ΦΕΚ Β 4218/2025
Διαδικασία επιβολής και είσπραξης των διοικητικών προστίμων του άρθρου 65Α του ν. 2121/1993
(Α’ 25).
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ -ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις:
α) Του ν. 2121/1993 «Πνευματική ιδιοκτησία, συγγενικά δικαιώματα και πολιτιστικά θέματα» (Α’25) και ιδίως της παρ. 5 του άρθρου 65Α και του άρθρου 66 αυτού, β) του ν. 4727/2020 «Ψηφιακή Διακυβέρνηση [Ενσωμάτωση στην Ελληνική Νομοθεσία της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/2102 και της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1024] Ηλεκτρονικές Επικοινωνίες (Ενσωμάτωση στο Ελληνικό Δίκαιο της Οδηγίας (ΕΕ) 2018/1972) και άλλες διατάξεις» (Α’ 184), γ) του ν. 4624/2019 «Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, μέτρα εφαρμογής του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και ενσωμάτωση στην εθνική νομοθεσία της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 και άλλες διατάξεις» (Α’ 137), δ) του ν. 4622/2019 «Επιτελικό Κράτος: οργάνωση, λειτουργία και διαφάνεια της Κυβέρνησης, των κυβερνητικών οργάνων και της κεντρικής δημόσιας διοίκησης» (Α’ 133),
ε) του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ν. 4978/2022, Α’190),
στ) του άρθρου 230 του ν. 5193/2025 «Ενίσχυση της Κεφαλαιαγοράς και άλλες διατάξεις» (Α’56), ζ) του π.δ. 77/2023 «Σύσταση Υπουργείου και μετονομασία Υπουργείων – Σύσταση, κατάργηση και μετονομασία Γενικών και Ειδικών Γραμματειών – Μεταφορά αρμοδιοτήτων, υπηρεσιακών μονάδων, θέσεων προσωπικού και εποπτευόμενων φορέων» (Α’ 130), η) του π.δ. 79/2023 «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (Α’ 131),
θ) του π.δ. 27/2025 «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτή Υπουργού, Υφυπουργών και Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης» (Α’44),
ι) του π.δ. 142/2017 «Οργανισμός Υπουργείου Οικονομικών» (Α’ 181),
ια) του π.δ. 4/2018 «Οργανισμός Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού» (Α’ 7, διόρθωση σφάλματος Α’ 158),
ιβ) του άρθρου 90 του Κώδικα νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα (π.δ. 63/2005, A’ 98), το οποίο διατηρήθηκε σε ισχύ με την περ. 22 του άρθρου 119 του ν. 4622/2019 (Α’133),
ιγ) της υπό στοιχεία Α.1209/03.09.2021 απόφασης του Διοικητή της ΑΑΔΕ «Διαδικασία βεβαίωσης εσόδων υπέρ Δημοσίου και τρίτων και διαδικασία μείωσης εσόδων με ηλεκτρονικά μέσα, μέσω των υπηρεσιών της διαλειτουργικότητας, κατ’ εφαρμογή της παρ. 5 του άρθρου 2 του ν.δ. 356/1974 “Κώδικας Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων” (Α’90)» (Β’4053).
2. Την υπό στοιχεία 47542 ΕΞ 2025/19.03.2025 κοινή απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Υφυπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Γεώργιο Κώτσηρα» (Β’ 1327).
3. Την υπ’ αρ. 355265/01.08.2025 Εισηγητική – Οικονομική Έκθεση του Προϊσταμένου της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Πολιτισμού, σύμφωνα με την οποία από την έκδοση της παρούσας απόφασης δεν προκαλούνται δημοσιονομικές επιπτώσεις επί του κρατικού προϋπολογισμού.
4. Το γεγονός ότι με τις διατάξεις της παρούσας θεσπίζεται νέα διοικητική διαδικασία με επίσημο τίτλο: «Διαδικασία επιβολής και είσπραξης των διοικητικών προστίμων του άρθρου 65Α του ν. 2121/1993».
Άρθρο 1
Σκοπός – Αντικείμενο
Σκοπός της παρούσας απόφασης είναι ο καθορισμός της διαδικασίας επιβολής και είσπραξης των διοικητικών προστίμων που προβλέπονται στο άρθρο 65Α του ν. 2121/1993 (Α’25), των αρμοδίων υπηρεσιών είσπραξης, της διαδικασίας υποβολής αντιρρήσεων από τους παραβάτες, καθώς και των λεπτομερειών εφαρμογής της παρ. 2Β του άρθρου 65Α του ν. 2121/1993 (Α’ 25).
