άρθρο 87 με τίτλο «Αναστολή παραγραφής απαιτήσεων του Δημοσίου» ότι: «1. Η παραγραφή των απαιτήσεων του Δημοσίου αναστέλλεται για τους λόγους που προβλέπονται από την ισχύουσα νομοθεσία. 2. Η παραγραφή αυτή αναστέλλεται επίσης α) Για χρονικό διάστημα ίσο με το χρόνο για τον οποίο είχε χορηγηθεί στον υπόχρεο ή σε συνυπόχρεο, κατα την τελευταία διετία της παραγραφής, αναστολή πληρωμής του χρέους του ή διευκόλυνση τμηματικής καταβολής είτε με νόμο είτε με δικαστική απόφαση είτε με πράξη αρμόδιας αρχής, που εκδίδεται ύστερα από αίτηση του υποχρέου, ανεξάρτητα αν έχει συμμορφωθεί ή όχι εν όλω ή εν μέρει ο υπόχρεος. β) Για χρονικά διάστημα ίσο με το χρόνο κατά τον οποίο έχει εμποδισθεί το Δημόσιο να επιδιώξει την είσπραξη του χρέους με αναγκαστικά μέτρα, λόγω αναστολής εκτελέσεως που έχει χορηγηθεί με διάταξη νόμου. Και στις δύο περιπτώσεις (α` και β.), η παραγραφή συνεχίζεται μετά τη λήξη της αναστολής της και σε καμία περίπτωση δεν συμπληρώνεται πριν περάσει ένα έτος από τη λήξη είτε της αναστολής πληρωμής ή της παραβιάσεως της υποχρεώσεως τμηματικής καταβολής είτε της αναστολής λήψεως των αναγκαστικών μέτρων, αντίστοιχα. γ)… 4. Σε περίπτωση δικαστικής αμφισβητήσεως από οποιονδήποτε είτε του νόμιμου τίτλου γενικά της απαιτήσεως του Δημοσίου είτε της νομιμότητας της βεβαιώσεως αυτής εν στενή εννοία είτε της για οποιονδήποτε λόγο εγκυρότητας πράξεως της αναγκαστικής εκτελέσεως προς είσπραξη απαιτήσεως του Δημοσίου (διοικητικής εκτελέσεως), η προβλεπόμενη παραγραφή της απαιτήσεως του Δημοσίου προς βεβαίωση (εν ευρεία εννοία) ή προς είσπραξη της βεβαιωμένης απαιτήσεώς του αναστέλλεται μέχρι της εκδόσεως επί της δικαστικής ταύτης διενέξεως τελεσίδικης δικαστικής αποφάσεως και δεν συμπληρώνεται αυτή σε κάθε περίπτωση προ της παρόδου ενός έτους από την επιμελεία των αντιδίκων του Δημοσίου κοινοποιήσεως με δικαστικό επιμελητή στον Προϊστάμενο της αρμόδιας Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας και τον Υπουργό Οικονομικών της τελεσίδικης δικαστικής αποφάσεως ……» στο άρθρο 88 με τίτλο «Διακοπή παραγραφής απαιτήσεων του Δημοσίου» ότι: «1. Την παραγραφή χρηματικής απαιτήσεως του Δημοσίου διακόπτει: α. Η κατάσχεση περιουσιακού στοιχείου του οφειλέτη ή συνοφειλέτη ή τρίτου εγγυητή αυτών και ανεξάρτητα αν αυτή ενεργείται εις χείρας αυτών ή εις χείρας τρίτου. … η. Η κοινοποίηση ατομικής ειδοποίησης στον οφειλέτη ή συνοφειλέτη ή εγγυητή…», και στο άρθρο 107 ότι: «Οι διατάξεις περί παραγραφής εφαρμόζονται επί απαιτήσεων που γεννώνται μετά την έναρξη της ισχύος του. Όσον αφορά, όμως, την αναστολή και τη διακοπή της παραγραφής, οι σχετικές διατάξεις του παρόντος εφαρμόζονται και επί απαιτήσεων που έχουν γεννηθεί πριν από την ισχύ αυτού, εάν τα επαγόμενα την αναστολή ή διακοπή γεγονότα έχουν συντελεστεί μετά την ισχύ αυτού (1-1-1996)». Ακολούθως, ο ν. 4270/2014 «Αρχές δημοσιονομικής διαχείρισης και εποπτείας (ενσωμάτωση της Οδηγίας 2011/85/ΕΕ) – δημόσιο λογιστικό και άλλες διατάξεις» (Α΄ 143) ορίζει στο άρθρο 137 ότι: «1. Η παραγραφή των απαιτήσεων του Δημοσίου, πλην εκείνων για τις οποίες εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013), αναστέλλεται για τους λόγους που προβλέπονται από την ισχύουσα νομοθεσία. 