ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΚΑΛΛΙΘΕΑ 28.09.2022
ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
ΤΜΗΜΑ Α6 ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ: 2965
Ταχ. Δ/νση: Αριστογείτονος 19
Ταχ. Κωδ. : 17671, Καλλιθέα
Τηλέφωνο : 213 1604 553
ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Έχοντας υπ’ όψη:
- Τις διατάξεις:
α. του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ Α΄ 170), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.
β. Του άρθρου 10 της Δ. ΟΡΓ. Α 1125859 ΕΞ 2020/23.10.2020 Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. (ΦΕΚ Β΄ 4738/26.10.2020) με θέμα «Οργανισμός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)».
γ. της ΠΟΛ 1064/12.04.2017 Απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΦΕΚ Β΄ 1440/27-04-2017)
- Την ΠΟΛ 1069/4-3-2014 Εγκύκλιο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.
- Την αριθ. Δ.Ε.Δ. 1126366 ΕΞ 2016/30.08.2016 (ΦΕΚ 2759 / τ. Β΄/01.09.2016) Απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών «Παροχή εξουσιοδότησης υπογραφής».
- Την από 27.05.2022 και με αριθμό πρωτοκόλλου ……………….. ενδικοφανή προσφυγή των 1. του ………………. …………….. του ……………….., με Α.Φ.Μ. ……………., κατοίκου …………………….., επί της οδού ………………. αρ. ………, 2. της ………………. …………….. του ……………….., συζύγου του ………………… ……………………, με Α.Φ.Μ. …………………., κατοίκου ……………………………, επί της οδού …………………… αρ. …….., κατά: 1) της υπ’ αριθ. ……../2022 Οριστικής Πράξης Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος, οικονομικού έτους 2012 [διαχειριστικής χρήσης 2011], του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΚΗΦΙΣΙΑΣ, 2) της υπ’ αριθ. ………./2022 Οριστικής Πράξης Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος, οικονομικού έτους 2013 [διαχειριστικής χρήσης 2012], του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΚΗΦΙΣΙΑΣ, 3) της υπ’ αριθ. ………/2022 Οριστικής Πράξης Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος, οικονομικού έτους 2014 [διαχειριστικής χρήσης 2013], του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΚΗΦΙΣΙΑΣ, και τα προσκομιζόμενα με αυτές σχετικά έγγραφα.
- Τις ως άνω οριστικές πράξεις διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος, του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΚΗΦΙΣΙΑΣ, των οποίων ζητείται η ακύρωση, καθώς και τη σχετική έκθεση ελέγχου.
- Τις απόψεις της ανωτέρω φορολογικής αρχής.
- Την εισήγηση του ορισθέντος υπαλλήλου του Τμήματος Α6, όπως αποτυπώνεται στο σχέδιο της απόφασης.
Επί της από 27.05.2022 και με αριθμό πρωτοκόλλου ……………… ενδικοφανούς προσφυγής των 1. του ………………. …………….. του ……………….., με Α.Φ.Μ. ……………………, 2. της ………………. …………….. του ……………….., συζύγου του ……………. …………………., με Α.Φ.Μ. ……………………., η οποία κατατέθηκε εμπρόθεσμα και μετά την μελέτη και την αξιολόγηση όλων των υφιστάμενων στο σχετικό φάκελο εγγράφων και των προβαλλόμενων λόγων της ενδικοφανούς προσφυγής, επαγόμαστε τα ακόλουθα:
- Με την υπ’ αριθ. ……./2022 Οριστική Πράξη Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος, οικονομικού έτους 2012 [διαχειριστικής χρήσης 2011], του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΚΗΦΙΣΙΑΣ, επιβλήθηκε σε βάρος των προσφευγόντων, ποσό φόρου εισοδήματος 531,87 €, πλέον 650,31 € (πρόσθετος φόρος/πρόστιμο), και συνολικά 1.182,18 €.
- Με την υπ’ αριθ. ………./2022 Οριστική Πράξη Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος, οικονομικού έτους 2013 [διαχειριστικής χρήσης 2012], του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΚΗΦΙΣΙΑΣ, επιβλήθηκε σε βάρος των προσφευγόντων, ποσό φόρου εισοδήματος
1.041,15 €, πλέον 873,80 € (πρόσθετος φόρος/πρόστιμο), και συνολικά 1.914,95 €.
- Με την υπ’ αριθ. ………./2022 Οριστική Πράξη Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος, οικονομικού έτους 2014 [διαχειριστικής χρήσης 2013], του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΚΗΦΙΣΙΑΣ, επιβλήθηκε σε βάρος των προσφευγόντων, ποσό φόρου εισοδήματος 510,40 €, πλέον 312,03€ (πρόσθετος φόρος/πρόστιμο), και συνολικά 822,43 €.
Οι ως άνω διαφορές φόρου προέκυψαν, στα πλαίσια γενόμενου ελέγχου στα εισοδήματα των προσφευγόντων, σύμφωνα με τις υπ΄ αρ. ………/2021 και ………../2021 εντολές ελέγχου του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΚΗΦΙΣΙΑΣ, όπου διαπιστώθηκε βάσει της από 21.04.2022 Έκθεσης Μερικού Ελέγχου Φορολογίας Εισοδήματος, αποκρυβείσα φορολογητέα ύλη για τους προσφεύγοντες, η οποία θεωρείται προσαύξηση περιουσίας, για την οποία δεν αποδείχθηκε η πηγή και η αιτία προέλευσής τους ή ότι τα ποσά αυτά φορολογήθηκαν ή απαλλάχθηκαν νόμιμα του φόρου, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις της παρ.3 του άρθρου 48 του ν.2238/94
Ο φορολογικός έλεγχος αφού έλαβε υπόψη του όλα τα στοιχεία που είχε στην διάθεση του, καθώς και το με αρ. πρωτ. …………./2022 υπόμνημα των προσφευγόντων μετά το κοινοποιηθέν σημείωμα διαπιστώσεων άρθρου 28 ν.4174/2013, κατέληξε στα παρακάτω μη δηλωθέντα εισοδήματα, τα οποία αναλύονται ως κατωτέρω:
ΕΙΣΟΔΗΜΑ ΤΗΣ ΠΑΡ. 3 ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 48 ΤΟΥ Ν. 2238/94 ΠΟΥ ΑΦΟΡΑ ΣΤΟΝ ΠΡΟΣΦΕΥΓΟΝΤΑ | |
Χρήση | Εισόδημα από προσαύξηση περιουσίας |
2011 | 5.180,00 € |
2012 | 3.265,00 € |
2013 | 1.160,00 € |
ΕΙΣΟΔΗΜΑ ΤΗΣ ΠΑΡ. 3 ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 48 ΤΟΥ Ν. 2238/94 ΠΟΥ ΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΕΛΕΓΧΟΜΕΝΗ | |
Χρήση | Εισόδημα από προσαύξηση περιουσίας |
2011 | 2.250,00 € |
2012 | 3.265,00 € |
2013 | 1.160,00 € |
Από τον διενεργηθέντα έλεγχο συντάχθηκε η από 21.04.2022 έκθεση μερικού ελέγχου Φορολογίας Εισοδήματος, και εκδόθηκαν στο όνομα των προσφευγόντων, οι ως άνω προσβαλλόμενες Οριστικές πράξεις, οικονομικών ετών 2012, 2013 & 2014 [διαχειριστικές χρήσεις 2011, 2012 & 2013].
