ΑΠΟΦΑΣΗ
Cilia κατά Μάλτας της 16.09.2025 (προσφ. αριθ. 33988/21)
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Η πρώτη προσφεύγουσα, Μαλτέζα υπήκοος, απέκτησε πλήρη κυριότητα ακινήτου τον Σεπτέμβριο του 2014 μέσω συμβολαίου διανομής, μετά τον θάνατο των γονέων της. Το ακίνητο υπόκειτο σε αναγκαστική μίσθωση βάσει του Νόμου XXIII του 1979 από τον Ιούλιο του 2008. Η προσφεύγουσα κατείχε προηγουμένως το 1/4 εξ αδιαιρέτου το 1982 και τα 3/4 από το 2013, ως κληρονομικά μερίδια.
Το ετήσιο ελεγχόμενο ενοίκιο για την περίοδο 2008-2013 ανερχόταν σε 1.072 ευρώ, για την περίοδο 2013-2016 σε περίπου 1.184 ευρώ και για την περίοδο 2016-2018 σε περίπου 1.202 ευρώ. Σύμφωνα με την έκθεση του πραγματογνώμονα που διορίστηκε από το δικαστήριο, η ετήσια αγοραία αξία μίσθωσης για την περίοδο 2008-2012 ανερχόταν σε 4.248 ευρώ, για την περίοδο 2013-2016 περίπου 5.320 ευρώ και για την περίοδο 2017-2018 σε 8.040 ευρώ.
Το 2019, οι προσφεύγοντες άσκησαν συνταγματική προσφυγή ενώπιον του Αστικού Δικαστηρίου (Πρώτο Τμήμα) με συνταγματική αρμοδιότητα, ισχυριζόμενοι παραβίαση των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας τους. Με απόφαση της 24 Φεβρουαρίου 2021, το δικαστήριο διαπίστωσε παραβίαση του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου και επιδίκασε στην πρώτη προσφεύγουσα 10.250 ευρώ για αποζημίωση και 2.500 ευρώ για ηθική βλάβη. Το δικαστήριο έκρινε ότι ο δεύτερος προσφεύγων (σύζυγος) δεν είχε έννομο συμφέρον καθώς δεν είχε κυριότητα επί του ακινήτου. Κανείς από τους διαδίκους δεν άσκησε ένδικο μέσο.
Το ΕΔΔΑ έκρινε ότι η πρώτη προσφεύγουσα διατηρούσε την ιδιότητα του θύματος, καθώς η αποζημίωση που επιδικάστηκε από το εθνικό δικαστήριο δεν ήταν επαρκής. Το Δικαστήριο διαπίστωσε παραβίαση του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου και επιδίκασε επιπλέον 5.000 ευρώ ως αποζημίωση και 1.000 ευρώ για ηθική βλάβη.
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ
Η πρώτη προσφεύγουσα γεννήθηκε το 1958 και ο δεύτερος προσφεύγων (σύζυγός της) το 1959. Κατοικούν στο Ħamrun της Μάλτας. Το ακίνητο με αριθμό 243, Vangius, Flat 1, Triq Qrejten, Ħamrun, υπόκειται σε αναγκαστική μίσθωση από τον Ιούλιο του 2008 βάσει του Νόμου XXIII του 1979.
Η πρώτη προσφεύγουσα κληρονόμησε το ¼ εξ αδιαιρέτου του ακινήτου το 1982 και επιπλέον 2/4 το 2013, μετά τον θάνατο των γονέων της. Τον Σεπτέμβριο του 2014 απέκτησε την πλήρη κυριότητα μέσω συμβολαίου διανομής.
Στις 24 Φεβρουαρίου 2021, το Αστικό Δικαστήριο (Πρώτο Τμήμα) με συνταγματική αρμοδιότητα διαπίστωσε ότι η πρώτη προσφεύγουσα υπέστη αόριστης διάρκειας αναγκαστική μίσθωση με ανεπαρκές μίσθωμα, που συνιστούσε παραβίαση του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου. Το δικαστήριο έλαβε υπόψη το χρόνο κατά τον οποίο προέκυψε η απόκλιση στο μίσθωμα, το γεγονός ότι οι προκάτοχοί της δεν είχαν ασκήσει προσφυγή και ότι η προσφεύγουσα απέκτησε πλήρη κυριότητα μόνο το 2014.
ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 1 Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου
ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…
Το Δικαστήριο υπενθύμισε τις γενικές αρχές σχετικά με την ιδιότητα του θύματος και την πάγια νομολογία του σε παρόμοιες υποθέσεις. Εξέτασε κατά πόσον η αποζημίωση που επιδικάστηκε από το εθνικό δικαστήριο ήταν επαρκής για να αναιρέσει από την προσφεύγουσα την ιδιότητα του θύματος.
Το Δικαστήριο παρατήρησε ότι το Συνταγματικό Δικαστήριο της Μάλτας είχε υιοθετήσει συνεπή προσέγγιση σύμφωνα με την οποία οι καθολικοί κληρονόμοι που υπεισέρχονται στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του θανόντος δικαιούνται αποζημίωση και για την περίοδο κατά την οποία το ακίνητο ανήκε στους προκατόχους τους. Η αλλαγή αυτής της νομολογίας έγινε γνωστή δημοσίως έξι μήνες μετά τις πρώτες αποφάσεις της 27 Ιανουαρίου 2021, δηλαδή στις 30 Ιουλίου 2021.
Δεδομένου ότι η προθεσμία έφεσης της πρώτης προσφεύγουσας έληξε τον Μάρτιο του 2021, πριν η νέα νομολογία καταστεί δημοσίως γνωστή, το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν μπορούσε να αναμένεται από αυτήν να ασκήσει έφεση. Συνεπώς, η ένσταση της Κυβέρνησης περί μη εξάντλησης των εθνικών ενδίκων μέσων απορρίφθηκε.
Το Δικαστήριο έκρινε ότι η αποζημίωση που επιδικάστηκε δεν ήταν επαρκής και ότι η πρώτη προσφεύγουσα διατηρούσε την ιδιότητα του θύματος και διαπίστωσε ομόφωνα παραβίαση του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου.
Το ΕΔΔΑ επιδίκασε στην πρώτη προσφεύγουσα 5.000 ευρώ για αποζημίωση και 1.000 ευρώ για ηθική βλάβη.
ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΤΕΡΗ ΦΡΑΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ
«… η επανόρθωση που επιδικάστηκε από το εθνικό δικαστήριο δεν προσέφερε επαρκή ικανοποίηση στην πρώτη προσφεύγουσα, η οποία συνεπώς διατηρεί την ιδιότητα του θύματος για τους σκοπούς της παρούσας καταγγελίας».