2. Η παραγραφή αυτή αναστέλλεται επίσης: α. … β. Για χρονικό διάστημα ίσο με το χρόνο κατά τον οποίο έχει εμποδιστεί το Δημόσιο να επιδιώξει την είσπραξη του χρέους με αναγκαστικά μέτρα, λόγω αναστολής εκτέλεσης που έχει χορηγηθεί με διάταξη νόμου. Στις περιπτώσεις αυτές (α΄ και β΄), η παραγραφή συνεχίζεται μετά τη λήξη της αναστολής της και σε καμία περίπτωση δεν συμπληρώνεται πριν περάσει ένα (1) έτος από τη λήξη είτε της αναστολής πληρωμής ή της παραβιάσεως της υποχρέωσης τμηματικής καταβολής, είτε της αναστολής λήψης των αναγκαστικών μέτρων αντίστοιχα. γ. …4. Σε περίπτωση δικαστικής αμφισβήτησης από οποιονδήποτε είτε του νόμιμου τίτλου γενικά της απαίτησης του Δημοσίου είτε της νομιμότητας της βεβαίωσης αυτής με στενή έννοια είτε της για οποιονδήποτε λόγο εγκυρότητας πράξης της αναγκαστικής εκτέλεσης προς είσπραξη απαίτησης του Δημοσίου (διοικητικής εκτέλεσης), η προβλεπόμενη παραγραφή της απαίτησης του Δημοσίου προς βεβαίωση (με ευρεία έννοια) ή προς είσπραξη της βεβαιωμένης απαίτησής του αναστέλλεται μέχρι την έκδοση επί της δικαστικής αυτής διένεξης τελεσίδικης δικαστικής απόφασης και δεν συμπληρώνεται σε κάθε περίπτωση πριν από την πάροδο ενός (1) έτους από την, με επιμέλεια των αντιδίκων του Δημοσίου, κοινοποίηση με δικαστικό επιμελητή στον Προϊστάμενο της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. ή του Τελωνείου και τον Υπουργό Οικονομικών της τελεσίδικης δικαστικής απόφασης…»», στο άρθρο 138, ότι: «Την παραγραφή χρηματικής απαίτησης του Δημοσίου, πλην εκείνων για τις οποίες εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013), διακόπτει: α. Η κατάσχεση περιουσιακού στοιχείου του οφειλέτη ή συνοφειλέτη ή τρίτου εγγυητή αυτών, ανεξάρτητα αν αυτή ενεργείται εις χείρας αυτών ή εις χείρας τρίτου ή αν κοινοποιήθηκε στον καθ’ ου η κατάσχεση. β. …. η. Η κοινοποίηση ατομικής ειδοποίησης στον οφειλέτη ή συνοφειλέτη ή εγγυητή. 2. …. 3. … . 4. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος άρθρου οι κατά τις γενικές διατάξεις λόγοι διακοπής της παραγραφής ισχύουν και για τις απαιτήσεις του Δημοσίου», και στο άρθρο 183, ότι: «1. Η ισχύς των διατάξεων του παρόντος νόμου αρχίζει από την 1.1.2015, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά σε αυτές ή στην επόμενη παράγραφο. 2. Ειδικότερα: α. … γ. Οι διατάξεις του Υποκεφαλαίου 12 του Κεφαλαίου Β΄ του Μέρους Δ΄ ισχύουν για απαιτήσεις του Δημοσίου που βεβαιώνονται προς είσπραξη μετά την 1.1.2015, καθώς και για απαιτήσεις σε βάρος του Δημοσίου που γεννώνται μετά την ημερομηνία αυτή. Κατ’ εξαίρεση: αα. οι διατάξεις … και των περιπτώσεων α΄ και η΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 138 εφαρμόζονται και για απαιτήσεις του Δημοσίου που δεν έχουν παραγραφεί κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, και ββ. …».