Οι προσφεύγοντες, με την υπό κρίση ενδικοφανή προσφυγή, ζητούν την ακύρωση /τροποποίηση των παραπάνω Πράξεων, του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΚΗΦΙΣΙΑΣ, προβάλλοντας τους παρακάτω λόγους:
‘’1. Το δικαίωμα του Δημοσίου να μας κοινοποιήσει τις ένδικες πράξεις διορθωτικού προσδιορισμού φορολογίας εισοδήματος έχει υποπέσει σε παραγραφή για το οικονομικό έτος
2012 (χρήση 2011) στις 31-12-2017, για το οικονομικό έτος 2013 (χρήση 2012) στις 31-12- 2018 και για το οικονομικό έτος 2014 (χρήση 2013) στις 31-12-2019. Δεν προέκυψαν σε βάρος της εταιρίας μας νόμιμα συμπληρωματικά στοιχεία, διότι, σύμφωνα με την πάγια νομολογία του ΣτΕ, η ανώνυμη καταγγελία και η έκθεση ελέγχου της Οικονομικής αστυνομίας δεν αποτελούν συμπληρωματικά στοιχεία που παρατείνουν την προθεσμία παραγραφής.
2. Η κρίση του ελέγχου περί είσπραξης αδικαιολόγητων ποσών από την επιχείρησή μου και η επιβολή φόρου εισοδήματος για τα οικονομικά έτη 2012 έως 2014 ήταν ουσιαστικά αβάσιμη, εσφαλμένη, αναιτιολόγητη και αόριστη, κατά παράβαση του βάρους απόδειξης που αναλογεί στη φορολογική αρχή.’’
Επειδή, αιτία ελέγχου απετέλεσε η με αρ. πρωτ. ………../…/2019 {αρ. πρωτ. Δ.Ο.Υ. ΚΗΦΙΣΙΑΣ ………../2019] πληροφοριακή έκθεση του Τμήματος Προστασίας Δημόσιας Περιουσίας της Διεύθυνσης Οικονομικής Αστυνομίας.
Στην έκθεση αυτή αναφέρεται ότι: ‘’στην Οικονομική Αστυνομία περιήλθε μήνυμα ηλεκτρονικής αλληλογραφίας από τον χρήστη της διεύθυνσης ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ……………………………………………., σύμφωνα με το οποίο το φυσικό πρόσωπο υπό στοιχεία «…………………. ……………………….» υπάλληλος του Υπουργείου Χωροταξίας, εισέπραττε χρήματα για λογαριασμό της εταιρείας με την επωνυμία «…………………………………………………………….», της οποίας διαχειριστής ήταν η σύζυγος του ελεγχόμενου, ………………… ……………………, με ειδίκευση στην συγγραφή και πώληση πτυχιακών – μεταπτυχιακών και διδακτορικών εργασιών. Σημειώνεται ότι η εν λόγω εταιρεία ελέγχεται επίσης από την υπηρεσίας μας κατόπιν της υπ΄ αρίθ. …………./2021 εντολής ελέγχου. Σύμφωνα με την καταγγελία ο …………………. ……………………. φέρεται ότι λάμβανε φακέλους με χρηματικά ποσά μέσω της εταιρείας παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών «…………………………………………….» για τα οποία δεν εκδίδονταν φορολογικά παραστατικά.’’
Συγκεκριμένα, στο ως άνω μήνυμα ηλεκτρονικής αλληλογραφίας αναφέρεται ότι: “Στην …………………………………… καταφθάνουν φάκελοι στο όνομά του, εντός των οποίων βρίσκεται ένα περιοδικό και κρυμμένα στις σελίδες του, κυρίως τυλιγμένα σε αλουμινόχαρτο ή σε carbon για την ανίχνευση τους, βρίσκονται τα χρήματα. Φυσικά δεν δίνεται καμία απόδειξη για αυτά τα χρήματα που λαμβάνει. Αυτό γίνεται σίγουρα από τον Ιανουάριο του 2013 με έξαρση το τελευταίο δίμηνο (Οκτώβριο-Νοέμβριο) και πιθανότατα και τα προηγούμενα χρόνια’’.
Σημειώνεται ότι ο καταγγέλλων έχει επισυνάψει ηλεκτρονικούς συνδέσμους, οι οποίοι εμπεριέχουν επιπλέον στοιχεία, αναφορικά με ονόματα φοιτητών και φροντιστηρίων, αποδεικτικά συνοδευτικών δελτίων ταχυμεταφορών της ……………………………………, καρτέλες φοιτητών του έτους 2013 κλπ, στο οποίο η ………………….. ………………………… (σύζυγος του ………………… …………………………. και διαχειρίστρια της ανωτέρω εταιρεία), εκτός από το ανωτέρω φροντιστήριο φέρεται να είναι υπεύθυνη λειτουργίας διαδικτυακών φροντιστηρίων με τις επωνυμίες ……………………….., ………………….., ………………….., ………………………, ΜΑΘΗΣΗ (……………………………….), τα οποία επίσης δραστηριοποιούνταν στην συγγραφή εργασιών (πτυχιακών, μεταπτυχιακών, διδακτορικών) αντί αναλόγου αντιτίμου.
Επισημαίνεται, στο σημείο αυτό, ότι τα διαλαμβανόμενα στην από 22/04/2019 πληροφοριακή έκθεση ελέγχου της Οικονομικής Αστυνομίας, αφορούν στην εταιρεία …………………………………………………………., με ΑΦΜ: ………………………, η οποία επίσης ελέγχεται από την Δ.Ο.Υ. ΚΗΦΙΣΙΑΣ. Στην έκθεση αυτή γίνεται η περιγραφή του τρόπου λειτουργίας του φροντιστηρίου, που λειτουργεί κάτω από τη δηλωθείσα εταιρική μορφή.
Περαιτέρω, από τον φορολογικό έλεγχο ζητήθηκαν και αντλήθηκαν στοιχεία από το Σύστημα Μητρώου Τραπεζικών Λογαριασμών. Από τα στοιχεία αυτά, προέκυψαν πρωτογενείς καταθέσεις, που υπάρχουν σε τραπεζικούς λογαριασμούς.
