ΑΠΟΦΑΣΗ
Σάκκου κατά Κύπρου της 10.07.2025 (αρ. προσφ. 4429/23)
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Ο προσφεύγων, καταδικάστηκε το 2020 από το Κακουργιοδικείο Λεμεσού σε ποινή κάθειρξης έξι ετών για παραβιάσεις του νόμου περί ναρκωτικών. Η καταδίκη του βασίστηκε, στη μαρτυρία του συνεργού του Ρ., ο οποίος προηγουμένως είχε συλληφθεί για άσχετη υπόθεση ναρκωτικών και, υπό την απειλή κατά της ζωής του, προσέφυγε στην Αστυνομία ζητώντας προστασία μάρτυρα. Ο Ρ. εντάχθηκε στο ειδικό πρόγραμμα προστασίας μαρτύρων μετά από αίτημα προς στην Αστυνομία και στον Γενικό Εισαγγελέα. Ο ανωτέρω κατέθεσε ομολογώντας τα δικά του αδικήματα και ενοχοποιώντας, μεταξύ άλλων, τον προσφεύγοντα. Ανέδειξε μάλιστα στοιχεία που δεν ήταν γνωστά στις αρχές, ενώ υπέδειξε και το σημείο όπου είχε κρύψει ναρκωτικές ουσίες για λογαριασμό του προσφεύγοντος.
Ο Ρ. καταδικάστηκε και ο ίδιος σε πενταετή κάθειρξη, η ποινή του όμως ανεστάλη με προεδρικό διάταγμα, υπό τον όρο να διαμένει μόνιμα στο εξωτερικό και να επιστρέψει μόνον εάν εκκαλείτο να καταθέσει για εκκρεμείς υποθέσεις. Ωστόσο, ο Ρ. παραβίασε τους όρους αυτούς.
Ο προσφεύγων άσκησε έφεση, επικαλούμενος ότι η καταδίκη του στηρίχθηκε αποκλειστικά σε αμφισβητήσιμη μαρτυρία συνεργού που είχε ωφεληθεί από τις αρχές, χωρίς επαρκείς εγγυήσεις αξιοπιστίας ή ανεξάρτητη ενισχυτική μαρτυρία.
Το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε την έφεση, τονίζοντας ότι το πρωτοβάθμιο δικαστήριο επέδειξε τη δέουσα επιφύλαξη και κριτική αξιολόγηση στη μαρτυρία του Ρ., ενώ η καταδίκη ενισχύθηκε και από άλλα ανεξάρτητα στοιχεία (τηλεπικοινωνιακά δεδομένα, καταθέσεις αστυνομικών).
Το Δικαστήριο του Στρασβούργου επισήμανε ότι τα δικαστήρια προσέγγισαν με ιδιαίτερη προσοχή και κριτική αξιολόγηση την κατάθεση του συνεργού, αναλύοντας διεξοδικά τους κινδύνους της μαρτυρίας και αιτιολογώντας επαρκώς την αξιοπιστία του αλλά και απαντώντας στους ισχυρισμούς του προσφεύγοντος. Επιπλέον, έλαβαν υπόψη και άλλα ανεξάρτητα αποδεικτικά στοιχεία τα οποία ενίσχυαν τη βασιμότητα της κατάθεσης του Ρ. Το Δικαστήριο υπογράμμισε επίσης ότι ο προσφεύγων είχε τη δυνατότητα να εξετάσει τον μάρτυρα και να αμφισβητήσει την μαρτυρία του.
Το ΕΔΔΑ έκρινε (κατά πλειοψηφία) ότι δεν υπήρξε παραβίαση του άρθρου 6 § 1.
Ο μειοψηφών δικαστής Σεργίδης διαφώνησε, θεωρώντας ότι το συνολικό πλαίσιο ωφέλειας προς τον Ρ. καθιστούσε την μαρτυρία του αναξιόπιστη χωρίς ανεξάρτητη ενισχυτική μαρτυρία και ότι η καταδίκη του προσφεύγοντος στηρίχθηκε σε μη ασφαλή βάση, παραβιάζοντας το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη.