7. Επειδή, όπως συνάγεται από την ανωτέρω διάταξη του άρθρου 276 παρ. 1 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων και δοθέντος ότι κατά το άρθρο 56 παρ. 1 του ν.δ/τος 496/1974 «περί λογιστικού των Ν.Π.Δ.Δ.» (Α΄204) οι Ο.Τ.Α. εξαιρούνται από την εφαρμογή του διατάγματος αυτού, οι διατάξεις του Κώδικα Δημοσίου Λογιστικού (ν. 2362/1995), περί παραγραφής των απαιτήσεων του Δημοσίου, εφαρμόζονται καταρχήν και στους Ο.Τ.Α. (πρβλ. ΣτΕ 2904/2017, 3329/2012). Περαιτέρω, οι χρηματικές απαιτήσεις από δημοτικά τέλη (ανεξαρτήτως της νομικής τους φύσης ως ανταποδοτικών ή ως φόρων) εμπίπτουν στην κατά τα ανωτέρω πενταετή παραγραφή του άρθρου 86 παρ. 2 του ν. 2362/1995 και του 136 παρ.2 ν.4251/2014 (διατάξεις, άλλωστε, ταυτόσημες ρυθμιστικά με αυτήν του άρθρου 6 παρ. 1 εδ. β΄ του α.ν. 344/1968), και όχι στις περιπτώσεις στ) της παρ. 3 του άρθρου 86 του ν. 2362/1995 (πρβλ. ΑΠ 1445/1988, ΔΕφΠειρ 2386/2022 σκ. 9, ΔΕφΘεσ 132/2019). Ούτε, όμως και στην περίπτωση ζ) του άρθρου 86 παρ. 3 του ν. 2362/1995 και ήδη 136 παρ.3 του ν.4270/2014. Τούτο διότι οι αξιώσεις των Ο.Τ.Α. προς είσπραξη εσόδων, που προέρχονται από δημοτικά τέλη (π.χ. ύδρευσης, αποχέτευσης, τέλη παρεπιδημούντων κ.λπ.) συνιστούν χρηματικές ενοχές που γεννώνται με την διαπίστωση της συνδρομής των οριζόμενων στον νόμο προϋποθέσεων και προσδιορίζονται κατά ποσό με τις εγγραφές των υδροληπτών και λοιπών υποχρέων στους οικείους βεβαιωτικούς καταλόγους και όχι με καταλογιστικές πράξεις, δυνάμει των οποίων διαπλάθεται το πρώτον η έννομη κατάσταση των οφειλετών του εκάστοτε Ο.Τ.Α. (πρβλ. ΣτΕ 951/2018 7μ., 2021/2010).
8. Επειδή, τέλος, στο άρθρο 52 του ν. 4483/2017 (Α΄107) με τίτλο «Ρυθμίσεις οφειλών προς Ο.Τ.Α. α` βαθμού» προβλέπεται ότι: « 1. Οφειλές προς τους δήμους και τα νομικά πρόσωπα αυτών που έχουν βεβαιωθεί ή που θα βεβαιωθούν έως και δύο (2) μήνες από την έναρξη ισχύος του παρόντος, μπορούν, κατόπιν αιτήσεως του οφειλέτη προς την αρμόδια για την είσπραξή τους υπηρεσία του οικείου δήμου ή του νομικού προσώπου αυτού, να ρυθμίζονται και να καταβάλλονται με απαλλαγή κατά ποσοστό από τις κατά Κ.Ε.Δ.Ε. προσαυξήσεις και τόκους εκπρόθεσμης καταβολής, καθώς και από τα πρόστιμα λόγω εκπρόθεσμης υποβολής ή μη υποβολής ή ανακριβούς δήλωσης ή λόγω μη καταβολής τέλους, ως εξής: α) αν εξοφληθούν εφάπαξ, με απαλλαγή κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%), β) αν εξοφληθούν σε δύο (2) έως είκοσι τέσσερις (24) δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό ογδόντα τοις εκατό (80 %), γ) αν εξοφληθούν σε εικοσιπέντε (25) έως σαράντα οκτώ (48) δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό εβδομήντα τοις εκατό (70%), δ) αν εξοφληθούν σε σαράντα εννέα (49) έως εβδομήντα δύο (72) δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό εξήντα τοις εκατό (60%), ε) αν εξοφληθούν σε εβδομήντα τρεις (73) έως εκατό (100) δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%). 2. Στη ρύθμιση της παραγράφου 1 μπορούν, επίσης, να υπαχθούν και οφειλές που κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης: α) τελούν σε αναστολή, διοικητική ή εκ του νόμου ή β) έχουν υπαχθεί σε προηγούμενη ρύθμιση ή διευκόλυνση τμηματικής καταβολής, η οποία είναι σε ισχύ, με απώλεια των ευεργετημάτων της προηγούμενης ρύθμισης και χωρίς η υπαγωγή τους να συνεπάγεται επιστροφή καταβληθέντων ποσών, γ) δεν έχουν βεβαιωθεί, λόγω του ότι εκκρεμεί για αυτές δικαστική αμφισβήτηση σε οποιοδήποτε βαθμό εφόσον, στην τελευταία περίπτωση, ο οφειλέτης παραιτηθεί από τα ασκηθέντα ένδικα βοηθήματα ή μέσα. Αν με το ένδικο βοήθημα είχε υποβληθεί και αίτημα συμβιβαστικής επίλυσης της διαφοράς, η ανωτέρω παραίτηση καταλαμβάνει και το αίτημα αυτό. Βεβαίωση της γραμματείας του δικαστηρίου, όπου εκκρεμούσε η υπόθεση, ότι έχει υποβληθεί παραίτηση, επισυνάπτεται στην αίτηση υπαγωγής στην ρύθμιση. 