Άρθρο 2
Διαδικασία επιβολής διοικητικών προστίμων
1. Η διαδικασία επιβολής διοικητικού προστίμου των παρ. 1, 2, 2Α και 2Β του άρθρου 65Α του ν. 2121/1993 (Α’ 25) κινείται από τις αρμόδιες ελεγκτικές αρχές, ήτοι την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, τη Γενική Διεύθυνση του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος, τη Διυπηρεσιακή Μονάδα Ελέγχου Αγοράς, τις Αστυνομικές, Λιμενικές και Τελωνειακές Αρχές, είτε αυτεπαγγέλτως, είτε κατόπιν έγγραφης καταγγελίας. Ειδικά για τις παραβάσεις της παρ. 2Β η διαδικασία επιβολής διοικητικού προστίμου κινείται και κατόπιν διαβίβασης στοιχείων από τις αρμόδιες δικαστικές αρχές. Σε περίπτωση διαπίστωσης παράβασης, είτε κατόπιν επιτόπιου ελέγχου, είτε βάσει στοιχείων διαβιβασθέντων από τις αρμόδιες δικαστικές αρχές, τα οποία συνελέγησαν και περιέχονται σε ποινική δικογραφία που σχηματίσθηκε κατόπιν άσκησης ποινικής δίωξης για τα εγκλήματα του άρθρου 66 του ν. 2121/1993, οι αρμόδιες ελεγκτικές αρχές εκδίδουν διαπιστωτική πράξη παράβασης.
2. Η διαπιστωτική πράξη παράβασης για τις παραβάσεις των παρ. 1, 2 και 2Α του άρθρου 65Α συντάσσεται σύμφωνα με το Υπόδειγμα του Παραρτήματος 1 της παρούσας και περιλαμβάνει κατ’ ελάχιστον:
α) Τα στοιχεία ταυτότητας του παραβάτη (ονοματεπώνυμο, πατρώνυμο, επωνυμία νομικού προσώπου, διεύθυνση έδρας νομικού προσώπου/κατοικίας φυσικού προσώπου, Α.Φ.Μ.),
β) τον αριθμό των παράνομων προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών ή των διακομιστών (servers) ή των υλικών φορέων ήχου,
γ) το ύψος του προβλεπόμενου για την παράβαση προστίμου,
δ) στοιχεία τυχόν προηγούμενων παραβάσεων για την εφαρμογή των διατάξεων περί υποτροπής της παρ. 13 του άρθρου 66 του ν. 2121/1993 (Α’25),
ε) τον τόπο τέλεσης της παράβασης,
στ) μνεία των ευεργετικών διατάξεων των παρ. 10, 11 και 11Α του άρθρου 66 του ν. 2121/1993 (Α’ 25) σε περίπτωση ανεπιφύλακτης καταβολής του διοικητικού προστίμου,
ζ) μνεία για το δικαίωμα υποβολής αντιρρήσεων, την προθεσμία για την άσκηση αυτών και την υπηρεσία, ενώπιον της οποίας υποβάλλονται.