Ύστερα από την επεξεργασία των δεδομένων που είχε στη διάθεσή του ο έλεγχος, κατέληξε σε ένα σύνολο πρωτογενών καταθέσεων, για τις οποίες δεν προσδιορίστηκε η πηγή προέλευσής τους,
Επειδή, οι προσφεύγοντες ισχυρίζονται, ότι: ‘’Το δικαίωμα του Δημοσίου να μας κοινοποιήσει τις ένδικες πράξεις διορθωτικού προσδιορισμού φορολογίας εισοδήματος έχει υποπέσει σε παραγραφή…’’
Επειδή, οι διατάξεις του ν.2238/1994 (ΦΕΚ Α’ 151/16-09-1994) ορίζουν, ότι:
Άρθρο 48.Εισόδημα και απόκτηση του
‘’3.Ως εισόδημα από υπηρεσίες ελευθερίων επαγγελμάτων λογίζεται και κάθε εισόδημα που δεν μπορεί να υπαχθεί σε κάποια από τις κατηγορίες Α’ έως Ζ’ της παρ. 2 του άρθρου 4. Σε προσαύξηση περιουσίας που προέρχεται από άγνωστη ή μη διαρκή ή μη σταθερή πηγή ή αιτία, ο φορολογούμενος μπορεί να κληθεί να αποδείξει είτε την πραγματική πηγή ή αιτία προέλευσής της είτε ότι φορολογείται από άλλες διατάξεις είτε ότι απαλλάσσεται από το φόρο με ειδική διάταξη, προκειμένου αυτό να μην φορολογηθεί ως εισόδημα από υπηρεσίες ελευθερίων επαγγελμάτων της χρήσης κατά την οποία επήλθε η προσαύξηση.’’
Άρθρο 68.Έκδοση φύλλων ελέγχου
‘’1.Με βάση τα αποτελέσματα του ελέγχου ο προϊστάμενος της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας εκδίδει φύλλα ελέγχου προσδιορισμού του φόρου, ….
2. Φύλλο ελέγχου και αν ακόμη έγινε οριστικό δεν αποκλείει την έκδοση και κοινοποίηση συμπληρωματικού φύλλου ελέγχου, αν:
α) από συμπληρωματικά στοιχεία, που περιήλθαν σε γνώση του προϊσταμένου της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας, εξακριβώνεται ότι το εισόδημα του φορολογουμένου υπερβαίνει αυτό που έχει περιληφθεί στο προηγούμενο φύλλο ελέγχου, β) η δήλωση που υποβλήθηκε ή τα έντυπα ή οι καταστάσεις που τη συνοδεύουν αποδεικνύονται ανακριβή ή γ) περιέλθουν σε γνώση του προϊσταμένου της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας στοιχεία βάσει της αμοιβαίας διοικητικής συνδρομής από φορολογικές ή τελωνειακές αρχές άλλων Κρατών – Μελών της Ε.Ε. ή τρίτων χωρών που αποδεικνύονται ανακριβείς οι συναλλαγές, έστω και αν αυτά ζητήθηκαν πριν από την έκδοση του οριστικού φύλλου ελέγχου ή δ) περιέλθουν στις φορολογικές αρχές στοιχεία κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 9 του άρθρου
26 του ν. 3728/2008 (Α΄258)……’’
Άρθρο 84.Παραγραφή
‘’1.Η κοινοποίηση φύλλου ελέγχου, κατά τις διατάξεις του άρθρου 69, δεν μπορεί να γίνει μετά την πάροδο πενταετίας από το τέλος του έτους μέσα στο οποίο λήγει η προθεσμία για την επίδοση της δήλωσης. Το δικαίωμα του Δημοσίου για επιβολή του φόρου παραγράφεται μετά την πάροδο της πενταετίας.
4.Το δικαίωμα του Δημοσίου για την ενέργεια αρχικής ή συμπληρωματικής φορολογικής εγγραφής και την επιβολή φόρων, πρόσθετων φόρων, για φορολογικές παραβάσεις, παραγράφεται μετά την πάροδο δεκαετίας, εφόσον η μη ενάσκηση του, έστω και κατά ένα μέρος, οφείλεται:
α) Στην από πρόθεση πράξη ή παράλειψη του φορολογουμένου με τη σύμπραξη του αρμόδιου φορολογικού οργάνου.
β) Σε οποιαδήποτε από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 68, ανεξάρτητα από το εάν έχει εκδοθεί και κοινοποιηθεί ή όχι, αρχικό φύλλο ελέγχου. Όταν τα συμπληρωματικά στοιχεία περιέρχονται στον προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας το τελευταίο έτος της παραγραφής, ο χρόνος αυτής παρατείνεται για ένα ακόμη ημερολογιακό έτος.’’
Επειδή, οι διατάξεις του ν.4174/2013 (ΦΕΚ Α’ 170/26-07-2013), ορίζουν, ότι:
Άρθρο 36.Παραγραφή
‘’1. Η Φορολογική Διοίκηση μπορεί να προβεί σε έκδοση πράξης διοικητικού, εκτιμώμενου ή διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εντός πέντε (5) ετών από τη λήξη του έτους εντός του οποίου λήγει η προθεσμία υποβολής δήλωσης.
3.α. Εξαιρετικά, πράξη διοικητικού, εκτιμώμενου ή διορθωτικού προσδιορισμού φόρου μπορεί να εκδοθεί εντός δέκα (10) ετών από τη λήξη του έτους εντός του οποίου λήγει η προθεσμία για την υποβολή της δήλωσης ή της τελευταίας δήλωσης σε περίπτωση που προβλέπεται η υποβολή περισσότερων δηλώσεων:
(α) σε περίπτωση που ο φορολογούμενος δεν έχει υποβάλει δήλωση εντός της περιόδου που αναφέρεται στην παράγραφο 1,
(β) σε περίπτωση που μετά την πενταετία περιέλθουν σε γνώση οποιασδήποτε Υπηρεσίας της Φορολογικής Διοίκησης νέα στοιχεία ή πληροφορίες που δεν θα μπορούσαν να είναι σε γνώση αυτής εντός της πενταετίας και προκύπτει ότι η φορολογική οφειλή υπερβαίνει αυτήν που είχε προσδιορισθεί βάσει προηγούμενου άμεσου, διοικητικού, εκτιμώμενου ή διορθωτικού προσδιορισμού φόρου και μόνο για το ζήτημα στο οποίο αφορούν.
β. Σε περίπτωση που μετά από την περαίωση ανέλεγκτων χρήσεων βάσει ειδικών διατάξεων νόμου ή μετά από την έκδοση της αρχικής πράξης προσδιορισμού φόρου και εντός πενταετίας, από τη λήξη του έτους εντός του οποίου λήγει η προθεσμία υποβολής αρχικής δήλωσης, περιέλθουν σε γνώση της Φορολογικής Διοίκησης νέα στοιχεία, κατά την έννοια των διατάξεων της παραγράφου 5 του άρθρου 25, οι σχετικές πράξεις προσδιορισμού φόρου και επιβολής προστίμου, βάσει περαίωσης ή βάσει ελέγχου που έχει διενεργηθεί πριν από την 1.1.2014 ή βάσει πλήρους ελέγχου που έχει διενεργηθεί από την 1.1.2014 και μετά, πρέπει να εκδοθούν κατά περίπτωση εντός της πενταετούς προθεσμίας παραγραφής σύμφωνα με το άρθρο 36 παράγραφος 1 του παρόντος Κώδικα ή το άρθρο 84 παράγραφος 1 του ν.2238/1994 ή το άρθρο 57 παράγραφος 1 του ν.2859/2000.
