Χωρίς τη συγκατάθεση αυτή, το κράτος έκδοσης του εντάλματος μπορεί να διατηρήσει σε ισχύ το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης και να εκτελέσει το ίδιο την ποινή στο έδαφός του.
Το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης είναι μια απλοποιημένη δικαστική διαδικασία η οποία προβλέπεται από το δίκαιο της Ένωσης 1 και καθιστά δυνατή τη σύλληψη ενός προσώπου στο κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται και την παράδοσή του στο κράτος μέλος που εξέδωσε το ένταλμα, προκειμένου να του ασκηθεί εκεί δίωξη ή να εκτελεσθεί εκεί η ποινή στην οποία καταδικάστηκε το εν λόγω πρόσωπο. Στον τομέα αυτόν, οι αρχές της αμοιβαίας εμπιστοσύνης και της αμοιβαίας αναγνώρισης αποτελούν τη βάση της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις και καθιερώνουν έναν σημαντικό κανόνα: τα κράτη μέλη υποχρεούνται να εκτελούν κάθ ε ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης. Επομένως, η μη εκτέλεση ενός τέτοιου εντάλματος είναι δυνατή μόνον κατ’ εξαίρεση. Με την εν λόγω απόφαση, το Δικαστήριο διευκρινίζει τους λόγους για τους οποίους η μη εκτέλεση ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, προκειμένου η ποινή να εκτελεστεί στο κράτος κατοικίας του προσώπου το οποίο αφορά το ένταλμα, είναι επιτρεπτή μόνον εφόσον η δικαστική αρχή εκτέλεσης τηρεί τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία σχετικά με την αναγνώριση της καταδικαστικής απόφασης και την ανάληψη της εκτέλεσης της εν λόγω ποινής, οι οποίες προβλέπονται από άλλη νομοθεσία της Ένωσης.
Το 2017 ένας Ρουμάνος υπήκοος καταδικάστηκε από το εφετείο Βουκουρεστίου σε ποινή φυλάκισης, με απόφαση η οποία κατέστη αμετάκλητη στις 10 Νοεμβρίου 2020. Στις 25 Νοεμβρίου 2020 το ως άνω δικαστήριο εκδίδει ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης σε βάρος του εν λόγω προσώπου με σκοπό την εκτέλεση της καταδικαστικής απόφασης. Στις 29 Δεκεμβρίου 2020 το πρόσωπο αυτό συλλαμβάνεται στην Ιταλία. Ωστόσο, οι ιταλικές δικαστικές αρχές αρνούνται να παραδώσουν το εν λόγω πρόσωπο στις ρουμανικές αρχές. Αντιθέτως, οι ιταλικές δικαστικές αρχές αποφασίζουν να αναγνωρίσουν την καταδικαστική απόφαση του εφετείου Βουκουρεστίου και να εκτελέσουν την ποινή στην Ιταλία. Συγκεκριμένα, εκτιμούν ότι τούτο θα αύξανε τις πιθανότητες κοινωνικής επανένταξης του ενδιαφερομένου, ο οποίος κατοικούσε νομίμως και πραγματικά στην Ιταλία. Επιπλέον, οι ιταλικές δικαστικές αρχές αφαιρούν από την αρχική διάρκεια της ποινής τις περιόδους κράτησης που έχουν ήδη εκτιθεί στην Ιταλία και διατάσσουν κατ’ οίκον περιορισμό με ταυτόχρονη αναστολή. Οι ρουμανικές δικαστικές αρχές αντιτίθενται τόσο στην αναγνώριση της καταδικαστικής απόφασης όσο και στην εκτέλεσή της στην Ιταλία. Υποστηρίζουν ότι το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης που εκδόθηκε σε βάρος του Ρουμάνου υπηκόου εξακολουθεί να ισχύει. Ως εκ τούτου, κατά τις ρουμανικές αρχές, το εν λόγω πρόσωπο πρέπει να παραδοθεί και η ποινή του πρέπει να εκτελεστεί όχι στην Ιταλία, αλλά στη Ρουμανία.
Επιληφθέν της διαφοράς, το εφετείο Βουκουρεστίου αποφασίζει να ζητήσει από το Δικαστήριο να διευκρινίσει, ειδικότερα, αν η άρνηση παράδοσης προσώπου εις βάρος του οποίου έχει εκδοθεί ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης προς εκτέλεση στερητικής της ελευθερίας ποινής προϋποθέτει ότι το κράτος έκδοσης του εντάλματος έχει παράσχει τη συγκατάθεσή του στην εκτέλεση της ποινής σε άλλο κράτος μέλος. Επιπλέον, το ως άνω δικαστήριο διερωτάται αν, σε περίπτωση που το κράτος έκδοσης δεν έχει δώσει τη συγκατάθεσή του για την ανάληψη της εκτέλεσης σύμφωνα με τους ειδικούς κανόνες του δικαίου της Ένωσης στον τομέα αυτόν 2, διατηρεί το δικαίωμα να εκτελέσει την ποινή και, επομένως, να διατηρήσει σε ισχύ το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης.
Με την απόφασή του, το Δικαστήριο υπενθυμίζει κατ’ αρχάς ότι το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης στηρίζεται στην αρχή της αμοιβαίας εμπιστοσύνης και ότι η άρνηση εκτέλεσης αποτελεί εξαίρεση, η οποία πρέπει πάντοτε να ερμηνεύεται στενά.
Επομένως, οι δικαστικές αρχές του κράτους μέλους που αρνείται την εκτέλεση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης προκειμένου η ποινή να εκτελεστεί στο έδαφος του ίδιου αυτού κράτους πρέπει να λαμβάνουν τη συγκατάθεση των αρχών του κράτους μέλους έκδοσης του εντάλματος όσον αφορά την ανάληψη της εκτέλεσης της ποινής που επιβλήθηκε εντός του τελευταίου αυτού κράτους. Η συγκατάθεση αυτή προϋποθέτει τη διαβίβαση στο κράτος μέλος εκτέλεσης της καταδικαστικής αποφάσεως που εκδόθηκε στο κράτος μέλος έκδοσης, συνοδευόμενης από ένα πιστοποιητικό. Χωρίς τη συγκατάθεση αυτή, δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την ανάληψη της εκτέλεσης και το πρόσωπο το οποίο αφορά το ένταλμα πρέπει να παραδοθεί. Πράγματι, ο σκοπός της αύξησης των πιθανοτήτων κοινωνικής επανένταξης, τον οποίο επικαλούνται οι ιταλικές αρχές, δεν έχει απόλυτο χαρακτήρα, πρέπει δε να συμβιβάζεται με τον κανόνα κατά τον οποίο τα κράτη μέλη εκτελούν κατ’ αρχήν κάθε ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης. Λαμβανομένων υπόψη των διαφορετικών λειτουργιών της ποινής εντός της κοινωνίας, τα όργανα του κράτους μέλους στο οποίο ένα πρόσωπο καταδικάστηκε μπορούν θεμιτώς να στηριχθούν σε επιχειρήματα αντεγκληματικής πολιτικής προκειμένου να δικαιολογήσουν την εκτέλεση της επιβληθείσας ποινής στο έδαφός του, αρνούμενα, κατά συνέπεια, να διαβιβάσουν την καταδικαστική απόφαση και το πιστοποιητικό για την εκτέλεση της ποινής σε άλλο κράτος μέλος. Εν πάση περιπτώσει, σε περίπτωση άρνησης εκτέλεσης ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης κατά παράβαση των ουσιωδών προϋποθέσεων και της διαδικασίας που προβλέπει το δίκαιο της Ένωσης, το εν λόγω ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης εξακολουθεί να ισχύει και το κράτος έκδοσης του εντάλματος διατηρεί το δικαίωμα να εκτελέσει στο έδαφός του την επιβληθείσα ποινή
ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΤΟ ΠΛΗΡΕΣ ΚΕΙΜΕΝΟ
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως)
της 4ης Σεπτεμβρίου 2025 (*)
« Προδικαστική παραπομπή – Χώρος ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης – Δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις – Απόφαση-πλαίσιο 2002/584/ΔΕΥ – Ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης εκδοθέν με σκοπό την εκτέλεση στερητικής της ελευθερίας ποινής – Άρθρο 4, σημείο 6 – Λόγος προαιρετικής μη εκτέλεσης του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης – Προϋποθέσεις για την εκ μέρους του κράτους εκτέλεσης ανάληψη της εκτέλεσης της εν λόγω ποινής – Άρθρο 3, σημείο 2 – Έννοια της φράσης “έχει δικασθεί [αμετακλήτως] για τις ίδιες πράξεις” – Απόφαση-πλαίσιο 2008/909/ΔΕΥ – Αμοιβαία αναγνώριση ποινικών αποφάσεων προς τον σκοπό της εκτέλεσής τους σε άλλο κράτος μέλος – Άρθρο 25 – Τήρηση των προϋποθέσεων και της διαδικασίας που προβλέπονται στην εν λόγω απόφαση-πλαίσιο στις περιπτώσεις κατά τις οποίες κράτος-μέλος αναλαμβάνει την εκτέλεση ποινής που επιβλήθηκε με απόφαση εκδοθείσα από δικαστήριο του κράτους έκδοσης του εντάλματος – Απαίτηση περί συγκατάθεσης του κράτους έκδοσης όσον αφορά την ανάληψη της εκτέλεσης μιας τέτοιας ποινής από άλλο κράτος μέλος – Άρθρο 4 – Δυνατότητα του κράτους έκδοσης να διαβιβάσει στο κράτος εκτέλεσης την απόφαση και το πιστοποιητικό που μνημονεύονται στο εν λόγω άρθρο – Συνέπειες της μη διαβίβασης – Αρχή της καλόπιστης συνεργασίας – Άρθρο 22 – Δικαίωμα του κράτους έκδοσης να εκτελέσει την εν λόγω ποινή – Διατήρηση σε ισχύ του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης – Υποχρέωση της δικαστικής αρχής εκτέλεσης να εκτελέσει το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης »
Στην υπόθεση C‑305/22,
με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ που υπέβαλε το Curtea de Apel Bucureşti (εφετείο Βουκουρεστίου, Ρουμανία), με απόφαση της 11ης Απριλίου 2022, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 6 Μαΐου 2022, στο πλαίσιο της διαδικασίας για την εκτέλεση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης που εκδόθηκε σε βάρος του
C.J.,
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τμήμα μείζονος συνθέσεως),
συγκείμενο από τους K. Lenaerts, Πρόεδρο, T. von Danwitz, Αντιπρόεδρο, F. Biltgen, K. Jürimäe, Κ. Λυκούργο, M. L. Arastey Sahún, S. Rodin, A. Kumin, N. Jääskinen (εισηγητή), Δ. Γρατσία και M. Gavalec, προέδρους τμήματος, E. Regan, I. Ziemele, Z. Csehi και O. Spineanu-Matei, δικαστές,
γενικός εισαγγελέας: J. Richard de la Tour
γραμματέας: R. Şereş, διοικητική υπάλληλος,
έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 13ης Μαρτίου 2024,
λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:
– ο C.J., αυτοπροσώπως,
– η Ρουμανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις M. Chicu και E. Gane,
– η Τσεχική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την L. Halajová, τον M. Smolek, την T. Suchá και τον J. Vláčil,
– η Γαλλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την B. Dourthe,
– η Ολλανδική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις M. K. Bulterman, M. H. S. Gijzen και C. S. Schillemans,
– η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τον H. Leupold και την L. Nicolae,
αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 13ης Ιουνίου 2024,
έχοντας υπόψη τη διάταξη περί επαναλήψεως της προφορικής διαδικασίας της 13ης Σεπτεμβρίου 2024 και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 14ης Οκτωβρίου 2024,
λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:
– η Ρουμανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις M. Chicu, E. Gane και L. Liţu,
– η Τσεχική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την L. Halajová, τον M. Smolek, την T. Suchá και τον J. Vláčil,
– η Γαλλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την B. Dourthe,
– η Ολλανδική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την C. S. Schillemans,
– η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τον H. Leupold καθώς και από τις L. Nicolae και J. Vondung,
αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 12ης Δεκεμβρίου 2024,
εκδίδει την ακόλουθη
Απόφαση
1 Η υπό κρίση αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 4, σημεία 5 και 6, και του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της απόφασης-πλαισίου 2002/584/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2002, για το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης και τις διαδικασίες παράδοσης μεταξύ των κρατών μελών (EE 2002, L 190, σ. 1), καθώς και του άρθρου 4, παράγραφος 2, του άρθρου 22, παράγραφος 1, και του άρθρου 25 της απόφασης-πλαισίου 2008/909/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2008, σχετικά με την εφαρμογή της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης σε ποινικές αποφάσεις οι οποίες επιβάλλουν ποινές στερητικές της ελευθερίας ή μέτρα στερητικά της ελευθερίας, για το σκοπό της εκτέλεσής τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ 2008, L 327, σ. 27).
2 Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο διαδικασίας σχετικής με την εκτέλεση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης που εκδόθηκε σε βάρος του C.J. από το Curtea de Apel Bucureşti – Biroul executări penale (εφετείο Βουκουρεστίου – γραφείο εκτέλεσης ποινικών αποφάσεων, Ρουμανία) για την εκτέλεση στερητικής της ελευθερίας ποινής.
Το νομικό πλαίσιο
Το διεθνές δίκαιο
3 Το άρθρο 3 της ευρωπαϊκής σύμβασης για τη μεταφορά καταδίκων, που υπεγράφη στο Στρασβούργο στις 21 Μαρτίου 1983, το οποίο φέρει τον τίτλο «Προϋποθέσεις μεταφοράς», προβλέπει στην παράγραφο 1 τα εξής:
«Μια μεταφορά δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί σύμφωνα με τους όρους αυτής της σύμβασης, παρά μόνο υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
[…]
ζ) το κράτος της καταδίκης και το κράτος της εκτέλεσης πρέπει να συμφωνούν για τη μεταφορά αυτή».
