Έπεσε στα… μαλακά ελέω νέου Ποινικού Κώδικα, με τον Άρειο Πάγο να παραγράφει την ποινική δίωξη.
Περίπου 120.000 εισπράττουν συντάξεις συγγενών που έχουν αποβιώσει, όπως συνέβη και στη συγκεκριμένη περίπτωση όπου δεν δήλωσε το θάνατο της μητέρας του και έλαβε περί τα 65.000 ευρώ επί 161 μήνες αφότου είχε αποβιώσει. Το εντυπωσιακό, όμως, είναι πως ενώ επρόκειτο για παράνομη είσπραξη σύνταξης και εντοπίστηκε για την παρανομία αυτή, τελικά έμεινε στο απυρόβλητο. Με την εφαρμογή του νέου Ποινικού Κώδικα το 2019 επί ΣΥΡΙΖΑ, το αδίκημα της κατά συνήθεια και κατ’ εξακολούθηση απάτης από κακούργημα μετατράπηκε σε πλημμέλημα εφόσον το ποσό δεν υπερβαίνει τις 120.000 ευρώ, όπως αναφέρει το protothema.gr.
«Πατώντας» στη διάταξη αυτή όσοι καταδικάστηκαν επειδή εισέπρατταν παράνομα συντάξεις συγγενών τους οι οποίοι είχαν αποβιώσει εδώ και χρόνια, βρέθηκαν να αθωώνονται, εφόσον το ποσό που ενθυλάκωσαν ήταν μικρότερο των 120.000 ευρώ.
Μία από αυτές τις περιπτώσεις ήταν και του γιου συνταξιούχου η οποία απεβίωσε τον Φεβρουάριο του 1999, ο οποίος ωστόσο δεν δήλωσε τον θάνατό της και επί 161 μήνες (Μάρτιος 1999 έως και Απρίλιος 2014) εισέπραττε την πολεμική σύνταξη που ελάμβανε η μητέρα του εν ζωή, επωφελούμενος παράνομα 64.660 ευρώ.
120.000 εισπράττουν συντάξεις συγγενών: Στα 450 εκατομμύρια ευρώ η ζημία
Η ετήσια ζημιά στα ασφαλιστικά ταμεία από τις συντάξεις-μαϊμού αγγίζει περίπου τα 450 εκατ. ευρώ και από το 2011 έχει ξεκινήσει ένας αγώνας δρόμου για να αποκαλυφθούν τα πρόσωπα τα οποία εισέπρατταν παράνομα 120.000 συντάξεις συγγενών αποβιωσάντων οι οποίοι δεν είχαν δηλώσει τον θάνατό τους. Έτσι μπορούσαν να εισπράττουν τις συντάξεις τους, καθώς ήταν συνδικαιούχοι σε κοινούς τραπεζικούς λογαριασμούς.
Η ετήσια ζημία των ασφαλιστικών ταμείων εκτιμήθηκε ότι άγγιζε το 1,5 δισ. ευρώ. Η δε οικονομική αιμορραγία του ασφαλιστικού συστήματος συνεχιζόταν αδιάλειπτα, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα να ξεκινήσουν διεξοδικοί έλεγχοι. Αποκαλύφθηκαν τα πρόσωπα και έγιναν καταλογισμοί των παρανόμως καταβληθέντων-εισπραχθέντων συντάξεων, ενώ παράλληλα ασκήθηκαν και ποινικές διώξεις.
Από τους ελέγχους που πραγματοποίησαν το ΙΚΑ και ο ΟΓΑ το 2012 εντοπίστηκαν 328 άτομα στα οποία καταβαλλόταν η σύνταξη ενώ είχαν φύγει από τη ζωή πριν από 10, 18 ή ακόμα και 40 χρόνια. Συγκεκριμένα, υπήρχε ασφαλισμένος του ΙΚΑ που είχε γεννηθεί το 1910, απεβίωσε στις 18/7/1972 και από τότε και επί 40 και πλέον χρόνια του καταβαλλόταν κανονικά η σύνταξη, την οποία εισέπρατταν συγγενείς.
Παράνομη είσπραξη σύνταξης: Η παραπλάνηση των Αρχών και η καταδίκη
Σύμφωνα με την επίμαχη απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου ο γιος που λάμβανε επί 161 μήνες παρανόμως τη σύνταξη «απέκρυψε από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους το γεγονός του θανάτου της μητέρας του, παραπλανώντας έτσι τους υπαλλήλους του Γενικού Λογιστηρίου, οι οποίοι και δεν έδωσαν εντολή για τη διακοπή καταβολής της σύνταξης».
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, συνεχίζουν οι δικαστές, «την καταβολή της σύνταξης στον τραπεζικό λογαριασμό που διατηρούσε η αποβιώσασα στην … τράπεζα και στον οποίο ήταν συνδικαιούχος ο κατηγορούμενος και συνέχισε να αναλαμβάνει τα χρηματικά ποσά, προσποριζόμενος έτσι παράνομο περιουσιακό όφελος ανερχόμενο στο ποσό των 64.660 ευρώ, με αντίστοιχη περιουσιακή ζημία του κράτους».
Αρχικώς, καταδικάστηκε από το Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης σε φυλάκιση 4 ετών, μετατρέψιμη προς 3 ευρώ την ημέρα για το αδίκημα της απάτης κατά συνήθεια και κατ’ εξακολούθηση. Στη συνέχεια προσέφυγε στον Άρειο Πάγο ζητώντας να αναιρεθεί η καταδικαστική για εκείνον εφετειακή απόφαση.
Οι αλλαγές του νέου Ποινικού Κώδικα
Οι αρεοπαγίτες σε εφαρμογή του νέου Ποινικού Κώδικα έπαυσαν οριστικά την σε βάρος του ποινική δίωξη λόγω παραγραφής (πλημμέλημα πλέον). Όπως σημειώνεται στην απόφαση του Ζ’ Ποινικού Τμήματος, το αδίκημα της απάτης κατά συνήθεια και κατ’ εξακολούθηση «είναι πλέον πλημμέλημα, λαμβανομένου υπόψη του ύψους της προκληθείσας σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου ζημίας (64.660 ευρώ)» και σε συνδυασμό με το ότι «ήδη έχει παρέλθει χρονικό διάστημα που υπερβαίνει την οκταετία (σ.σ.: από την τέλεση του αδικήματος), έχει εξαλειφθεί το αξιόποινο της πράξης αυτής λόγω παραγραφής».
Διευκρινίζουν οι αρεοπαγίτες ότι με τον παλαιό Ποινικό Κώδικα «το έγκλημα της απάτης χαρακτηριζόταν ως κακούργημα α) αν ο υπαίτιος διέπραττε απάτες κατ’ επάγγελμα ή κατά συνήθεια και το συνολικό όφελος ή η συνολική ζημία υπερέβαιναν το ποσό των 30.000 ευρώ, β) αν διέπραττε απάτη από την οποία το όφελος ή η προξενηθείσα ζημία υπερέβαινε συνολικά το ποσό των 120.000 ευρώ».
Μετά τον νέο Ποινικό Κώδικα «η κακουργηματική μορφή της απάτης εδράζεται πλέον σε συγκεκριμένο χρηματικό κριτήριο και ειδικότερα στο παράνομο περιουσιακό όφελος του υπαίτιου, με αντίστοιχη περιουσιακή ζημία του παθόντα, το οποίο πρέπει να υπερβαίνει το χρηματικό ποσό των 120.000 ευρώ, ενώ απαλείφθηκε η επιβαρυντική περίσταση της κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια τελέσεως του εγκλήματος», καταλήγει ο Άρειος Πάγος.