Απορρίπτει αίτημα συνεπιμέλειας -.
Το βέλτιστο συμφέρον των τέκνων των διαδίκων υπαγορεύει την απόλαυση από αυτά σταθερότητας την οποία εξασφαλίζει η συνέχιση της αποκλειστικής άσκησης της επιμέλειας από τη μητέρα τους. (Είχε προηγηθεί προσωρινή διαταγή ισόχρονης συνεπιμέλειας με εναλλασσόμενη ανά εβδομάδα διαμονή των παιδιών στην οικία εκάστου γονέα).
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ
ΑΠΟΦΑΣΗ 4380/2025
Αριθμός έκθεσης κατάθεσης Α’ αίτησης: ././21-01-2025
Αριθμός έκθεσης κατάθεσης Β’ αίτησης: ././27-01-2025
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
(ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ)
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τον Δικαστή Ιωάννη Μαμαδά, Πρόεδρο Πρωτοδικών, ο οποίος ορίστηκε με κλήρωση, χωρίς τη σύμπραξη Γραμματέα.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του κατά τη δικάσιμο της 27ης Μαΐου 2025, για να κρίνει την υπόθεση που αναφέρεται στη διαφορά μεταξύ:
ΤΗΣ ΑΙΤΟΥΣΑΣ ΤΗΣ Α’ ΑΙΤΗΣΗΣ – ΚΑΘ’ ΗΣ Η Β’ ΑΙΤΗΣΗ: …, κατοίκου Αγίας Παρασκευής Αττικής (οδός ..), κατόχου του .. αριθμού φορολογικού μητρώου, η οποία παραστάθηκε μετά της πληρεξούσιας Δικηγόρου της Αθανασίας Σδρόλια του Λουκά (Α.Μ. Δ.Σ.Α. 23987), κατοίκου Αθηνών (οδός Ομήρου αριθμός 47), που κατάθεσε σημείωμα.
ΤΟΥ ΚΑΘ’ ΟΥ Η Α’ ΑΙΤΗΣΗ -ΑΙΤΟΥΝΤΟΣ ΤΗΣ Β’ ΑΙΤΗΣΗΣ: …, κατοίκου Γαλατσίου Αττικής (οδός …), κατόχου του .. αριθμού φορολογικού μητρώου, ο οποίος παραστάθηκε μετά των πληρεξούσιων Δικηγόρων του Παναγιώτας-Ιωάννας Γαβριήλ του Παναγιώτη (Α.Μ. Δ.Σ.Α. 25487), κατοίκου Αθηνών (οδός Δ. Αιγινήτου αριθμός 8), και Μιλτιάδη Κόρδατου Γεωργίου (Α.Μ. Δ.Σ.Α. 17247), κατοίκου Χολαργού Αττικής (οδός Ερατούς αριθμός 12), που κατάθεσαν σημείωμα.
Η ΑΙΤΟΥΣΑ ΤΗΣ Α’ ΑΙΤΗΣΗΣ κατάθεσε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου την 21-01-2025 την με ίδια ημερομηνία αίτησή της με αντικείμενο την προσωρινή επιδίκαση διατροφής ανήλικων τέκνων. Σχετικά συντάχθηκε η με αριθμό ././21-01-2025 έκθεση κατάθεσης δικογράφου και η συζήτηση της υπόθεσης ορίστηκε για τη δικάσιμο που μνημονεύεται στην αρχή της απόφασης, αυτή δε εγγράφηκε στο με στοιχεία 145 Δ (ΑΣΦ-ΜΟΝ) έκθεμα υπό τον αριθμό ..
Ο ΑΙΤΩΝ ΤΗΣ Β’ ΑΙΤΗΣΗΣ κατάθεσε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου την 27-01-2025 την με ίδια ημερομηνία αίτησή του με αντικείμενο την προσωρινή ρύθμιση της άσκησης της επιμέλειας και την προσωρινή επιδίκαση διατροφής ανήλικων τέκνων. Σχετικά συντάχθηκε η με αριθμό ././27-01-2025 έκθεση κατάθεσης δικογράφου και η συζήτηση της υπόθεσης ορίστηκε για τη δικάσιμο που μνημονεύεται στην αρχή της απόφασης, αυτή δε εγγράφηκε στο με στοιχεία 145 Δ (ΑΣΦ-ΜΟΝ) έκθεμα υπό τον αριθμό ..