Το δίκαιο της Ένωσης
Η απόφαση-πλαίσιο 2002/584
4 Η αιτιολογική σκέψη 6 της απόφασης-πλαισίου 2002/584 έχει ως εξής:
«Το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης το οποίο προβλέπει η παρούσα απόφαση-πλαίσιο αποτελεί την πρώτη περίπτωση συγκεκριμένης εφαρμογής, στον τομέα του ποινικού δικαίου, της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης που έχει χαρακτηρισθεί από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ως “ακρογωνιαίος λίθος” της δικαστικής συνεργασίας.»
5 Το άρθρο 1 της ως άνω απόφασης-πλαισίου, το οποίο φέρει τον τίτλο «Ορισμός και υποχρέωση εκτέλεσης του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης», προβλέπει τα εξής:
«1. Το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης είναι [απόφαση δικαστικής αρχής] η οποία εκδίδεται από κράτος μέλος προς το σκοπό της σύλληψης και της παράδοσης από άλλο κράτος μέλος προσώπου που καταζητείται για την άσκηση ποινικής δίωξης ή για την εκτέλεση ποινής ή μέτρου στερητικών της ελευθερίας.
2. Τα κράτη μέλη εκτελούν κάθε ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης βάσει της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης και σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας απόφασης-πλαίσιο.
[…]»
6 Το άρθρο 3 της εν λόγω απόφασης-πλαισίου, το οποίο φέρει τον τίτλο «Λόγοι υποχρεωτικής μη εκτέλεσης του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης», ορίζει τα εξής:
«Η δικαστική αρχή εκτέλεσης του κράτους μέλους εκτέλεσης (εφεξής καλούμενη “δικαστική αρχή εκτέλεσης”) αρνείται την εκτέλεση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης στις ακόλουθες περιπτώσεις:
[…]
2) εάν από τις πληροφορίες που διαθέτει η δικαστική αρχή εκτέλεσης προκύπτει ότι ο καταζητούμενος έχει δικασθεί [αμετακλήτως] για τις ίδιες πράξεις από κράτος μέλος υπό τον όρο ότι, σε περίπτωση καταδίκης, η καταδίκη έχει εκτιθεί ή εκτίεται ή δεν μπορεί πλέον να εκτιθεί σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους της καταδίκης·
[…]».
7 Το άρθρο 4 της ίδιας απόφασης-πλαισίου, το οποίο φέρει τον τίτλο «Λόγοι προαιρετικής μη εκτέλεσης του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης», ορίζει τα εξής:
«Η δικαστική αρχή εκτέλεσης μπορεί να αρνηθεί την εκτέλεση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης:
[…]
5) εάν από τις πληροφορίες που διαθέτει η δικαστική αρχή εκτέλεσης προκύπτει ότι ο καταζητούμενος έχει δικασθεί [αμετακλήτως] για τις αυτές πράξεις σε τρίτη χώρα, υπό τον όρο ότι, σε περίπτωση καταδίκης, η καταδίκη έχει εκτιθεί ή εκτίεται ή δεν μπορεί να εκτιθεί πλέον σύμφωνα με το δίκαιο της χώρας της καταδίκης·
6) εάν το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης έχει εκδοθεί προς το σκοπό της εκτέλεσης ποινής ή μέτρου ασφαλείας, στερητικών της ελευθερίας, όταν ο καταζητούμενος διαμένει στο κράτος μέλος εκτέλεσης, είναι υπήκοος ή κάτοικός του και αυτό το κράτος δεσμεύεται να εκτελέσει την ποινή ή το μέτρο ασφαλείας σύμφωνα με το εσωτερικό του δίκαιο·
[…]».
8 Το άρθρο 5 της απόφασης-πλαισίου 2002/584, το οποίο φέρει τον τίτλο «Εγγυήσεις που πρέπει να παρέχει το κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος σε ειδικές περιπτώσεις», προβλέπει τα εξής:
«Η εκτέλεση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης από τη δικαστική αρχή εκτέλεσης μπορεί να εξαρτηθεί κατά το δίκαιο του κράτους μέλους εκτέλεσης από μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
[…]
3) όταν το πρόσωπο κατά του οποίου εκδόθηκε ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης προς το σκοπό της δίωξης είναι υπήκοος ή κάτοικος του κράτους μέλους εκτέλεσης, η παράδοση μπορεί να εξαρτηθεί από την προϋπόθεση ότι το εν λόγω πρόσωπο, μετά από ακρόασή του, θα διαμεταχθεί στο κράτος μέλος εκτέλεσης ώστε να εκτίσει εκεί τη στερητική της ελευθερίας ποινή ή το στερητικό της ελευθερίας μέτρο ασφαλείας που θα απαγγελθεί εναντίον του στο κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος.»
9 Το άρθρο 8 της απόφασης-πλαισίου, το οποίο φέρει τον τίτλο «Περιεχόμενο και τύπος του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης», ορίζει τα εξής:
«1. Το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης περιέχει τα ακόλουθα στοιχεία, τα οποία υποβάλλονται σύμφωνα με το έντυπο που περιλαμβάνεται στο παράρτημα:
[…]
γ) ένδειξη ότι υπάρχει εκτελεστή απόφαση, ένταλμα σύλληψης ή οιαδήποτε άλλη εκτελεστή δικαστική απόφαση της αυτής ισχύος που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των άρθρων 1 και 2·
[…]».
10 Το άρθρο 12 της εν λόγω απόφασης-πλαισίου, το οποίο φέρει τον τίτλο «Τήρηση του προσώπου υπό κράτηση», προβλέπει τα εξής:
«Όταν ένα πρόσωπο συλλαμβάνεται βάσει ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, η δικαστική αρχή εκτέλεσης αποφασίζει κατά πόσον είναι σκόπιμο να τηρηθεί υπό κράτηση σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους εκτέλεσης. […]»
11 Το άρθρο 26 της ίδιας απόφασης-πλαισίου, το οποίο φέρει τον τίτλο «Αφαίρεση της περιόδου κρατήσεως στο κράτος μέλος εκτέλεσης», προβλέπει στην παράγραφο 1 τα εξής:
«Το κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος αφαιρεί τυχόν περίοδο κράτησης που απορρέει από την εκτέλεση ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης από τη συνολική διάρκεια στέρησης της ελευθερίας στο κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος λόγω καταδίκης σε στερητική της ελευθερίας ποινή ή στερητικό της ελευθερίας μέτρο ασφάλειας.»
Η απόφαση‑πλαίσιο 2008/909
12 Οι αιτιολογικές σκέψεις 2, 8 και 12 της απόφασης-πλαισίου 2008/909 έχουν ως εξής:
«(2) Στις 29 Νοεμβρίου 2000, το Συμβούλιο, σύμφωνα με τα συμπεράσματα του Τάμπερε, ενέκρινε πρόγραμμα μέτρων για την εφαρμογή της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης των ποινικών αποφάσεων, με το οποίο ζητούσε να εκτιμηθεί η ανάγκη σύγχρονων μηχανισμών αμοιβαίας αναγνώρισης των οριστικών καταδικαστικών αποφάσεων που προβλέπουν στέρηση της ελευθερίας […] και να επεκταθεί η ισχύς της γενικής αρχής της μεταφοράς καταδίκων σε πρόσωπα που διαμένουν σε ένα από τα κράτη μέλη […].
[…]
(8) Στις περιπτώσεις που αναφέρει το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο γ), η διαβίβαση της απόφασης και του πιστοποιητικού στο κράτος εκτέλεσης εξαρτάται από τις διαβουλεύσεις μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών έκδοσης και εκτέλεσης και από τη συγκατάθεση της αρμόδιας αρχής του κράτους εκτέλεσης. […]
[…]
(12) Η παρούσα απόφαση-πλαίσιο εφαρμόζεται κατ’ αναλογίαν και στην εκτέλεση ποινών στις περιπτώσεις του άρθρου 4 παράγραφος 6 και του άρθρου 5 παράγραφος 3 της απόφασης-πλαίσιο [2002/584]. Αυτό σημαίνει, μεταξύ άλλων, ότι, με την επιφύλαξη της απόφασης-πλαίσιο [2002/584], το κράτος εκτέλεσης μπορεί να ελέγχει την ύπαρξη λόγων μη αναγνώρισης και μη εκτέλεσης όπως προβλέπεται στο άρθρο 9 της παρούσας απόφασης πλαίσιο, μεταξύ των οποίων και το διττό αξιόποινο, στο μέτρο που το κράτος εκτέλεσης έχει κάνει τη δήλωση του άρθρου 7 παράγραφος 4 της παρούσας απόφασης-πλαίσιο, ως προϋπόθεση για να αναγνωρίσει και να εκτελέσει την απόφαση προκειμένου να εξετάσει εάν θα παραδώσει το πρόσωπο ή θα εκτελέσει την απόφαση σε υποθέσεις του άρθρου 4 παράγραφος 6 της […] απόφασης-πλαίσιο [2002/584].»
13 Το άρθρο 3 της ως άνω απόφασης-πλαισίου, το οποίο φέρει τον τίτλο «Σκοπός και πεδίο εφαρμογής», ορίζει στην παράγραφο 1 τα εξής:
«Σκοπός της παρούσας απόφασης-πλαίσιο είναι η θέσπιση των κανόνων σύμφωνα με τους οποίους ένα κράτος μέλος, προκειμένου να διευκολύνει την κοινωνική επανένταξη του καταδίκου, αναγνωρίζει καταδικαστική απόφαση και εκτελεί την ποινή.»
14 Το άρθρο 4 της εν λόγω απόφασης-πλαισίου, το οποίο φέρει τον τίτλο «Κριτήρια για τη διαβίβαση καταδικαστικής απόφασης και πιστοποιητικού σε άλλο κράτος μέλος», ορίζει τα εξής:
«1. Εφόσον ο κατάδικος ευρίσκεται στο κράτος έκδοσης ή στο κράτος εκτέλεσης και εφόσον έχει δώσει τη συναίνεσή του όπου απαιτείται σύμφωνα με το άρθρο [6], μια καταδικαστική απόφαση, συνοδευόμενη από το πιστοποιητικό, τυποποιημένο έντυπο του οποίου περιέχεται στο παράρτημα Ι, […] μπορεί να διαβιβασθεί σε ένα από τα εξής κράτη μέλη:
α) στο κράτος μέλος της εθνικότητας του καταδίκου στο οποίο ζει· ή
β) στο κράτος μέλος της εθνικότητας του καταδίκου, προς το οποίο, μολονότι δεν είναι το κράτος μέλος στο οποίο ζει, ο κατάδικος θα μεταχθεί μετά την απαλλαγή του από την εκτέλεση της ποινής […] · ή
γ) οποιοδήποτε κράτος μέλος πέραν του κράτους που αναφέρεται στα στοιχεία α) ή β), του οποίου η αρμόδια αρχή συναινεί προς τη διαβίβαση της απόφασης και του πιστοποιητικού προς το εν λόγω κράτος μέλος.
2. Η διαβίβαση της απόφασης και του πιστοποιητικού μπορεί να πραγματοποιηθεί εφόσον η αρμόδια αρχή του κράτους έκδοσης, εν ανάγκη κατόπιν διαβουλεύσεων μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών έκδοσης και εκτέλεσης, πεισθεί ότι η εκτέλεση της ποινής από το κράτος εκτέλεσης διευκολύνει την κοινωνική επανένταξη του καταδίκου.
3. Η αρμόδια αρχή του κράτους έκδοσης, πριν διαβιβάσει την καταδικαστική απόφαση και το πιστοποιητικό, μπορεί να διαβουλευθεί, με κάθε πρόσφορο μέσο, με την αρμόδια αρχή του κράτους εκτέλεσης. Η διαβούλευση είναι υποχρεωτική στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο γ). Στις περιπτώσεις αυτές, η αρμόδια αρχή του κράτους εκτέλεσης ενημερώνει αμέσως το κράτος έκδοσης για την απόφασή της εάν θα συναινέσει ή όχι στη διαβίβαση της απόφασης.
[…]
5. Το κράτος εκτέλεσης δύναται με δική του πρωτοβουλία να ζητήσει από το κράτος έκδοσης να διαβιβάσει την καταδικαστική απόφαση μαζί με το πιστοποιητικό. […] Οι αιτήσεις που υποβάλλονται σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο δεν γεννούν υποχρέωση του κράτους έκδοσης να διαβιβάσει την καταδικαστική απόφαση μαζί με το πιστοποιητικό.
6. Κατά την εφαρμογή της παρούσας απόφασης-πλαίσιο, τα κράτη μέλη θεσπίζουν μέτρα στα οποία λαμβάνεται ιδίως υπόψη ο σκοπός της κοινωνικής επανένταξης του καταδίκου, ο οποίος συνιστά τη βάση προκειμένου να αποφασίζουν οι αρμόδιες αρχές τους εάν πρέπει να συναινέσουν στη διαβίβαση της απόφασης και του πιστοποιητικού στις περιπτώσεις της παραγράφου 1 στοιχείο γ).
[…]»
15 Το άρθρο 8 της ίδιας απόφασης-πλαισίου, το οποίο φέρει τον τίτλο «Αναγνώριση της καταδικαστικής απόφασης και εκτέλεση της ποινής», προβλέπει τα εξής:
«1. Η αρμόδια αρχή του κράτους εκτέλεσης αναγνωρίζει την καταδικαστική απόφαση η οποία διαβιβάζεται σύμφωνα με το άρθρο 4 και κατά τη διαδικασία του άρθρου 5 και λαμβάνει πάραυτα κάθε απαραίτητο μέτρο για την εκτέλεση της ποινής, εκτός εάν η αρμόδια αρχή αποφασίσει να προβάλει κάποιο από τους λόγους μη αναγνώρισης και εκτέλεσης που προβλέπει το άρθρο 9.
