Βασιλική Ηλιοπούλου
Πρώην Γενική Διευθύντρια Φορολογικής Διοίκησης, συνεργάτης της ARTION
Με τη συνεργασία της Επιστημονικής Ομάδας της ArtionA.E.
Η υποβολή φορολογικής δήλωσης αποτελεί θεμελιώδη υποχρέωση κάθε πολίτη και βασικό εργαλείο για τη δίκαιη κατανομή του φορολογικού βάρους. Όταν, όμως, κάποιος δεν υποβάλλει δήλωση ή παραλείπει να δηλώσει φορολογητέα ύλη, η Φορολογική Διοίκηση έχει πλέον στα χέρια της ένα ισχυρό εργαλείο: την πράξη εκτιμώμενου προσδιορισμού φόρου.
Νομοθετικό πλαίσιο – Τι προβλέπει ο νόμος
Παρ. 4 του άρθρου 36 του Ν. 5104/2024:
«Εάν ο υπόχρεος δεν υποβάλει φορολογική δήλωση εντός της νόμιμης προθεσμίας ή παραλείψει να δηλώσει φορολογητέα ύλη, ο προσδιορισμός του φόρου δύναται να γίνεται με έκδοση πράξης εκτιμώμενου προσδιορισμού φόρου, βάσει κάθε διαθέσιμου στοιχείου και ιδίως με βάση το επίπεδο διαβίωσης του υπόχρεου, την άσκηση της επαγγελματικής ή επιχειρηματικής του δραστηριότητας ή τα δεδομένα ομοειδών επιχειρήσεων ή επαγγελματιών.».
Με απλά λόγια: όταν ο φορολογούμενος δεν δηλώνει, η εφορία δηλώνει για λογαριασμό του, αξιοποιώντας όλα τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή της – εισοδήματα, τραπεζικές κινήσεις, ακίνητα, κληρονομιές, επαγγελματική δραστηριότητα στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.
Πότε εκδίδεται η πράξη εκτιμώμενου προσδιορισμού φόρου
Η πράξη αυτή εκδίδεται στις εξής περιπτώσεις:
- Δεν έχει υποβληθεί φορολογική δήλωση εντός της προθεσμίας,
- υποβλήθηκε δήλωση, αλλά παραλείφθηκαν εισοδήματα ή περιουσιακά στοιχεία και
- η Διοίκηση διαθέτει στοιχεία από τρίτες πηγές (τράπεζες, εργοδότες, Κτηματολόγιο και συμβολαιογράφους), που αποδεικνύουν φορολογητέα ύλη που δεν δηλώθηκε.
Πώς φορολογούνται τα μη δηλωθέντα εισοδήματα
Η πράξη εκτιμώμενου προσδιορισμού δεν επιβάλλει αυτοτελή φορολόγηση. Το μη δηλωθέν εισόδημα προστίθεται στα ήδη δηλωθέντα ποσά της ίδιας κατηγορίας και φορολογείται με βάση την αντίστοιχη φορολογική κλίμακα:
- Μισθοί – συντάξεις: Τα ποσά προστίθενται στα υπόλοιπα εισοδήματα από μισθωτές υπηρεσίες και φορολογούνται με την κλίμακα μισθωτών.
- Ενοίκια: Τα μη δηλωθέντα ποσά από μισθώματα προστίθενται στα ήδη δηλωθέντα εισοδήματα από ακίνητα και φορολογούνται με την κλίμακα 15% – 35% – 45%.
Δεν υφίσταται αυτοτελής φορολόγηση μόνο και μόνο λόγω της έκδοσης πράξης εκτιμώμενου προσδιορισμού.
Παραγραφή και χρονικά όρια
Η πράξη μπορεί να εκδοθεί εντός των προθεσμιών παραγραφής που προβλέπει το άρθρο 36 του Ν.5104/2024:
- 5 έτη από το τέλος του έτους στο οποίο έπρεπε να υποβληθεί η δήλωση και
- έως 10 ή 15 έτη σε περιπτώσεις μη υποβολής δήλωσης ή ύπαρξης ενδείξεων φοροδιαφυγής.
