ΑΠΟΦΑΣΗ
Aliyev κ.α. κατά Αζερμπαϊτζάν της 15.07.2025 (αρ. προσφ. 67851/12)
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Οι προσφεύγοντες, ιδιοκτήτες μη κατοικήσιμου κτιρίου και του υποκείμενου οικοπέδου στο Μπακού, προσέφυγαν στις 19 Οκτωβρίου 2012 στο ΕΔΔΑ για την παράνομη κατεδάφιση και απαλλοτρίωση της ιδιοκτησίας τους, χωρίς τήρηση των προβλεπόμενων εσωτερικών διαδικασιών και για καταβολή ανεπαρκούς αποζημίωσης.
Μετά από αυτοψία και σχετική επιστολή του Υπουργείου Εκτάκτων Καταστάσεων προς τον Δήμο Μπακού, οι τοπικές αρχές διέταξαν την κατεδάφιση του κτιρίου επικαλούμενες επικινδυνότητα λόγω σεισμού το 2000. Κατόπιν, το ακίνητο απαλλοτριώθηκε και οι προσφεύγοντες στερήθηκαν και της κυριότητας του οικοπέδου. Οι ίδιοι προσέφυγαν ενώπιον των εγχώριων δικαστηρίων, τα οποία αναγνώρισαν την παρανομία της κατεδάφισης και της απαλλοτρίωσης από τις αρχές, επιδικάζοντάς τους συνολική αποζημίωση 372.121,60 AZN – ποσό σημαντικά χαμηλότερο από την αγοραία αξία κατά τους ίδιους. Η τελεσίδικη απόφαση εκτελέστηκε το 2013, υπό την προϋπόθεση ότι οι προσφεύγοντες θα παραιτούνταν από περαιτέρω αξιώσεις.
Ενώπιον του ΕΔΔΑ, οι προσφεύγοντες επικαλέστηκαν παραβίαση του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου, υποστηρίζοντας πως η αποζημίωση ήταν ανεπαρκής και δεν καλύφθηκε η ζημία που υπέστησαν σε κινητά πράγματα. Επικαλέστηκαν επίσης παραβίαση του άρθρου 6 λόγω μη εκτέλεσης της τελεσίδικης απόφασης και για ανεπαρκή αιτιολογία, καθώς και παραβίαση του άρθρου 13 για έλλειψη αποτελεσματικού ενδίκου μέσου.
Το Δικαστήριο επισήμανε ότι η απαλλοτρίωση της ιδιοκτησίας υπήρξε παράνομη κατά τα εθνικά δικαστήρια, ωστόσο διαπίστωσε ότι για το οικόπεδο χορηγήθηκε επαρκής αποζημίωση, ενώ για το κτίριο το ποσό ήταν ανεπαρκές και χωρίς επαρκή αιτιολόγηση έναντι των πραγματικών στοιχείων της υπόθεσης. Για τις λοιπές αξιώσεις (ζημίες κινητών, μη εκτέλεση, έλλειψη αιτιολογίας, πρόσβαση στη δικαιοσύνη), το Δικαστήριο έκρινε ότι είτε είχαν ικανοποιηθεί είτε δεν ήταν αναγκαίο να εξεταστούν περαιτέρω.
Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε παραβίαση του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου, επιδικάζοντας στους προσφεύγοντες συνολικά 75.000 ευρώ για αποζημίωση, 3.000 ευρώ για ηθική βλάβη και 1.055 ευρώ για δικαστικά έξοδα και δαπάνες.
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Οι προσφεύγοντες, Gurban Sattar oglu Aliyev (γεννηθείς το 1949), Hasan Gurban oglu Maharlamov (γεννηθείς το 1980) και Ulkar Mammmadtagi gizi Maharramova (γεννηθείσα το 1955), είναι Αζέροι υπήκοοι και κάτοικοι Μπακού. Οι προσφεύγοντες ήταν ιδιοκτήτες κτιρίου στο Μπακού, καθώς και του υποκείμενου οικοπέδου. Σύμφωνα με τα πιστοποιητικά ιδιοκτησίας που τους εκδόθηκαν το 1998 και το 2000, η επιφάνεια του κτιρίου και του οικοπέδου ήταν 73,6 τ.μ. έκαστο. Οι προσφεύγοντες ισχυρίστηκαν ότι το κτίριο είχε έναν επιπλέον όροφο και συνολική επιφάνεια 135,74 τ.μ., ωστόσο δεν προσκόμισαν σχετική δικαστική απόφαση που να το αποδεικνύει.
Μετά από επιθεώρηση του ακινήτου, το Υπουργείο Εκτάκτων Καταστάσεων ενημέρωσε τη Δημοτική Αρχή Μπακού (BCEA) ότι το κτίριο ήταν ετοιμόρροπο λόγω του σεισμού του 2000 και έκρινε επικίνδυνη την μελλοντική του χρήση, απαγορεύοντάς την. Κατόπιν αυτού, η BCEA διέταξε την Εκτελεστική Αρχή Διαμερίσματος Sabail (SDEA) να προβεί στην κατεδάφισή του. Τον Νοέμβριο του 2009, οι κρατικές αρχές ξεκίνησαν τη διαδικασία κατεδάφισης και, μετά την ολοκλήρωσή της, απαλλοτρίωσαν το ακίνητο. Έτσι οι προσφεύγοντες στερήθηκαν και το υποκείμενο οικόπεδο.