3. Η διαπιστωτική πράξη παράβασης για τις παραβάσεις της παρ. 2Β του άρθρου 65Α του ν. 2121/1993 συντάσσεται σύμφωνα με το Υπόδειγμα του Παραρτήματος 2 της παρούσας και περιλαμβάνει:
α) Τα στοιχεία ταυτότητας του παραβάτη (ονοματεπώνυμο, πατρώνυμο, επωνυμία νομικού προσώπου, διεύθυνση έδρας νομικού προσώπου/κατοικίας φυσικού προσώπου, Α.Φ.Μ.),
β) περιγραφή του τυχόν εντοπισθέντος παράνομου εξοπλισμού ή λογισμικού που χρησιμοποιήθηκε για την παράβαση,
γ) τον αριθμό των τυχόν εντοπισθεισών παράνομων συσκευών ή άλλου εξοπλισμού,
δ) την πράξη με την οποία τελείται η παράβαση, ήτοι παράνομη αναμετάδοση, εγγραφή, αναπαραγωγή, εν όλω ή εν μέρει, διανομή με πώληση ή με άλλους τρόπους, μετάδοση με κάθε μέσο και τρόπο, παρουσίαση στο κοινό με οποιονδήποτε τρόπο, συμπεριλαμβανομένης της κατ’ αίτηση μετάδοσης, κατοχή ή πρόσβαση με κατοχή παράνομου εξοπλισμού ή λογισμικού, με ή χωρίς σκοπό διανομής, γενικά παράνομη εκμετάλλευση οπτι- κοακουστικών έργων ή εκπομπών ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών ή γεγονότων εθνικής ή διεθνούς τηλεθέασης που μεταδίδονται στο διαδίκτυο ταυτόχρονα με τη διενέργειά τους, συμπεριλαμβανομένων αυτών που η δυνατότητα παρακολούθησης παρέχεται μέσω παρόχων υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων και παρόχων υπηρεσιών μέσων επικοινωνίας, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 του ν. 4779/2021 (Α’ 27), προσβολή των παραπάνω δικαιωμάτων με προσφορά προϊόντων ή υπηρεσιών στο διαδίκτυο, είτε μέσω διαφήμισης, είτε μέσω προώθησης,
ε) τον τόπο τέλεσης της παράβασης, εφόσον προκύπτει από τον έλεγχο,
στ) το ύψος του προβλεπόμενου για την παράβαση προστίμου,
ζ) στοιχεία τυχόν προηγούμενων παραβάσεων για την εφαρμογή των διατάξεων περί υποτροπής του τελευταίου εδαφίου της παρ. 2Β του άρθρου 65Α του ν. 2121/1993 (Α’25),
η) μνεία των ευεργετικών διατάξεων της παρ. 3Α του άρθρου 66 του ν. 2121/1993 (Α’25) σε περίπτωση ολοσχερούς καταβολής του διπλασίου του επιβαλλόμενου προστίμου,
θ) μνεία για το δικαίωμα υποβολής αντιρρήσεων, την προθεσμία για την άσκηση αυτών και την υπηρεσία, ενώπιον της οποίας υποβάλλονται.
4. Ως παράνομος εξοπλισμός ή λογισμικό για την εφαρμογή της περ. β) της παρ. 3 νοούνται, ιδίως, οι οριζόμενες στην περ. δ) του άρθρου 2 του π.δ. 343/2002 (Α’ 284) συσκευές.
5. Ως παράνομη πρόσβαση ή κατοχή για την εφαρμογή της παρ. 2Β του άρθρου 65Α του ν. 2121/1993 νοείται και αυτή που γίνεται μέσω παράνομων συσκευών, που δεν βρίσκονται στην κατοχή του χρήστη, ή με χρήση για οποιονδήποτε σκοπό νόμιμων συσκευών ή μέσω νόμιμων συσκευών που δεν βρίσκονται στην κατοχή ή χρήση του αποκτώντος την πρόσβαση προσώπου, καθ’ υπέρβαση του περιεχομένου της έγκρισης του δικαιούχου.
6. Στις περιπτώσεις παραβάσεων της παρ. 1 του άρθρου 65Α του ν. 2121/1993, σε περίπτωση που ο παραβάτης είναι νομικό πρόσωπο, το πρόστιμο καταλογίζεται εις ολόκληρον και αλληλεγγύως στο νομικό πρόσωπο, στον νόμιμο εκπρόσωπό του και στον προϊστάμενο της μηχανογράφησης, εφόσον έχει ορισθεί υπεύθυνος. Στις λοιπές παραβάσεις, σε περίπτωση που ο παραβάτης είναι νομικό πρόσωπο, το διοικητικό πρόστιμο καταλογίζεται εις ολόκληρο και αλληλεγγύως στο νομικό πρόσωπο και στον νόμιμο εκπρόσωπο της εταιρείας και στον υπεύθυνο έναντι του νόμου για θέματα πνευματικής ιδιοκτησίας, εφόσον έχει ορισθεί.
