ΑΠΟΦΑΣΗ
Δελόπουλος κατά Ελλάδας της 10.07.2025 (αρ. προσφ. 33036/16)
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Ο προσφεύγων προσέφυγε στο ΕΔΔΑ επικαλούμενος παραβίαση του άρθρου 6 § 1 της ΕΣΔΑ λόγω καθυστερημένης εκτέλεσης αμετάκλητης απόφασης Ελεγκτικού Συνεδρίου υπερ του (απόφαση με αριθ. 4287/15). Η απόφαση εκδόθηκε στις 29.04.2015 και η περίοδος μη εκτέλεσης διήρκησε από 11.08.2015 έως 24.11.2016, δηλαδή 1 έτος, 3 μήνες και 14 ημέρες.
Το Δικαστήριο του Στρασβούργου, ακολουθώντας την πάγια νομολογία του, έκρινε ότι η εκτέλεση μιας δικαστικής απόφασης αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της δίκαιης δίκης και διαπίστωσε ότι οι ελληνικές αρχές δεν κατέβαλαν όλες τις απαραίτητες προσπάθειες για την έγκαιρη εκτέλεση της εν λόγω απόφασης, κατά παράβαση του άρθρου 6 § 1.
Ως προς άλλη καταγγελία για την μη εκτέλεση άλλης απόφασης (αριθ. 3269/2009), το Δικαστήριο την απέρριψε ως απαράδεκτη.
Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε παραβίαση του άρθρου 6 § 1 λόγω καθυστέρησης εκτέλεσης της απόφασης με αριθμ. 4287/15 και επιδίκασε στον προσφεύγοντα 1.000 ευρώ για ηθική βλάβη και 250 ευρώ για δικαστικά έξοδα.
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ
Ο προσφεύγων, Μιχαήλ Δελόπουλος, είναι Έλληνας υπήκοος, γεννηθείς το 1948. Στις 2 Ιουνίου 2016 υπέβαλε προσφυγή, επικαλούμενος παραβίαση του άρθρου 6 § 1 της ΕΣΔΑ.
Συγκεκριμένα, ο προσφεύγων είχε δικαιωθεί με την με αριθμ. 4287/2015 απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, η οποία εκδόθηκε στις 29 Απριλίου 2015. Η εν λόγω απόφαση ήταν αμετάκλητη. Ωστόσο, οι αρμόδιες ελληνικές αρχές δεν προέβησαν άμεσα στην εκτέλεση της απόφασης. Η περίοδος μη εκτέλεσης διήρκεσε από τις 11 Αυγούστου 2015 έως και τις 24 Νοεμβρίου 2016, δηλαδή για διάστημα ενός έτους, τριών μηνών και δεκατεσσάρων ημερών.
Ο προσφεύγων διαμαρτυρήθηκε για την καθυστέρηση στην εκτέλεση της ως άνω τελεσίδικης δικαστικής απόφασης, ισχυριζόμενος ότι παραβιάστηκε το δικαίωμά του σε δίκαιη δίκη, όπως προστατεύεται από το άρθρο 6 § 1 της Σύμβασης.
Εκτός από το παραπάνω, ο προσφεύγων προέβαλε και παράπονο σχετικά με τη μη εκτέλεση της με αριθμ. 3269/2009 απόφασης του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
ΔΙΑΤΑΞΗ
Άρθρο 6
ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…
Το Δικαστήριο επισήμανε ότι η εκτέλεση δικαστικής απόφασης αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της «ακροαματικής διαδικασίας» κατά την έννοια του άρθρου 6 παρ. 1 και παρέπεμψε στη νομολογία του για την μη εκτέλεση ή καθυστερημένη εκτέλεση αμετάκλητων εθνικών αποφάσεων (βλ. Hornsby κατά Ελλάδας της 19.03.1997, Κανελλόπουλος κατά Ελλάδας της 21.02.2008, Μπουσίου κατά Ελλάδας της 24.10.2013).
(Σημ. echrcaselaw: Ενδεικτικά στην απόφαση Μπουσίου κατά Ελλάδος, αναφέρονται τα εξής «…33. Το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι το δικαίωμα πρόσβασης σε δικαστήριο, το οποίο κατοχυρώνεται στο άρθρο 6, παρ. 1 της Σύμβασης, θα ήταν ουτοπικό αν η εσωτερική έννομη τάξη συμβαλλόμενου κράτους επέτρεπε να παραμείνει ανενεργή μια τελεσίδικη και δεσμευτική δικαστική απόφαση σε βάρος ενός διαδίκου. Η εκτέλεση μιας τέτοιας απόφασης, από οποιοδήποτε δικαστήριο, πρέπει να θεωρείται ως αναπόσπαστο μέρος της «δίκης» κατά την έννοια του άρθρου 6 της Σύμβασης. Το Δικαστήριο υπενθυμίζει επίσης ότι έχει ήδη αναγνωρίσει ότι η αποτελεσματική προστασία του ατόμου και η αποκατάσταση της νομιμότητας συνεπάγονται υποχρέωση της διοίκησης να συμμορφωθεί προς απόφαση ή απόφαση που έχει εκδοθεί από το ανώτατο διοικητικό δικαστήριο του κράτους επί του θέματος (βλ. μεταξύ άλλων, Hornsby κατά Ελλάδας, §§ 40 επ., 19 Μαρτίου 1997, Recueil des arrêts et décisions 1997-II, και Καραχάλιος Β. Ελλάδα, αρ. 62503/00, § 29, 11 Δεκεμβρίου 2003). Επιπλέον, υπογραμμίζει την ιδιαίτερη σημασία της εκτέλεσης των δικαστικών αποφάσεων στο πλαίσιο των διοικητικών διαφορών (βλ. Ιερά Μονή Προφήτου Ηλία Θήρα κατά Ελλάδας, αρ. 32259/02, § 34, 22 Δεκεμβρίου 2005)…… 38. Οι ανωτέρω σκέψεις αρκούν για να καταλήξει το Δικαστήριο στο συμπέρασμα ότι οι εθνικές αρχές δεν συμμορφώθηκαν, επί τρία τουλάχιστον έτη σύμφωνα με τις τελευταίες πληροφορίες που περιήλθαν σε γνώση του, προς την απόφαση με αριθ. 1544/2009 του Διοικητικού Δικαστηρίου Πατρών, στερώντας έτσι από το άρθρο 6 § 1 της Σύμβασης την αποτελεσματικότητά του. Επομένως, συντρέχει παράβαση της διάταξης αυτής..».
Στην κρινόμενη υπόθεση, επισημάνθηκε ότι οι ελληνικές αρχές δεν κατέβαλαν όλες τις αναγκαίες προσπάθειες για την έγκαιρη εκτέλεση της με αριθμ. 4287/15 απόφασης του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με αποτέλεσμα να παραβιαστεί το δικαίωμα του προσφεύγοντος σε δίκαιη δίκη εντός εύλογου χρόνου.
Το Δικαστήριο διαπίστωσε παραβίαση του άρθρου 6 παρ. 1 της Σύμβασης ως προς την καθυστέρηση εκτέλεσης της ως άνω απόφασης, ενώ απέρριψε ως απαράδεκτο το υπόλοιπο της προσφυγής που αφορούσε άλλη απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Το ΕΔΔΑ επιδίκασε στον προσφεύγοντα το συνολικό ποσό των 1.000 ευρώ για ηθική βλάβη και 250 ευρώ για δικαστικά έξοδα.