2. Αν η ποινή δεν συνάδει ως προς τη διάρκειά της με το δίκαιο του κράτους εκτέλεσης, η αρμόδια αρχή του κράτους εκτέλεσης μπορεί να αποφασίσει να προσαρμόσει την ποινή μόνον όταν ποινή αυτή υπερβαίνει το ανώτατο όριο ποινής που προβλέπεται για παρόμοια αδικήματα δυνάμει του εθνικού δικαίου. Η προσαρμοσμένη ποινή δεν μπορεί να είναι κατώτερη από το ανώτατο όριο ποινής που προβλέπεται για παρόμοια αδικήματα δυνάμει του δικαίου του κράτους εκτέλεσης.
3. Αν η ποινή δεν συνάδει ως προς τη φύση της με το δίκαιο του κράτους εκτέλεσης, η αρμόδια αρχή του κράτους εκτέλεσης μπορεί να την προσαρμόσει σε ποινή ή μέτρο που προβλέπεται για παρόμοια αδικήματα δυνάμει του εθνικού της δικαίου. Η ποινή ή το μέτρο αυτό πρέπει να ανταποκρίνονται κατά το δυνατόν περισσότερο προς την ποινή που επιβλήθηκε από το κράτος έκδοσης της απόφασης, και ως εκ τούτου η ποινή δεν μπορεί να μετατραπεί σε χρηματική.
4. Η προσαρμοσμένη ποινή δεν είναι βαρύτερη από την ποινή που επιβλήθηκε στο κράτος έκδοσης ως προς τη φύση ή τη διάρκειά της.»
16 Το άρθρο 13 της απόφασης-πλαισίου 2008/909, το οποίο φέρει τον τίτλο «Ανάκληση του πιστοποιητικού», ορίζει τα εξής:
«Εφόσον η εκτέλεση της ποινής στο κράτος εκτέλεσης δεν έχει αρχίσει, το κράτος έκδοσης δύναται να ανακαλέσει την απόφαση και το πιστοποιητικό από αυτό το κράτος, αιτιολογώντας τη σχετική απόφασή του. Με την ανάκληση της απόφασης και του πιστοποιητικού, το κράτος εκτέλεσης δεν υποχρεούται πλέον να εκτελέσει την ποινή.»
17 Το άρθρο 22 της απόφασης-πλαισίου, το οποίο φέρει τον τίτλο «Συνέπειες της μεταφοράς του καταδίκου», ορίζει στην παράγραφο 1 τα εξής:
«Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, το κράτος έκδοσης δεν δύναται να συνεχίσει την εκτέλεση της ποινής μετά την έναρξη της έκτισης της ποινής στο κράτος εκτέλεσης.»
18 Το άρθρο 23 της εν λόγω απόφασης-πλαισίου, το οποίο φέρει τον τίτλο «Γλωσσικό καθεστώς», προβλέπει στην παράγραφο 1 τα ακόλουθα:
«Το πιστοποιητικό μεταφράζεται στην επίσημη ή σε μία από τις επίσημες γλώσσες του κράτους εκτέλεσης. Κάθε κράτος μέλος δύναται, είτε κατά τον χρόνο της υιοθέτησης της παρούσας απόφασης-πλαίσιο είτε σε μεταγενέστερη ημερομηνία, να αναφέρει σε δήλωση που κατατίθεται στη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου ότι δέχεται μετάφραση σε μία ή περισσότερες άλλες επίσημες γλώσσες των θεσμικών οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.»
19 Το άρθρο 25 της ίδιας απόφασης-πλαισίου, το οποίο φέρει τον τίτλο «Εκτέλεση ποινών βάσει ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης», ορίζει τα εξής:
«Με την επιφύλαξη της απόφασης-πλαίσιο [2002/584], οι διατάξεις της παρούσας απόφασης-πλαίσιο εφαρμόζονται κατ’ αναλογία, στο μέτρο που συνάδουν με τις διατάξεις της ανωτέρω απόφασης-πλαίσιο, στην εκτέλεση όταν ένα κράτος μέλος αναλαμβάνει να εκτελέσει την ποινή σε περιπτώσεις του άρθρου 4 παράγραφος 6 της απόφασης-πλαίσιο [2002/584] ή εάν, ενεργώντας βάσει του άρθρου 5 παράγραφος 3 της απόφασης-πλαίσιο [2002/584], έχει επιβάλει τον όρο ότι ο κατάδικος πρέπει να επιστρέψει στο εν λόγω κράτος μέλος προκειμένου να εκτίσει την ποινή, ούτως ώστε να αποφευχθεί η ατιμωρησία του.»
20 Το άρθρο 26 της απόφασης-πλαισίου 2008/909, το οποίο φέρει το τίτλο «Σχέση με άλλες συμφωνίες και διακανονισμούς», ορίζει στην παράγραφο 1 τα εξής:
«Χωρίς να θίγεται η εφαρμογή τους μεταξύ κρατών μελών και τρίτων κρατών και η μεταβατική τους εφαρμογή σύμφωνα με το άρθρο 28, η παρούσα απόφαση-πλαίσιο, από τις 5 Δεκεμβρίου 2011, θα αντικαταστήσει τις αντίστοιχες διατάξεις των ακόλουθων συμβάσεων που ισχύουν στις σχέσεις ανάμεσα στα κράτη μέλη:
– της ευρωπαϊκής σύμβασης για τη μεταφορά καταδίκων [(Σειρά Ευρωπαϊκών Συνθηκών αριθ. 112), που υπεγράφη στο Στρασβούργο στις 21 Μαρτίου 1983] και του πρόσθετου πρωτοκόλλου της σύμβασης αυτής της 18ης Δεκεμβρίου 1997,
– της ευρωπαϊκής σύμβασης για τη διεθνή ισχύ των ποινικών αποφάσεων [(Σειρά Ευρωπαϊκών Συνθηκών αριθ. 70), που υπεγράφη στη Χάγη στις 28 Μαΐου 1970],
– του τίτλου ΙΙΙ κεφάλαιο 5 της σύμβασης […] εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν[, μεταξύ των κυβερνήσεων των κρατών της Οικονομικής Ένωσης Μπενελούξ, της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και της Γαλλικής Δημοκρατίας, σχετικά με τη σταδιακή κατάργηση των ελέγχων στα κοινά σύνορα, που υπεγράφη στο Σένγκεν στις 19 Ιουνίου 1990 (ΕΕ 2000, L 239, σ. 19)],
– της ευρωπαϊκής σύμβασης ανάμεσα στα κράτη μέλη των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων για την εκτέλεση αλλοδαπών ποινικών αποφάσεων της 13[ης] Νοεμβρίου 1991.»
Η διαδικασία της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα
21 Στις 25 Νοεμβρίου 2020 το Curtea de Apel București (εφετείο Βουκουρεστίου, Ρουμανία), το οποίο είναι το αιτούν δικαστήριο, εξέδωσε ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης εις βάρος του C.J., με σκοπό την εκτέλεση ποινής φυλάκισης που του είχε επιβληθεί με απόφαση του δευτέρου ποινικού τμήματoς του εν λόγω δικαστηρίου, της 27ης Ιουνίου 2017. Η απόφαση αυτή κατέστη αμετάκλητη κατόπιν της εκδόσεως αποφάσεως του ποινικού τμήματος του Înalta Curte de Casație și Justiție (Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου, Ρουμανία), της 10ης Νοεμβρίου 2020 (στο εξής: καταδικαστική απόφαση).
22 Στις 29 Δεκεμβρίου 2020 ο C.J. συνελήφθη στην Ιταλία.
23 Στις 31 Δεκεμβρίου 2020 το Ministero della Giustizia (Υπουργείο Δικαιοσύνης, Ιταλία) ενημέρωσε το αιτούν δικαστήριο για τη σύλληψη αυτήν. Κατόπιν αιτήματος του ως άνω Υπουργείου, το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης που είχε εκδοθεί εις βάρος του C.J. διαβιβάστηκε στο Corte d’appello di Roma (εφετείο Ρώμης, Ιταλία), το οποίο είναι η δικαστική αρχή εκτέλεσης.
24 Στις 14 Ιανουαρίου 2021, κατόπιν αιτήματος των ιταλικών αρχών, η δικαστική αρχή έκδοσης του εντάλματος διαβίβασε την καταδικαστική απόφαση στις ιταλικές αρχές. Στο πλαίσιο αυτό, το αιτούν δικαστήριο εξέφρασε τη διαφωνία του όσον αφορά την αναγνώριση της καταδικαστικής αποφάσεως και την εκτέλεση, στην Ιταλία, της επιβληθείσας στον C.J. ποινής.
25 Στις 20 Ιανουαρίου 2021, κατόπιν αιτήματος των ιταλικών δικαστικών αρχών, το αιτούν δικαστήριο διευκρίνισε ότι, σε περίπτωση άρνησης εκτέλεσης, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 4, σημείο 6, της απόφασης-πλαισίου 2002/584, του εκδοθέντος εις βάρος του C.J. ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, δεν θα παρείχε τη συγκατάθεσή του στην παρεμπίπτουσα αναγνώριση της καταδικαστικής αποφάσεως και στην ανάληψη από την Ιταλική Δημοκρατία της εκτέλεσης της επιβληθείσας στον C.J. ποινής και ότι θα ζητούσε, σε μεταγενέστερο στάδιο, την εν λόγω αναγνώριση και ανάληψη της εκτέλεσης βάσει της αποφάσεως-πλαισίου 2008/909.
26 Με απόφαση της 6ης Μαΐου 2021, το Corte d’appello di Roma (εφετείο Ρώμης) αρνήθηκε να παραδώσει τον C.J., αναγνώρισε την καταδικαστική απόφαση και διέταξε την εκτέλεση της εν λόγω ποινής στην Ιταλία (στο εξής: απόφαση περί αναγνώρισης και εκτέλεσης). Το ως άνω δικαστήριο έκρινε ότι η εν λόγω ποινή έπρεπε να εκτελεστεί στην Ιταλία προκειμένου να αυξηθούν οι πιθανότητες κοινωνικής επανένταξης του C.J., ο οποίος κατοικούσε νομίμως και πραγματικά στην Ιταλία.
27 Αφαιρώντας τις περιόδους κρατήσεως που είχε ήδη εκτίσει ο C.J. από τις 17 Σεπτεμβρίου έως τις 16 Δεκεμβρίου 2019 και από τις 29 Δεκεμβρίου 2020 έως την ημερομηνία εκδόσεως της αποφάσεως περί αναγνώρισης και εκτέλεσης, το εν λόγω δικαστήριο έκρινε ότι η εναπομένουσα προς έκτιση συνολική ποινή ήταν 3 έτη, 6 μήνες και 21 ημέρες.
28 Στις 20 Μαΐου 2021 η απόφαση περί αναγνώρισης και εκτέλεσης κοινοποιήθηκε στο αιτούν δικαστήριο.
29 Εν συνεχεία διαβιβάστηκε στις ρουμανικές αρχές πιστοποιητικό του γραφείου εκτέλεσης ποινών της εισαγγελίας Ρώμης της 11ης Ιουνίου 2021, από το οποίο προέκυπτε ότι στις 20 Μαΐου 2021 είχε εκδοθεί εις βάρος του C.J. ένταλμα σύλληψης προς εκτέλεση της ποινής, υπό τη μορφή «κατ’ οίκον περιορισμού, με ταυτόχρονη αναστολή», και ότι η εναπομένουσα προς έκτιση ποινή ήταν τρία έτη και έντεκα μήνες φυλάκισης, η δε ημερομηνία έναρξης της εκτέλεσης της εν λόγω ποινής είχε οριστεί για τις 29 Δεκεμβρίου 2020 και η ημερομηνία λήξης της εκτέλεσης είχε οριστεί για τις 28 Νοεμβρίου 2024.
30 Με έγγραφο της 28ης Ιουνίου 2021 που απηύθυναν προς το Ministero della Giustizia (Υπουργείο Δικαιοσύνης) καθώς και προς το Corte d’appello di Roma (εφετείο Ρώμης), οι ρουμανικές δικαστικές αρχές επανέλαβαν τη θέση τους η οποία διαλαμβάνεται στη σκέψη 24 της παρούσας αποφάσεως και διευκρίνισαν ότι, έως ότου ενημερωθούν για την έναρξη της εκτέλεσης της ποινής φυλάκισης του C.J., διατηρούν το δικαίωμα εκτέλεσης της καταδικαστικής αποφάσεως. Ανέφεραν επίσης ότι το εθνικό ένταλμα σύλληψης προς εκτέλεση της επιβληθείσας στον C.J. ποινής φυλάκισης και το εκδοθέν εις βάρος του ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης δεν είχαν ακυρωθεί και εξακολουθούσαν να ισχύουν.
31 Στις 15 Οκτωβρίου 2021 το γραφείο εκτέλεσης του δευτέρου ποινικού τμήματος του Curtea de Apel București (εφετείου Βουκουρεστίου) προσέφυγε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου κατά της εκτέλεσης της καταδικαστικής αποφάσεως.
32 Προκειμένου να αποφανθεί επί του ως άνω ενδίκου βοηθήματος, το αιτούν δικαστήριο πρέπει να αποφανθεί επί του κύρους του εθνικού εντάλματος σύλληψης προς εκτέλεση της ποινής φυλάκισης που επιβλήθηκε στον C.J. και του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης που εκδόθηκε εις βάρος του.