Εφόσον περιέλθουν σε γνώση της Φορολογικής Διοίκησης συμπληρωματικά στοιχεία κατά το τελευταίο έτος της αρχικής (πενταετούς) παραγραφής, το δικαίωμα της Φορολογικής Διοίκησης να εκδώσει πράξη προσδιορισμού φόρου παρατείνεται κατά ένα (1) έτος.
Άρθρο 72.Μεταβατικές διατάξεις (Πρώην άρθρο 66)
11. Διατάξεις περί παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου να κοινοποιεί φύλλα ελέγχου και πράξεις προσδιορισμού φόρου, τελών, εισφορών, προστίμων, προϊσχύουσες του άρθρου 36 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, εξακολουθούν να έχουν εφαρμογή για τις χρήσεις, τις περιόδους, τις υποθέσεις και τις φορολογικές υποχρεώσεις τις οποίες αφορούν. Κατ’ εξαίρεση, οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 36 εφαρμόζονται και για περιπτώσεις φοροδιαφυγής, η οποία διαπράχθηκε πριν την εφαρμογή του Κώδικα, εάν, κατά τη θέση αυτού σε ισχύ, το δικαίωμα του Δημοσίου δεν έχει παραγραφεί…..’’.
Επειδή, σύμφωνα με την 172/2018 απόφαση του ΣτΕ: ‘’Δεν αποτελούν συμπληρωματικά στοιχεία εκείνα τα οποία είτε είχαν περιέλθει σε γνώση της φορολογικής αρχής εντός της προβλεπόμενης στην παράγραφο 1 του ανωτέρω άρθρου 84 πενταετίας και αγνοήθηκαν ή δεν ελήφθησαν προσηκόντως υπόψη από αυτήν (πρβλ. ΣτΕ 3296/2008, ΣτΕ 2703/1997, ΣτΕ 2473/1996) είτε η φορολογική αρχή όφειλε να έχει λάβει γνώση τους, εντός της ίδιας πενταετίας, εάν είχε επιδείξει την δέουσα επιμέλεια (πρβλ. ΣτΕ 2426/2002, ΣτΕ 2700/1965), ήτοι εάν είχε λάβει τα προσήκοντα μέτρα ελέγχου και έρευνας, που προβλέπονται στο νόμο. Επειδή, η διάταξη της περιπτ. β της παρ. 4 του άρθρου 84 του ν.2238/1994 (ΚΦΕ), παραπέμποντας στο άρθρο 68 παρ. 2 του ίδιου Κώδικα, προβλέπει δεκαετή προθεσμία παραγραφής, όχι μόνο όταν η φορολογική αρχή διαπιστώνει την ύπαρξη φορολογητέας ύλης από «συμπληρωματικά στοιχεία» που περιήλθαν σε γνώση της μετά την πάροδο της κατ’ αρχήν προβλεπόμενης πενταετούς προθεσμίας παραγραφής (περιπτ. α της παραγράφου 2 του άρθρου 68), αλλά και όταν η υποβληθείσα δήλωση φόρου εισοδήματος αποδεικνύεται ανακριβής (περιπτ. β της παραγράφου 2 του άρθρου 68). Οι δύο αυτές περιπτώσεις νομοθετικής παρέκτασης στη δεκαετία του χρόνου παραγραφής είναι εμφανές ότι αλληλοκαλύπτονται, δεδομένου ότι τα στοιχεία που αποδεικνύουν την ύπαρξη μη δηλωθέντος εισοδήματος και περιέρχονται μετά την πενταετία σε γνώση της φορολογικής αρχής τεκμηριώνουν, κατ’ αρχήν, και την (αντικειμενική) ανακρίβεια της υποβληθείσας δήλωσης. Ενόψει τούτου και όσων έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά στη σκέψη 12, υπό το φως της συνταγματικής αρχής της αναλογικότητας, δεν συντρέχει περίπτωση εφαρμογής της διάταξης της περιπτ. β της παραγράφου 4 του άρθρου 84 του ΚΦΕ, σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 68 παρ. 2 περιπτ. β του ΚΦΕ, περί δεκαετούς παραγραφής, εάν η ανακρίβεια της δήλωσης αποδεικνύεται, κατά την εκτίμηση της-φορολογικής αρχής, βάσει στοιχείων για το υπόλοιπο ή/και τις κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών του φορολογούμενου στην ημεδαπή. Ούτε το σύνολο των πρωτογενών καταθέσεων που εμφανίζεται στην πληροφοριακή έκθεση ελέγχου φορολογίας εισοδήματος του Σ.Δ.Ο.Ε. και στους οικείους πίνακες, ούτε η πληροφοριακή έκθεση ελέγχου φορολογίας εισοδήματος του Σ.Δ.Ο.Ε., ούτε η ανώνυμη καταγγελία, για την οποία συντάχθηκε το ……………../2011 πληροφοριακό δελτίο του Σ.Δ.Ο.Ε. αποτελούσαν συμπληρωματικά στοιχεία κατά την έννοια της παρ.2 του άρθρου 68 του ν.2238/1994 (Κ.Φ.Ε.), το οποίο και βρίσκει εφαρμογή δυνάμει της παραγράφου 10 του άρθρου μόνου της ΑΎ.Ο. ΠΟΛ.1019/28.1.2011 -αντί της διάταξης της παρ. 4 του άρθρου 9 του ν.3888/2010, στην οποία αναφέρεται το Δημόσιο με το προμνημονευόμενο υπόμνημα του- ικανά να δικαιολογήσουν την έκδοση συμπληρωματικής πράξης (ήδη πράξης διορθωτικού προσδιορισμού, βλ. άρθρο 72 παρ. 1 ν.4174/2013).’’
Επειδή, σύμφωνα με την 2934/2017 απόφαση του ΣτΕ, ‘’Τα στοιχεία τραπεζικών καταθέσεων του φορολογούμενου στην ημεδαπή δεν μπορούν να θεωρηθούν ως «συμπληρωματικά στοιχεία», κατά την έννοια των διατάξεων του ΚΦΕ.’’ …… Σκέψη 12 ‘’ ….. Συνεπώς, δεν αποτελούν συμπληρωματικά στοιχεία εκείνα τα οποία είτε είχαν περιέλθει σε γνώση της φορολογικής αρχής εντός της προβλεπόμενης στην παράγραφο 1 του ανωτέρω άρθρου 84 πενταετίας και αγνοήθηκαν ή δεν ελήφθησαν προσηκόντως υπόψη από αυτήν (πρβλ. ΣτΕ 3296/2008, ΣτΕ 2703/1997, ΣτΕ 2473/1996) είτε η φορολογική αρχή όφειλε να έχει λάβει γνώση τους, εντός της ίδιας πενταετίας, εάν είχε επιδείξει την δέουσα επιμέλεια (πρβλ. ΣτΕ 2426/2002, ΣτΕ 2700/1965), ήτοι εάν είχε λάβει τα προσήκοντα μέτρα ελέγχου και έρευνας, που προβλέπονται στο νόμο.