ΚΑΤΑ τη συζήτηση της υπόθεσης, μετά την εκφώνησή της κατά τη σειρά εγγραφής της στο οικείο έκθεμα, οι πληρεξούσιοι Δικηγόροι των διαδίκων ανάπτυξαν και προφορικά τους ισχυρισμούς τους και αναφέρθηκαν στα σημειώματα που κατάθεσαν.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
I. Εκκρεμούν προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου η με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ././21-01-2025 αίτηση και η με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ././27-01-2025 αίτηση, οι οποίες πρέπει να συνεκδικαστούν λόγω συνάφειας, καθώς αφορούν στην προσωρινή ρύθμιση της άσκησης της επιμέλειας και στην προσωρινή επιδίκαση της διατροφής των ίδιων τέκνων, ενώ με τον τρόπο αυτό διευκολύνεται η διεξαγωγή της δίκης (άρθρο 246 ΚΠολΔ).
II. Με την με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ././21-01-2025 αίτησή της η αιτούσα της Α’ αίτησης – καθ’ ης η Β’ αίτηση ισχυρίζεται ότι με τον αντίδικό της τέλεσε την 19-04-2013 νόμιμο γάμο, στο πλαίσιο του οποίου απέκτησαν δύο τέκνα, το γιο τους . και την κόρη τους ., τα οποία γεννήθηκαν την 15-06-2013. Περαιτέρω, υποστηρίζει ότι η συμπεριφορά του αντιδίκου της, την οποία αναλυτικά περιγράφει στο δικόγραφό της είχε ως συνέπεια αρχικά τον κλονισμό και στη συνέχεια την οριστική διάσπαση της έγγαμης συμβίωσής τους που οδήγησε στην λύση του γάμου τους με την με αριθμό ./28-11-2022 πράξη λύσης γάμου της Συμβολαιογράφου …, στο πλαίσιο της οποίας ρυθμίστηκε με συναινετικό τρόπο τόσο η άσκηση της επιμέλειας των τέκνων τους αποκλειστικά από την ίδια, όσο και η επικοινωνία του αντιδίκου της με αυτά, καθώς και η συνεισφορά του για την κάλυψη των διατροφικών τους αναγκών. Ισχυρίζεται ακόμη ότι μετά την λήξη της χρονικής ισχύος της κατά τα ανωτέρω συμφωνίας τους αναφορικά με τη συνεισφορά του αντιδίκου της στην κάλυψη των διατροφικών αναγκών των τέκνων της, ο τελευταίος αρνείται συστηματικά να συμμετέχει κατά την αναλογία των οικονομικών του δυνάμεων και μετέρχεται περισσότερους τρόπους, ώστε να αποφύγει ή έστω να περιορίσει τη σχετική οικονομική του υποχρέωση. Παράλληλα, υποστηρίζει ότι ο αντίδικός της και η ίδια διαθέτουν τις οικονομικές δυνατότητες, οι οποίες αποτιμώνται στην αίτησή της και ότι το καθένα από τα τέκνα τους αντιμετωπίζει τις διατροφικές ανάγκες, οι οποίες προσδιορίζονται στο δικόγραφό της. Με βάση τους ισχυρισμούς της αυτούς η αιτούσα της Α’ αίτησης – καθ’ ης η Β’ αίτηση ζητά να υποχρεωθεί προσωρινά ο καθ’ ου η Α’ αίτηση – αιτών της Β’ αίτηση να της προκαταβάλλει εντός του πρώτου πενθημέρου κάθε ημερολογιακού μήνα το ποσό των εννιακοσίων ογδόντα τριών ευρώ (983,00€) για λογαριασμό του γιου τους . και το ποσό των οκτακόσιων πενήντα οκτώ ευρώ (858,00€) για λογαριασμό της κόρης τους ., με το νόμιμο τόκο για καθένα από τα ανωτέρω ποσά σε περίπτωση καθυστέρησης και να καταδικαστεί αυτός στην καταβολή των δικαστικών της εξόδων.