7. Η ενημέρωση των αρμοδίων αρχών ελέγχου για τους υπότροπους γίνεται:
α) Από τη βάση δεδομένων κάθε αρμόδιας υπηρεσίας ελέγχου, στον τομέα αυτόν, μέχρι τη δημιουργία κεντρικής βάσης δεδομένων, για όλες τις αρμόδιες υπηρεσίες ελέγχου, ή
β) από τον Οργανισμό Πνευματικής Ιδιοκτησίας, ο οποίος τηρεί προς τούτο, με βάση τα στοιχεία που του κοινοποιούνται σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 65Α του ν. 2121/1993 (Α’25), κεντρική βάση δεδομένων των παραβάσεων του άρθρου 65Α, διακριτά για κάθε περίπτωση των παρ. 1, 2, 2Α και 2Β αυτού, προσβάσιμη από όλες τις αρμόδιες υπηρεσίες ελέγχου μέσω κωδικού πρόσβασης, τηρουμένων των διατάξεων του Κανονισμού 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) και του ν. 4624/2019 (Α’ 137).
8. Η διαπιστωτική πράξη παράβασης υπογράφεται από τους ελεγκτές που διενήργησαν τον έλεγχο και θεωρείται από τον αρμόδιο προϊστάμενό τους ή τον αρμόδιο προϊστάμενο της υπηρεσιακής μονάδας, όπου υπηρετούν.
9. Η διαπιστωτική πράξη παράβασης κοινοποιείται στον παραβάτη και στον Οργανισμό Πνευματικής Ιδιοκτησίας, ο οποίος ενημερώνει τους δικαιούχους.
10. Για την άσκηση του δικαιώματος προηγούμενης ακρόασης ο παραβάτης έχει δικαίωμα υποβολής έγγραφων αντιρρήσεων. Οι αντιρρήσεις υποβάλλονται εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερών από την κοινοποίηση στον παραβάτη της διαπιστωτικής πράξης παράβασης και εξετάζονται από τον Προϊστάμενο της αρχής ελέγχου που την εξέδωσε, ο οποίος, εάν κάνει δεκτές τις αντιρρήσεις, ακυρώνει την διαπιστωτική πράξη παράβασης. Η απόφαση ακύρωσης της διαπιστωτικής πράξης παράβασης κοινοποιείται σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο. Αν δεν υποβληθούν αντιρρήσεις από τον παραβάτη ή αν απορριφθούν, ο Προϊστάμενος της αρχής ελέγχου που εξέδωσε την διαπιστωτική πράξη παράβασης εκδίδει πράξη επιβολής του διοικητικού προστίμου, η οποία κοινοποιείται στον παραβάτη.
11. Οι ελεγκτικές αρχές του πρώτου εδαφίου της παρ. 4 του άρθρου 65Α του ν. 2121/1993 (Α’25), ήτοι η Γενική Διεύθυνση του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος, η Διυπηρεσιακή Μονάδα Ελέγχου Αγοράς, οι Αστυνομικές, Λιμενικές και Τελωνειακές Αρχές δύνανται με σκοπό τη διαπίστωση των διοικητικών παραβάσεων της παρ. 2Β του ίδιου άρθρου και την επιβολή των προβλεπομένων κυρώσεων να ζητούν από τις αρμόδιες δικαστικές αρχές τη διαβίβαση των αναγκαίων στοιχείων για την ταυτοποίηση των παραβατών, τα οποία συνελέγησαν και περιέχονται σε ποινική δικογραφία που σχηματίσθηκε κατόπιν άσκησης ποινικής δίωξης για τα εγκλήματα του άρθρου 66 του ν. 2121/1993 και από τους παρόχους της παρ. 10Α του άρθρου 66Ε του ν. 2121/1993, οποιοδήποτε απαραίτητο στοιχείο για την ταυτοποίηση των προσώπων που διαπράττουν παράβαση της παρ. 2Β του άρθρου 65Α του ν. 2121/1993.