Περαιτέρω, σύμφωνα με όσα έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά στην σκέψη 10, μεταξύ των βασικών και τακτικών μέσων του φορολογικού ελέγχου της ακρίβειας των δηλώσεων εισοδήματος, ο οποίος, κατά τα προεκτεθέντα, πρέπει να διενεργείται, κατ’ αρχήν, εντός της προβλεπόμενης στο ανωτέρω άρθρο 84 παρ. 1 πενταετίας, είναι και η εξέταση του υπόλοιπου και των κινήσεων των τραπεζικών λογαριασμών του φορολογούμενου στην ημεδαπή. Τούτων έπεται ότι στοιχεία για το υπόλοιπο ή/και τις κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών του φορολογούμενου στην ημεδαπή δεν αποτελούν «συμπληρωματικά στοιχεία», ικανά να δικαιολογήσουν (ενόψει και των επιταγών της συνταγματικής αρχής της αναλογικότητας) την επιμήκυνση της (κατ’ αρχήν οριζόμενης, πενταετούς) προθεσμίας παραγραφής, σύμφωνα με το άρθρο 84 παρ. 4 περιπτ. β, σε συνδυασμό με το άρθρο 68 παρ. 2 περιπτ. α του ΚΦΕ. …. Σκέψη 16. ‘’Επειδή, το αναιρεσείον Δημόσιο προβάλλει ότι κατ’ εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 84 παρ. 4 περιπτ. β του ΚΦΕ, σε συνδυασμό με εκείνη του άρθρου 68 παρ. 2 περιπτ. α του ΚΦΕ, το δικάσαν Διοικητικό Εφετείο έκρινε, σε σχέση με τη χρήση του 2007, ότι δεν συνέτρεχε περίπτωση εφαρμογής των εν λόγω διατάξεων (περί δεκαετούς παραγραφής) στην παρούσα υπόθεση, με το σκεπτικό ότι τα στοιχεία τραπεζικών καταθέσεων του φορολογούμενου στην ημεδαπή δεν μπορούν να θεωρηθούν ως «συμπληρωματικά στοιχεία», κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων. Προς θεμελίωση του παραδεκτού του λόγου, ενόψει της διάταξης του άρθρου 53 παρ. 3 του π.δ. 18/1989, διατυπώνεται ο ισχυρισμός ότι δεν υπάρχει νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας για το εν λόγω νομικό ζήτημα. Ο τελευταίος αυτός ισχυρισμός είναι βάσιμος και, συνεπώς, ο παραπάνω λόγος αναίρεσης προβάλλεται παραδεκτώς.
Ωστόσο, σύμφωνα με όσα έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά στη σκέψη 12, το Δημόσιο προβάλλει αβάσιμα ότι τα στοιχεία των τραπεζικών καταθέσεων του πατέρα της αναιρεσίβλητης αποτελούσαν «συμπληρωματικά στοιχεία».
Εξάλλου, σύμφωνα με όσα έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά στη σκέψη 14, δεν μπορούσε να τύχει εφαρμογής ούτε ο συνδυασμός των διατάξεων του άρθρου 84 παρ. 4 περιπ. β και του άρθρου 68 παρ. 2 περιπτ. β του ΚΦΕ, περί δεκαετούς παραγραφής λόγω ανακρίβειας της υποβληθείσας δήλωσης (το ζήτημα εφαρμογής των διατάξεων αυτών όφειλε να εξετάσει το δικάσαν Διοικητικό Εφετείο, κρίνοντας επί του λόγου προσφυγής περί παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου προς έκδοση των επίδικων καταλογιστικών πράξεων, έστω κι αν το Δημόσιο δεν τις επικαλέσθηκε κατά τη διατύπωση των σχετικών αμυντικών ισχυρισμών του, εφόσον με τις επίμαχες πράξεις διαπιστώθηκε ανακρίβεια των δηλώσεων που είχαν υποβληθεί για τα αντίστοιχα έτη και επιβλήθηκε, συναφώς, πρόσθετος φόρος). Τούτων έπεται ότι ο παραπάνω λόγος αναίρεσης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Μειοψήφησε ο Σύμβουλος Μιχ. Πικραμένος, ο οποίος υποστήριξε ότι ο λόγος πρέπει να θεωρηθεί βάσιμος, σύμφωνα με τη γνώμη που διατύπωσε στη σκέψη 13.’’ Παρόμοια και η 2935/2017 απόφαση του ΣτΕ.
Επειδή, σύμφωνα με την 772/2022 απόφαση του ΣτΕ: ‘’Φορολογία εισοδήματος. Οι κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών του φορολογουμένου δεν αποτελούν συμπληρωματικά στοιχεία επί τη βάσει των οποίων είναι επιτρεπτός ο επανέλεγχος εκ μέρους της φορολογικής αρχής και η έκδοση καταλογιστικής πράξης, εντός της πενταετούς προθεσμίας παραγραφής, επί υποθέσεων χρήσεως που έχουν υπαχθεί σε περαίωση. Εσφαλμένη αντίθετη κρίση της προσβαλλόμενης απόφασης.’’