3. … 4. Η ρύθμιση χορηγείται με απόφαση που εκδίδεται από τα αρμόδια κατά περίπτωση όργανα της παραγράφου 2 του άρθρου 170 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων. 5. … 6. … 8. Εφόσον ο οφειλέτης, σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης, εξοφλήσει εφάπαξ τις υπόλοιπες δόσεις των ρυθμισμένων οφειλών, παρέχεται απαλλαγή κατά ποσοστό επί του εναπομείναντος ποσού των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής και των προστίμων, ίσο με αυτό που αντιστοιχεί στον αριθμό των μηνιαίων δόσεων που τελικά διαμορφώνεται, με αντίστοιχη τροποποίηση της απόφασης του αρμόδιου οργάνου της παραγράφου 4. 9. Κατά τη διάρκεια της ρύθμισης, εφόσον δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις δέσμευσης χορήγησης αποδεικτικού φορολογικής ενημερότητας από άλλη αιτία και ο οφειλέτης έχει καταβάλει: α) το πέντε τοις εκατό (5%) της ρυθμιζόμενης οφειλής του, για οφειλή μέχρι πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ, β) το δέκα τοις εκατό (10%) της ρυθμιζόμενης οφειλής του, για οφειλή από πέντε χιλιάδες και μηδέν ένα (5.000,01) μέχρι δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ, γ) το είκοσι τοις εκατό (20 %) της ρυθμιζόμενης οφειλής του, για οφειλή δέκα χιλιάδες (10.000,01) ευρώ και πάνω, ο δήμος προβαίνει σε εντολή άρσης της δέσμευσης αυτής προς την αρμόδια Δ.Ο.Υ. και σε εντολή για επαναδέσμευση αυτής σε περίπτωση καθυστέρησης καταβολής έστω και μίας εκ των δόσεων. Με την καταβολή της πρώτης δόσης αναστέλλεται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών ή ακινήτων με την προϋπόθεση ότι η εκτέλεση αφορά μόνο χρέη που ρυθμίζονται με τις διατάξεις αυτού του άρθρου. Η αναστολή αυτή δεν ισχύει για κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί στα χέρια τρίτων ή έχουν εκδοθεί οι σχετικές παραγγελίες, τα αποδιδόμενα όμως ποσά από αυτές λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη δόσης ή δόσεων της ρύθμισης, εφόσον δεν πιστώνονται με άλλες οφειλές που δεν έχουν ρυθμιστεί. Στις περιπτώσεις του προηγούμενου εδαφίου είναι δυνατή κατόπιν αίτησης του οφειλέτη η άρση της κατάσχεσης στα χέρια τρίτων, εφόσον εξοφληθεί το 25% της οφειλής που έχει υπαχθεί στη ρύθμιση. Ποσά που αποδίδονται από επιβληθείσες κατασχέσεις στα χέρια τρίτων πέραν του ανωτέρω ποσοστού δεν επιστρέφονται. Αν ο οφειλέτης απολέσει το ευεργέτημα της ρύθμισης, τα μέτρα που έχουν ανασταλεί συνεχίζονται. 10. Η παραγραφή των οφειλών, για τις οποίες υποβάλλεται αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση, αναστέλλεται από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης αυτής και για ολόκληρο το χρονικό διάστημα που αφορά η ρύθμιση, ανεξαρτήτως καταβολής οποιουδήποτε ποσού και δεν συμπληρώνεται πριν παρέλθει ένα (1) έτος από την ημερομηνία καταβολής της τελευταίας δόσης αυτής. 11. …12. Η ρύθμιση της οφειλής καταργείται, με συνέπεια την υποχρεωτική άμεση καταβολή του υπολοίπου της οφειλής, σύμφωνα με τα στοιχεία της αρχικής βεβαίωσης και την άμεση επιδίωξη της είσπραξής του με όλα τα προβλεπόμενα από την ισχύουσα νομοθεσία μέτρα, εάν ο οφειλέτης: α) δεν καταβάλλει τρείς (3) συνεχόμενες δόσεις ή καθυστερήσει την καταβολή της τελευταίας δόσης για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τριών (3) μηνών ,β) δεν υποβάλει στο δήμο τις προβλεπόμενες δηλώσεις για την επιβολή του τέλους επί των ακαθαρίστων εσόδων και του τέλους παρεπιδημούντων, μετά των περιοδικών δηλώσεων Φ.Π.Α. και του εκκαθαριστικού Φ.Π.Α., γ) έχει υποβάλει αναληθή στοιχεία προκειμένου να του χορηγηθεί η ρύθμιση».
9. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Με την υπ’ αριθ. …/13.6.2017 ατομική ειδοποίηση του καθ΄ου Δήμου … η προσφεύγουσα ενημερώθηκε για την ύπαρξη οφειλών της από τέλη ύδρευσης και αποχέτευσης (ετών 2012-2016), ύψους (κεφαλαίου) 54.785,01 ευρώ, πλέον προσαυξήσεων ύψους 16.223,18, ήτοι συνολικού ποσού 71.008,19 ευρώ, για τις οποίες (οφειλές) εκδόθηκαν οι αναφερόμενες στην παραπάνω ειδοποίηση με αριθμ. …/4.12.2012, …/4.12.2012,1629/4.12.2012, …/4.12.2012, …/4.12.2012, …/22.5.2013, …/22.5.2013, …/22.5.2013, …/22.5.2013, …/25.11.2013, …/25.11.2013, …/25.11.2013, …/25.11.2013, …/28.3.2014, …/28.3.2014, …/28.3.2014, …/28.3.2014, …/5.1.2015, …/ 5.1.2015, …/5.1.2015, …/5.1.2015, …/26.8.2015, …/26.8.2015, …/ 26.8.2015, …/28.12.2015, …./28.12.2015, …/28.12.2015, …/28.12.2015, …/28.12.2015, …/25.7.2016, …/25.7.2016, …/25.7.2016, …/25.7.2016, …/25.7.2016, …/1.10.2016, …/1.10.2016, …/1.10.2016 πράξεις του Δημοτικού Ταμία του καθ’ ου Δήμου περί βεβαίωσης οφειλών στους χρηματικούς καταλόγους του καθ΄ου με αριθμ. …/31.1.2013, …/31.12013, …/31.1.2013, …/31.1.2013, …/31.1.2013, …/30.6.2013, …/ 30.6.2013, …/30.6.2013, …/30.6.2013, …/30.6.2013, …/31.6.2013, …/31.12.2013, …/31.12.2013, …/31.12.2013, …/31.12.2013, …/ 30.4.2014, …/30.4.2014, …/30.4.2014, …/30.4.2014, …/31.1.2015, …/31.1.2015, …/31.1.2015, …/31.1.2015, …/31.8.2015, …/31.8.2015, …/31.8.2015, …/31.8.2015, …/31.12.2015, …/31.12.2015, …/31.12.2015, …/31.12.2015, …/31.12.2015, …/31.7.2016, …/ 31.7.2016, …/31.7.2016, …/31.7.2016, …/31.7.2016, …/30.11.2016, …/30.11.2016 και …/30.11.2016. Επίσης, με τις με αρ. πρωτ. …/5.7.2017 και …/25.7.2017 εκθέσεις κατάσχεσης εις χείρας τρίτων επιβλήθηκε αναγκαστική κατάσχεση εις χείρας των πιστωτικών ιδρυμάτων, με την επωνυμία «Τράπεζα Eurobank Ergasias A.E.», «Άλφα Τράπεζα A.E.», «Τράπεζα Πειραιώς Α.Ε.» και «Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος A.E.», ως τρίτων, στα ποσά που οφείλουν ή πρόκειται να οφείλουν στην προσφεύγουσα, και έως του ποσού των 71.477,93 ευρώ, προερχόμενων από τα ως άνω δημοτικά τέλη ύδρευσης και αποχέτευσης. Ανακοπή της τελευταίας, κατά το μέρος που στρεφόταν κατά των προαναφερθεισών πράξεων ταμειακής βεβαίωσης, έγινε δεκτή με την 8990/2020 απόφαση του παρόντος δικαστηρίου (Τμήμα Η’ – Μονομελές), λόγω μη οριστικοποίησης των νόμιμων τίτλων επί των οποίων ερείδονταν οι σχετικές ταμειακές βεβαιώσεις, ειδικότερα, δε, λόγω μη νόμιμης κοινοποίησης των σχετικών καταλογιστικών πράξεων (εγγραφών σε χρηματικούς καταλόγους ή λογαριασμών ύδρευσης) βάσει των οποίων εκδόθηκαν οι ως άνω ταμειακές βεβαιώσεις, με