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Ο προσφεύγων, Χαράλαμπος Σάκκου, είναι Κύπριος υπήκοος, γεννηθείς το 1979 και είναι κρατούμενος στις Κεντρικές Φυλακές Λευκωσίας.
Τον Φεβρουάριο του 2018, ο Ρ., συνεργός του προσφεύγοντος, αγόρασε δύο κιλά κάνναβης αξίας 12.500 ευρώ από τον προσφεύγοντα, με πίστωση. Αργότερα, κατέβαλε 6.000 ευρώ από το χρέος του, αλλά στη συνέχεια διέφυγε στο Ηνωμένο Βασίλειο λόγω χρεών προς τον προσφεύγοντα και άλλους, επιστρέφοντας στην Κύπρο τον Σεπτέμβριο του 2018. Τον Φεβρουάριο του 2019, ο Τ., στενός γνωστός του προσφεύγοντος, πρότεινε στον Ρ. να συνεργαστούν σε διακίνηση ναρκωτικών, πρόταση που ο Ρ. αποδέχθηκε. Όταν ο προσφεύγων ενημερώθηκε για τη συνεργασία αυτή, άρχισε να ζητά από τον Τ. πληροφορίες σχετικά με το υπόλοιπο χρέος του Ρ. προς αυτόν.
Ο Τ. πρότεινε ο Ρ. να καταβάλει μέρος του χρέους του προς τον προσφεύγοντα σε είδος, προσφέροντάς του μισό κιλό MDMA αντί χρημάτων, ώστε το χρέος να μειωθεί στα 2.000 ευρώ. Ο προσφεύγων και ο Ρ. συμφώνησαν και ο Τ. μεσολάβησε για την παράδοση των ναρκωτικών. Στις 11 Απριλίου 2019, ενώ ο προσφεύγων βρισκόταν στην Ολλανδία, ο Τ. παρέδωσε το MDMA στον Ρ. ώστε να το παραδώσει στον προσφεύγοντα. Ο Ρ. απέκρυψε το ναρκωτικό, αναμένοντας οδηγίες παράδοσης από τον προσφεύγοντα, όμως την επόμενη ημέρα συνελήφθη από την αστυνομία για άσχετη υπόθεση εισαγωγής κοκαΐνης από το Βέλγιο στην Κύπρο.
Κατά τη διάρκεια της προσωρινής του κράτησης, ο Ρ. δέχθηκε απειλές και ζήτησε προστασία από την αστυνομία, δηλώνοντας πρόθυμος να συνεργαστεί ως μάρτυρας, εφόσον του παρασχεθεί προστασία. Μετά από συνάντηση με τον Διοικητή της ΥΚΑΝ και την εισήγηση των ανακριτών, ο Ρ. εντάχθηκε στο πρόγραμμα προστασίας μαρτύρων και κατέθεσε γραπτή ομολογία, αναφερόμενος λεπτομερώς σε παραβάσεις ναρκωτικών όπου εμπλέκονταν ο προσφεύγων και ο Τ. Έπειτα, υπέδειξε στην αστυνομία το σημείο όπου είχε αποκρύψει το MDMA.
Μετά την ομολογία του Ρ., σχηματίστηκαν δύο ποινικές υποθέσεις, εκ των οποίων η μία αφορούσε τον προσφεύγοντα. Ο Ρ. καταδικάστηκε σε πενταετή κάθειρξη για την υπόθεση της κοκαΐνης, με το δικαστήριο να λαμβάνει υπόψη τη συνεργασία του με τις αρχές και την ειλικρινή μεταμέλειά του.