Με το παραπάνω περιεχόμενο και αιτήματα της η υπό κρίση αίτηση αρμόδια εισάγεται ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (683 παρ. 1 και παρ. 4 ΚΠολΔ) σε συνδυασμό προς το άρθρο 22 του ίδιου Κώδικα), για να συζητηθεί κατά τη διαδικασία των άρθρων 682επ. ΚΠολΔ, είναι δε επαρκώς ορισμένη (άρθρο 688 παρ. 1 ΚΠολΔ) και νόμιμη, καθώς στηρίζεται στις διατάξεις των άρθρων 341 παρ. 1, 345, 346, 1485, 1486 παρ. 2, 1489 παρ. 2, 1493, 1496 ΑΚ, 176 και 728 παρ. 1 περ. α’ ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως, να εξεταστεί περαιτέρω ως προς τη βασιμότητά της από ουσιαστική άποψη.
III. Με την με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ././27-01-2025 αίτησή του ο καθ’ ου η Α’ αίτηση – αιτών της Β’ αίτησης, αφού εκθέτει τη γενικότερη επαγγελματική, οικονομική και ακαδημαϊκή του κατάσταση, ισχυρίζεται ότι με την αντίδικό του τέλεσαν την 19-04-2013 νόμιμο γάμο, στο πλαίσιο του οποίου απέκτησαν δύο τέκνα, το γιο τους . και την κόρη τους ., τα οποία γεννήθηκαν την 15-06-2013. Περαιτέρω, υποστηρίζει ότι η εκρήξεις θυμού της αντίδικου του τόσο έναντι του ίδιου, όσο και έναντι των τέκνων τους, αλλά και οι διαφωνίες τους σχετικά με τη διαχείριση του οικογενειακού τους εισοδήματος υπονόμευσαν την έγγαμη συμβίωσή τους και οδήγησαν τελικά στην λύση του γάμου τους, η οποία έλαβε χώρα με την με αριθμό ./28-11-2022 πράξη λύσης γάμου της Συμβολαιογράφου Αθηνών … Παράλληλα, ισχυρίζεται ότι στο πλαίσιο της κατάρτισης της ανωτέρω πράξης κατέληξε με την αντίδικό του στην με συναινετικό τρόπο ανάθεση της αποκλειστικής άσκησης της επιμέλειας των τέκνων τους στην τελευταία και στην ρύθμιση της επικοινωνίας του ίδιου με αυτά, καθώς και στον προσδιορισμό της συνεισφοράς του για την κάλυψη των διατροφικών τους αναγκών. Υποστηρίζει ακόμη ότι οι επιμέρους όροι της ανωτέρω συμφωνίας διαμορφώθηκαν με τέτοιο τρόπο, ώστε στην πράξη να ασκεί από κοινού με την αντίδικό του την επιμέλεια των τέκνων τους, ενώ το ποσό της συνεισφοράς του στην κάλυψη των διατροφικών τους αναγκών υπερέβαινε τις οικονομικές του δυνάμεις, αλλά έγινε δεκτό από αυτόν προς αποφυγή περαιτέρω προστριβών και εντάσεων με την αντίδικό του. Επιπλέον, ισχυρίζεται ότι η συμπεριφορά της αντιδίκου του μετά την λύση του γάμου τους δημιουργεί υπόνοιες σχετικά με την ψυχική της ισορροπία και την καταλληλότητά προς εκπλήρωση των υποχρεώσεών της έναντι των τέκνων τους και θέτει προσκόμματα στην επικοινωνία του με αυτά. Τέλος, υποστηρίζει ότι ο ίδιος και η αντίδικός του διαθέτουν τις οικονομικές δυνάμεις, οι οποίες προσδιορίζονται στην αίτησή του, και ότι τα τέκνα τους αντιμετωπίζουν τις διατροφικές ανάγκες οι οποίες περιγράφονται στο δικόγραφό του. Με βάση τους ισχυρισμούς του αυτούς ο καθ’ ου η Α’ αίτηση – αϊτών της Β’ αίτησης ζητά να ανατεθεί προσωρινά στον ίδιο και την αντίδικό του η από κοινού άσκηση της επιμέλειας των τέκνων τους και ρυθμιστεί προσωρινά η συνεισφορά του στη διατροφή των τελευταίων στο ποσό των διακοσίων ευρώ (200,00€), να απειληθεί σε βάρος της αντιδίκου του χρηματική ποινή ύψους πεντακοσίων ευρώ (500,00€) και να καταδικαστεί αυτή στην καταβολή των δικαστικών του εξόδων.
