ΑΠΟΦΑΣΗ
Yakymchuk κατά Ουκρανίας της 11.09.2025 (προσφ. αριθ. 26519/16)
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Η προσφεύγουσα, πρώην δικαστής στο Περιφερειακό Δικαστήριο Korets της Ουκρανίας, βιντεοσκοπήθηκε μυστικά στο γραφείο της από τις υπηρεσίες ασφαλείας τον Νοέμβριο 2008 και τον Φεβρουάριο 2009. Οι καταγραφές χρησιμοποιήθηκαν ως αποδεικτικά στοιχεία σε ποινική δίκη εναντίον της για δωροδοκία, κατά την οποία καταδικάστηκε σε πενταετή φυλάκιση με αναστολή.
Παρά τα επανειλημμένα αιτήματά της, η προσφεύγουσα δεν έλαβε ποτέ πρόσβαση στις δικαστικές αποφάσεις που επέτρεψαν την μυστική παρακολούθησή της, καθώς αυτές είχαν χαρακτηριστεί ως απόρρητες. Το Εφετείο εξέτασε τα έγγραφα χωρίς την παρουσία της προσφεύγουσας ή του δικηγόρου της, οι οποίοι δεν διέθεταν ειδική άδεια πρόσβασης σε απόρρητα έγγραφα.
Επιπλέον, μια ηχογράφηση συνομιλίας της με μάρτυρα κατηγορίας πραγματοποιήθηκε χωρίς προηγούμενη δικαστική έγκριση. Ο αξιωματικός των υπηρεσιών ασφαλείας κατέθεσε ότι είχε δώσει στην μάρτυρα συσκευή καταγραφής «για την ασφάλειά της».
Κατά την επανεξέταση της υπόθεσης στο Εφετείο, ο δικαστής που δεν διέθετε άδεια πρόσβασης σε απόρρητα έγγραφα αντικαταστάθηκε παράτυπα. Η επιλογή του αντικαταστάτη δικαστή δεν έγινε μέσω του συστήματος αυτοματοποιημένης (τυχαίας) κατανομής υποθέσεων, όπως προέβλεπε ο σχετικός κανονισμός των δικαστηρίων, αλλά με απόφαση του Αναπληρωτή Προέδρου του Εφετείου χωρίς σαφή κριτήρια επιλογής.
Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε ότι το Εφετείο δεν εξέτασε εάν υπήρχαν επιτακτικοί λόγοι να παραμείνουν απόρρητες οι αποφάσεις εξουσιοδότησης της παρακολούθησης μετά τη λήξη των μέτρων. Η ανάλυση της νομιμότητας και αναλογικότητας της επέμβασης περιορίστηκε σε γενικούς όρους, χωρίς να εξεταστεί η ύπαρξη σχετικών και επαρκών λόγων που δικαιολογούσαν τη μυστική παρακολούθηση για περίοδο ενός έτους.
Το Στρασβούργο διαπίστωσε παραβίαση των δικαιωμάτων σεβασμού της ιδιωτικής ζωής (άρθρο 8, και για τις δύο μορφές καταγραφής), της δίκαιης δίκης (άρθρο 6 § 1) (για δικαστήριο μη συσταθέν κατά νόμο και για εύλογη διάρκεια) και του άρθρου 13 σε συνδυασμό με το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ.
Το ΕΔΔΑ επιδίκασε 1.600 ευρώ για ηθική βλάβη και 1.500 ευρώ για δικαστικά έξοδα.
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ
Η προσφεύγουσα διορίστηκε δικαστής στο Περιφερειακό Δικαστήριο Korets τον Μάιο 2004. Στις 24 Νοεμβρίου 2008, οι υπηρεσίες ασφαλείας βιντεοσκόπησαν μυστικά συνομιλία της με τον P.D. στο γραφείο της, κατά την οποία φέρεται να ζήτησε δωροδοκία 51 ουκρανικών hryvnias για την αποφυλάκισή του.
Στις 5 Φεβρουαρίου 2009, βιντεοσκοπήθηκε εκ νέου συνομιλία της με την I.P., αδελφή του A.D., στην οποία φέρεται να ζήτησε 1.000 hryvnias για να εξετάσει την υπόθεση του A.D. ερήμην του και να του επιβάλει κοινωφελή εργασία αντί άλλης ποινής.