33 Στο πλαίσιο αυτό, το Curtea de Apel Bucureşti (εφετείο Βουκουρεστίου) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:
«1) Έχει το άρθρο 25 της αποφάσεως-πλαισίου 2008/909 την έννοια ότι, σε περίπτωση κατά την οποία η δικαστική αρχή εκτελέσεως ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως προτίθεται να εφαρμόσει το άρθρο 4, σημείο 6, της αποφάσεως-πλαισίου 2002/584, προκειμένου να αναγνωρίσει καταδικαστική απόφαση, υποχρεούται να ζητήσει τη διαβίβαση της καταδικαστικής αποφάσεως και του πιστοποιητικού που εκδίδεται βάσει της αποφάσεως-πλαισίου 2008/909, καθώς και να λάβει τη συγκατάθεση του κράτους εκδόσεως βάσει του άρθρου 4, παράγραφος 2, της αποφάσεως-πλαισίου 2008/909;
2) Έχει το άρθρο 4, σημείο 6, της αποφάσεως-πλαισίου 2002/584, ερμηνευόμενο σε συνδυασμό με το άρθρο 25 και το άρθρο 4, παράγραφος 2, της απόφασης-πλαισίου 2008/909, την έννοια ότι η άρνηση εκτελέσεως ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως εκδοθέντος προς τον σκοπό της εκτελέσεως στερητικής της ελευθερίας ποινής και η αναγνώριση της καταδικαστικής αποφάσεως, χωρίς πραγματική εκτέλεση της αποφάσεως αυτής διά της φυλακίσεως του καταδικασθέντος, λόγω της απονομής χάριτος και της αναστολής εκτελέσεως της ποινής σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους εκτελέσεως, και χωρίς τη συγκατάθεση του κράτους εκδόσεως στο πλαίσιο της διαδικασίας αναγνωρίσεως, συνεπάγονται την απώλεια του δικαιώματος του κράτους εκδόσεως να εκτελέσει την ποινή βάσει του άρθρου 22, παράγραφος 1, της απόφασης-πλαισίου 2008/909;
3) Έχει το άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της αποφάσεως-πλαισίου 2002/584 την έννοια ότι παύει να είναι εκτελεστή καταδικαστική απόφαση για την επιβολή στερητικής της ελευθερίας ποινής βάσει της οποίας εκδόθηκε ευρωπαϊκό ένταλμα συλλήψεως ως προς το οποίο προβλήθηκε άρνηση εκτελέσεως δυνάμει του άρθρου 4, σημείο 6, [της εν λόγω αποφάσεως-πλαισίου], εφόσον η απόφαση αναγνωρίσθηκε αλλά δεν εκτελέσθηκε στην πράξη διά της φυλακίσεως του καταδικασθέντος, λόγω της απονομής χάριτος και της αναστολής εκτελέσεως της ποινής σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους εκτελέσεως, και εφόσον δεν έχει ληφθεί η συγκατάθεση του κράτους εκδόσεως στο πλαίσιο της διαδικασίας αναγνωρίσεως;
4) Έχει το άρθρο 4, σημείο 5, της αποφάσεως-πλαισίου 2002/584 την έννοια ότι συνιστά καταδίκη “για τις αυτές πράξεις σε τρίτη χώρα” μια απόφαση δικαστικής αρχής περί αρνήσεως εκτελέσεως ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως εκδοθέντος προς τον σκοπό της εκτελέσεως στερητικής της ελευθερίας ποινής και περί αναγνωρίσεως της καταδικαστικής αποφάσεως βάσει του άρθρου 4, σημείο 6, της [εν λόγω αποφάσεως-πλαισίου], χωρίς όμως πραγματική εκτέλεση της αποφάσεως διά της φυλακίσεως του καταδικασθέντος, λόγω της απονομής χάριτος και της αναστολής εκτελέσεως της ποινής σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους εκτελέσεως (κράτους μέλους της [Ευρωπαϊκής Ένωσης]), και χωρίς συγκατάθεση του κράτους της καταδίκης στο πλαίσιο της διαδικασίας αναγνωρίσεως;
5) Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο τέταρτο ερώτημα, έχει το άρθρο 4, σημείο 5, της απόφασης-πλαισίου 2002/584 την έννοια ότι απόφαση με την οποία προβάλλεται άρνηση εκτελέσεως ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως εκδοθέντος προς τον σκοπό της εκτελέσεως στερητικής της ελευθερίας ποινής και αναγνωρίζεται η καταδικαστική απόφαση βάσει του άρθρου 4, σημείο 6, της [εν λόγω αποφάσεως-πλαισίου], με αναστολή της εκτελέσεως της ποινής σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους εκτελέσεως, συνιστά “καταδίκη [που] εκτίεται”, εφόσον δεν έχει ακόμη αρχίσει η επιτήρηση του καταδικασθέντος;»
Η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου
34 Στις 23 Ιανουαρίου 2024 το Δικαστήριο αποφάσισε να παραπέμψει την υπό κρίση υπόθεση ενώπιον του πρώτου τμήματος. Στις 13 Μαρτίου 2024 διεξήχθη επ’ ακροατηρίου συζήτηση και ο γενικός εισαγγελέας ανέπτυξε τις προτάσεις του στις 13 Ιουνίου 2024, στη συνέχεια δε περατώθηκε η προφορική διαδικασία.
35 Κατόπιν αιτήματος του πρώτου τμήματος του Δικαστηρίου, υποβληθέντος κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 60, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, το Δικαστήριο αποφάσισε στις 9 Ιουλίου 2024 να παραπέμψει την υπόθεση στο τμήμα μείζονος συνθέσεως.
36 Με διάταξη της 13ης Σεπτεμβρίου 2024, C.J. (Εκτέλεση ποινής κατόπιν εκδόσεως ΕΕΣ) (C‑305/22, EU:C:2024:783), το Δικαστήριο, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, διέταξε την επανάληψη της προφορικής διαδικασίας, σύμφωνα με το άρθρο 83 του Κανονισμού Διαδικασίας. Στις 14 Οκτωβρίου 2024 διεξήχθη δεύτερη επ’ ακροατηρίου συζήτηση.
37 Στις 12 Δεκεμβρίου 2024 ο γενικός εισαγγελέας ανέπτυξε συμπληρωματικές προτάσεις.
Επί των προδικαστικών ερωτημάτων
Επί του πρώτου, του δευτέρου και του τρίτου προδικαστικού ερωτήματος
38 Με το πρώτο, το δεύτερο και το τρίτο προδικαστικό ερώτημα, τα οποία πρέπει να εξεταστούν από κοινού, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 4, σημείο 6, της απόφασης-πλαισίου 2002/584 και τα άρθρα 4, 22 και 25 της απόφασης-πλαισίου 2008/909 έχουν την έννοια ότι:
– αφενός, η άρνηση της δικαστικής αρχής εκτέλεσης, η οποία στηρίζεται στον λόγο προαιρετικής μη εκτέλεσης που προβλέπεται στο άρθρο 4, σημείο 6, της απόφασης-πλαισίου 2002/584, να παραδώσει πρόσωπο εις βάρος του οποίου έχει εκδοθεί ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης προς τον σκοπό της εκτέλεσης στερητικής της ελευθερίας ποινής προϋποθέτει ότι η εν λόγω δικαστική αρχή τηρεί τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία που προβλέπει η απόφαση-πλαίσιο 2008/909 όσον αφορά την αναγνώριση της καταδικαστικής αποφάσεως με την οποία επιβλήθηκε η εν λόγω ποινή και την ανάληψη της εκτέλεσης της εν λόγω ποινής, και
– αφετέρου, σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως, το κράτος έκδοσης διατηρεί το δικαίωμα να εκτελέσει την ίδια ποινή και, επομένως, να διατηρήσει σε ισχύ το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης σε περίπτωση κατά την οποία η δικαστική αρχή εκτέλεσης, χωρίς να τηρήσει τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία που προβλέπει η απόφαση-πλαίσιο 2008/909 όσον αφορά την αναγνώριση της καταδικαστικής αποφάσεως και την ανάληψη της εκτέλεσης της ποινής, έχει αρνηθεί, βάσει του ως άνω λόγου, να εκτελέσει το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης.
Επί των συνεπειών της απόφασης-πλαισίου 2008/909 στην εφαρμογή του λόγου προαιρετικής μη εκτέλεσης που προβλέπεται στο άρθρο 4, σημείο 6, της απόφασης‑πλαισίου 2002/584
39 Κατ’ αρχάς, υπενθυμίζεται ότι η απόφαση-πλαίσιο 2002/584 κατατείνει, μέσω της καθιέρωσης ενός απλουστευμένου και αποτελεσματικού συστήματος παράδοσης των καταδικασθέντων ή υπόπτων για παραβάσεις της ποινικής νομοθεσίας, στη διευκόλυνση και στην επιτάχυνση της δικαστικής συνεργασίας, συμβάλλοντας στην επίτευξη του σκοπού τον οποίο έχει θέσει η Ένωση, να αποτελέσει δηλαδή χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης επί τη βάσει του υψηλού βαθμού εμπιστοσύνης που πρέπει να υφίσταται μεταξύ των κρατών μελών [απόφαση της 22ης Φεβρουαρίου 2022, Openbaar Ministerie (Δικαστήριο που έχει συσταθεί νομίμως στο κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος), C‑562/21 PPU και C‑563/21 PPU, EU:C:2022:100, σκέψη 42 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].
40 Στον ρυθμιζόμενο από την ως άνω απόφαση-πλαίσιο τομέα, η αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης, η οποία αποτελεί, όπως προκύπτει ιδίως από την αιτιολογική σκέψη 6, τον «ακρογωνιαίο λίθο» της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις, αποτυπώνεται στο άρθρο 1, παράγραφος 2, της εν λόγω απόφασης‑πλαισίου, το οποίο θεσπίζει τον κανόνα κατά τον οποίο τα κράτη μέλη υποχρεούνται να εκτελούν κάθε ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης βάσει της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης και σύμφωνα με τις διατάξεις της απόφασης-πλαισίου [πρβλ. απόφαση της 6ης Ιουνίου 2023, O. G. (Ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης κατά υπηκόου τρίτης χώρας), C‑700/21, EU:C:2023:444, σκέψη 32 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].
41 Επομένως, αφενός, οι δικαστικές αρχές εκτέλεσης μπορούν να αρνηθούν την εκτέλεση ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης μόνο για λόγους που απορρέουν από την απόφαση-πλαίσιο 2002/584, όπως αυτή έχει ερμηνευθεί από το Δικαστήριο. Αφετέρου, ενώ η εκτέλεση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης συνιστά τον κανόνα, η άρνηση εκτέλεσης έχει προβλεφθεί ως εξαίρεση, η οποία πρέπει να ερμηνεύεται στενά [απόφαση της 6ης Ιουνίου 2023, O. G. (Ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης κατά υπηκόου τρίτης χώρας), C‑700/21, EU:C:2023:444, σκέψη 33 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].
42 Όσον αφορά τους λόγους άρνησης εκτέλεσης, η ως άνω απόφαση-πλαίσιο προβλέπει, στο άρθρο 3, τους λόγους υποχρεωτικής μη εκτέλεσης του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης και, στα άρθρα 4 και 4α, τους λόγους προαιρετικής μη εκτέλεσης του εντάλματος αυτού.
43 Ως προς τους λόγους προαιρετικής μη εκτέλεσης που απαριθμούνται στο άρθρο 4 της απόφασης-πλαισίου 2002/584, η εφαρμογή του λόγου που προβλέπεται στο σημείο 6 του εν λόγω άρθρου εξαρτάται από τη συνδρομή δύο προϋποθέσεων, ήτοι, αφενός, ο εκζητούμενος να διαμένει στο κράτος μέλος εκτέλεσης, να είναι υπήκοός του ή να κατοικεί σε αυτό και, αφετέρου, το εν λόγω κράτος να δεσμεύεται να εκτελέσει, σύμφωνα με το εσωτερικό του δίκαιο, την ποινή ή το μέτρο ασφαλείας για τα οποία εκδόθηκε το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης [απόφαση της 6ης Ιουνίου 2023, O. G. (Ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης κατά υπηκόου τρίτης χώρας), C‑700/21, EU:C:2023:444, σκέψη 46 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].
44 Όταν η δικαστική αρχή εκτέλεσης διαπιστώνει ότι πληρούνται οι ανωτέρω δύο προϋποθέσεις, οφείλει ακόμη να εκτιμήσει αν υφίσταται θεμιτό συμφέρον το οποίο να δικαιολογεί την εκτέλεση, εντός του κράτους μέλους εκτέλεσης, της ποινής που επιβλήθηκε από το κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος. Η εκτίμηση αυτή παρέχει στην εν λόγω αρχή τη δυνατότητα να λάβει υπόψη τον σκοπό τον οποίο επιδιώκει το άρθρο 4, σημείο 6, της απόφασης-πλαισίου 2002/584 και ο οποίος συνίσταται, κατά πάγια νομολογία, στην αύξηση των πιθανοτήτων κοινωνικής επανένταξης του εκζητουμένου μετά την έκτιση της ποινής στην οποία αυτός έχει καταδικαστεί [πρβλ. απόφαση της 6ης Ιουνίου 2023, O. G. (Ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης κατά υπηκόου τρίτης χώρας), C‑700/21, EU:C:2023:444, σκέψη 49 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].
