Αρμοδιότητα μετατροπής του χρόνου αφαίρεσης της άδειας ικανότητας οδήγησης από έξι μήνες σε πέντε έτη, εξαιτίας της διαπίστωσης και βεβαίωσης δύο παραβάσεων λόγω κατάληψης οδήγησης υπό την επήρεια οινοπνεύματος εντός δύο ετών – Αρχή αναλογικότητας – Ποινικός χαρακτήρας κύρωσης – Δικαίωμα ιδιοκτησίας – Αναδρομική εφαρμογή ηπιότερης κύρωσης.
Κατά τον τροχονομικό έλεγχο που διενεργήθηκε στις 27.12.2023 και ώρα 20.07’ στα Χανιά επί της οδού …, ο προσφεύγων καταλήφθηκε να οδηγεί το υπ’ αρ. κυκλοφορίας … Ι.Χ. αυτοκίνητο, ευρισκόμενος υπό την επήρεια οινοπνεύματος σε ποσοστό 0,52 χιλιοστών του γραμμαρίου ανά λίτρο εκπνεόμενου αέρα κατά την πρώτη μέτρηση (20.07’), και σε ποσοστό 0,47 χιλιοστών του γραμμαρίου ανά λίτρο εκπνεόμενου αέρα κατά τη δεύτερη μέτρηση (20.22’). Ειδικότερα, οι μετρήσεις διενεργήθηκαν με τη χρήση ηλεκτρονικού αλκοολομέτρου τύπου Lion SD-400 (με τελευταία βαθμονόμηση 22.12.2023) και εκτυπώθηκαν οι υπ’ αριθμ. … και … χαρτοταινίες, στις οποίες έχουν τεθεί οι υπογραφές των αστυνομικών οργάνων, καθώς και του προσφεύγοντος. Κατόπιν τούτων, με τη με αριθμ. …/27.12.2023 πράξη βεβαίωσης παράβασης, βεβαιώθηκε σε βάρος του προσφεύγοντος παράβαση του άρθρου 42 του ΚΟΚ και, μεταξύ άλλων, επιβλήθηκε η διοικητική κύρωση της αφαίρεσης της άδειας ικανότητας οδήγησης για χρονικό διάστημα τριών (3) μηνών. Ακολούθως, κατά τον τροχονομικό έλεγχο που διενεργήθηκε στις 12.9.2024 και ώρα 18.00 στα Χανιά στο 2ο χιλιόμετρο Π.Ε.Ο. Χανίων – Κισσάμου, ο προσφεύγων καταλήφθηκε να οδηγεί το ίδιο ως άνω όχημα, ευρισκόμενος υπό την επήρεια οινοπνεύματος σε ποσοστό 0,80 χιλιοστών του γραμμαρίου ανά λίτρο εκπνεόμενου αέρα κατά την πρώτη μέτρηση (17.42’), και σε ποσοστό 0,87 χιλιοστών του γραμμαρίου ανά λίτρο εκπνεόμενου αέρα κατά τη δεύτερη μέτρηση (18.00’). Ειδικότερα, οι μετρήσεις διενεργήθηκαν με τη χρήση ηλεκτρονικού αλκοολομέτρου τύπου Lion SD-400 (με τελευταία βαθμονόμηση 12.5.2024) και εκτυπώθηκαν οι υπ’ αριθμ. … και … χαρτοταινίες, στις οποίες έχουν τεθεί οι υπογραφές των αστυνομικών οργάνων, καθώς και του προσφεύγοντος. Κατόπιν τούτων, με τη με αριθμ. …/12.9.2024 πράξη βεβαίωσης παράβασης, βεβαιώθηκε σε βάρος του προσφεύγοντος παράβαση του άρθρου 42 του ΚΟΚ και επιβλήθηκε η διοικητική κύρωση της αφαίρεσης της άδειας ικανότητας οδήγησης για χρονικό διάστημα έξι (6) μηνών. Κατόπιν διαπίστωσης των ανωτέρω, με την προσβαλλόμενη υπ’ αριθμ. …/17.9.2024 απόφαση της Διοικήτριας του Τμήματος Τροχαίας Χανίων αποφασίστηκε η μετατροπή του χρόνου αφαίρεσης της άδειας οδήγησης του προσφεύγοντος για την ως άνω δεύτερη παράβαση, από έξι μήνες σε πέντε έτη, διότι κατά τα ανωτέρω καταλήφθηκε να οδηγεί υπό την επήρεια οινοπνεύματος εντός δύο ετών από την προηγούμενη παράβαση της οδήγησης υπό την επίδραση οινοπνεύματος, η δε συγκέντρωση του τελευταίου στο αίμα του, κατά τη νέα αυτή παράβαση, μετρούμενη με συσκευή αλκοολόμετρου, βρέθηκε να είναι άνω των 0,60 χιλιοστών του γραμμαρίου ανά λίτρο εμπνεόμενου αέρα.