Με το παραπάνω περιεχόμενο και αιτήματά της η υπό κρίση αίτηση αρμόδια εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρο 683 παρ. 1 και4 ΚΠολΔ σε συνδυασμό προς το άρθρο 22 του ίδιου Κώδικα), για να συζητηθεί κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 682επ. ΚΠολΔ), είναι δε επαρκώς ορισμένη (άρθρο 688 παρ. 1 ΚΠολΔ) και έχει παραδεκτά ασκηθεί, πλην του μέρους της που αναφέρεται στο κύριο αίτημά της για προσωρινή επιδίκαση της συνεισφοράς του καθ’ ου η Α’ αίτηση – αιτούντος της Β’ αίτησης στη διατροφή των ανήλικων τέκνων του, ως προς το οποίο είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη λόγω έλλειψης ενεργητικής νομιμοποίησης, καθώς ο καθ’ ου η Α’ αίτηση – αϊτών της Β’ αίτησης είναι το πρόσωπο, κατά του οποίου στρέφεται η σχετική αξίωση. Κατά τα λοιπά η αίτηση βρίσκει έρεισμα στο νόμο και συγκεκριμένα στις διατάξεις των άρθρων 1510 παρ. 1,1511 παρ. 2,1513 παρ. 1, 1514 παρ. 3 περ. α’, 1518 ΑΚ, 176 και 735 ΚΠολΔ, πλην του παρεπόμενου αιτήματος της για την απειλή χρηματικής ποινής κατά της αιτούσας της Α’ αίτησης – καθ’ ης η Β’ αίτηση. Πρέπει, επομένως, να εξεταστεί περαιτέρω κατά το μέρος της που έχει παραδεκτά ασκηθεί και είναι νόμιμη, ως προς τη βασιμότητά της και από ουσιαστική άποψη.