Άρθρο 3
Κατάσχεση παράνομων προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών, διακομιστών, υλικών φορέων ήχου, εξοπλισμού, συσκευών
1. Σε περίπτωση που κατά τον έλεγχο, κατ’εφαρμογήν της νομοθεσίας που διέπει την αρχή που διενεργεί τον έλεγχο, κατασχεθεί παράνομος εξοπλισμός ή παράνομες συσκευές ή παράνομα προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών (Η/Υ) ή παράνομοι υλικοί φορείς ήχου, ή οποιοδήποτε άλλο στοιχείο σχετικό με τη διαπιστωθείσα παράβαση, όπως ενδεικτικά αρχεία ρυθμίσεων, εικόνες, αντίγραφα ασφαλείας ή και προσχέδια ρυθμίσεων που καταδεικνύουν τυχόν παράνομη πρόσβαση σε συνδρομητικές υπηρεσίες μέσω δορυφορικών συσκευών σε ηλεκτρονικά «κλειδιά» αποκωδικοποίησης – αποκρυπτογράφησης συνδρομητικών υπηρεσιών, οι ελεγκτές συντάσσουν πράξη (πρωτόκολλο ή έκθεση) κατάσχεσης με λεπτομερή περιγραφή των κατασχεθέντων, η οποία υπογράφεται από τους ελεγκτές της αρμόδιας αρχής που διενεργεί τον έλεγχο και τον ελεγχόμενο, στον οποίο επιδίδεται επί τόπου αντίγραφό της. Στην περίπτωση που τα όργανα του ελέγχου λειτουργούν ως γενικοί ή ειδικοί ανακριτικοί υπάλληλοι, κατά την έννοια του άρθρου 31 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (Κ.Π.Δ.), είτε στο πλαίσιο διενεργούμενης προκαταρκτικής εξέτασης, είτε στο πλαίσιο προανάκρισης ή αυτεπάγγελτης προανάκρισης κατά την παρ. 2 του άρθρου 245 του Κ.Π.Δ., και η κατάσχεση διενεργείται σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Κ.Π.Δ., ιδίως στο άρθρο 265 του ίδιου Κώδικα για τους Η/Υ και τους διακομιστές (servers), και στα άρθρα 183 έως 203 του Κ.Π.Δ. για τυχόν ορισμό πραγματογνώμονα.
2. Ειδικά για τα προγράμματα Η/Υ επιτρέπεται η προσωρινή δέσμευση των Η/Υ και των διακομιστών (servers), για εύλογο χρόνο και πάντως για όσο χρονικό διάστημα διαρκεί η έρευνα, προς άρση της αμφισβήτησης, μέχρι να κληθεί πραγματογνώμονας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 183 έως 203 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, για τη σύνταξη της προβλεπόμενης έκθεσης και την αποδεδειγμένη διαπίστωση των παράνομων προγραμμάτων Η/Υ.
3. Οι αρχές του πρώτου εδαφίου της παρ. 4 του άρθρου 65Α του ν. 2121/1993 (Α’25), κατά την άσκηση των σχετικών αρμοδιοτήτων και καθηκόντων τους, επεξεργάζονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, ως διοικητικές αρχές για την εκπλήρωση καθήκοντός τους που εκτελείται προς το δημόσιο συμφέρον και κατά την άσκηση της σχετικής δημόσιας εξουσίας που τους έχει ανατεθεί (περ. ε’ της παρ. 1 του άρθρο 6 του Γενικού Κανονισμού Προστασίας Δεδομένων (ΕΕ) 2016/679).
Άρθρο 4
Καταβολή των προστίμων του άρθρου 65 Α του ν. 2121/1993 (Α’25) – Μη άσκηση- κατάργηση ποινικής δίωξης
1. Η ποινική δίωξη καταργείται κατά τις παρ. 10, 11 και 11Α του άρθρου 66 του ν. 2121/1993 (Α’25), εφόσον ο παραβάτης καταβάλλει ανεπιφύλακτα το αναλογούν διοικητικό πρόστιμο και παραιτηθεί από την άσκηση αντιρρήσεων και ενδίκων βοηθημάτων. Στις ανωτέρω περιπτώσεις δεν ασκείται ποινική δίωξη και τυχόν αρξαμένη καταργείται. Σε κάθε περίπτωση, ο παραβάτης υποχρεούται να υποβάλλει στην αρμόδια αρχή ελέγχου το αποδεικτικό καταβολής του προστίμου και υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986 περί παραίτησης από τα ένδικα βοηθήματα και μέσα.
2. Το αξιόποινο εξαλείφεται κατά την παρ. 3Α του άρθρου 66 του ν. 2121/1993 (Α’25) εφόσον ο υπαίτιος καταβάλει ολοσχερώς το διπλάσιο του επιβαλλόμενου σύμφωνα με την παρ. 2Β του άρθρου 65Α διοικητικού προστίμου.