Κρίση του Δικαστηρίου ότι ο προβαλλόμενος λόγος περί αναρμοδιότητας της Διοικήτριας του ΤΤ Χανίων είναι απορριπτέος προεχόντως ως αλυσιτελώς προβαλλόμενος, δοθέντος ότι ο προσφεύγων δεν αμφισβητεί με την προσφυγή του κατά τρόπο σαφή και συγκεκριμένο τη νομιμότητα της μέτρησης και τα κρίσιμα πραγματικά περιστατικά, στα οποία στηρίζεται η πράξη επιβολής της επίδικης διοικητικής κύρωσης, η οποία εκδίδεται κατά δέσμια αρμοδιότητα των αστυνομικών οργάνων. Συνεπώς, το αρμόδιο, κατά τους ισχυρισμούς του προσφεύγοντος, διοικητικό όργανο (ανακριτικός υπάλληλος που διενήργησε την αλκοολομέτρηση), ακόμη και αν δεν είχε συντελεσθεί η προβαλλόμενη τυπική πλημμέλεια (της επικαλούμενης αναρμοδιότητας), σε κάθε περίπτωση όφειλε να έχει εκδώσει την πράξη με το ίδιο ακριβώς περιεχόμενο (ΣτΕ 3380/2011, 671/2011, 425/2010). Άλλωστε, ο ως άνω ισχυρισμός είναι απορριπτέος και ως αβάσιμος, δεδομένου ότι η Διοικήτρια του Τμήματος Τροχαίας Χανίων ήταν σε κάθε περίπτωση αρμόδια (ΔΕφΑθ 2783/2018) να εκδώσει την προσβαλλόμενη υπ’ αριθμ. …/2024 απόφαση, με την οποία διόρθωσε με πλήρως αιτιολογημένη νέα κρίση την προγενέστερη υπ’ αριθμ. …/12.9.2024 πράξη βεβαίωσης παράβασης, εφόσον διαπιστώθηκε μεταγενέστερα και ύστερα από έλεγχο που διενεργήθηκε στα ηλεκτρονικά αρχεία της ΕΛΑΣ, ότι ο προσφεύγων ήταν υπότροπος. Το γεγονός αυτό (της υποτροπής) δεν ήταν δυνατό να διαπιστωθεί με βεβαιότητα και να εκτιμηθεί από το ενεργούν όργανο κατά τη διενέργεια του τροχονομικού ελέγχου, καθώς απαιτείται να λάβει χώρα έλεγχος του διοικητικού φακέλου του παραβάτη στο ηλεκτρονικό σύστημα της Τροχαίας, χρονολογική διασταύρωση των παραβάσεων και εξέταση εάν πληρούνται οι όροι του άρθρου 42 παρ. 8 του ΚΟΚ. Εξάλλου, ο λόγος της προσφυγής περί μη νόμιμης αιτιολογίας της προσβαλλόμενης πράξης προβάλλεται αλυσιτελώς, καθώς το διοικητικό δικαστήριο, ως δικαστήριο ουσίας, δεν μπορεί να ακυρώσει την προσβαλλόμενη πράξη για λόγους αναγόμενους στη νομιμότητα ή επάρκεια της αιτιολογίας της, αλλά οφείλει να ερευνήσει το ίδιο εάν συντρέχουν οι απαιτούμενες προϋποθέσεις της έκδοσής της (πρβ. ΣτΕ 1818-1820/2015, 1496/1998 7μ κ.ά.), ενώ ο επικουρικώς προβαλλόμενος λόγος περί μη αναγραφής των διατάξεων που θεμελιώνουν την αρμοδιότητα του Διοικητή, σε κάθε δε περίπτωση είναι και αυτός αλυσιτελής (πρβ. ΣτΕ 3321/2015, 2282/2014, 885/2011), δεδομένου ότι η παράλειψη αναφοράς των εφαρμοστέων διατάξεων δεν αποτελεί ουσιώδες και αναγκαίο στοιχείο για τη νομιμότητα και το κύρος της διοικητικής πράξης, κατ’ άρθρο 16 παρ. 1 του κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν. 2690/1999 (Α’ 45) Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ΚΔΔιαδ).