αποτέλεσμα την ακύρωσή τους, ενώ ως προς την ίδια ανακοπή, καθ΄ο μέρος αφορούσε τις ανωτέρω κατασχετήριες εκθέσεις, η δίκη καταργήθηκε, καθόσον το καθ’ ου είχε ήδη προβεί στην άρση των εν λόγω κατασχέσεων, κατόπιν τριών ρυθμίσεων (δύο των 100 δόσεων και μία 12μηνη), που έλαβαν χώρα μετά τις κατασχέσεις αυτές (και τηρούνταν). Κατόπιν τούτου, με την υπ’ αριθ. …/2021 απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής του Δήμου … (Πρακτικό … της Συνεδρίασης της 11ης.5.2021) αποφασίστηκε να συνταχθεί νέος χρηματικός κατάλογος για την επαναβεβαίωση των οφειλών της προσφεύγουσας από τέλη ύδρευσης και αποχέτευσης της προαναφερόμενης χρονικής περιόδου και, ακολούθως, να επιδοθεί σ’ εκείνη απόσπασμα του οικείου καταλόγου με δικαστικό επιμελητή. Πράγματι, επακολούθησε η έκδοση των προσβαλλόμενων υπ’ αριθμ. …, …, …, … και …./2021 χρηματικών καταλόγων του Δήμου … (οικ. έτους 2021), στους οποίους ενεγράφη η προσφεύγουσα για συνολικές οφειλές (τελών ύδρευσης και αποχέτευσης) ύψους 62.679,43 ευρώ, η τελευταία δε ενημερώθηκε για τις συγκεκριμένες οφειλές της διά της κοινοποίησης σ’ εκείνη του υπ’ αριθμ. …/2021 αποσπάσματος χρηματικού καταλόγου του παραπάνω Δήμου (βλ. την … Γ/5.10.2021 έκθεση επίδοσης του αποσπάσματος αυτού στην προσφεύγουσα, διενεργηθείσα από τον δικαστικό επιμελητή Εφετείου Θεσσαλονίκης, Αναστάσιο Παππά).
10. Επειδή, ήδη με την κρινόμενη προσφυγή και τους πρόσθετους λόγους, όπως αναπτύσσονται με τα νομίμως κατατεθέντα υπομνήματα, η προσφεύγουσα επιδιώκει την ακύρωση των προσβαλλόμενων πράξεων προβάλλοντας, κατ’ αρχάς, ότι αφορούν αξιώσεις που έχουν ήδη υποπέσει σε παραγραφή, καθόσον η ένδικη επαναβεβαίωσή τους την 3.9.2021 επιχειρήθηκε πέραν της εκ του νόμου προβλεπόμενης πενταετούς αποσβεστικής προθεσμίας από τον χρόνο στον οποίο ανάγονται (2012-2016). Περαιτέρω, υποστηρίζει ότι παρανόμως το καθ΄ου επαναβεβαίωσε τις ταμειακές βεβαιώσεις που ακυρώθηκαν δυνάμει της προαναφερθείσας 8990/2020 δικαστικής απόφασης προχωρώντας σε επιβολή των προσαυξήσεων ποσού 7.885,42 ευρώ, δοθέντος ότι, κατά τους ισχυρισμούς της, θα έπρεπε να επαναβεβαιώσει το αρχικό κεφάλαιο ύψους 54.785,01 ευρώ, σύμφωνα με την ως άνω …/13.6.2017 ατομική ειδοποίηση, χωρίς τις προσαυξήσεις αυτές, παραλλήλως δε όφειλε να αφαιρέσει από το κεφάλαιο αυτό το συνολικό ποσό των 19.916,40 ευρώ που ήδη καταβλήθηκε στα πλαίσια τήρησης της ρύθμισης του άρθρου 52 παρ.9 ν. 4483/2017. Αντιθέτως, το καθ΄ου με την έκθεση απόψεων και τα υπομνήματά του υπεραμύνεται της ορθότητας και νομιμότητας των προσβαλλομένων και ζητεί την απόρριψη της υπό κρίση προσφυγής ως αβάσιμης.