IV. Από την εκτίμηση της ένορκης εξέτασης της μάρτυρα της αιτούσας της Α’ αίτησης -καθ’ ης η Β’ αίτηση … και του μάρτυρα του καθ’ ου η Α’ αίτηση -αιτούντος της Β’ αίτησης …, η οποία έλαβε χώρα στο ακροατήριο του Δικαστηρίου κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, σε συνδυασμό προς το σύνολο των αποδεικτικών μέσων, τα οποία νόμιμα προσκομίζονται από τους διαδίκους, και συγκεκριμένα προς: (α) τα έγγραφα, (β) την με αριθμό πρωτοκόλλου ΔΣΑ_ΕΒ.._2025 ένορκη βεβαίωση της μάρτυρα του καθ’ ου η Α’ αίτηση – αιτούντος της Β’ αίτησης …, η οποία λήφθηκε την 26-05-2025 ενώπιον του Δικηγόρου Αθανασίου Καϋμενάκη του Μιχαήλ (Α.Μ. Δ.Σ.Α. 24717) και λαμβάνεται υπόψη παρά το γεγονός ότι ελήφθη χωρίς προηγούμενη κλήτευση της αιτούσας της Α’ αίτησης – καθ’ ης η Β’ αίτηση λόγω της μερικής εισαγωγής στη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων του ανακριτικού συστήματος (άρθρο 691 παρ. 1 ΚΠολΔ), και (γ) τα μη πληρούντα τους όρους αποδεικτικά μέσα, στα οποία περιλαμβάνονται τα ανεπικύρωτα φωτοτυπικά αντίγραφα εγγράφων, οι ανεπικύρωτες εκτυπώσεις ηλεκτρονικών αρχείων εγγράφων, οι ανεπικύρωτες εκτυπώσεις ηλεκτρονικών μηνυμάτων κειμένου και οι ανεπικύρωτες εκτυπώσεις μηνυμάτων ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, πιθανολογήθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:
Οι διάδικοι τέλεσαν στο Χαλάνδρι Αττικής την 19-04-2013 νόμιμο γάμο, στο πλαίσιο του οποίου απέκτησαν δύο (2) τέκνα, τον γιο τους . και την κόρη τους ., τα οποία γεννήθηκαν την 15-06-2013. Παρά το γεγονός ότι τόσο κατά την τέλεση του γάμου τους, όσο και κατά τη γέννηση των τέκνων τους η μεν αιτούσα της Α’ αίτησης – καθ’ ης η Β’ αίτηση είχε συμπληρώσει το τεσσαρακοστό δεύτερο (42°) έτος της ηλικίας της, ο δε καθ’ ου η Α’ αίτηση – αιτών της Β’ αίτησης το τεσσαρακοστό έκτο (46°) της ηλικίας του, διέθεταν αξιοσημείωτη ακαδημαϊκή μόρφωση (η πρώτη ως απόφοιτος της Ιατρικής Σχολής και Ιατρός με την ειδικότητα του Νεφρολόγου και ο δεύτερος ως διδάκτορας της Φυσικής), επαρκή κοινωνική και επαγγελματική εμπειρία (η πρώτη εργαζόμενη ως Ιατρός Νεφρολόγος σε ιδιωτική κλινική και ο δεύτερος ως επιμελητής βιβλίων στις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης) και τελούσαν σε ιδιαίτερα καλή οικονομική κατάσταση, καθώς εξασφάλιζαν επαρκές για την κάλυψη των οικογενειακών τους αναγκών εισόδημα από την εργασία τους και κατοικούσαν σε διαμέρισμα ιδιοκτησίας του καθ’ ου της Α’ αίτησης – αιτούντος της Β’ αίτησης, δεν κατόρθωσαν να επιδείξουν την ωριμότητα, η οποία ήταν αναγκαία για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων και των καθηκόντων τους, τα οποία απορρέουν από την ανατροφή των ανήλικων τέκνων τους, με συνέπεια αρχικά τον κλονισμό των συζυγικών τους σχέσεων και στη συνέχεια την πλήρη διάρρηξη αυτών. Στο πλαίσιο μάλιστα της εξέλιξης αυτής οι διάδικοι ανταλλάσσουν στα υπό κρίση δικόγραφά τους ιδιαίτερα αρνητικούς χαρακτηρισμούς ο ένας για τον άλλον, οι οποίοι όμως σε καμία περίπτωση δεν δικαιολογούνται, ούτε επαληθεύονται από την επιλογή τους όχι μόνο να τελέσουν γάμο, αλλά και να αποκτήσουν τέκνα.