Κρίση του Δικαστηρίου ότι δεν βρίσκει έδαφος εφαρμογής ο έλεγχος των άκρων ορίων της με την αρχή της αναλογικότητας (πρβ. ΣτΕ 1666/2016, 3956/2014), λόγω του τυπικού χαρακτήρα των παραβάσεων και της έκδοσης της προσβαλλόμενης πράξης βάσει αντικειμενικών προϋποθέσεων, δεδομένου ότι η προσβαλλόμενη πράξη δεν εκδόθηκε κατά διακριτική ευχέρεια, αλλά αντιθέτως κατά δέσμια αρμοδιότητα, άμα τη διαπιστώσει δύο παραβάσεων για οδήγηση υπό την επήρεια οινοπνεύματος εντός δύο ετών. Σε κάθε πάντως περίπτωση, οι διατάξεις του άρθρου 42 του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας [(ΚΟΚ), που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 2696/1999 (Α’ 57), όπως το άρθρο τούτο αντικαταστάθηκε με το άρθρο 43 παρ. 2 του ν. 2963/2001 (Α’ 268)], με τις οποίες θεσπίζεται διαβάθμιση των επιβαλλόμενων προστίμων και του χρόνου αφαίρεσης της άδειας ικανότητας οδήγησης ανάλογα με το διαπιστούμενο ποσοστό συγκέντρωσης αλκοόλ στον οργανισμό των οδηγών, προβλέπεται δε η αφαίρεση της άδειας οδήγησης για χρονικό διάστημα πέντε ετών μόνο στην περίπτωση της εντός διετίας υποτροπής και υπό την προϋπόθεση ότι η συγκέντρωση οινοπνεύματος υπερβαίνει τα οριζόμενα στη διάταξη αυτή υψηλά ποσοστά, ενέχουν οι ίδιες στοιχεία αναλογικότητας (πρβ. ΣτΕ Ολομ 3173/2014, 3704/2012, 1402/2005). Ειδικώς δε όσον αφορά στην εφαρμοσθείσα εν προκειμένω ρύθμιση της παρ. 8 του άρθρου 42 του ΚΟΚ, η προβλεπόμενη κύρωση δεν αποτελεί μέτρο προδήλως ακατάλληλο και απρόσφορο για την εξυπηρέτηση των σκοπών δημοσίου συμφέροντος που επιδιώχθηκαν από τον νομοθέτη, που συνίστανται στην ασφαλή διεξαγωγή της δημόσιας συγκοινωνίας και στην προστασία της ζωής, της υγείας και της σωματικής ακεραιότητας των κοινωνών της οδικής κυκλοφορίας, οδηγών και πεζών, από την επικίνδυνη οδήγηση ατόμων που βρίσκονται (καθ’ υποτροπή) υπό την επήρεια οινοπνεύματος (βλ. εισηγητική έκθεση του ν. 2696/1999 και ΔΕφΘεσ 1263/2015), λαμβανομένων ιδίως υπόψη των ποικίλων και σοβαρών κινδύνων που συνεπάγεται η καθ’ υποτροπή παραβίαση των ως άνω διατάξεων, καθόσον η αφαίρεση της άδειας ικανότητας οδήγησης για ορισμένο χρονικό διάστημα μετά από την τέλεση της δεύτερης παράβασης (οδήγησης υπό μέθη) εντός συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος, και εφόσον η δεύτερη παράβαση είναι τέτοιας έντασης (διαπίστωση κατανάλωσης άνω κάποιου ορίου), ώστε