3. Για την κατάργηση της ποινικής δίωξης σε περίπτωση αυτόφωρης παράβασης απαιτείται η ανεπιφύλακτη καταβολή του προστίμου εντός της προθεσμίας της αυτόφωρης διαδικασίας.
4. Η καταβολή του προστίμου δεν απαλλάσσει τον παραβάτη από την υποχρέωση καταβολής των αναλογούντων πνευματικών και συγγενικών δικαιωμάτων, αποζημιώσεων και λοιπών επιβαρύνσεων στους δικαιούχους αυτών κατά τις διατάξεις των σχετικών νόμων και προς τούτο όλες οι αρμόδιες αρχές ελέγχου, σε κάθε περίπτωση παράβασης του άρθρου 65Α του ν. 2121/1993 (Α’ 25) κοινοποιούν στον Οργανισμό Πνευματικής Ιδιοκτησίας πλήρη στοιχεία των περαιωμένων παραβάσεων.
5. Σε περίπτωση καταβολής του προστίμου κατά τους όρους του παρόντος άρθρου, τυχόν κατασχεθέντα καταστρέφονται από τις αρμόδιες υπηρεσίες κατάσχεσης, με τη σύνταξη πρωτοκόλλου καταστροφής.
6. Μετά την καταβολή του προστίμου το εκδιδόμενο αποδεικτικό είσπραξης, αποτελεί για την αρμόδια υπηρεσία διαπίστωσης της παράβασης, αποδεικτικό στοιχείο καταβολής του προστίμου και πίστωσης του φακέλου της υπόθεσης.
7. Οι αρμόδιες υπηρεσίες ελέγχου, μετά τη συμπλήρωση του φακέλου κάθε υπόθεσης, που γίνεται κατ’ εφαρμογή των άρθρων 65Α και 66 του ν. 2121/1993 με (α) το αποδεικτικό είσπραξης, (β) την υπεύθυνη δήλωση του παραβάτη περί παραίτησης του από τα ένδικα μέσα και (γ) το πρωτόκολλο καταστροφής των κατασχεθέντων, προβαίνουν σε πίστωση της έκθεσης κατάσχεσης και η υπόθεση λογίζεται περαιωθείσα και αρχειοθετείται.
8. Στις περιπτώσεις μη καταβολής του διοικητικού προστίμου σύμφωνα με το παρόν άρθρο η ποινική διαδικασία συνεχίζεται κανονικά από τις αρμόδιες υπηρεσίες ελέγχου.
Άρθρο 5
Διαδικασία βεβαίωσης του προστίμου – Αρμόδιες υπηρεσίες είσπραξης
1. Αρμόδιες υπηρεσίες για την είσπραξη των προστίμων της παρούσας απόφασης ορίζονται η αρμόδια για την φορολογία του υποχρέου Δ.Ο.Υ. ή Κέντρο Βεβαίωσης και Είσπραξης (ΚΕ.Β.ΕΙΣ.) της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων και τα Τελωνεία.
2. Με βάση την Πράξη Επιβολής του διοικητικού προστίμου η αρμόδια αρχή που την εξέδωσε, συντάσσει χρηματικό κατάλογο, με τα απαραίτητα στοιχεία, ο οποίος βεβαιώνεται στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. ή Κέντρο Βεβαίωσης και Είσπραξης (ΚΕ.Β.ΕΙΣ.) της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων.
3. Το πρόστιμο βεβαιώνεται και εισπράττεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (Κ.Ε.Δ.Ε.) και αποτελεί έσοδο του κρατικού προϋπολογισμού.
Άρθρο 6
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς της παρούσας αρχίζει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1
ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΔΙΑΠΙΣΤΩΤΙΚΗ ΠΡΑΞΗΣ ΠΑΡΑΒΑΣΗΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΤΙΚΗ ΠΡΑΞΗ ΠΑΡΑΒΑΣΗΣ ΤΗΣ ΠΑΡ (1, 2, 2Α συμπληρώνεται αναλόγως) ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 65Α ΤΟΥ Ν.2121/1993
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2
ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΔΙΑΠΙΣΤΩΤΙΚΗΣ ΠΡΑΞΗΣ ΠΑΡΑΒΑΣΗΣ
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 4 Αυγούστου 2025