Επειδή, με τις αποφάσεις του ΣτΕ (ΣτΕ 2934/2017, ΣτΕ 2935/2017, ΣτΕ 172/2018 και ΣτΕ 173/2018) κρίθηκε ότι «συμπληρωματικά στοιχεία», κατά την έννοια της διάταξης της περιπτ. β της παραγράφου 4 του άρθρου 84 του Κ.Φ.Ε., σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 68 παρ. 2 περιπτ. α του Κ.Φ.Ε., είναι στοιχεία αποδεικτικά της ύπαρξης μη δηλωθέντος φορολογητέου εισοδήματος, τα οποία δικαιολογημένα δεν είχε υπόψη της η φορολογική αρχή κατά την οριζόμενη στο άρθρο 84 παρ. 1 του Κ.Φ.Ε. πενταετία. Συνακόλουθα, ενόψει της παραπάνω ερμηνείας, με τις αποφάσεις ΣτΕ 2934/2017 και ΣτΕ 2935/2017 του Δικαστηρίου κρίθηκε ότι δεν αποτελούσαν «συμπληρωματικά στοιχεία» τα στοιχεία των τραπεζικών καταθέσεων στην ημεδαπή του …….. της αναιρεσίβλητης, σε υπόθεση ………… είχε παραδοθεί στο φορολογικό έλεγχο εμπιστευτικό έγγραφο της …….. μαζί με οπτικό ψηφιακό δίσκο (CD) που περιελάμβανε, αφενός, στοιχεία στα οποία ο ……… φερόταν «κάτοχος τραπεζικών λογαριασμών ή και λοιπών προϊόντων στην τράπεζα ………………, κατά το χρονικό διάστημα ………. και, αφετέρου, στοιχεία από ελληνικά τραπεζικά ιδρύματα ανά τράπεζα και τραπεζικό λογαριασμό των οποίων ήταν κάτοχος ο ίδιος φορολογούμενος από το έτος …… έως το έτος ………
Περαιτέρω, με τις ως άνω αποφάσεις ΣτΕ 172/2018 και ΣτΕ 173/2018 του Δικαστηρίου κρίθηκε, ειδικότερα, ότι δεν αποτελούσαν «συμπληρωματικά στοιχεία» κατά την παραπάνω έννοια (i) το σύνολο των πρωτογενών καταθέσεων του αναιρεσείοντος που εμφανίζονταν σε πληροφοριακή έκθεση ελέγχου φορολογίας εισοδήματος του Σ.Δ.Ο.Ε., με την οποία έγινε επεξεργασία των στοιχείων που προέκυπταν από τις τραπεζικές καταθέσεις, με αντιπαραβολικό έλεγχό τους με τα βιβλία και στοιχεία καθώς και τις δηλώσεις φόρου εισοδήματος του αναιρεσείοντος, και (ii) ανώνυμη καταγγελία και σχετικό πληροφοριακό δελτίο του Σ.Δ.Ο.Ε., με το οποίο ζητήθηκε να διενεργηθεί έλεγχος για φοροδιαφυγή ορισμένων προσώπων, ανάμεσα στα οποία και ο αναιρεσείων, αφού από αυτά δεν αποδεικνυόταν η ύπαρξη μη δηλωθέντος εισοδήματος από τον αναιρεσείοντα.
Εξάλλου, από την ανωτέρω νομολογία προκύπτει ότι οι διαπιστώσεις και τα συμπεράσματα του φορολογικού ελέγχου δεν συνιστούν «συμπληρωματικά στοιχεία», σύμφωνα με το άρθρο 84 παρ. 4 περιπτ. β, σε συνδυασμό με το άρθρο 68 παρ. 2 περιπτ. α του Κ.Φ.Ε. (βλ. ΣτΕ 658/2020, ΣτΕ 1348/2020).
Επειδή, οι διατάξεις του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ Α’ 170/26-07-2013), ορίζουν, ότι:
Άρθρο 66.Εγκλήματα φοροδιαφυγής
‘’1.Έγκλημα φοροδιαφυγής διαπράττει όποιος με πρόθεση:
α) προκειμένου να αποφύγει την πληρωμή φόρου εισοδήματος, ενιαίου φόρου ιδιοκτησίας ακινήτων (ΕΝΦΙΑ) ή ειδικού φόρου ακινήτων (ΕΦΑ), αποκρύπτει από τα όργανα της Φορολογικής Διοίκησης φορολογητέα εισοδήματα από οποιαδήποτε πηγή ή περιουσιακά στοιχεία, ιδίως παραλείποντας να υποβάλει δήλωση ή υποβάλλοντας ανακριβή δήλωση ή καταχωρίζοντας στα λογιστικά αρχεία εικονικές (ολικά ή μερικά) δαπάνες ή επικαλούμενος στη φορολογική δήλωση τέτοιες δαπάνες, ώστε να μην εμφανίζεται φορολογητέα ύλη ή να εμφανίζεται αυτή μειωμένη,
β) προκειμένου να αποφύγει την πληρωμή του φόρου προστιθέμενης αξίας, του φόρου κύκλου εργασιών, του φόρου ασφαλίστρων και των παρακρατούμενων και επιρριπτόμενων φόρων, τελών ή εισφορών, δεν αποδίδει ή αποδίδει ανακριβώς ή συμψηφίζει ή εκπίπτει ανακριβώς αυτούς, καθώς και όποιος παραπλανά τη Φορολογική Διοίκηση με την παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών ή με την αθέμιτη παρασιώπηση ή απόκρυψη αληθινών γεγονότων και δεν αποδίδει ή αποδίδει ανακριβώς ή συμψηφίζει ή εκπίπτει ανακριβώς αυτούς ή λαμβάνει επιστροφή, καθώς και όποιος διακρατεί τέτοιους φόρους, τέλη ή εισφορές,
γ) προκειμένου να αποφύγει την πληρωμή φόρου πλοίων δεν αποδίδει ή αποδίδει ανακριβώς στο Δημόσιο το φόρο αυτόν.
2. Παρακρατούμενοι φόροι, τέλη και εισφορές είναι εκείνοι που ρητά ορίζονται σε επί μέρους διατάξεις ότι παρακρατούνται και τελικά αποδίδονται στο Δημόσιο ή άλλο φορέα από πρόσωπο διάφορο του πραγματικού φορολογούμενου.
3.Όποιος διαπράττει έγκλημα φοροδιαφυγής από τα αναφερόμενα στη παράγραφο 1 τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο (2) ετών:
α) αν ο φόρος που αναλογεί στα φορολογητέα εισοδήματα ή στα περιουσιακά στοιχεία που έχουν αποκρυβεί υπερβαίνει ανά φορολογικό ή διαχειριστικό έτος τις εκατό χιλιάδες
(100.000) ευρώ ανά είδος φόρου, ή
β) αν το προς απόδοση ποσό του κύριου φόρου, τέλους ή εισφοράς που δεν αποδόθηκε ή αποδόθηκε ανακριβώς ή επεστράφη ή συμψηφίστηκε ή εξέπεσε ή διακρατείται υπερβαίνει ανά φορολογικό ή διαχειριστικό έτος:
αα) τις πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ, εφόσον αφορά φόρο προστιθέμενης αξίας ή ββ) τις εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ ανά είδος φόρου, τέλους ή εισφοράς σε κάθε άλλη περίπτωση.
4. Επιβάλλεται κάθειρξη αν το ποσό του φόρου, τέλους ή εισφοράς της προηγούμενης παραγράφου υπερβαίνει ανά φορολογικό ή διαχειριστικό έτος τις εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ, εφόσον αφορά φόρο προστιθέμενης αξίας, ή τις εκατό πενήντα χιλιάδες (150.000) ευ ρώ σε κάθε άλλη περίπτωση φόρου, τέλους ή εισφοράς.’’