ο παραβάτης να μπορεί δυνητικά να βλάψει άλλους συμπολίτες του, παρίσταται προσήκουσα και εύλογη και μέσω αυτής επιδιώκεται τόσο ο αυστηρός κολασμός του συγκεκριμένου παραβάτη όσο και η αποτροπή της τέλεσης νέων παραβάσεων είτε από τον ίδιο είτε από άλλους οδηγούς. Άλλωστε, το παραπάνω στοιχείο (ότι δηλαδή ο παραβάτης καταλαμβάνεται για δεύτερη φορά να οδηγεί υπό την επίδραση σημαντικής ποσότητας οινοπνεύματος) είναι ικανό να δικαιολογήσει τη διαφοροποίηση της κύρωσης της παρ. 8 του άρθρου 42 του ΚΟΚ, διότι η εμμονή του παραβάτη στην προαναφερόμενη επικίνδυνη συμπεριφορά δεν επαυξάνει απλώς την απαξία της συγκεκριμένης παράβασης, αλλά αποτελεί ποιοτικό χαρακτηριστικό που διαφοροποιεί την ίδια την ουσία (τη φύση) της παράβασης προσδίδοντας σε αυτή ξεχωριστό περιεχόμενο, ούτε άλλωστε οι δυσμενείς συνέπειες της τελούν σε προφανή δυσαναλογία ή υπερακοντίζουν τον επιδιωκόμενο σκοπό του νόμου (πρβ. ΣτΕ Ολομ 3474/2011, ΣτΕ 2383/2018). Εξάλλου, ακόμη και υπό την εκδοχή ότι η επίδικη κύρωση αποβλέπει ταυτόχρονα στον κολασμό του παραβάτη και, ως εκ τούτου, ενόψει και της βαρύτητάς της, έχει κατ’ ουσίαν ποινικό χαρακτήρα (βλ. ΕΔΔΑ, απόφαση της 13ης.12.2005 στην υπόθεση 73661/01, Nilsson κατά Σουηδίας και απόφαση της 28ης.6.2011 στην υπόθεση 0301/04, Pop κατά Ρουμανίας), η επιβολή της δεν αντίκειται στο άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος και στο άρθρο 6 της ΕΣΔΑ, όπως προβάλλεται με το δικόγραφο. Και τούτο διότι, η κύρωση της αφαίρεσης της άδειας ικανότητας οδήγησης προβλέπεται από αρκούντως σαφή διάταξη ουσιαστικού νόμου, ενώ, το κατοχυρωμένο στα άρθρα 20 παρ. 1 του Συντάγματος και 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ δικαίωμα αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας δεν αποκλείει την ανάθεση σε όργανα της Διοίκησης της επιβολής κυρώσεων με κατ’ ουσίαν ποινικό χαρακτήρα, εφόσον πάντως αυτές υπόκεινται στον έλεγχο δικαιοδοτικού οργάνου ο οποίος, από την άποψη των εξουσιών του τελευταίου, κρίνεται επαρκής (βλ. ΕΔΔΑ απόφαση της 21ης.7.2011, στις υποθέσεις 32181/04 και 35122/05, Sigma Radio Television Ltd. κατά Κύπρου), προϋπόθεση που σε κάθε περίπτωση συντρέχει στην προκειμένη περίπτωση, δεδομένου ότι το Δικαστήριο, κρίνοντας επί της προσφυγής κατ’ ενάσκηση πλήρους δικαιοδοσίας μπορεί να αποφανθεί τόσο επί του νομικού όσο και επί του ουσιαστικού μέρους της υπόθεσης (πρβ. ΣτΕ 4456/2019 7μ, 2405/2018, ΕΔΔΑ απόφαση της 27ης.9.2011 στην υπόθεση 43509/08, Menarini Diagnostics κατά Ιταλίας).