Όταν υπάρχει «επιγενόμενος λόγος» – Η έννοια και οι συνέπειες
Ο όρος «επιγενόμενος λόγος» περιγράφει τις περιπτώσεις στις οποίες η υποχρέωση για δήλωση δημιουργείται ή καθίσταται γνωστή μετά τη λήξη της νόμιμης προθεσμίας, χωρίς υπαιτιότητα του φορολογουμένου.
Με άλλα λόγια, πρόκειται για περιπτώσεις στις οποίες ο φορολογούμενος δεν μπορούσε αντικειμενικά να γνωρίζει ότι όφειλε να δηλώσει. Ο νομοθέτης, αναγνωρίζοντας αυτή την πραγματικότητα, παρέχει ευνοϊκή μεταχείριση:
- Δυνατότητα υποβολής εκπρόθεσμης δήλωσης χωρίς πρόστιμα,
- μη έκδοση πράξης εκτιμώμενου προσδιορισμού, εφόσον η δήλωση υποβληθεί μόλις γνωστοποιηθεί η υποχρέωση και
- αν έχει εκδοθεί πράξη, δυνατότητα διόρθωσης ή ακύρωσής της με την προσκόμιση αποδεικτικών στοιχείων.
Ενδεικτικά παραδείγματα:
- Αναδρομικά εισοδήματα που γνωστοποιούνται εκπρόθεσμα από εργοδότη ή ασφαλιστικό φορέα,
- καθυστερημένη δικαστική απόφαση που δημιουργεί εισόδημα και
- ολοκλήρωση κτηματολογικών εγγραφών μετά τη λήξη της προθεσμίας.
Η έννοια αυτή έχει ερμηνευθεί ευνοϊκά από τη νομολογία της Δ.Ε.Δ., η οποία σε πλήθος αποφάσεων έχει ακυρώσει πράξεις εκτιμώμενου προσδιορισμού σε περιπτώσεις επιγενόμενων λόγων.
Τόκοι και πρόστιμα
Η πράξη εκτιμώμενου προσδιορισμού δεν συνοδεύεται από πρόστιμα για μη υποβολή δήλωσης. Ωστόσο, στον βεβαιωμένο φόρο επιβάλλονται τόκοι εκπρόθεσμης καταβολής από τη λήξη της αρχικής προθεσμίας έως την πληρωμή.
Ηλεκτρονική κοινοποίηση: Θεωρείται γνωστή ακόμη κι αν δεν τη διαβάσετε
«Οι πράξεις της Φορολογικής Διοίκησης κοινοποιούνται στον υπόχρεο μέσω της ψηφιακής θυρίδας της Α.Α.Δ.Ε. και θεωρούνται ότι έχουν νομίμως κοινοποιηθεί από τη στιγμή που καθίστανται διαθέσιμες στην ψηφιακή θυρίδα, ανεξαρτήτως αν ο φορολογούμενος έλαβε γνώση αυτών.».
Αυτό σημαίνει ότι η πράξη θεωρείται νόμιμα κοινοποιημένη από τη στιγμή που αναρτάται στο myAADE, ακόμη κι αν ο φορολογούμενος δεν την ανοίξει ποτέ.
Σύμφωνα με την εγκύκλιο Ε.2041/2024 της Α.Α.Δ.Ε., η κοινοποίηση μέσω της ψηφιακής θυρίδας ισοδυναμεί με πλήρη γνωστοποίηση και εκκινεί όλες τις νόμιμες προθεσμίες για προσφυγές και αιτήσεις διόρθωσης, ανεξάρτητα από την πραγματική γνώση.
Τα δικαιώματά σας μετά την κοινοποίηση
1. Ενδικοφανής προσφυγή (άρθρο 63)
Υποβάλλεται στη Δ.Ε.Δ. εντός 30 ημερών από την κοινοποίηση. Αν δεν εκδοθεί απόφαση εντός 120 ημερών, θεωρείται σιωπηρή απόρριψη και μπορεί να ασκηθεί προσφυγή στα διοικητικά δικαστήρια εντός 60 ημερών.