Ο προσφεύγων κατηγορήθηκε για πώληση κάνναβης στον Ρ. με πίστωση και για συμφωνία παραλαβής MDMA ως εξόφληση μέρους του χρέους. Η δίκη διεξήχθη στις 10 Ιουνίου 2020 ενώπιον του Κακουργιοδικείου Λεμεσού. Στη δίκη, κατέθεσαν πέντε μάρτυρες κατηγορίας, συμπεριλαμβανομένου του Ρ., και ο προσφεύγων ως μοναδικός μάρτυρας υπεράσπισης. Τα δεδομένα τηλεπικοινωνιών που προσκομίστηκαν συσχέτισαν τον προσφεύγοντα, τον Ρ. και τον Τ., επιβεβαιώνοντας την επικοινωνία τους. Κατά την εξέτασή του, ο Ρ. περιέγραψε λεπτομερώς τον ρόλο του προσφεύγοντος ως μεγαλέμπορου ναρκωτικών και αναφέρθηκε σε συγκεκριμένες συναντήσεις και επικοινωνίες. Ο προσφεύγων αρνήθηκε ότι γνώριζε ή είχε επικοινωνήσει με τον Ρ., αλλά παραδέχθηκε ότι ο Τ. του είχε αναφέρει για τον Ρ. και ότι το “πλαϊνό δωμάτιο” του σπιτιού του ήταν συνδεδεμένο εσωτερικά, αντίθετα με όσα υποστήριζε η υπεράσπισή του κατά την εξέταση του Ρ.
Το Κακουργιοδικείο, στις 29 Οκτωβρίου 2020, έκρινε τον προσφεύγοντα ένοχο σε οκτώ κατηγορίες, λαμβάνοντας υπόψη τη συνέπεια, τη λεπτομέρεια και την αξιοπιστία της κατάθεσης του Ρ., την επιβεβαίωση μέσω τηλεπικοινωνιακών δεδομένων, καθώς και το γεγονός ότι ο Ρ. δεν έτυχε ασυλίας ή άλλης ουσιαστικής ανταμοιβής πλην της ένταξής του στο πρόγραμμα προστασίας μαρτύρων. Στις 9 Νοεμβρίου 2020, ο προσφεύγων καταδικάστηκε σε ποινή κάθειρξης έξι ετών.
Μεταγενέστερα, κατόπιν εισήγησης του Γενικού Εισαγγελέα, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ανέστειλε την ποινή του Ρ., με όρο τη μόνιμη μετοίκησή του στο εξωτερικό και την επιστροφή του μόνον κατόπιν κλήσης για μαρτυρία σε εκκρεμείς υποθέσεις. Ο Ρ. παραβίασε τον όρο αυτό, μη εμφανιζόμενος ως μάρτυρας στη δίκη του Τ.
Ο προσφεύγων άσκησε έφεση στο Ανώτατο Δικαστήριο, προβάλλοντας, μεταξύ άλλων, ότι καταδικάστηκε αποκλειστικά με βάση τη μαρτυρία συγκατηγορουμένου του συνεργού, ο οποίος ανταμείφθηκε με αναστολή της ποινής του. Το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε την έφεση, κρίνοντας ότι το πρωτοβάθμιο δικαστήριο επέδειξε τη δέουσα επιφύλαξη κατά την αξιολόγηση της μαρτυρίας του Ρ. και ότι δεν αποδείχθηκε ύπαρξη οποιασδήποτε συμφωνίας ή ανταμοιβής προς τον Ρ. που να επηρεάζει την αμεροληψία και αξιοπιστία της κατάθεσής του.
ΔΙΑΤΑΞΗ
Άρθρο 6 § 1
ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…
Κατά το Δικαστήριο του Στρασβούργου, το ζήτημα που τέθηκε στην προκειμένη υπόθεση αφορούσε το κατά πόσον η καταδίκη του προσφεύγοντος, η οποία βασίστηκε σε αποφασιστικό βαθμό στην κατάθεση του συνεργού του , συνιστούσε παραβίαση του δικαιώματός του σε δίκαιη δίκη κατά το άρθρο 6 § 1 της ΕΣΔΑ.
