Κρίση του Δικαστηρίου ότι η διαφορά που αναφύεται από την άσκηση της κρινόμενης ανακοπής είναι ιδιωτική και, ως εκ τούτου, υπάγεται στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων, δεδομένου ότι οι προσβαλλόμενες πράξεις αφορούν σε οφειλές οι οποίες προέρχονται κατά το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος τους (52.990,12 ευρώ έναντι 393,27 ευρώ) από έννομες σχέσεις ιδιωτικού δικαίου, καθώς αφορούν στην κατάπτωση εγγυήσεων του Ελληνικού Δημοσίου που παρασχέθηκαν σε δάνεια που χορηγήθηκαν στον … (δικαιοπάροχο των ανακοπτουσών) με την εγγύηση του Δημοσίου και του γεγονότος ότι η φύση της διαφοράς αυτής δεν μεταβάλλεται από την παρεμβολή της διοικητικής βεβαιωτικής διαδικασίας που ασκείται από όργανα της Διοίκησης για την είσπραξη των ένδικων απαιτήσεων.
Ανάκληση της …/2024 προδικαστικής απόφασης κατά το μέρος με το οποίο το Δικαστήριο δέχθηκε σιωπηρά ότι έχει δικαιοδοσία επί της κρινόμενης διαφοράς, κρίση ωστόσο η οποία δεν είναι οριστική κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 187 παρ. 1 και 2 του ΚΔΔ, καθώς περιορίζεται μόνο επί του παραδεκτού του ενδίκου βοηθήματος και διατάσσεται η συμπλήρωση των αποδείξεων, χωρίς να έχει μεσολαβήσει υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών στον εφαρμοστέο κανόνα δικαίου, με αποτέλεσμα το Δικαστήριο να δύναται με την οριστική απόφασή του να επανέλθει επί του ζητήματος του παραδεκτού της ανακοπής και να κρίνει αυτό διαφορετικά.
Απορρίπτει την ανακοπή ως απαράδεκτη λόγω έλλειψης δικαιοδοσίας.