Επειδή, σύμφωνα με την ΠΟΛ.1194/2017 Παροχή διευκρινίσεων για την αντιμετώπιση των εκκρεμών υποθέσεων ελέγχων μέσω επεξεργασίας τραπεζικών λογαριασμών, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της περ. α’ της παρ. 2 του άρθ. 68 του ν.2238/1994 περί συμπληρωματικών στοιχείων
‘’1. Με την πρόσφατη νομολογία του ΣτΕ (ΣτΕ 2934/2017 και ΣτΕ 2935/2017) κρίθηκε ότι, κατά την έννοια των διατάξεων της περ. α’ της παρ. 2 του άρθ. 68 του ν.2238/1994 (ΚΦΕ) επιτρέπεται η έκδοση πράξης καταλογισμού φόρου και πρόσθετου φόρου εντός δεκαετίας από το τέλος του έτους μέσα στο οποίο λήγει η προθεσμία για την επίδοση της δήλωσης, εάν περιέλθουν σε γνώση της Φορολογικής Διοίκησης συμπληρωματικά στοιχεία, δηλαδή στοιχεία αποδεικτικά της ύπαρξης μη δηλωθέντος φορολογητέου εισοδήματος, τα οποία δικαιολογημένα δεν είχε υπόψη της η φορολογική αρχή κατά την προβλεπόμενη στην παρ. 1 του άρθ. 84 του ιδίου νόμου πενταετία. Συνεπώς, δεν αποτελούν συμπληρωματικά στοιχεία εκείνα τα οποία είτε είχαν περιέλθει σε γνώση της φορολογικής αρχής εντός της ανωτέρω πενταετίας και αγνοήθηκαν ή δεν ελήφθησαν προσηκόντως υπόψη από αυτήν, είτε η φορολογική αρχή όφειλε να έχει λάβει γνώση τους, εντός της ίδιας πενταετίας, εάν είχε επιδείξει τη δέουσα επιμέλεια, ήτοι εάν είχε λάβει τα προσήκοντα μέτρα ελέγχου και έρευνας, που προβλέπονται στο νόμο.
- Επιπλέον, με τις παραπάνω αποφάσεις του ΣτΕ κρίθηκε ότι, μεταξύ των βασικών και τακτικών μέσων του φορολογικού ελέγχου της ακρίβειας των δηλώσεων εισοδήματος είναι και η εξέταση του υπολοίπου και των κινήσεων των τραπεζικών λογαριασμών του φορολογούμενου στην ημεδαπή.
Συνεπώς, στοιχεία για το υπόλοιπο ή/και τις κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών του φορολογούμενου στην ημεδαπή δεν αποτελούν «συμπληρωματικά στοιχεία», ικανά να δικαιολογήσουν την επιμήκυνση της, κατ’ αρχήν οριζόμενης, πενταετούς προθεσμίας παραγραφής.
- Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι, σε περίπτωση που περιέλθουν σε γνώση της φορολογικής αρχής συμπληρωματικά στοιχεία κατά την έννοια των διατάξεων της περ. α’ της παρ. 2 του άρθ. 68 του ν.2238/1994 (ΚΦΕ), επιτρέπεται η έκδοση πράξεων διορθωτικού προσδιορισμού φόρου και επιβολής προστίμου αποκλειστικά για τη φορολογητέα ύλη που προκύπτει από τα στοιχεία αυτά και για το έτος στο οποίο αυτά αφορούν με την προϋπόθεση ότι, τα στοιχεία αυτά αποδεδειγμένα δεν είχε, ούτε μπορούσε δικαιολογημένα να έχει υπόψη της η ελεγκτική αρχή ώστε να τα εκτιμήσει κατά τον αρχικό φορολογικό έλεγχο (σχετ. ΣτΕ 4843/1988, ΣτΕ
2632/1996, ΣτΕ 1303/1999, ΣτΕ 572/2007, ΣτΕ 3955/2012, ΣτΕ 1623/2016).’’
Επειδή, σύμφωνα με την ΔΙ.Π.Α.Ε.Ε. αριθμ. πρωτ.: 752/2017 Παροχή οδηγιών για την ενιαία και ομοιόμορφη εφαρμογή της με αριθ. ΔΙΠΑΕΕ 1466/19.9.2017 (ΦΕΚ Β’ 3326) Απόφασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων
‘’…. Σε κάθε περίπτωση για όλες τις χρήσεις μέχρι 31/12/2013, ισχύουν και οι λοιπές διατάξεις περί παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου για έκδοση πράξεων προσδιορισμού φόρων που προβλέπονται με τα άρθρα 84 του ν.2238/1994 (Κ.Φ.Ε.) και 57 του ν.2859/2000 (Φ.Π.Α.), ενώ για τις φορολογίες κεφαλαίου (ΦΜΑ, ΦΜΑΠ, κ.λπ.) και τελών χαρτοσήμου, ισχύουν διαφορετικοί χρόνοι παραγραφής. Ειδικά για τις υποθέσεις του Κώδικα Διατάξεων Φορολογίας Κληρονομιών, Δωρεών, Γονικών Παροχών και Κερδών από τυχερά παίγνια, ισχύουν οι διατάξεις περί παραγραφής που προβλέπονται με τον ως άνω
Κώδικα (άρθ.102 ν.2961/2001) για χρήσεις μέχρι 31/12/2014.
β) Ειδικά για χρήσεις 2008 και μετά, για την εφαρμογή της διάταξης της παρ. 3 του άρθ. 36 του ν. 4174/2013 σε συνδυασμό με τις διατάξεις της παρ. 11 του άρθ. 72 του ίδιου νόμου, προϋποτίθεται να προκύπτει φοροδιαφυγή κατά την έννοια και τα όρια του άρθρου 66 του ίδιου ως άνω νόμου (σχετ. οι ΠΟΛ.1142/15.9.2016 και ΠΟΛ.1088/2017), η οποία διαπιστώνεται από τον διενεργηθέντα έλεγχο, ύστερα και από την πάροδο της προβλεπόμενης προθεσμίας για τις έγγραφες απόψεις του φορολογούμενου……’’
Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, στις 02.05.2019 περιήλθε στην Δ.Ο.Υ. ΚΗΦΙΣΙΑΣ πληροφοριακή έκθεση της Οικονομικής Αστυνομίας, στην οποία αναφέρεται ότι, ‘’περιήλθε μήνυμα ηλεκτρονικής αλληλογραφίας από τον χρήστη της διεύθυνσης ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ……………………………………………, σύμφωνα με το οποίο το φυσικό πρόσωπο υπό στοιχεία «………………. ……………….» υπάλληλος του Υπουργείου Χωροταξίας, εισέπραττε χρήματα για λογαριασμό της εταιρείας με την επωνυμία «…………………………………………………», της οποίας διαχειριστής ήταν η σύζυγος του ελεγχόμενου, ………………. ………………….…’’
Επειδή, τα διαλαμβανόμενα στην από 22.04.2019 πληροφοριακή έκθεση ελέγχου της Οικονομικής Αστυνομίας, αφορούν στην εταιρεία …………………………………………………….., με ΑΦΜ: ………………………
Επειδή, εξ αιτίας της ως άνω πληροφορικής έκθεσης, από τον φορολογικό έλεγχο ζητήθηκαν και αντλήθηκαν στοιχεία από το Σύστημα Μητρώου Τραπεζικών Λογαριασμών, όπου προέκυψαν πρωτογενείς καταθέσεις.