Οι προσφεύγοντες άσκησαν αγωγή κατά της BCEA και της SDEA ενώπιον του Πρωτοδικείου Sabail, ζητώντας να αναγνωριστούν οι πράξεις κατεδάφισης ως παραβίαση των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας τους και να τους καταβληθεί αποζημίωση για υλική ζημιά (678.700 AZN για το κτήριο, 736.000 AZN για το οικόπεδο, 12.000 AZN για κατεστραμμένα αντικείμενα και 10.000 AZN για απώλεια κέρδους). Η BCEA άσκησε ανταγωγή, επιδιώκοντας την ακύρωση της σύμβασης πώλησης του οικοπέδου και την αποκατάσταση των δικαιωμάτων κυριότητας του κράτους.
Με απόφαση της 17ης Ιουνίου 2011, το Πρωτοδικείο ένωσε τις δύο υποθέσεις και έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή των προσφευγόντων, αναγνωρίζοντας ότι η κατεδάφιση και απαλλοτρίωση ήταν παράνομες λόγω μη τήρησης της εσωτερικής διαδικασίας από την BCEA. Αφού προέβη σε εκτίμηση της αξίας μέσω κρατικού φορέα, το δικαστήριο επιδίκασε συνολικά 372.121,60 AZN στους προσφεύγοντες (περίπου 333.232 ευρώ εκείνη την εποχή), απορρίπτοντας το υπόλοιπο των αξιώσεών τους και την ανταγωγή της BCEA.
Η απόφαση επικυρώθηκε από το Εφετείο Μπακού στις 15 Νοεμβρίου 2011 και από το Ανώτατο Δικαστήριο στις 27 Απριλίου 2012. Στις 17 Μαρτίου 2013 η απόφαση εκτελέστηκε και οι προσφεύγοντες έλαβαν το επιδικασθέν ποσό, αφού προηγουμένως υποχρεώθηκαν να υπογράψουν δήλωση ότι το ποσό ήταν επαρκές και δεν θα συνέχιζαν περαιτέρω σε δικαστικές διαδικασίες.
Οι προσφεύγοντες προσέφυγαν ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, επικαλούμενοι το άρθρο 1 του Πρώτου Πρωτοκόλλου (παράνομη στέρηση ιδιοκτησίας και ανεπαρκής αποζημίωση), το άρθρο 6 (μη εκτέλεση αμετάκλητης απόφασης και μη επαρκής αιτιολογία), το άρθρο 13 (έλλειψη αποτελεσματικής προσφυγής) και το άρθρο 34 (παρεμπόδιση του δικαιώματος ατομικής προσφυγής λόγω της απαίτησης παραίτησης από περαιτέρω αξιώσεις).
ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 1 ΠΠΠ,
Άρθρο 6,
Άρθρο 13,
Άρθρο 34
ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…
Κατά το Δικαστήριο του Στρασβούργου, το επίμαχο ζήτημα στην προκειμένη υπόθεση αφορούσε κατά πόσον οι εθνικές αρχές προέβησαν σε παράνομη κατεδάφιση και απαλλοτρίωση της περιουσίας των προσφευγόντων, καθώς και κατά πόσον η αποζημίωση που τους καταβλήθηκε ήταν επαρκής σύμφωνα με το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου.
Το Δικαστήριο διαπίστωσε καταρχάς ότι το κατεδαφισθέν μη κατοικήσιμο κτίριο και το υποκείμενο οικόπεδο συνιστούσαν «περιουσία» κατά την έννοια της Σύμβασης. Ωστόσο, ως προς το μέρος του κτιρίου για το οποίο δεν προσκομίστηκαν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία ιδιοκτησίας, το Δικαστήριο έκρινε ότι η σχετική προσφυγή ήταν απαράδεκτη ratione materiae.
Ως προς το οικόπεδο, το Δικαστήριο έκρινε ότι οι εθνικές αρχές κατέβαλαν στους προσφεύγοντες αποζημίωση ίση με την αγοραία αξία του, σύμφωνα με ανεξάρτητη πραγματογνωμοσύνη, και ως εκ τούτου θεώρησε ότι υπήρξε επαρκής επανόρθωση και έτσι δεν διαπίστωσε παραβίαση του άρθρου 1 του Πρώτου Πρωτοκόλλου για το σκέλος αυτό.
Ωστόσο, σε ό,τι αφορά το κτίριο, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι οι εγχώριες αρχές, όταν προσδιόρισαν το ύψος της αποζημίωσης, παρέλειψαν να αιτιολογήσουν επαρκώς την απόρριψη της έκθεσης αποτίμησης που προσκόμισαν οι προσφεύγοντες και υιοθέτησαν αδικαιολόγητα μόνο το ποσό της πραγματογνωμοσύνης που είχε ζητηθεί από το ίδιο το δικαστήριο. Το Στρασβούργο έκρινε ότι το ποσό που επιδικάστηκε δεν εξασφάλισε πλήρη και δίκαιη αποζημίωση για την απαλλοτρίωση του κτιρίου και, ως εκ τούτου, υπήρξε παραβίαση του άρθρου 1 του Πρωτοκόλλου αρ. 1 της ΕΣΔΑ.
Όσον αφορά τους λοιπούς ισχυρισμούς περί διαδικαστικών παραβιάσεων (άρθρα 6, 13 και 34 της ΕΣΔΑ), το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν χρειάστηκε να εξετάσει περαιτέρω τα σχετικά παράπονα, δεδομένου ότι το κύριο νομικό ζήτημα της υπόθεσης είχε ήδη αντιμετωπιστεί.
Το ΕΔΔΑ επιδίκασε συνολικά 75.000 ευρώ για υλική ζημία, 3.000 ευρώ για ηθική βλάβη και 1.055 ευρώ για δικαστικά έξοδα, επισημαίνοντας ότι οι αρχικές αιτιάσεις των προσφευγόντων για υψηλότερες αποζημιώσεις δεν είχαν επαρκώς τεκμηριωθεί ή είχαν τεθεί για πρώτη φορά στο Στρασβούργο.