Η αρνητική αυτή εξέλιξη των προσωπικών σχέσεων των διαδίκων, η οποία έλαβε την μορφή της εκδήλωσης συνεχών διαφωνιών και προστριβών μεταξύ τους, είχε ως αναπόφευκτη κατάληξή της την λύση του γάμου τους, η οποία έλαβε χώρα με την με αριθμό ./28-06-2022 πράξη συναινετικής λύσης γάμου και ρύθμισης επιμέλειας και διατροφής τέκνου της Συμβολαιογράφου Αθηνών …. Στο πλαίσιο μάλιστα της κατάρτισης της εν λόγω πράξης οι διάδικοι ρύθμισαν με συναινετικό τρόπο τόσο την άσκηση της επιμέλειας των τέκνων τους, όσο και τη συμμετοχή τους στην κάλυψη των διατροφικών αναγκών των τελευταίων. Συγκεκριμένα, συμφωνήθηκε ότι η επιμέλεια αμφότερων των ανήλικων τέκνων τους θα ασκείται αποκλειστικά από την αιτούσα της Β’ αίτησης και ρυθμίστηκε η επικοινωνία του καθ’ ου η Α’ αίτηση – αιτούντος της Β’ αίτησης με αυτά και παράλληλα συμφωνήθηκε ότι η συνεισφορά του καθ’ ου η Α’ αίτηση – αιτούντος της Β’ αίτησης στη διατροφή των ανήλικων τέκνων του θα ανέρχεται στο ποσό των τριακοσίων πενήντα ευρώ (350,00€) για καθένα από αυτά. Εξάλλου, η ισχύς των όρων της εν λόγω συμφωνίας ορίστηκε διετής. Μετά την λύση του γάμου των διαδίκων με τον τρόπο, ο οποίος μνημονεύεται ανωτέρω, ο μεν καθ’ ου η Α’ αίτηση – αιτών της Β’ αίτησης συνέχισε να διαμένει στο διαμέρισμα, το οποίο αποτέλεσε την οικογενειακή τους στέγη, η δε αιτούσα της Α’ αίτησης – καθ’ ης η Β’ αίτηση και τα ανήλικα τέκνα της μετοίκησαν σε μισθωμένο διαμέρισμα στην Αγία Παρασκευή Αττικής.
Περαιτέρω, πιθανολογήθηκε ότι η αιτούσα της Α’ αίτησης – καθ’ ης η Β’ αίτηση εκπλήρωσε με ευσυνειδησία και επάρκεια τα καθήκοντα, τα οποία απορρέουν από την ανατροφή των τέκνων και μερίμνησε για την αντιμετώπιση των αναπτυξιακών δυσχερειών, τις οποίες αντιμετωπίζει ο γιος της ., παρά την από μέρους της εκδήλωση κατά καιρούς κόπωσης ή και αγανάκτησης λόγω των συμπεριφορών που εκδηλώνονται από αυτόν. Το συμπέρασμα αυτό επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι ο καθ’ ου η Β’ αίτηση – αιτών της Β’ αίτησης, παρά τις αιτιάσεις που διατυπώνει με την υπό κρίση αίτησή του, ουδέποτε διαμαρτυρήθηκε προς την αντίδικό του για τον τρόπο άσκησης της επιμέλειας των τέκνων τους, ούτε και επιδίωξε τη δικαστική ανατροπή του περιεχομένου της μεταξύ τους συμφωνίας, αλλά αντίθετα και μετά την ολοκλήρωση της χρονικής ισχύος αυτής συναίνεσε σιωπηρά, αλλά έμπρακτα στη συνέχιση της αποκλειστικής άσκησης της επιμέλειας των τέκνων του από την αντίδικό του. Η υπό κρίση αίτησή του, η οποία αποτελεί την πρώτη επίσημη διατύπωση μομφής σε βάρος της αιτούσας της Α’ αίτησης – καθ’ ης η Β’ αίτηση για την επάρκειά της ως προς την άσκηση της επιμέλειας των τέκνων τους, κατατέθηκε μόνο μετά την άσκηση της πρώτης από τις υπό κρίση αιτήσεις. Παρά μάλιστα την ευθεία αμφισβήτηση της ψυχικής ευστάθειας της αντιδίκου του ο καθ’ ου η Α’ αίτηση – αιτών της Β’ αίτησης δεν ζητά την αποκλειστική ανάθεση στον ίδιο της άσκησης της επιμέλειας των τέκνων του, γεγονός που υποσκάπτει την αξιοπιστία των σχετικών αιτιάσεων του, ενώ έκδηλος προκύπτει από το περιεχόμενο του δικογράφου του ο συνδυασμός του ζητήματος της ανάθεσης της από κοινού άσκησης της επιμέλειας των τέκνων του με την μείωση της συνεισφοράς του για την κάλυψη των διατροφικών αναγκών τους. Με βάση τα δεδομένα αυτά το Δικαστήριο άγεται στην κρίση ότι το βέλτιστο συμφέρον των τέκνων των διαδίκων υπαγορεύει την απόλαυση από αυτά της σταθερότητας, την οποία εξασφαλίζει η συνέχιση της αποκλειστικής άσκησης της επιμέλειάς τους από την μητέρα τους, καθώς αυτή αποτέλεσε προϊόν συναίνεσης των διαδίκων, χωρίς να πιθανολογείται η συνδρομή οποιουδήποτε λόγου, ο οποίος να δικαιολογεί την ανατροπή της σχετικής ρύθμισης.