45 Όσον αφορά τις συνέπειες της απόφασης-πλαισίου 2008/909 επί της εφαρμογής του λόγου προαιρετικής μη εκτέλεσης που προβλέπεται στο άρθρο 4, σημείο 6, της απόφασης-πλαισίου 2002/584, υπενθυμίζεται ότι, όπως και η απόφαση‑πλαίσιο 2002/584, η απόφαση-πλαίσιο 2008/909 συγκεκριμενοποιεί, στον ποινικό τομέα, τις αρχές της αμοιβαίας εμπιστοσύνης και της αμοιβαίας αναγνώρισης, οι οποίες επιβάλλουν, ιδίως όσον αφορά τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, σε καθένα από τα κράτη μέλη να δέχεται, πλην εξαιρετικών περιστάσεων, ότι τα λοιπά κράτη μέλη τηρούν το δίκαιο της Ένωσης και, ειδικότερα, ότι σέβονται τα θεμελιώδη δικαιώματα που αναγνωρίζονται από το δίκαιο αυτό. Η τελευταία αυτή απόφαση-πλαίσιο ενισχύει τη δικαστική συνεργασία σε θέματα αναγνώρισης και εκτέλεσης ποινικών αποφάσεων, στις περιπτώσεις προσώπων που έχουν καταδικαστεί σε ποινές στερητικές της ελευθερίας ή σε μέτρα στερητικά της ελευθερίας σε άλλο κράτος μέλος, προκειμένου να διευκολυνθεί η κοινωνική επανένταξή τους (πρβλ. απόφαση της 9ης Νοεμβρίου 2023, Staatsanwaltschaft Aachen, C‑819/21, EU:C:2023:841, σκέψη 19).
46 Κατά το άρθρο 3, παράγραφος 1, της απόφασης-πλαισίου 2008/909, σκοπός της είναι η θέσπιση των κανόνων βάσει των οποίων ένα κράτος μέλος μπορεί να αναγνωρίσει καταδικαστική απόφαση και να εκτελέσει την ποινή την οποία επέβαλε άλλο κράτος μέλος, προκειμένου να διευκολύνει την κοινωνική επανένταξη του καταδικασθέντος. Από το άρθρο 26, παράγραφος 1, της εν λόγω απόφασης-πλαισίου προκύπτει ότι αυτή αντικαθιστά τις διατάξεις των συμβάσεων περί μεταφοράς καταδίκων οι οποίες μνημονεύονται στο άρθρο αυτό και έχουν εφαρμογή στις σχέσεις μεταξύ των κρατών μελών (πρβλ απόφαση της 24ης Ιουνίου 2019, Popławski, C‑573/17, EU:C:2019:530, σκέψεις 36 και 37).
47 Επομένως, λαμβανομένης υπόψη της ταυτότητας του σκοπού που επιδιώκεται, αφενός, με τον λόγο προαιρετικής μη εκτέλεσης που προβλέπεται στο άρθρο 4, σημείο 6, της απόφασης-πλαισίου 2002/584 και, αφετέρου, με τους κανόνες που προβλέπει η απόφαση-πλαίσιο 2008/909, ήτοι του σκοπού που συνίσταται στη διευκόλυνση της κοινωνικής επανένταξης των καταδικασθέντων σε άλλο κράτος μέλος, πρέπει να γίνει δεκτό ότι, όταν η δικαστική αρχή του κράτους εκτέλεσης επιθυμεί να εφαρμόσει τον λόγο αυτόν προαιρετικής μη εκτέλεσης, οφείλει να λαμβάνει υπόψη τους εν λόγω κανόνες.
48 Συναφώς, υπογραμμίζεται ότι, όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας με το σημείο 45 των από 13 Ιουνίου 2024 προτάσεών του, από κανένα στοιχείο δεν προκύπτει ότι ο νομοθέτης της Ένωσης είχε την πρόθεση να προβλέψει δύο αυτοτελή νομικά καθεστώτα όσον αφορά την αναγνώριση και την εκτέλεση ποινικών αποφάσεων, αναλόγως του αν υφίσταται ή μη ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης.
49 Συναφώς, το άρθρο 25 της απόφασης-πλαισίου 2008/909, ερμηνευόμενο υπό το πρίσμα της αιτιολογικής της σκέψεως 12, ορίζει ότι η εν λόγω απόφαση-πλαίσιο εφαρμόζεται κατ’ αναλογίαν στην εκτέλεση καταδικαστικών αποφάσεων, κατά το μέτρο που οι διατάξεις της συνάδουν με εκείνες της απόφασης-πλαισίου 2002/584, οσάκις κράτος μέλος αναλαμβάνει να εκτελέσει την ποινή σύμφωνα με το άρθρο 4, σημείο 6, της απόφασης-πλαισίου 2002/584. Τούτο ισχύει επίσης όταν ένα κράτος μέλος, ενεργώντας στο πλαίσιο του άρθρου 5, σημείο 3, της τελευταίας απόφασης-πλαισίου, έχει θέσει ως προϋπόθεση για την εκτέλεση ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, εκδοθέντος προς τον σκοπό της άσκησης δίωξης στο κράτος έκδοσης του εντάλματος, τη διαμεταγωγή του ενδιαφερομένου στο κράτος εκτέλεσης προκειμένου να εκτίσει εκεί την ποινή που θα απαγγελθεί εναντίον του στο κράτος έκδοσης του εντάλματος.
50 Ως προς την τελευταία αυτή περίπτωση, την οποία αφορά το άρθρο 5, σημείο 3, της απόφασης-πλαισίου 2002/584, από τη νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι η εκτέλεση της ποινής διέπεται από την απόφαση-πλαίσιο 2008/909. Πράγματι, όπως έχει επισημάνει το Δικαστήριο, σε περίπτωση κατά την οποία η εκτέλεση ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης εκδοθέντος προς τον σκοπό της άσκησης ποινικής δίωξης εξαρτάται από την προϋπόθεση του άρθρου 5, σημείο 3, της απόφασης-πλαισίου 2002/584, το κράτος μέλος εκτέλεσης, προκειμένου να εκτελέσει τη στερητική της ελευθερίας ποινή ή το στερητικό της ελευθερίας μέτρο ασφαλείας που επιβλήθηκε εντός του κράτους μέλους έκδοσης του εντάλματος εις βάρος του καταδικασθέντος, οφείλει να τηρεί τους σχετικούς κανόνες της απόφασης-πλαισίου 2008/909 [πρβλ. απόφαση της 11ης Μαρτίου 2020, SF (Ευρωπαϊκό ένταλμα συλλήψεως – Εγγύηση διαμεταγωγής στο κράτος μέλος εκτελέσεως), C‑314/18, EU:C:2020:191, σκέψη 68].
51 Όπως και στην περίπτωση του άρθρου 5, σημείο 3, της απόφασης-πλαισίου 2002/584, πρέπει να γίνει δεκτό ότι, όταν η δικαστική αρχή εκτέλεσης προτίθεται να αρνηθεί, βάσει του λόγου προαιρετικής μη εκτέλεσης που προβλέπεται στο άρθρο 4, σημείο 6, της απόφασης-πλαισίου 2002/584, την εκτέλεση ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης εκδοθέντος προς τον σκοπό της εκτέλεσης στερητικής της ελευθερίας ποινής, η αναγνώριση της καταδικαστικής αποφάσεως με την οποία επιβλήθηκε η ποινή και η ανάληψη της εκτέλεσης της ποινής διέπονται από την απόφαση-πλαίσιο 2008/909.
52 Πράγματι, η βάσει του άρθρου 4, σημείο 6, της απόφασης-πλαισίου 2002/584 άρνηση εκτέλεσης ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης προϋποθέτει πραγματική δέσμευση του κράτους μέλους εκτέλεσης να εκτελέσει τη στερητική της ελευθερίας ποινή που έχει επιβληθεί στον εκζητούμενο [πρβλ. απόφαση της 6ης Ιουνίου 2023, O. G. (Ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης κατά υπηκόου τρίτης χώρας), C‑700/21, EU:C:2023:444, σκέψη 48 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία]. Δεδομένου ότι το πρόσωπο αυτό καταδικάστηκε στο κράτος έκδοσης, τούτο επάγεται κατ’ ανάγκην ότι οι αρχές του κράτους εκτέλεσης αναγνωρίζουν την καταδικαστική απόφαση που εκδόθηκε εις βάρος του εν λόγω προσώπου σύμφωνα με τις διατάξεις της απόφασης-πλαισίου 2008/909.
53 Ασφαλώς, το Δικαστήριο έχει συναγάγει από το άρθρο 25 της απόφασης‑πλαισίου 2008/909 ότι ουδεμία διάταξη της εν λόγω απόφασης‑πλαισίου δύναται να επηρεάσει το περιεχόμενο ή τις λεπτομέρειες εφαρμογής τού κατά το άρθρο 4, σημείο 6, της απόφασης-πλαισίου 2002/584 λόγου προαιρετικής μη εκτέλεσης (απόφαση της 13ης Δεκεμβρίου 2018, Sut, C‑514/17, EU:C:2018:1016, σκέψη 48).
54 Εντούτοις, η ανωτέρω διαπίστωση δεν σημαίνει ότι οι προβλεπόμενες στην απόφαση-πλαίσιο 2008/909 προϋποθέσεις αναγνώρισης και εκτέλεσης των ποινικών αποφάσεων δεν έχουν εφαρμογή όταν ένα κράτος μέλος αναλαμβάνει να εκτελέσει ποινή σύμφωνα με το άρθρο 4, σημείο 6, της απόφασης-πλαισίου 2002/584, ενώ η εφαρμογή της απόφασης-πλαισίου 2008/909 δεν θα οδηγούσε σε καμία ασυμβατότητα ή ανακολουθία κατά τη συνδυασμένη εφαρμογή των δύο αυτών πράξεων. Όπως παρατήρησε ο γενικός εισαγγελέας με το σημείο 63 των από 13 Ιουνίου 2024 προτάσεών του, οι προϋποθέσεις αναγνώρισης και εκτέλεσης των ποινικών αποφάσεων που προβλέπει η απόφαση-πλαίσιο 2008/909 ισχύουν κατά την εφαρμογή του λόγου προαιρετικής μη εκτέλεσης που προβλέπεται στο άρθρο 4, σημείο 6, της απόφασης-πλαισίου 2002/584, υπό τον όρο ότι, όπως ρητώς προβλέπει το άρθρο 25 της απόφασης-πλαισίου 2008/909 και όπως επισήμανε το Δικαστήριο με τη σκέψη 48 της αποφάσεως της 13ης Δεκεμβρίου 2018, Sut (C‑514/17, EU:C:2018:1016), οι προϋποθέσεις αυτές συνάδουν με τις διατάξεις της απόφασης-πλαισίου 2002/584. Με τον τρόπο αυτόν διασφαλίζεται η ομαλή λειτουργία του απλουστευμένου και αποτελεσματικού συστήματος παράδοσης των εκζητουμένων που θεσπίζεται με την τελευταία αυτή απόφαση-πλαίσιο.
55 Συναφώς επισημαίνεται ότι, σύμφωνα με το άρθρο 26, παράγραφος 1, της απόφασης-πλαισίου 2008/909, η εν λόγω απόφαση-πλαίσιο αντικατέστησε, από τις 5 Δεκεμβρίου 2011, τις αντίστοιχες διατάξεις της ευρωπαϊκής σύμβασης για τη μεταφορά καταδίκων και του από 18 Δεκεμβρίου 1997 πρόσθετου πρωτοκόλλου της.
56 Όπως επισήμανε, μεταξύ άλλων, η Γαλλική Κυβέρνηση κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση της 14ης Οκτωβρίου 2024, το άρθρο 3, παράγραφος 1, στοιχείο ζʹ, της ως άνω σύμβασης προέβλεπε ότι το κράτος έκδοσης και το κράτος εκτέλεσης έπρεπε να έχουν συμφωνήσει για τη μεταφορά καταδικασθέντος.
57 Το ως άνω άρθρο 3, παράγραφος 1, στοιχείο ζʹ, αντικαταστάθηκε, μετά την έκδοση της απόφασης-πλαισίου 2008/909, από την απαίτηση συγκατάθεσης του κράτους έκδοσης όσον αφορά την ανάληψη της εκτέλεσης της ποινής που επιβλήθηκε εντός του εν λόγω κράτους. Η συγκατάθεση αυτή εκφράζεται με τη διαβίβαση στο κράτος εκτέλεσης, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 4 της ως άνω απόφασης-πλαισίου, της καταδικαστικής αποφάσεως που εκδόθηκε από δικαστήριο του κράτους έκδοσης, συνοδευόμενης από το πιστοποιητικό του οποίου τυποποιημένο έντυπο περιέχεται στο παράρτημα Ι της εν λόγω απόφασης‑πλαισίου.
58 Πράγματι, από το σημείο στʹ του τυποποιημένου εντύπου του πιστοποιητικού, το οποίο περιέχεται στο παράρτημα I της απόφασης-πλαισίου 2008/909, προκύπτει ρητώς ότι, στο πλαίσιο ακριβώς της εφαρμογής του λόγου προαιρετικής μη εκτέλεσης που προβλέπεται στο άρθρο 4, σημείο 6, της απόφασης-πλαισίου 2002/584, μπορούν να έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της απόφασης-πλαισίου 2008/909, στο δε πιστοποιητικό πρέπει να γίνεται μνεία του ως άνω λόγου όταν γίνεται επίκλησή του.
59 Η ανάγκη να ληφθεί η συγκατάθεση του κράτους έκδοσης όσον αφορά την ανάληψη της εκτέλεσης της επιβληθείσας ποινής συνάγεται επίσης από το άρθρο 13 της απόφασης-πλαισίου 2008/909. Πράγματι, από το άρθρο αυτό προκύπτει ότι, εφόσον η εκτέλεση της ποινής στο κράτος εκτέλεσης δεν έχει αρχίσει, το κράτος έκδοσης δύναται να ανακαλέσει το αντίστοιχο πιστοποιητικό από το κράτος εκτέλεσης και ότι, μετά την ανάκληση αυτή, το κράτος εκτέλεσης δεν εκτελεί πλέον την εν λόγω ποινή.