Το Δικαστήριο επισήμανε ότι η ΕΣΔΑ δεν απαγορεύει την καταδίκη ενός προσώπου βάσει καταθέσεων συνεργού, ακόμη και εάν αυτός κινείται σε εγκληματικούς κύκλους, υπό την προϋπόθεση ότι δεν του έχει παρασχεθεί ασυλία ή αθέμιτα ανταλλάγματα έναντι της μαρτυρίας του. Το ΕΔΔΑ τόνισε ότι στη συγκεκριμένη υπόθεση, ο μάρτυρας Ρ. δεν έλαβε ασυλία, ούτε του προσφέρθηκαν αθέμιτα ανταλλάγματα, πέραν της ένταξής του σε πρόγραμμα προστασίας μαρτύρων, το οποίο είχε ως αποκλειστικό σκοπό την προστασία του από απειλές κατά της ζωής και της σωματικής του ακεραιότητας.
Το Δικαστήριο επεσήμανε ότι τα Κυπριακά δικαστήρια προσέγγισαν με ιδιαίτερη επιφύλαξη, προσοχή και κριτική αξιολόγηση την κατάθεση του συνεργού, αναλύοντας διεξοδικά τους κινδύνους που ενείχε η μαρτυρία συνεργού και αιτιολογώντας επαρκώς την αξιοπιστία της μαρτυρίας του. Επιπλέον, έλαβαν υπόψη και άλλα ανεξάρτητα αποδεικτικά στοιχεία (π.χ. τηλεπικοινωνιακά δεδομένα) τα οποία ενίσχυαν τη βασιμότητα της κατάθεσης του Ρ.
Το Δικαστήριο υπογράμμισε ότι ο προσφεύγων είχε τη δυνατότητα να εξετάσει τον μάρτυρα και να αμφισβητήσει τη μαρτυρία του, ενώ τα εθνικά δικαστήρια αξιολόγησαν διεξοδικά και αιτιολογημένα τόσο την αξιοπιστία του Ρ. όσο και τους ισχυρισμούς του προσφεύγοντος περί ύπαρξης συμφωνίας ή ανταλλάγματος.
Το ΕΔΔΑ, λαμβάνοντας υπόψη το σύνολο των περιστάσεων, έκρινε κατά πλειοψηφία ότι δεν υπήρξε παραβίαση του άρθρου 6 § 1 της ΕΣΔΑ. Η κρίσιμη κατάθεση του συνεργού δεν ήταν το μοναδικό αποδεικτικό στοιχείο, δεν υπήρξε υπόσχεση ή αθέμιτο αντάλλαγμα, και η όλη διαδικασία δεν στερήθηκε των ελαχίστων εγγυήσεων της δίκαιης δίκης.
ΜΕΙΟΨΗΦΟΥΣΑ ΑΠΟΨΗ ΔΙΚΑΣΤΗ SERGHIDES
Ο Δικαστής Serghides διατύπωσε τη διαφωνία του, υποστηρίζοντας ότι η καταδίκη του προσφεύγοντος βασίστηκε αποκλειστικά ή αποφασιστικά στη μαρτυρία του συνεργού του, ο οποίος είχε λάβει σημαντικά οφέλη (αναστολή έκτισης της ποινής, μεταφορά στο εξωτερικό κλπ) και χωρίς να υφίσταται ανεξάρτητη ενισχυτική μαρτυρία. Κατά την άποψή του, η ύπαρξη τέτοιου οφέλους στον συνεργό δημιουργεί ουσιώδη κίνδυνο για την αξιοπιστία της μαρτυρίας του και μολύνει τη συνολική δίκαιη διαδικασία, καθιστώντας την καταδίκη «μη ασφαλή» και αντίθετη προς το άρθρο 6 § 1 της ΕΣΔΑ.