Τον Μάρτιο 2009, η I.P. ηχογράφησε μυστικά συνομιλία με την προσφεύγουσα χρησιμοποιώντας συσκευή που της είχε δώσει αξιωματικός των υπηρεσιών ασφαλείας. Η ηχογράφηση χρησιμοποιήθηκε ως αποδεικτικό στοιχείο στην ποινική δίκη.
ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 8,
Άρθρο 6 § 1,
Άρθρο 13
ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…
Άρθρο 8 – Μυστική βιντεοσκόπηση από τις υπηρεσίες ασφαλείας
Το Δικαστήριο επανέλαβε ότι κατά την εξέταση αιτήματος αποκάλυψης της εντολής μυστικής παρακολούθησης, τα εθνικά δικαστήρια υποχρεούνται να εξασφαλίζουν κατάλληλη ισορροπία μεταξύ των συμφερόντων του υποκειμένου της παρακολούθησης και του δημοσίου συμφέροντος. Τα υποκείμενα παρακολούθησης πρέπει να έχουν πρόσβαση στα σχετικά έγγραφα, εκτός εάν υπάρχουν επιτακτικοί λόγοι άρνησης.
Στην προκειμένη περίπτωση, το Εφετείο δεν εξέτασε εάν υπήρχαν επιτακτικοί λόγοι διατήρησης του απόρρητου χαρακτήρα των αποφάσεων που χορήγησαν δικαίωμα παρακολούθησης μετά τη λήξη των μέτρων μυστικής παρακολούθησης. Δεν σχολίασε επίσης εάν τα έγγραφα μπορούσαν να αποχαρακτηριστούν, έστω εν μέρει.
Η αιτιολογία του Εφετείου περιορίστηκε σε γενικούς όρους, χωρίς να διευκρινίζεται εάν επαλήθευσε την ύπαρξη σχετικών και επαρκών λόγων που δικαιολογούσαν τη μυστική παρακολούθηση, ούτε εάν η φύση, το εύρος και η διάρκεια της επέμβασης ήταν δικαιολογημένα, ιδίως λαμβανομένου υπόψη ότι η προσφεύγουσα βρισκόταν υπό παρακολούθηση για περίπου ένα έτος.
Άρθρο 8 – Ηχογράφηση από την I.P.
Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι δεν υπήρχε προηγούμενη δικαστική εξουσιοδότηση για τη μυστική ηχογράφηση της συνομιλίας μεταξύ της προσφεύγουσας και της I.P. τον Μάρτιο 2009. Παρότι η προσφεύγουσα έθεσε το ζήτημα ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων, αυτά δεν σχολίασαν. Η επέμβαση στο δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής ζωής δεν ήταν σύμφωνη με τον εφαρμοστέο νόμο.
Άρθρο 6 § 1 – Δικαστήριο συσταθέν κατά νόμο
Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι ο Κανονισμός για το Σύστημα Αυτοματοποιημένης (Τυχαίας) Κατανομής Υποθέσεων προέβλεπε ότι σε περιπτώσεις όπου δικαστής δεν διέθετε άδεια ασφαλείας, η επιλογή του αντικαταστάτη του έπρεπε να γίνεται μέσω του συστήματος αυτοματοποιημένης κατανομής.
Αντίθετα, το Εφετείο ακολούθησε κανόνες που ρύθμιζαν την αντικατάσταση δικαστή για λόγους όπως άδεια ή αποστολή. Παρέμεινε ασαφές γιατί αγνοήθηκε ο κανόνας υποχρεωτικής χρήσης του συστήματος αυτοματοποιημένης κατανομής και ποια κριτήρια ακολουθήθηκαν για την επιλογή του αντικαταστάτη από τη λίστα δικαστών με ειδική άδεια.
Οι παρατυπίες αυτές ήταν τέτοιας βαρύτητας που υπονόμευσαν την ίδια την ουσία του δικαιώματος εκδίκασης από δικαστήριο συσταθέν σύμφωνα με τον νόμο.
Άρθρο 6 § 1 – Εύλογη διάρκεια
Οι διαδικασίες διήρκεσαν έξι έτη, οκτώ μήνες και εννέα ημέρες. Το Δικαστήριο σημείωσε ότι τα εθνικά δικαστήρια δεν σχολίασαν τις καταγγελίες της προσφεύγουσας για την υπερβολική διάρκεια της προδικασίας. Οι αστυνομικές αρχές ολοκλήρωσαν τη δικογραφία με αδικαιολόγητη καθυστέρηση, με αποτέλεσμα να αναβληθεί δύο φορές η εκδίκαση της υπόθεσης.
Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε παραβίαση του άρθρου 8 (και για τις δύο μορφές καταγραφής), παραβίαση του άρθρου 6 § 1 (δικαστήριο συσταθέν κατά νόμο και εύλογη διάρκεια), και παραβίαση του άρθρου 13 σε συνδυασμό με το άρθρο 6, επιδικάζοντας 1.600 ευρώ για ηθική βλάβη και 1.500 ευρώ για δικαστικά έξοδα.
ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΤΕΡΗ ΦΡΑΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ
“Σε περίπτωση απουσίας οποιασδήποτε εξέτασης του κατά πόσον υπήρχαν επιτακτικοί λόγοι να διατηρηθούν τα εν λόγω έγγραφα πλήρως απόρρητα και να αρνηθούν στην προσφεύγουσα την πρόσβαση σε αυτά, οι αρχές απέτυχαν να εξασφαλίσουν μια σημαντική διασφάλιση σχετικά με τη νομιμότητα των μέτρων παρακολούθησης“.
ΣΧΟΛΙΟ
Η απόφαση αυτή αποτελεί σημαντική συμβολή στη νομολογία του Δικαστηρίου σχετικά με τις διαδικαστικές εγγυήσεις σε υποθέσεις μυστικής παρακολούθησης, ιδιαίτερα όταν οι παρακολουθούμενοι είναι δικαστικοί λειτουργοί με ειδικό καθεστώς προστασίας.
Η διαπίστωση παραβίασης του άρθρου 8 ενισχύει τις αρχές που καθιερώθηκαν στην υπόθεση Roman Zakharov κατά Ρωσίας της 04.12.2015 (προσφ. αριθ. 47143/06) σχετικά με την ανάγκη επαρκών διασφαλίσεων κατά των αυθαίρετων επεμβάσεων στην ιδιωτική ζωή. Η απόφαση επεκτείνει αυτές τις αρχές, απαιτώντας από τα κράτη να εξετάζουν ενεργά την ανάγκη διατήρησης του απόρρητου χαρακτήρα των εγγράφων εξουσιοδότησης μετά τη λήξη των μέτρων παρακολούθησης, όπως τονίστηκε στην Zubkov κ.α. κατά Ρωσίας της 07.11.2017 (προσφ. αριθ. 29431/05 και 2 άλλες)
Η ανάλυση του Δικαστηρίου για το άρθρο 6 § 1 σχετικά με το δικαστήριο «συσταθέν κατά νόμο» ακολουθεί τις αρχές της απόφασης Guðmundur Andri Ástráðsson κατά Ισλανδίας της 01.12.2020 (προσφ. αριθ. 26374/18) επιβεβαιώνοντας ότι παρατυπίες στη διαδικασία διορισμού δικαστών μπορούν να υπονομεύσουν την ίδια την ουσία του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη. Η πρόσφατη απόφαση X κ.α. κατά Σλοβενίας της 19.12.2024 (προσφ. αριθ. 27746/22) επίσης υποστηρίζει την προσέγγιση ότι όταν διαπιστώνεται παραβίαση λόγω παράτυπης σύνθεσης δικαστηρίου, δεν απαιτείται περαιτέρω εξέταση ζητημάτων ανεξαρτησίας και αμεροληψίας.
Συγκριτική Ανάλυση με τη Διεθνή Νομολογία
Η έμφαση του Δικαστηρίου στην ανάγκη δικαστικού ελέγχου και διαφάνειας στα μέτρα παρακολούθησης αντικατοπτρίζει παρόμοιες ανησυχίες που εκφράστηκαν από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην υπόθεση Digital Rights Ireland της 08.04.2014 (C-293/12 και C-594/12) όπου τονίστηκε η σημασία των διαδικαστικών εγγυήσεων κατά της αυθαίρετης παρακολούθησης.
Η απόφαση επίσης συμβάλλει στην εξελισσόμενη νομολογία σχετικά με τη χρήση μυστικών αποδεικτικών στοιχείων σε ποινικές διαδικασίες, συμπληρώνοντας αρχές που καθιερώθηκαν σε υποθέσεις όπως η Dragojević κατά Κροατίας της 15.01.2015 (προσφ. αριθ. 68955/11) και η νεότερη Berlizev κατά Ουκρανίας της 08.07.2021 (προσφ. αριθ. 43571/12)