2. Διόρθωση ή ακύρωση της πράξης – Τι προβλέπει το άρθρο 74
Εκτός από την ενδικοφανή προσφυγή, ο νόμος δίνει τη δυνατότητα στον φορολογούμενο να ζητήσει διόρθωση ή ακύρωση της πράξης εκτιμώμενου προσδιορισμού φόρου με βάση το άρθρο 74 του Ν. 5104/2024, εφόσον συντρέχουν συγκεκριμένες προϋποθέσεις.
Η αίτηση αυτή:
- Υποβάλλεται εντός 3 ετών από την κοινοποίηση της πράξης,
- δεν αποτελεί ένσταση ή προσφυγή, αλλά μια διοικητική διαδικασία επανεξέτασης από την ίδια τη φορολογική αρχή και
- μπορεί να ασκηθεί ανεξάρτητα ή παράλληλα με την ενδικοφανή προσφυγή.
Δεν μπορεί, όμως, να χρησιμοποιηθεί για να αμφισβητήσει την ουσία της υπόθεσης ή το ύψος της φορολογητέας ύλης. Αφορά μόνο περιπτώσεις προφανών λαθών ή λανθασμένης επιβολής φόρου.
Παραδείγματα όπου μπορεί να χρησιμοποιηθεί το άρθρο 74:
- Πρόδηλο αριθμητικό ή λογιστικό σφάλμα στον υπολογισμό του φόρου,
- εφαρμογή λανθασμένου φορολογικού συντελεστή,
- επιβολή φόρου σε πρόσωπο που δεν είναι υπόχρεο και
- βεβαίωση φόρου για ποσό που απαλλάσσεται ρητά από τη φορολογία.
Παράδειγμα
Ο κ. Γ έλαβε πράξη εκτιμώμενου προσδιορισμού φόρου, σύμφωνα με την οποία καλείται να πληρώσει 4.800 €. Εξετάζοντας την πράξη, διαπιστώνει ότι το εισόδημά του (21.818 €) υπολογίστηκε με συντελεστή 22%, αλλά εφαρμόστηκε λανθασμένα συντελεστής 32%, αυξάνοντας τον φόρο κατά 1.800 €.
Ο κ. Γ δεν διαφωνεί με το ποσό του εισοδήματος που θεώρησε η εφορία, αλλά μόνο με το μαθηματικό λάθος. Σε αυτή την περίπτωση:
- Δεν χρειάζεται να ασκήσει ενδικοφανή προσφυγή ή να προσφύγει στα δικαστήρια,
- μπορεί, εντός 3 ετών, να υποβάλει αίτηση διόρθωσης βάσει του άρθρου 74, ζητώντας τον επανυπολογισμό του φόρου με τον σωστό συντελεστή και
- η Φορολογική Διοίκηση, αφού εξετάσει το αίτημα, μπορεί να εκδώσει διορθωτική πράξη, μειώνοντας τον φόρο στο σωστό ποσό.
Με αυτόν τον τρόπο, το άρθρο 74 λειτουργεί σαν «βαλβίδα ασφαλείας» για περιπτώσεις πρόδηλων λαθών, χωρίς να απαιτείται χρονοβόρα και δαπανηρή προσφυγή.
Συμπέρασμα
Η πράξη εκτιμώμενου προσδιορισμού φόρου αποτελεί ένα ιδιαίτερα σημαντικό εργαλείο στα χέρια της Φορολογικής Διοίκησης για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής. Ωστόσο, το ισχύον πλαίσιο παρέχει και στον φορολογούμενο ουσιαστικά δικαιώματα και διαδικασίες για τη διόρθωση ή την ακύρωση μιας πράξης, εφόσον υπάρχουν λόγοι ή επιγενόμενα γεγονότα.
Η καλή γνώση του Ν. 5104/2024 και των σχετικών εγκυκλίων, σε συνδυασμό με την έγκαιρη αξιοποίηση των προβλεπόμενων ενδίκων μέσων, μπορεί να αποτρέψει σημαντικές οικονομικές επιβαρύνσεις και να διασφαλίσει τη δίκαιη εφαρμογή της φορολογικής νομοθεσίας.
Το ανωτέρω κείμενο έχει ενημερωτικό χαρακτήρα και σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά τις εξειδικευμένες συμβουλευτικές υπηρεσίες.