Σε συνέχεια των ανωτέρω, πιθανολογήθηκε ότι ο καθ’ ου η Α’ αίτηση – αιτών της Β’ αίτησης είναι μοναδικός εταίρος και διαχειριστής της μονοπρόσωπης ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρίας με την επωνυμία «ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΦΑΛΤΗΡΙΟ ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ Ι.Κ.Ε.», η οποία έχει ως αντικείμενο της δραστηριότητάς της την λειτουργία εκδοτικού οίκου. Εξάλλου, ο καθ’ ου η Α’ αίτηση – αϊτών της Β’ αίτησης διαθέτει ιδιαίτερα σημαντική εμπειρία σχετικά με το συγκεκριμένο τομέα εμπορικής δραστηριότητας και παρά τους ισχυρισμούς του σχετικά με την πενιχρή οικονομική απόδοση της εν λόγω εταιρίας, όχι μόνο συνεχίζει την λειτουργία της, αλλά πέτυχε και τη χρηματοδότηση της δραστηριότητάς της από την ετερόρρυθμη εταιρία με την επωνυμία «… ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ Ε.Ε.», στην οποία μάλιστα εμφανίζεται πλέον να απασχολείται και ο ίδιος ως υπάλληλος με την ειδικότητα αναλυτή μηχανογράφου. Ενόψει των πραγματικών αυτών δεδομένων πιθανολογείται ότι το εισόδημα του καθ’ ου η Α’ αίτηση – αιτούντος της Β’ αίτησης ανέρχεται στο ποσό των δύο χιλιάδων πεντακοσίων ευρώ (2.500,00€) μηνιαίως, παρά το γεγονός ότι αυτό δεν αποτυπώνεται στις φορολογικές του δηλώσεις. Από την άλλη πλευρά πιθανολογήθηκε ότι η αιτούσα της Α’ αίτησης – καθ’ ης η Β’ αίτηση εργάζεται ως Ιατρός Νεφρολόγος στην ιατρική μονάδα της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «ΜΕΣΟΓΕΙΑΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΔΙΑΚΟΠΩΝ ΑΙΜΟΚΑΘΑΡΣΗΣ Α.Ε.» και από την εργασία της αυτής αποκομίζει σε μηνιαία βάση το ποσό των δύο χιλιάδων διακοσίων ευρώ (2.200,00€) περίπου, το οποίο αποτελεί και το μοναδικό της εισόδημα. Εξάλλου, κανένας από τους διαδίκους δεν διαθέτει οποιοδήποτε προσοδοφόρο ή άμεσα εκποιήσιμο περιουσιακό στοιχείο.