60 Η τήρηση, στο πλαίσιο της εφαρμογής του λόγου προαιρετικής μη εκτέλεσης που προβλέπεται στο άρθρο 4, σημείο 6, της απόφασης-πλαισίου 2002/584, των προϋποθέσεων που προβλέπει η απόφαση-πλαίσιο 2008/909 όσον αφορά την αναγνώριση, στο κράτος εκτέλεσης, της καταδικαστικής αποφάσεως που δικαιολογεί την έκδοση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης και την ανάληψη, από το ίδιο κράτος, της εκτέλεσης της επιβληθείσας ποινής, ειδικότερα δε η τήρηση της απαίτησης περί συγκατάθεσης του κράτους έκδοσης στην εν λόγω ανάληψη, συνάδει με τον επιδιωκόμενο από την εν λόγω διάταξη σκοπό της αύξησης των πιθανοτήτων κοινωνικής επανένταξης του εκζητουμένου μετά την έκτιση της ποινής.
61 Πράγματι, αφενός, από τον συνδυασμό των διατάξεων του άρθρου 4, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της απόφασης-πλαισίου 2008/909 και της παραγράφου 2 του άρθρου αυτού, ερμηνευόμενων υπό το πρίσμα της αιτιολογικής σκέψης 8 της ως άνω απόφασης-πλαισίου, προκύπτει ότι μόνον όταν η αρμόδια αρχή του κράτους έκδοσης έχει πεισθεί ότι η εκτέλεση της ποινής από το κράτος εκτέλεσης θα συμβάλει στον σκοπό της διευκόλυνσης της κοινωνικής επανένταξης του καταδίκου δύναται να διαβιβάσει στην αρμόδια αρχή του κράτους εκτέλεσης την καταδικαστική απόφαση και το πιστοποιητικό που τη συνοδεύει, του οποίου το τυποποιημένο έντυπο περιέχεται στο παράρτημα I της εν λόγω απόφασης-πλαισίου.
62 Αφετέρου, από τη νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι ο σκοπός της αύξησης των πιθανοτήτων κοινωνικής επανένταξης του εκζητουμένου μετά την έκτιση της ποινής στην οποία καταδικάστηκε, όσο σημαντικός και αν είναι, δεν έχει απόλυτο χαρακτήρα, πρέπει δε να συμβιβάζεται ιδίως με τον βασικό κανόνα που διατυπώνεται στο άρθρο 1, παράγραφος 2, της απόφασης-πλαισίου 2002/584, κατά τον οποίο τα κράτη μέλη, κατ’ αρχήν, εκτελούν κάθε ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης (πρβλ. αποφάσεις της 6ης Οκτωβρίου 2009, Wolzenburg, C‑123/08, EU:C:2009:616, σκέψη 62, και της 13ης Δεκεμβρίου 2018, Sut, C‑514/17, EU:C:2018:1016, σκέψη 46).
63 Επομένως, όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας με το σημείο 68 των από 13 Ιουνίου 2024 προτάσεών του, λαμβανομένων υπόψη των διαφορετικών λειτουργιών της ποινής εντός της κοινωνίας, το κράτος μέλος στο οποίο ένα πρόσωπο καταδικάστηκε μπορεί θεμιτώς να επικαλεστεί τις δικές του εκτιμήσεις αντεγκληματικής πολιτικής προκειμένου να δικαιολογήσει την εκτέλεση της επιβληθείσας ποινής στο έδαφός του, αρνούμενο, κατά συνέπεια, να διαβιβάσει την καταδικαστική απόφαση και το πιστοποιητικό που πρέπει να τη συνοδεύει βάσει της απόφασης-πλαισίου 2008/909, τούτο δε ακόμη και όταν λόγοι συνδεόμενοι με την κοινωνική επανένταξη του εκζητουμένου ενδέχεται να συνηγορούν υπέρ της εκτέλεσης της εν λόγω ποινής στο έδαφος άλλου κράτους μέλους.
64 Το περιθώριο εκτιμήσεως του κράτους έκδοσης όσον αφορά τη συναίνεση που προβλέπεται στο άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, και παράγραφος 2, της απόφασης-πλαισίου 2008/909, όπως αυτό διευκρινίζεται στις σκέψεις 61 έως 63 της παρούσας αποφάσεως, επιβεβαιώνεται, εξάλλου, από την παράγραφο 5 του εν λόγω άρθρου, η οποία προβλέπει ότι, όταν το κράτος εκτέλεσης, με δική του πρωτοβουλία, ζητήσει από το κράτος έκδοσης να διαβιβάσει την καταδικαστική απόφαση μαζί με το πιστοποιητικό, το εν λόγω αίτημα δεν γεννά υποχρέωση του κράτους έκδοσης να ανταποκριθεί θετικά σε αυτό.
65 Επιπλέον, από καμία διάταξη της απόφασης-πλαισίου 2008/909 ή της απόφασης‑πλαισίου 2002/584 δεν μπορεί να συναχθεί ότι η εκ μέρους της δικαστικής αρχής εκτέλεσης επίκληση του λόγου προαιρετικής μη εκτέλεσης που προβλέπεται στο άρθρο 4, σημείο 6, της εν λόγω απόφασης-πλαισίου θα είχε ως συνέπεια να τεθεί υπό αμφισβήτηση το εν λόγω περιθώριο εκτιμήσεως του κράτους έκδοσης.
66 Συναφώς, η έκδοση από κράτος μέλος ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης προς τον σκοπό της εκτέλεσης στερητικής της ελευθερίας ποινής αποτελεί ακριβώς ένδειξη ότι το εν λόγω κράτος προκρίνει, κατ’ αρχήν, την εκτέλεση της ποινής στο έδαφός του και όχι την εφαρμογή του μηχανισμού αναγνώρισης και εκτέλεσης των ποινικών αποφάσεων που προβλέπει η απόφαση-πλαίσιο 2008/909, προς τον σκοπό της εκτέλεσης της ποινής σε άλλο κράτος μέλος. Στο πλαίσιο αυτό, η αποτελεσματικότητα του συστήματος παράδοσης μεταξύ των κρατών μελών που θεσπίστηκε με την απόφαση-πλαίσιο 2002/584 θα διακυβευόταν αν, σε μια τέτοια περίπτωση, το κράτος εκτέλεσης μπορούσε να παρεκκλίνει μονομερώς από την αρχή της εκτέλεσης του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, βάσει της εφαρμογής του ως άνω λόγου προαιρετικής μη εκτέλεσης, χωρίς να πληρούνται οι προϋποθέσεις αναγνώρισης και εκτέλεσης καταδικαστικής αποφάσεως που προβλέπει η απόφαση-πλαίσιο 2008/909.
67 Επομένως, στο πλαίσιο της εφαρμογής του λόγου προαιρετικής μη εκτέλεσης που προβλέπεται στο άρθρο 4, σημείο 6, της απόφασης-πλαισίου 2002/584, η ανάληψη, από το κράτος εκτέλεσης, της εκτέλεσης της ποινής η οποία επιβλήθηκε με την καταδικαστική απόφαση που εκδόθηκε στο κράτος έκδοσης και η οποία δικαιολόγησε την έκδοση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης εξαρτάται από τη συγκατάθεση του κράτους έκδοσης, σύμφωνα με τους κανόνες που προβλέπει η απόφαση-πλαίσιο 2008/909.
68 Τούτου λεχθέντος, μολονότι η διαβίβαση, από το κράτος έκδοσης, της καταδικαστικής αποφάσεως και του πιστοποιητικού που πρέπει να τη συνοδεύει έχει προβλεφθεί κατά τα άνω ως απλή δυνατότητα, ακόμη και στην περίπτωση κατά την οποία το κράτος εκτέλεσης προτίθεται να αναλάβει την εκτέλεση της ποινής βάσει της εφαρμογής του ως άνω λόγου μη εκτέλεσης του εντάλματος, υπενθυμίζεται ότι, προκειμένου ιδίως να διασφαλιστεί ότι δεν θα παρακωλυθεί πλήρως η λειτουργία του μηχανισμού του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, η υποχρέωση καλόπιστης συνεργασίας, την οποία θεσπίζει το άρθρο 4, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, ΣΕΕ, απαιτεί συνεννόηση μεταξύ των δικαστικών αρχών εκτέλεσης και των δικαστικών αρχών έκδοσης. Η εν λόγω αρχή συνεπάγεται, μεταξύ άλλων, ότι τα κράτη μέλη εκπληρώνουν τα εκ των Συνθηκών καθήκοντα βάσει αμοιβαίου σεβασμού και αμοιβαίας συνεργασίας [πρβλ. απόφαση της 22ας Φεβρουαρίου 2022, Openbaar Ministerie (Δικαστήριο που έχει συσταθεί νομίμως στο κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος), C‑562/21 PPU και C‑563/21 PPU, EU:C:2022:100, σκέψη 48 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].
69 Κατά συνέπεια, οι δικαστικές αρχές έκδοσης και εκτέλεσης υποχρεούνται, προκειμένου να διασφαλίζουν την αποτελεσματική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις, να κάνουν πλήρη χρήση των μέσων που προβλέπονται στις αποφάσεις-πλαίσια 2002/584 και 2008/909, όπως οι διαβουλεύσεις πριν από τη διαβίβαση της καταδικαστικής αποφάσεως που εκδίδεται από δικαστήριο του κράτους έκδοσης και του πιστοποιητικού του οποίου τυποποιημένο έντυπο περιέχεται στο παράρτημα Ι της απόφασης-πλαισίου 2008/909, κατά τρόπον ώστε να προάγεται η αμοιβαία εμπιστοσύνη στην οποία βασίζεται η συνεργασία αυτή [πρβλ. απόφαση της 22ας Φεβρουαρίου 2022, Openbaar Ministerie (Δικαστήριο που έχει συσταθεί νομίμως στο κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος), C‑562/21 PPU και C‑563/21 PPU, EU:C:2022:100, σκέψη 49 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία]. Υπενθυμίζεται, συναφώς, ότι, σύμφωνα με το άρθρο 4, παράγραφος 3, της απόφασης-πλαισίου 2008/909, τέτοιες διαβουλεύσεις είναι υποχρεωτικές όταν, όπως εν προκειμένω, υπάρχει η πρόθεση να εκτελεσθεί η ποινή σε κράτος μέλος διαφορετικό από εκείνο της ιθαγένειας του ενδιαφερομένου, ήτοι στην περίπτωση του άρθρου 4, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της εν λόγω απόφασης-πλαισίου.
70 Αν η πραγματική ανάληψη της εκτέλεσης της ποινής από το κράτος εκτέλεσης δεν είναι δυνατή για οποιονδήποτε λόγο, περιλαμβανομένης της μη τηρήσεως των προϋποθέσεων και της διαδικασίας που προβλέπονται στην απόφαση-πλαίσιο 2008/909, από την αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης προκύπτει ότι, προκειμένου να αποφευχθεί η ατιμωρησία του εκζητουμένου, επιβάλλεται η εκτέλεση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης. Πράγματι, όπως επισημαίνεται στη σκέψη 41 της παρούσας αποφάσεως, η εκτέλεση ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης συνιστά τον κανόνα, η δε άρνηση εκτέλεσής του αποτελεί εξαίρεση, η οποία πρέπει επομένως να ερμηνεύεται στενά.
71 Όσον αφορά τις υποχρεώσεις του κράτους έκδοσης, υπογραμμίζεται ότι στο κράτος αυτό απόκειται να διασφαλίσει ότι η προνομία που του παρέχει η απόφαση-πλαίσιο 2008/909 να μη διαβιβάσει στο κράτος εκτέλεσης την καταδικαστική απόφαση που εκδόθηκε από κάποιο από τα δικαστήριά του, καθώς και το πιστοποιητικό του οποίου τυποποιημένο έντυπο περιέχεται στο παράρτημα Ι της εν λόγω απόφασης-πλαισίου, ασκείται κατά τρόπον ώστε να καθίσταται δυνατή η αποτελεσματική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις μεταξύ των αρμοδίων αρχών των κρατών μελών και να διασφαλίζεται ότι η λειτουργία του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης και η αμοιβαία αναγνώριση των ποινικών αποφάσεων προς τον σκοπό της εκτέλεσής τους σε άλλο κράτος μέλος δεν παρεμποδίζονται.
72 Επομένως, όταν δικαστική αρχή εκτέλεσης προτίθεται να αρνηθεί, βάσει του λόγου προαιρετικής μη εκτέλεσης που προβλέπεται στο άρθρο 4, σημείο 6, της απόφασης-πλαισίου 2002/584, την εκτέλεση ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, η αρμόδια αρχή του κράτους έκδοσης μπορεί να αρνηθεί την εν λόγω διαβίβαση εάν κρίνει, βάσει αντικειμενικών περιστάσεων, ότι η ποινή δεν θα εκτελεστεί πραγματικά στο κράτος εκτέλεσης ή ότι η εκτέλεση της ποινής στο κράτος αυτό δεν θα συμβάλει στον σκοπό της κοινωνικής επανένταξης του εκζητουμένου μετά την έκτιση της στερητικής της ελευθερίας ποινής στην οποία έχει καταδικαστεί. Η δικαστική αρχή έκδοσης του εντάλματος μπορεί επίσης να αρνηθεί τη διαβίβαση αυτή για λόγους σχετικούς με την αντεγκληματική πολιτική του κράτους έκδοσης.
Επί του δικαιώματος του κράτους έκδοσης να εκτελέσει στερητική της ελευθερίας ποινή σε περίπτωση που η δικαστική αρχή εκτέλεσης έχει αρνηθεί, βάσει του άρθρου 4, σημείο 6, της απόφασης-πλαισίου 2002/584, να εκτελέσει ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης εκδοθέν προς τον σκοπό της εκτέλεσης της εν λόγω ποινής, χωρίς να τηρήσει τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία που προβλέπει η απόφαση‑πλαίσιο 2008/909 σχετικά με την αναγνώριση της καταδικαστικής αποφάσεως με την οποία επιβλήθηκε η ποινή και την ανάληψη της εκτέλεσης της ποινής
73 Πρέπει να εξεταστεί αν, σε περιπτώσεις στις οποίες η δικαστική αρχή εκτέλεσης έχει αρνηθεί, βάσει του λόγου προαιρετικής μη εκτέλεσης που προβλέπεται στο άρθρο 4, σημείο 6, της απόφασης-πλαισίου 2002/584, να εκτελέσει ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης εκδοθέν προς τον σκοπό της εκτέλεσης στερητικής της ελευθερίας ποινής, χωρίς να τηρήσει τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία που προβλέπει η απόφαση-πλαίσιο 2008/909, το κράτος έκδοσης διατηρεί το δικαίωμα εκτέλεσης της εν λόγω ποινής.