Επειδή, σύμφωνα με την ως άνω νομολογία του ΣτΕ, ‘’δεν αποτελούσαν «συμπληρωματικά στοιχεία» κατά την παραπάνω έννοια (i) το σύνολο των πρωτογενών καταθέσεων του αναιρεσείοντος που εμφανίζονταν σε πληροφοριακή έκθεση ελέγχου φορολογίας εισοδήματος του Σ.Δ.Ο.Ε., με την οποία έγινε επεξεργασία των στοιχείων που προέκυπταν από τις τραπεζικές καταθέσεις, με αντιπαραβολικό έλεγχό τους με τα βιβλία και στοιχεία καθώς και τις δηλώσεις φόρου εισοδήματος του αναιρεσείοντος, και (ii) ανώνυμη καταγγελία και σχετικό πληροφοριακό δελτίο του Σ.Δ.Ο.Ε., με το οποίο ζητήθηκε να διενεργηθεί έλεγχος για φοροδιαφυγή ορισμένων προσώπων’’
Επειδή, σύμφωνα με τις ως άνω διατάξεις, ‘’στοιχεία για το υπόλοιπο ή/και τις κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών του φορολογούμενου στην ημεδαπή δεν αποτελούν «συμπληρωματικά στοιχεία», ικανά να δικαιολογήσουν την επιμήκυνση της, κατ’ αρχήν οριζόμενης, πενταετούς προθεσμίας παραγραφής.’’
Επειδή, σύμφωνα με τις ως άνω διατάξεις, προϋπόθεση φορολογικού ελέγχου για τις διαχειριστικές χρήσεις 2008 και έπειτα, είναι να προκύπτει φοροδιαφυγή, κατά τις διατάξεις του άρθρου 66 ν.4174/2013 σε συνδυασμό με τις διατάξεις του άρθρου 36 § 3 και 72 § 11 του ίδιου νόμου.
Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση δεν τίθεται θέμα φοροδιαφυγής, καθόσον ο προκύπτων κύριος φόρος για μεν τη διαχειριστική χρήση 2011 είναι 531,87 €, για τη διαχειριστική χρήση 2012 είναι 1.041,15 € και για τη διαχειριστική χρήση 2013 είναι 510,40 €.
Επειδή, όλως εσφαλμένα η αρμόδια φορολογική αρχή, έλαβε ως συμπληρωματικό στοιχείο την ανώνυμη καταγγελία [στην οικεία έκθεση καθώς και στη πληροφοριακή έκθεση ελέγχου της Οικονομικής Αστυνομίας δεν αναφέρεται όνομα καταγγέλλοντος] και προχώρησε σε έλεγχο των διαχειριστικών χρήσεων 2011 – 2013.
Επειδή, ο ισχυρισμός των προσφευγόντων, ότι, ‘’η υπ’ αριθ. πρωτ. ………………../2019 πληροφοριακή έκθεση του Τμήματος Προστασίας Δημόσιας Περιουσίας της Διεύθυνσης Οικονομικής Αστυνομίας καθώς και η ανώνυμη καταγγελία επί της οποίας βασίστηκε η εν λόγω πληροφοριακή έκθεση δεν συνιστούν νόμιμα συμπληρωματικά στοιχεία, η έκθεση ελέγχου τυγχάνει προδήλως παράνομη και ως εκ τούτου πρέπει να ακυρωθούν οι επιβαλλόμενες σε βάρος μου οριστικές πράξεις κατ’ αποδοχή του σχετικού λόγου παραγραφής’’, πρέπει να γίνει δεκτός σύμφωνα με τις ως άνω διατάξεις και την νομολογία του ΣτΕ.
Επειδή, το δικαίωμα του Δημοσίου να εκδώσει και να κοινοποιήσει πράξεις διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος έχει υποπέσει σε παραγραφή για το οικονομικό έτος 2012 [διαχειριστική χρήση 2011] την 31.12.2017, για το οικονομικό έτος 2013 [διαχειριστική χρήση 2012) την 31.12.2018 και για το οικονομικό έτος 2014 [διαχειριστική χρήση 2013] την
31.12.2019.
Α π ο φ α σ ί ζ ο υ μ ε
την αποδοχή της με αριθ. πρωτ. ……………../27.05.2022 ενδικοφανούς προσφυγής των
1. του ‘…………………….. …………………….. του …………………………., με Α.Φ.Μ. ……………………., 2. της ‘………………….. ……………………….. του ………………………, συζύγου του ……………….. …………………………., με Α.Φ.Μ. ……………………, και την ακύρωση των κάτωθι πράξεων:
- της υπ’ αριθ. ………./2022 Οριστικής Πράξης Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος, οικονομικού έτους 2012 [διαχειριστικής χρήσης 2011], του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΚΗΦΙΣΙΑΣ,
Οριστική φορολογική υποχρέωση του υπόχρεου – καταλογιζόμενο ποσό φόρου εισοδήματος βάσει της παρούσης απόφασης.
Η φορολογική υποχρέωση της υπόχρεου με βάση την παρούσα απόφαση διαμορφώνεται ως εξής:
ΣΥΝΟΛΟ ΦΟΡΟΥ ΓΙΑ ΚΑΤΑΒΟΛΗ: 0,00 €
- της υπ’ αριθ. ………../2022 Οριστικής Πράξης Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος, οικονομικού έτους 2013 [διαχειριστικής χρήσης 2012], του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΚΗΦΙΣΙΑΣ,
Οριστική φορολογική υποχρέωση του υπόχρεου – καταλογιζόμενο ποσό φόρου εισοδήματος βάσει της παρούσης απόφασης.
Η φορολογική υποχρέωση της υπόχρεου με βάση την παρούσα απόφαση διαμορφώνεται ως εξής:
ΣΥΝΟΛΟ ΦΟΡΟΥ ΓΙΑ ΚΑΤΑΒΟΛΗ: 0,00 €
- της υπ’ αριθ. ………./2022 Οριστικής Πράξης Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος, οικονομικού έτους 2014 [διαχειριστικής χρήσης 2013], του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ΚΗΦΙΣΙΑΣ,
Οριστική φορολογική υποχρέωση του υπόχρεου – καταλογιζόμενο ποσό φόρου εισοδήματος βάσει της παρούσης απόφασης.
Η φορολογική υποχρέωση της υπόχρεου με βάση την παρούσα απόφαση διαμορφώνεται ως εξής:
ΣΥΝΟΛΟ ΦΟΡΟΥ ΓΙΑ ΚΑΤΑΒΟΛΗ: 0,00 €
Η παρούσα απόφαση να κοινοποιηθεί από αρμόδιο όργανο με τη νόμιμη διαδικασία στον υπόχρεο.
Ακριβές Αντίγραφο | |
Ο/Η Υπάλληλος του Αυτοτελούς Τμήματος Διοικητικής Υποστήριξης | ΜΕ ΕΝΤΟΛΗ ΤΟΥ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΥ ΤΗΣ Δ/ΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ Η ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΗ ΤΗΣ ΥΠΟΔ/ΝΣΗΣ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΩ ΣΚΟΥΡΑ |
Σ η μ ε ί ω σ η: Κατά της απόφασης αυτής επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής ενώπιον των αρμόδιων Διοικητικών Δικαστηρίων εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίησή της.