Παράλληλα, πιθανολογήθηκε ότι τα τέκνα των διαδίκων διάγουν κατά το χρόνο συζήτησης των υπό κρίση αιτήσεων το δωδέκατο (12°) έτος της ηλικίας τους και είναι μαθητές της έκτης τάξης του Δημοτικού Σχολείου. Φοιτούν πλέον σε δημόσιο σχολείο και αντιμετωπίζουν τις συνηθισμένες για τα παιδιά της ηλικίας τους ανάγκες στέγασης, εκπαίδευσης, ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης και ψυχαγωγίας. Με βάση τα δεδομένα αυτά και συνυπολογιζομένων των οικονομικών δυνάμεων των γονέων τους, το ποσό που απαιτείται σε μηνιαία βάση για την κάλυψη των διατροφικών αναγκών καθενός από αυτά ανέρχεται στο ποσό των χιλίων ευρώ (1.000,00€), το οποίο αδυνατούν να καλύψουν τα ίδια, καθώς στερούνται περιουσίας και τελούν σε αδυναμία προς εργασία λόγω του νεαρού της ηλικίας τους, με συνέπεια να υπέχουν νόμιμη αξίωση προς διατροφή κατά τον γονεών τους. Επομένως, το Δικαστήριο άγεται στην κρίση ότι η συνεισφορά του καθ’ ου η Α’ αίτηση -αιτούντος της Β’ αίτησης για την κάλυψη του ανωτέρω ποσού ανέρχεται στο ποσό των πεντακοσίων ευρώ (500,00€) μηνιαίως για καθένα από τα ανήλικα τέκνα του, ενώ το υπολειπόμενο ποσό των πεντακοσίων ευρώ (500,00) για καθένα από αυτά βαρύνει την αιτούσα της Α’ αίτησης – καθ’ ης η Β’ αίτηση.
V. Με βάση τα πραγματικά περιστατικά που πιθανολογήθηκαν πρέπει να γίνει μερικά δεκτή ως βάσιμη και στην ουσία η με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ././21-01-2025 αίτηση και να υποχρεωθεί προσωρινά ο καθ’ ου η αίτηση να προκαταβάλλει στην αιτούσα εντός του πρώτου πενθημέρου κάθε ημερολογιακού μήνα το ποσό των πεντακοσίων ευρώ (500,00€) για λογαριασμό του ανήλικου γιου τους . και το ποσό των πεντακοσίων ευρώ (500,00€) για λογαριασμό της ανήλικης κόρης τους . με το νόμιμο τόκο σε περίπτωση καθυστέρησης. Επιπλέον, πρέπει να κατανεμηθούν τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων ανάλογα με την έκτασης της νίκης και αντίστοιχα της ήττας καθενός από αυτούς (άρθρο 178 παρ. 1 ΚΠολΔ), σύμφωνα προς όσα ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό. Περαιτέρω, πρέπει να απορριφθεί η με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ././27-01-2025 αίτηση και να καταδικαστεί ο αιτών λόγω της ήττας του στην καταβολή των δικαστικών εξόδων της καθ’ ης η αίτηση (άρθρο 176 ΚΠολΔ), σύμφωνα προς όσα ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ την με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ././21-01-2025 αίτηση και την με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ././27-01-2025 αίτηση αντιμωλία των διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ μερικά την με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ././21-01-2025 αίτηση.
ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ προσωρινά τον καθ’ ου η αίτηση να προκαταβάλλει στην αιτούσα εντός του πρώτου πενθημέρου κάθε ημερολογιακού μήνα το ποσό των πεντακοσίων ευρώ (500,00€) για λογαριασμό του ανήλικου γιου τους . και το ποσό των πεντακοσίων ευρώ (500,00€) για λογαριασμό της ανήλικης κόρης τους . με το νόμιμο τόκο σε περίπτωση καθυστέρησης.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον καθ’ ου η αίτηση στην καταβολή μέρους των δικαστικών εξόδων της αιτούσας, τα οποία ορίζει στο ποσό των τετρακοσίων ευρώ (400,00€).
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ././27-01-2025 αίτηση
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον αιτούντα στην καταβολή των δικαστικών εξόδων της καθ’ ης η αίτηση, τα οποία ορίζει στο ποσό των τετρακοσίων ευρώ (400,00€).
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στην Αθήνα σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου την 04-07-2025.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