74 Εν προκειμένω, από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει ότι η δικαστική αρχή εκτέλεσης στην οποία διαβιβάστηκε το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης που εκδόθηκε με σκοπό την εκτέλεση στερητικής της ελευθερίας ποινής εις βάρος του C.J. έκρινε ότι, προκειμένου να αυξηθούν οι πιθανότητες κοινωνικής επανένταξης του εν λόγω προσώπου, η ποινή έπρεπε να εκτελεστεί στην Ιταλία. Ως εκ τούτου, η ως άνω αρχή, με την απόφαση περί αναγνώρισης και εκτέλεσης, αρνήθηκε την παράδοση του εν λόγω προσώπου, αναγνώρισε την καταδικαστική απόφαση και διέταξε την εκτέλεση της ποινής στην Ιταλία. Η απόφαση περί αναγνώρισης και εκτέλεσης εκδόθηκε ενώ το αιτούν δικαστήριο είχε κοινοποιήσει στη δικαστική αρχή εκτέλεσης την καταδικαστική απόφαση, αλλά όχι το πιστοποιητικό του οποίου τυποποιημένο έντυπο περιέχεται στο παράρτημα Ι της απόφασης-πλαισίου 2008/909, και ενώ το αιτούν δικαστήριο είχε εκφράσει τη διαφωνία του όσον αφορά την αναγνώριση της καταδικαστικής αποφάσεως και την ανάληψη της εκτέλεσης στην Ιταλία της ποινής φυλάκισης που είχε επιβληθεί στον C.J.
75 Συναφώς, όπως προκύπτει από τις σκέψεις 54 έως 67 της παρούσας αποφάσεως, στο πλαίσιο της εφαρμογής του λόγου προαιρετικής μη εκτέλεσης που προβλέπεται στο άρθρο 4, σημείο 6, της απόφασης-πλαισίου 2002/584, η αναγνώριση της αποφάσεως περί επιβολής στερητικής της ελευθερίας ποινής που έχει εκδοθεί από δικαστήριο του κράτους έκδοσης και η ανάληψη της εκτέλεσης της εν λόγω ποινής από το κράτος εκτέλεσης πρέπει να πραγματοποιούνται τηρουμένων των προϋποθέσεων και της διαδικασίας που προβλέπει η απόφαση‑πλαίσιο 2008/909, όπερ σημαίνει, μεταξύ άλλων, ότι το κράτος έκδοσης πρέπει να συναινέσει στην εν λόγω ανάληψη.
76 Επιβάλλεται η διαπίστωση ότι, όταν, όπως εν προκειμένω, η δικαστική αρχή εκτέλεσης έχει αρνηθεί την εκτέλεση ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης εκδοθέντος προς τον σκοπό της εκτέλεσης στερητικής της ελευθερίας ποινής, κατά παράβαση των προϋποθέσεων και της διαδικασίας που προβλέπονται στην απόφαση-πλαίσιο 2008/909, η δικαστική αρχή έκδοσης του εντάλματος μπορεί να διατηρήσει σε ισχύ το εν λόγω ένταλμα σύλληψης. Ομοίως, το κράτος έκδοσης διατηρεί το δικαίωμα εκτέλεσης της εν λόγω ποινής.
77 Πράγματι, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι η διατήρηση σε ισχύ, από τη δικαστική αρχή έκδοσης, ενός ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης μπορεί να αποδειχθεί αναγκαία, ιδίως στην περίπτωση που η απόφαση περί άρνησης εκτέλεσης αντιβαίνει στο δίκαιο της Ένωσης, προκειμένου να ολοκληρωθεί η διαδικασία παράδοσης του εκζητουμένου και, επομένως, να εξυπηρετηθεί η επίτευξη του επιδιωκόμενου με την εν λόγω απόφαση‑πλαίσιο σκοπού της καταπολέμησης της ατιμωρησίας. Επομένως, το γεγονός και μόνον ότι η δικαστική αρχή εκτέλεσης του εντάλματος έχει αρνηθεί να εκτελέσει ένα ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης δεν μπορεί, αυτό καθεαυτό, να εμποδίσει τη δικαστική αρχή έκδοσης του εντάλματος να διατηρήσει το εν λόγω ένταλμα σε ισχύ (πρβλ. απόφαση της 29ης Ιουλίου 2024, Breian, C‑318/24 PPU, EU:C:2024:658, σκέψεις 51 και 53).
78 Οι εκτιμήσεις αυτές ισχύουν, mutatis mutandis, όσον αφορά το δικαίωμα του κράτους έκδοσης να εκτελέσει την ποινή φυλάκισης που επιβλήθηκε στο πρόσωπο εις βάρος του οποίου έχει εκδοθεί το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης, υπό περιστάσεις όπως αυτές που μνημονεύονται στη σκέψη 76 της παρούσας αποφάσεως, και δεν μπορούν να αναιρεθούν υπό το πρίσμα του άρθρου 22, παράγραφος 1, της απόφασης-πλαισίου 2008/909, το οποίο προβλέπει ότι το κράτος έκδοσης δεν μπορεί πλέον να εκτελέσει την επιβληθείσα ποινή αφ’ ης στιγμής η εκτέλεσή της άρχισε στο έδαφος του κράτους εκτέλεσης.
79 Πράγματι, υπογραμμίζεται ότι η ως άνω διάταξη δεν έχει εφαρμογή σε περίπτωση που, όπως εν προκειμένω, η άρνηση παράδοσης, βάσει του άρθρου 4, σημείο 6, της απόφασης-πλαισίου 2002/584, από το κράτος εκτέλεσης δεν έχει προβληθεί σύμφωνα με τους κανόνες της απόφασης-πλαισίου 2008/909. Αφενός, όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας με το σημείο 81 των από 12 Δεκεμβρίου 2024 προτάσεών του, εάν γινόταν δεκτό ότι, σε μια τέτοια περίπτωση, η έναρξη εκτέλεσης της ποινής στο κράτος μέλος εκτέλεσης δύναται να στερήσει από το κράτος μέλος έκδοσης την αρμοδιότητά του να εκτελέσει την ποινή, τούτο θα κατέληγε σε καταστρατήγηση των κανόνων της απόφασης-πλαισίου 2008/909.
80 Αφετέρου, αν, σε μια τέτοια περίπτωση, το κράτος έκδοσης στερούνταν την αρμοδιότητα να εκτελέσει την εν λόγω ποινή, τούτο όχι μόνο θα είχε ως αποτέλεσμα την παράβαση των κανόνων της απόφασης-πλαισίου 2008/909 περί αναγνώρισης και εκτέλεσης της αποφάσεως του κράτους έκδοσης, αλλά και θα υπονόμευε τη λειτουργία του θεσπισθέντος με την απόφαση-πλαίσιο 2002/584 απλουστευμένου και αποτελεσματικού συστήματος παράδοσης των εκζητουμένων, όπερ θα μπορούσε να διακυβεύσει τον επιδιωκόμενο με την εν λόγω απόφαση‑πλαίσιο σκοπό της καταπολέμησης της ατιμωρησίας [πρβλ. αποφάσεις της 6ης Ιουλίου 2023, Minister for Justice and Equality (Αίτηση συγκατάθεσης – Αποτελέσματα του αρχικού ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης), C‑142/22, EU:C:2023:544, σκέψη 51, και της 29ης Ιουλίου 2024, Breian, C‑318/24 PPU, EU:C:2024:658, σκέψη 51 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].
81 Ασφαλώς, από τη νομολογία προκύπτει ότι η προβλεπόμενη από τον νομοθέτη της Ένωσης σχέση μεταξύ της απόφασης-πλαισίου 2002/584 και της απόφασης‑πλαισίου 2008/909 πρέπει να συμβάλλει στην επίτευξη του σκοπού ο οποίος μνημονεύεται στη σκέψη 46 της παρούσας αποφάσεως και συνίσταται στη διευκόλυνση της κοινωνικής επανένταξης του ενδιαφερομένου [απόφαση της 11ης Μαρτίου 2020, SF (Ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης – Εγγύηση διαμεταγωγής στο κράτος μέλος εκτέλεσης), C‑314/18, EU:C:2020:191, σκέψη 51 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].
82 Εντούτοις, αν το κράτος εκτέλεσης μπορούσε, στηριζόμενο στον ως άνω σκοπό, να αρνηθεί την εκτέλεση ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης εκδοθέντος προς τον σκοπό της εκτέλεσης στερητικής της ελευθερίας ποινής, χωρίς τη συγκατάθεση του κράτους έκδοσης όσον αφορά την ανάληψη της εκτέλεσης από το πρώτο κράτος, τούτο θα μπορούσε να συνεπάγεται υψηλό κίνδυνο ατιμωρησίας προσώπων που προσπαθούν να διαφύγουν από τη δικαιοσύνη μετά την καταδίκη τους σε κάποιο κράτος μέλος και θα έθετε, εν τέλει, σε κίνδυνο την αποτελεσματική λειτουργία του απλουστευμένου συστήματος παράδοσης μεταξύ των κρατών μελών που θεσπίστηκε με την απόφαση-πλαίσιο 2002/584.
83 Επιπλέον, επισημαίνεται ότι η παρατιθέμενη στη σκέψη 79 της παρούσας αποφάσεως ερμηνεία του άρθρου 22 της απόφασης-πλαισίου 2008/909, σύμφωνα με την οποία η δυνατότητα εφαρμογής του λόγου προαιρετικής μη εκτέλεσης που προβλέπεται στο άρθρο 4, σημείο 6, της απόφασης-πλαισίου 2002/584 εξαρτάται από τη συγκατάθεση του κράτους έκδοσης για την εκτέλεση της ποινής στο κράτος εκτέλεσης, επιρρωννύεται από το γεγονός ότι, όπως εκτίθεται στη σκέψη 57 της παρούσας αποφάσεως, η συγκατάθεση αυτή εκφράζεται με τη διαβίβαση της καταδικαστικής αποφάσεως και του πιστοποιητικού του οποίου τυποποιημένο έντυπο περιέχεται στο παράρτημα Ι της απόφασης-πλαισίου 2008/909. Πράγματι, τα εν λόγω έγγραφα, ιδίως δε το πιστοποιητικό, περιέχουν ουσιώδεις πληροφορίες για την αποτελεσματική εκτέλεση της επιβληθείσας ποινής. Προς τον σκοπό αυτόν, εξάλλου, το άρθρο 23, παράγραφος 1, της απόφασης-πλαισίου 2008/909 προβλέπει ότι το εν λόγω πιστοποιητικό πρέπει να μεταφράζεται στην επίσημη γλώσσα ή στις επίσημες γλώσσες του κράτους εκτέλεσης.
84 Επομένως, υπό περιστάσεις όπως αυτές της υποθέσεως της κύριας δίκης, οι αποφάσεις-πλαίσιο 2002/584 και 2008/909 δεν αντιτίθενται στη διατήρηση σε ισχύ του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης που εκδόθηκε εις βάρος του C.J. και στην εκτέλεση στο κράτος έκδοσης, ήτοι στη Ρουμανία, της επιβληθείσας σε αυτόν ποινής.
85 Εντούτοις, δεδομένου ότι η εν λόγω διατήρηση σε ισχύ δύναται να θίξει την ατομική ελευθερία του εκζητουμένου, πρέπει επίσης να διευκρινιστεί ότι εναπόκειται στη δικαστική αρχή έκδοσης του εντάλματος να εξετάσει αν, υπό το πρίσμα των ιδιαίτερων περιστάσεων της συγκεκριμένης υπόθεσης, η ως άνω διατήρηση σε ισχύ είναι σύμφωνη με την αρχή της αναλογικότητας. Στο πλαίσιο μιας τέτοιας εξέτασης, η δικαστική αρχή έκδοσης του εντάλματος οφείλει, μεταξύ άλλων, να λάβει υπόψη τις συνέπειες που θα έχει για το εν λόγω πρόσωπο η διατήρηση σε ισχύ του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης που έχει εκδοθεί σε βάρος του καθώς και τις προοπτικές εκτέλεσης του εντάλματος σύλληψης (πρβλ. απόφαση της 29ης Ιουλίου 2024, Breian, C‑318/24 PPU, EU:C:2024:658, σκέψη 54 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).
86 Σε περίπτωση που το κράτος έκδοσης αποφασίσει, κατόπιν της ως άνω εξέτασης, να διατηρήσει σε ισχύ το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης, στο κράτος αυτό εναπόκειται, κατά περίπτωση, όταν ο εκζητούμενος παραδίδεται στο εν λόγω κράτος ή όταν επιστρέφει οικειοθελώς στο έδαφός του, να λάβει υπόψη το άρθρο 26, παράγραφος 1, της απόφασης-πλαισίου 2002/584. Η ως άνω διάταξη, καθόσον επιβάλλει να λαμβάνεται υπόψη κάθε χρονική περίοδος κατά την οποία ο καταδικασθείς κρατήθηκε στο κράτος μέλος εκτέλεσης του εντάλματος, διασφαλίζει ότι αυτός δεν θα υποβληθεί τελικώς σε κράτηση της οποίας η συνολική διάρκεια, τόσο στο κράτος μέλος εκτέλεσης όσο και στο κράτος μέλος έκδοσης, θα υπερβαίνει τη διάρκεια της στερητικής της ελευθερίας ποινής στην οποία καταδικάστηκε εντός του κράτους μέλους έκδοσης του εντάλματος (πρβλ. απόφαση της 28ης Ιουλίου 2016, JZ, C‑294/16 PPU, EU:C:2016:610, σκέψη 43).