11. Επειδή, εν πρώτοις, το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη ότι η αποσβεστική προθεσμία για τη βεβαίωση (εν ευρεία εννοία) των ένδικων απαιτήσεων του καθ΄ου Δήμου άρχισε από το τέλος των οικονομικών ετών , στα οποία αυτές ανάγονται, ήτοι από το τέλος των ετών 2012-2016, κατά τα οποία έλαβε χώρα η έκδοση των αντίστοιχων λογαριασμών ύδρευσης. Κατά τα έτη αυτά, εντός του πλαισίου της πενταετούς αυτής προθεσμίας, ο καθ’ ου Δήμος προχώρησε αρχικά σε βάρος της προσφεύγουσας στις προαναφερθείσες ως άνω βεβαιώσεις οφειλών στους χρηματικούς καταλόγους του (με αριθμ. …/31.1.2013, …/31.12013, …/31.1.2013, …/31.1.2013, …/31.1.2013, …/30.6.2013, …/ 30.6.2013, …/30.6.2013, …/30.6.2013, …/30.6.2013, …/31.6.2013, …/31.12.2013, …/31.12.2013, …/31.12.2013, …/31.12.2013, …/ 30.4.2014, …/30.4.2014, …/30.4.2014, …/30.4.2014, …/31.1.2015, …/31.1.2015, …/31.1.2015, …/31.1.2015, …/31.8.2015, …/31.8.2015, …/31.8.2015, …/31.8.2015, …/31.12.2015, …/31.12.2015, …/31.12.2015, …/31.12.2015, …/31.12.2015, …/31.7.2016, …/ 31.7.2016, …/31.7.2016, …/31.7.2016, …/31.7.2016, …/30.11.2016, …/30.11.2016 και …/30.11.2016), για τις οποίες, εξάλλου, εξέδωσε τις ανωτέρω με αριθμ. …/4.12.2012, …/4.12.2012,1629/4.12.2012, …/4.12.2012, …/4.12.2012, …/22.5.2013, …/22.5.2013, …/22.5.2013, …/22.5.2013, …/25.11.2013, …/25.11.2013, …/25.11.2013, …/25.11.2013, …/28.3.2014, …/28.3.2014, …/28.3.2014, …/28.3.2014, …/5.1.2015, …/ 5.1.2015, …/5.1.2015, …/5.1.2015, …/26.8.2015, …/26.8.2015, …/ 26.8.2015, …/28.12.2015, …./28.12.2015, …/28.12.2015, …/28.12.2015, …/28.12.2015, …/25.7.2016, …/25.7.2016, …/25.7.2016, …/25.7.2016, …/25.7.2016, …/1.10.2016, …/1.10.2016, …/1.10.2016 πράξεις ταμειακής βεβαίωσης, για τις οποίες κοινοποιήθηκε στην προσφεύγουσα η προμνημονευθείσα από 13.6.2017 ατομική ειδοποίηση. Ωστόσο, οι πράξεις αυτές ακυρώθηκαν με την προαναφερθείσα 8990/2020 δικαστική απόφαση, στο σώμα της οποίας τέθηκε σφραγίδα του καθ΄ου περί λήψεώς της στις 11.2.2021, με επιμέλεια της προσφεύγουσας. Ως εκ τούτου, η παραγραφή, βάσει των νομοθετικών διατάξεων που προεκτέθηκαν στη σκέψη 6 της παρούσας, εκκίνησε από την τελεσιδικία της απόφασης αυτής (ήτοι μετά την άπρακτη πάροδο της προθεσμίας άσκησης έφεσης ή την έκδοση απόφασης επί της τυχόν ασκηθείσας έφεσης κατά αυτής), μη δυνάμενη, όμως, να συμπληρωθεί πριν από την πάροδο έτους από την κοινοποίηση της εν λόγω απόφασης στον καθ΄ου, επιμελεία της προσφεύγουσας, ήτοι σε κάθε περίπτωση προ τις 12.2.2022. Ως εκ τούτου, μολονότι δεν προσκομίσθηκε πιστοποιητικό τελεσιδικίας της ως άνω δικαστικής απόφασης από την προσφεύγουσα, με τα ως άνω δεδομένα και δη ως εκ του χρόνου έκδοσης των προσβαλλομένων, το Δικαστήριο κρίνει ότι, εν πάση περιπτώσει, καμία αξίωση του καθ΄ου δεν υπέπεσε σε παραγραφή κατά τον χρόνο έκδοσης και κοινοποίησης (στις 5.10.2021) των επίδικων …, …, …, … και …/2021 χρηματικών καταλόγων, με τους οποίους βεβαιώθηκαν (εν ευρεία εννοία) οι ένδικες οφειλές της προσφεύγουσας, απορριπτόμενων όσων περί του αντιθέτου προβάλλονται από την τελευταία.
