Οπροσφεύγων είχε λάβει συνολικά δώδεκα φορολογικά στοιχεία από συγκεκριμένη επιχείρηση, τα οποία κρίθηκαν εικονικά στο σύνολο των συναλλαγών.
Η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών της ΑΑΔΕ απέρριψε ενδικοφανή προσφυγή φορολογούμενου που ζητούσε την ακύρωση δύο οριστικών πράξεων διορθωτικού προσδιορισμού ΦΠΑ για τα έτη 2018 και 2019.
Σύμφωνα με την απόφαση, οι ελεγκτικές υπηρεσίες διαπίστωσαν ότι ο προσφεύγων είχε λάβει συνολικά δώδεκα φορολογικά στοιχεία από συγκεκριμένη επιχείρηση, τα οποία κρίθηκαν εικονικά στο σύνολο των συναλλαγών.
Η φορολογική αρχή, στηριζόμενη στο δελτίο πληροφοριών της ΥΕΔΔΕ Αττικής και στην έκθεση μερικού ελέγχου του ΚΕΦΟΜΕΠ, κατέληξε ότι ο εκδότης των τιμολογίων δεν διέθετε τα επιχειρηματικά χαρακτηριστικά που απαιτούνταν για την παροχή των αναγραφόμενων υπηρεσιών.
Οι ελεγκτές επισήμαναν ότι η εταιρεία που εξέδωσε τα τιμολόγια είχε ελάχιστα έξοδα, μηδενικές αγορές πρώτων υλών και δυσανάλογα υψηλό κύκλο εργασιών, δεν απασχολούσε προσωπικό και δεν εντοπιζόταν στη δηλωμένη επαγγελματική της έδρα, ενώ εκκρεμούσαν σε βάρος της σημαντικά ληξιπρόθεσμα χρέη. Τα στοιχεία αυτά οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι αδυνατούσε να πραγματοποιήσει τις επίμαχες συναλλαγές.
Ο προσφεύγων υποστήριξε ότι οι συναλλαγές ήταν πραγματικές και εξοφλήθηκαν μέσω τραπεζικού συστήματος, ενώ υποστήριξε ότι δεν μπορούσε να γνωρίζει την αξιοπιστία του προμηθευτή του.
Ωστόσο, η ΔΕΔ έκρινε ότι η τραπεζική εξόφληση δεν αρκεί για την απόδειξη του πραγματικού των συναλλαγών, όταν η συνολική εικόνα του εκδότη υποδηλώνει πλήρη αδυναμία παροχής των υπηρεσιών.
Επιπλέον, ως λήπτης εικονικών στοιχείων είχε το βάρος απόδειξης της γνησιότητας των συναλλαγών, το οποίο δεν εκπληρώθηκε.
Η ΔΕΔ απέρριψε επίσης τον ισχυρισμό περί παράνομης δεύτερης εντολής ελέγχου για το 2018, διαπιστώνοντας ότι η προηγούμενη εντολή αφορούσε μόνο τον έλεγχο εισοδήματος και όχι τον ΦΠΑ, άρα δεν υπήρξε διπλός έλεγχος για το ίδιο αντικείμενο. Κατόπιν όλων των ανωτέρω, η προσφυγή απορρίφθηκε και οι πράξεις του ΚΕΦΟΜΕΠ επικυρώθηκαν στο σύνολό τους.