Περαιτέρω, κρίση του Δικαστηρίου ότι άπαντες οι προβληθέντες το πρώτον με το υπόμνημα λόγοι, ήτοι α) ότι υφίσταται κίνδυνος για μόνιμη χρήση οινοπνεύματος από πλευράς του και όχι ευκαιρία για σωφρονισμό, β) ότι περιορίζονται τα δικαιώματά του στην αυτόνομη μετακίνηση με ίδια μέσα και την απόλαυση της περιουσίας του (του οχήματός του), η οποία κατοχυρώνεται στο δίκαιο της ΕΕ (49 παρ. 1 του ΧΘΔΕΕ, στο Σύμφωνο Ατομικών και Πολιτικών Δικαιωμάτων και στο άρθρο 7 της ΕΣΔΑ) και γ) ότι πρέπει να τύχει αναδρομικής εφαρμογής η ηπιότερη κύρωση που θα θεσπιστεί με το άρθρο 102 του νομοσχεδίου του νέου ΚΟΚ, ο οποίος στο άρθρο 42 προβλέπει κλιμακωτές ποινές, ήτοι αφαίρεση διπλώματος για 2 έτη σε περίπτωση δεύτερης παράβασης εντός έτους και για 7 έτη σε περίπτωση τρίτης παράβασης εντός 5ετίας, προβάλλονται απαραδέκτως από τον προσφεύγοντα, είναι δε σε κάθε περίπτωση και αβάσιμοι, καθόσον α) ο πρώτος ισχυρισμός όχι μόνο δεν αναιρεί την αναγκαιότητα της κύρωσης, (η οποία δεν έχει σωφρονιστικό χαρακτήρα, καθώς πρόκειται για προληπτικό διοικητικό μέτρο με στόχο την αποτροπή κινδύνου για τη δημόσια ασφάλεια και τη ζωή τρίτων) αλλά αντίθετα την ενισχύει, β) η πρόσβαση στο όχημα ως περιουσιακό στοιχείο δεν καταργείται, εφόσον δεν αφαιρείται η κυριότητά του, αλλά το δικαίωμα οδήγησης για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, λόγω επαναλαμβανόμενης επικίνδυνης συμπεριφοράς, ενώ η στέρηση άδειας οδήγησης δεν συνεπάγεται στέρηση ελευθερίας κίνησης και η προσωπική ελευθερία μετακίνησης δεν σημαίνει ανεμπόδιστη οδήγηση με ίδιο όχημα, αλλά δυνατότητα επιλογής μεταφορικών μέσων, και τέλος γ) η επίκληση ηπιότερης κύρωσης (ανεξαρτήτως του αν πράγματι είναι ηπιότερη από την εφαρμοζόμενη) βάσει μελλοντικής ρύθμισης είναι σε κάθε περίπτωση νομικά αβάσιμη, καθόσον ουδεμία νομική δυνατότητα υφίσταται για αναπροσαρμογή της επιβληθείσας κύρωσης με βάση μελλοντική και ενδεχομένως διαφοροποιούμενη νομοθετική πρόβλεψη.
Απορρίπτει την προσφυγή.