12. Επειδή, περαιτέρω, ως προς τον υπολογισμό του ύψους της συνολικής ένδικης οφειλής, το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη το σύνολο των στοιχείων που προσκομίζονται από το καθ΄ου [αποδείξεις είσπραξης χρηματικών ποσών εκ μέρους της προσφεύγουσας, αιτήσεις υπαγωγής σε ρυθμίσεις, εκτυπώσεις σελίδων από την αρμόδια υπηρεσία του καθ΄ου με αναλυτική κίνηση των πιστώσεων/χρεώσεων της οφειλέτιδας (ήδη προσφεύγουσας), την ανωτέρω …/2021 απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής του Δήμου Κασσάνδρας, το υπ’ αριθμ. πρωτ. …/5.7.2022 έγγραφο του Προϊσταμένου του Τμήματος Ταμείου της Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών του καθ΄ου Δήμου, το υπ΄αριθμ. πρωτ. …/4.7.2022 της Προϊσταμένης του Τμήματος Εσόδων-Περιουσίας της ίδιας Διεύθυνσης], που ουδόλως αμφισβητούνται από την προσφεύγουσα με συγκεκριμένους ισχυρισμούς και υπολογισμούς, από τα οποία προκύπτει ότι η τελευταία κατέβαλε έναντι των οφειλών της το ποσό των 16.725, 62 ευρώ (κεφάλαιο) πλέον προσαυξήσεων ποσού 4.931,16 ευρώ, ήτοι συνολικό ποσό 21.656,78 ευρώ (και όχι 19.916,40 ευρώ, όπως εσφαλμένως υπολαμβάνει η προσφεύγουσα). Το ποσό αυτό αφαιρέθηκε από τις ένδικες οφειλές, όπως αυτές επαναβεβαιώθηκαν εν ευρεία εννοία, απορριπτόμενου ως ερειδόμενου επί εσφαλμένης προϋπόθεσης του περί αντιθέτου ισχυρισμού της προσφεύγουσας. Περαιτέρω, όπως προκύπτει από τα προσκομιζόμενα αυτά στοιχεία, τα ποσά που οφείλονταν κατά τον κρίσιμο χρόνο της επαναβεβαίωσής τους, κατόπιν των ρυθμίσεων στις οποίες η προσφεύγουσα επανειλημμένως είχε υπαχθεί και βάσει των όρων και προϋποθέσεων αυτών, ανέρχονταν σε 39.201,83 ευρώ (κεφάλαιο) πλέον προσαυξήσεων ύψους 23.477,60 ευρώ, ήτοι στο συνολικό ποσό των 62.679,43 ευρώ που ταυτίζεται με το ποσό που βεβαιώθηκε εν ευρεία εννοία με τις προσβαλλόμενες πράξεις, ενώ δεν προκύπτει ούτε αποδεικνύεται από την προσφεύγουσα λόγος διαγραφής των ως άνω προσαυξήσεων και μη συμπερίληψής τους στους χρηματικούς καταλόγους του καθ΄ου Δήμου. Με τα δεδομένα αυτά, το Δικαστήριο κρίνει ότι ορθώς και νομίμως εκδόθηκαν οι προσβαλλόμενες πράξεις, απορριπτόμενων ως αβασίμων των περί του αντιθέτου προβαλλομένων.
13. Επειδή, κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η κρινόμενη προσφυγή πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη, να καταπέσει το καταβληθέν παράβολο υπέρ του Δημοσίου (άρθρο 277 παρ.9 εδ. α Κ.Δ.Δ.) και, κατ’ εκτίμηση των περιστάσεων, να απαλλαγεί η προσφεύγουσα από τα δικαστικά έξοδα του καθ΄ου Δήμου (άρθρο 275 παρ. 1 εδ. ε΄ Κ.Δ.Δ.).
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Απορρίπτει την προσφυγή και τους πρόσθετους λόγους.
Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου υπέρ του Δημοσίου.
Απαλλάσσει την προσφεύγουσα από τα δικαστικά έξοδα του καθ΄ου.
Κρίθηκε και δημοσιεύτηκε στη Θεσσαλονίκη, στις 30.4.2025, σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