87 Κατόπιν του συνόλου των προεκτεθέντων, στο πρώτο, στο δεύτερο και στο τρίτο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 4, σημείο 6, της απόφασης-πλαισίου 2002/584 και τα άρθρα 4, 22 και 25 της απόφασης-πλαισίου 2008/909 έχουν την έννοια ότι:
– αφενός, η άρνηση της δικαστικής αρχής εκτέλεσης, η οποία στηρίζεται στον λόγο προαιρετικής μη εκτέλεσης που προβλέπεται στο άρθρο 4, σημείο 6, της απόφασης-πλαισίου 2002/584, να παραδώσει πρόσωπο εις βάρος του οποίου έχει εκδοθεί ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης προς τον σκοπό της εκτέλεσης στερητικής της ελευθερίας ποινής προϋποθέτει ότι η εν λόγω δικαστική αρχή τηρεί τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία που προβλέπει η απόφαση-πλαίσιο 2008/909 όσον αφορά την αναγνώριση της καταδικαστικής αποφάσεως με την οποία επιβλήθηκε η εν λόγω ποινή και την ανάληψη της εκτέλεσης της εν λόγω ποινής, και
– αφετέρου, το κράτος έκδοσης διατηρεί το δικαίωμα να εκτελέσει την ίδια ποινή και, επομένως, να διατηρήσει σε ισχύ το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης σε περίπτωση κατά την οποία η δικαστική αρχή εκτέλεσης, χωρίς να τηρήσει τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία που προβλέπει η απόφαση-πλαίσιο 2008/909 όσον αφορά την αναγνώριση της καταδικαστικής αποφάσεως και την ανάληψη της εκτέλεσης της ποινής, έχει αρνηθεί, βάσει του ως άνω λόγου, να εκτελέσει το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης.
Επί του τετάρτου προδικαστικού ερωτήματος
88 Υπενθυμίζεται ότι, κατά πάγια νομολογία, στο πλαίσιο της διαδικασίας συνεργασίας μεταξύ των εθνικών δικαστηρίων και του Δικαστηρίου την οποία θεσπίζει το άρθρο 267 ΣΛΕΕ, στο Δικαστήριο απόκειται να δώσει στο εθνικό δικαστήριο χρήσιμη απάντηση που να του παρέχει τη δυνατότητα να επιλύσει τη διαφορά της οποίας έχει επιληφθεί. Υπό το πρίσμα αυτό, το Δικαστήριο μπορεί να αναδιατυπώσει, εφόσον είναι αναγκαίο, τα ερωτήματα που του έχουν υποβληθεί (απόφαση της 25ης Φεβρουαρίου 2025, Alphabet κ.λπ., C‑233/23, EU:C:2025:110, σκέψη 33 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).
89 Σύμφωνα με το άρθρο 4, σημείο 5, της απόφασης-πλαισίου 2002/584, στο οποίο αναφέρεται το τέταρτο προδικαστικό ερώτημα, η δικαστική αρχή εκτέλεσης μπορεί να αρνηθεί την εκτέλεση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης εάν από τις πληροφορίες που έχει στη διάθεσή της προκύπτει ότι ο εκζητούμενος έχει δικασθεί αμετακλήτως για τις αυτές πράξεις σε τρίτη χώρα, υπό τον όρο ότι, σε περίπτωση καταδίκης, η ποινή έχει εκτιθεί ή εκτίεται ή δεν μπορεί να εκτιθεί πλέον σύμφωνα με το δίκαιο της χώρας της καταδίκης. Εν προκειμένω, από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει ότι η απόφαση περί αναγνώρισης και εκτέλεσης εκδόθηκε από δικαστήριο κράτους μέλους της Ένωσης, ήτοι της Ιταλικής Δημοκρατίας.
90 Υπό τις συνθήκες αυτές, κρίσιμος είναι μόνον ο λόγος υποχρεωτικής μη εκτέλεσης που προβλέπεται στο άρθρο 3, σημείο 2, της απόφασης-πλαισίου 2002/584, ο οποίος συγκεκριμενοποιεί την αρχή ne bis in idem της οποίας την τήρηση οφείλουν να διασφαλίζουν τα κράτη μέλη.
91 Ως εκ τούτου, πρέπει να γίνει δεκτό ότι, με το τέταρτο προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 3, σημείο 2, της απόφασης-πλαισίου 2002/584 έχει την έννοια ότι το πρόσωπο εις βάρος του οποίου έχει εκδοθεί ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης προς τον σκοπό της εκτέλεσης στερητικής της ελευθερίας ποινής έχει «δικασθεί [αμετακλήτως] για τις ίδιες πράξεις», κατά την ως άνω διάταξη, σε περίπτωση που έχει εκδοθεί απόφαση με την οποία η δικαστική αρχή εκτέλεσης αρνήθηκε, βάσει του άρθρου 4, σημείο 6, της εν λόγω απόφασης-πλαισίου, να παραδώσει το πρόσωπο αυτό, αναγνώρισε την καταδικαστική απόφαση με την οποία επιβλήθηκε η εν λόγω ποινή και διέταξε την εκτέλεση της ποινής στο κράτος εκτέλεσης.
92 Σύμφωνα με το άρθρο 3, σημείο 2, της απόφασης-πλαισίου 2002/584, εάν από τις πληροφορίες που διαθέτει η δικαστική αρχή εκτέλεσης προκύπτει ότι ο εκζητούμενος έχει δικασθεί αμετακλήτως για τις ίδιες πράξεις από κράτος μέλος, η εν λόγω αρχή οφείλει να αρνηθεί την εκτέλεση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης υπό τον όρο ότι, σε περίπτωση καταδίκης, η ποινή έχει εκτιθεί ή εκτίεται ή δεν μπορεί πλέον να εκτιθεί σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους της καταδίκης.
93 Συναφώς, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι ο εκζητούμενος θεωρείται ότι «έχει δικασθεί [αμετακλήτως] για τις ίδιες πράξεις», κατά την έννοια του άρθρου 3, σημείο 2, όταν, κατόπιν ποινικής διαδικασίας, έχει εξαλειφθεί οριστικά η δυνατότητα άσκησης ποινικής δίωξης ή όταν οι δικαστικές αρχές κράτους μέλους έχουν εκδώσει απόφαση με την οποία ο κατηγορούμενος απαλλάσσεται αμετάκλητα από τις κατηγορίες (πρβλ. απόφαση της 16ης Νοεμβρίου 2010, Mantello, C‑261/09, EU:C:2010:683, σκέψη 45 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).
94 Επιπλέον, όσον αφορά ειδικότερα αίτηση παράδοσης, από τη νομολογία προκύπτει ότι, σε περίπτωση που έχει εκδοθεί απόφαση της δικαστικής αρχής εκτέλεσης περί άρνησης εκτέλεσης εντάλματος σύλληψης, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι ο εκζητούμενος «έχει δικασθεί [αμετακλήτως] για τις ίδιες πράξεις», κατά την έννοια του άρθρου 3, σημείο 2, της απόφασης-πλαισίου 2002/584. Πράγματι, η εξέταση μιας αίτησης παράδοσης δεν συνεπάγεται την εκ μέρους του κράτους εκτέλεσης ποινική δίωξη του εκζητουμένου και δεν περιλαμβάνει εκτίμηση της υποθέσεως επί της ουσίας [βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 14ης Σεπτεμβρίου 2023, Sofiyska gradska prokuratura (Διαδοχικά εντάλματα σύλληψης), C‑71/21, EU:C:2023:668, σκέψη 54].
95 Το ίδιο ισχύει, όσον αφορά απόφαση, όπως η απόφαση περί αναγνώρισης και εκτέλεσης, με την οποία αναγνωρίζεται καταδικαστική απόφαση εκδοθείσα σε άλλο κράτος μέλος και με την οποία διατάσσεται η εκτέλεση της ποινής που επιβλήθηκε με την εν λόγω απόφαση.
96 Πράγματι, όπως προκύπτει από τη νομολογία που μνημονεύεται στη σκέψη 94 της παρούσας αποφάσεως, η εξέταση που πραγματοποιείται στο πλαίσιο αυτό δεν συνεπάγεται την άσκηση ποινικής δίωξης κατά του καταδικασθέντος και δεν περιλαμβάνει εκτίμηση επί της ουσίας της υποθέσεως. Αντί να καταλήξει στην έκδοση νέας καταδικαστικής αποφάσεως για τις ίδιες πράξεις, η απόφαση αυτή έχει ως σκοπό να καταστήσει δυνατή την εκτέλεση στο κράτος εκτέλεσης της ποινής που επιβλήθηκε εντός του κράτους έκδοσης.
97 Ως εκ τούτου, σε περίπτωση που έχει εκδοθεί απόφαση με την οποία η δικαστική αρχή εκτέλεσης αρνήθηκε, βάσει του άρθρου 4, σημείο 6, της αποφάσεως‑πλαισίου 2002/584, την εκτέλεση ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης εκδοθέντος προς τον σκοπό της εκτέλεσης στερητικής της ελευθερίας ποινής, αναγνώρισε την καταδικαστική απόφαση με την οποία επιβλήθηκε η εν λόγω ποινή και διέταξε την εκτέλεση της εν λόγω ποινής, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι ο εκζητούμενος «έχει δικασθεί [αμετακλήτως] για τις ίδιες πράξεις», κατά την έννοια του άρθρου 3, σημείο 2, της εν λόγω απόφασης-πλαισίου.
98 Κατόπιν του συνόλου των προεκτεθέντων, στο τέταρτο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 3, σημείο 2, της απόφασης-πλαισίου 2002/584 έχει την έννοια ότι δεν θεωρείται ότι το πρόσωπο εις βάρος του οποίου έχει εκδοθεί ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης προς τον σκοπό της εκτέλεσης στερητικής της ελευθερίας ποινής «έχει δικασθεί [αμετακλήτως] για τις ίδιες πράξεις», κατά την ως άνω διάταξη, σε περίπτωση που έχει εκδοθεί απόφαση με την οποία η δικαστική αρχή εκτέλεσης αρνήθηκε, βάσει του άρθρου 4, σημείο 6, της εν λόγω απόφασης-πλαισίου, να παραδώσει το πρόσωπο αυτό, αναγνώρισε την καταδικαστική απόφαση με την οποία επιβλήθηκε η εν λόγω ποινή και διέταξε την εκτέλεση της ποινής στο κράτος εκτέλεσης.
Επί του πέμπτου προδικαστικού ερωτήματος
99 Λαμβανομένης υπόψη της απαντήσεως που δόθηκε στο τέταρτο προδικαστικό ερώτημα, παρέλκει η απάντηση στο πέμπτο προδικαστικό ερώτημα.
Επί των δικαστικών εξόδων
100 Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.
Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τμήμα μείζονος συνθέσεως) αποφαίνεται:
1) Το άρθρο 4, σημείο 6, της απόφασης-πλαισίου 2002/584/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2002, για το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης και τις διαδικασίες παράδοσης μεταξύ των κρατών μελών, και τα άρθρα 4, 22 και 25 της απόφασης-πλαισίου 2008/909/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2008, σχετικά με την εφαρμογή της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης σε ποινικές αποφάσεις οι οποίες επιβάλλουν ποινές στερητικές της ελευθερίας ή μέτρα στερητικά της ελευθερίας, για το σκοπό της εκτέλεσής τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση,
έχουν την έννοια ότι:
– αφενός, η άρνηση της δικαστικής αρχής εκτέλεσης, η οποία στηρίζεται στον λόγο προαιρετικής μη εκτέλεσης που προβλέπεται στο άρθρο 4, σημείο 6, της απόφασης-πλαισίου 2002/584, να παραδώσει πρόσωπο εις βάρος του οποίου έχει εκδοθεί ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης προς τον σκοπό της εκτέλεσης στερητικής της ελευθερίας ποινής προϋποθέτει ότι η εν λόγω δικαστική αρχή τηρεί τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία που προβλέπει η απόφαση-πλαίσιο 2008/909 όσον αφορά την αναγνώριση της καταδικαστικής αποφάσεως με την οποία επιβλήθηκε η εν λόγω ποινή και την ανάληψη της εκτέλεσης της εν λόγω ποινής, και
– αφετέρου, το κράτος έκδοσης διατηρεί το δικαίωμα να εκτελέσει την ίδια ποινή και, επομένως, να διατηρήσει σε ισχύ το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης σε περίπτωση κατά την οποία η δικαστική αρχή εκτέλεσης, χωρίς να τηρήσει τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία που προβλέπει η απόφαση-πλαίσιο 2008/909 όσον αφορά την αναγνώριση της καταδικαστικής αποφάσεως και την ανάληψη της εκτέλεσης της ποινής, έχει αρνηθεί, βάσει του ως άνω λόγου, να εκτελέσει το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης.
2) Το άρθρο 3, παράγραφος 2, της απόφασης-πλαισίου 2002/584
έχει την έννοια ότι:
δεν θεωρείται ότι το πρόσωπο εις βάρος του οποίου έχει εκδοθεί ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης προς τον σκοπό της εκτέλεσης στερητικής της ελευθερίας ποινής «έχει δικασθεί [αμετακλήτως] για τις ίδιες πράξεις», κατά την ως άνω διάταξη, σε περίπτωση που έχει εκδοθεί απόφαση με την οποία η δικαστική αρχή εκτέλεσης αρνήθηκε, βάσει του άρθρου 4, σημείο 6, της εν λόγω απόφασης-πλαισίου, να παραδώσει το πρόσωπο αυτό, αναγνώρισε την καταδικαστική απόφαση με την οποία επιβλήθηκε η εν λόγω ποινή και διέταξε την εκτέλεση της ποινής στο κράτος εκτέλεσης.
(υπογραφές)