Τα κυριότερα ζητήματα που ανακύπτουν κατά τη δήλωση φόρου κληρονομίας μέσω MyProperty και τι πρέπει να προσέξει ο δικηγόρος, για να μην απορριφθεί η αίτηση.
Η νέα ψηφιακή υποχρέωση υποβολής δήλωσης φόρου κληρονομιάς μέσω MyProperty καθιστά αναγκαία την εμπλοκή του δικηγόρου όχι μόνο στην κατάρτιση της πράξης αποδοχής κληρονομίας μετά τον ν. 5095/2024 για την ενίσχυση της δικηγορικής ύλης, αλλά και στη φορολογική προεργασία. Η τεχνική αρτιότητα στη συμπλήρωση της δήλωσης, η σωστή περιγραφή των περιουσιακών στοιχείων αλλά και ορισμένες παγίδες που συναντώνται στην πράξη καθιστούν αυτή την υποχρέωση αρκετά απαιτητική για τους δικηγόρους με νέες και αρκετά τεχνικές διαδικασίες που πρέπει να περαιωθούν.
Πότε υποβάλλεται η δήλωση φόρου κληρονομιάς;
Η δήλωση φόρου κληρονομιάς (ΔΦΚ) υποβάλλεται εντός προθεσμίας έξι (6) μηνών από την επαγωγή της κληρονομιάς, ήτοι:
- από την ημερομηνία θανάτου, στην εξ αδιαθέτου διαδοχή,
- από τη δημοσίευση διαθήκης, στην εκ διαθήκης διαδοχή,
- από την έκπτωση προηγούμενου κληρονόμου, λόγω αποποίησης.
Η προθεσμία μπορεί να παραταθεί για τρεις μήνες. Στην πράξη, πολλές ΔΟΥ (όπως η ΔΟΥ Σερρών) θεωρούν εμπρόθεσμες τις δηλώσεις που υποβάλλονται εντός 9μήνου.
Ποιος υποβάλλει τη δήλωση και πώς;
Από 1/1/2024, η ΔΦΚ υποβάλλεται αποκλειστικά ηλεκτρονικά μέσω της πλατφόρμας MyProperty της ΑΑΔΕ. Η δήλωση μπορεί να υποβληθεί:
- από κάθε κληρονόμο χωριστά,
- είτε από τον ίδιο τον κληρονόμο με τους προσωπικούς του κωδικούς taxisnet,
- είτε από πληρεξούσιο δικηγόρο (πρακτικά διευκολύνεται με πρόσβαση μέσω των κωδικών του κληρονόμου).
Προαπαιτούμενο είναι η δήλωση της σχέσης του κληρονόμου με τον θανόντα μέσω του εντύπου D210 στο μητρώο της ΑΑΔΕ, διαδικασία που εκτελείται συνήθως από τον λογιστή.
Τι περιλαμβάνει η δήλωση φόρου κληρονομιάς;
Η δήλωση φόρου κληρονομιάς αφορά την καταγραφή όλης της περιουσίας του θανόντος, καθώς και των τυχόν οφειλών του κατά τον χρόνο επαγωγής της κληρονομιάς. Στην πράξη, αυτό σημαίνει ότι πρέπει να δηλωθούν:
1. Στοιχεία ενεργητικού κληρονομιάς
Ως προς τα ακίνητα, δηλώνεται ξεχωριστά το κάθε ακίνητο με αναφορά στα βασικά στοιχεία του. Αν υπάρχει ΑΤΑΚ (Αριθμός Ταυτότητας Ακινήτου) από το Ε9 του θανόντος, η εφαρμογή συμπληρώνει αυτόματα τα στοιχεία, άλλως τα στοιχεία καταχωρούνται χειροκίνητα.Για κάθε ακίνητο, συμπληρώνεται έντυπο Φ.Υ.Α.Α. (Φύλλο Υπολογισμού Αντικειμενικής Αξίας), ανάλογα με το είδος του (διαμέρισμα, επαγγελματική στέγη, αγροτεμάχιο, οικόπεδο κ.λπ.).
Τα κινητά περιουσιακά στοιχεία που δηλώνονται είναι:
- Αυτοκίνητα: Δηλώνεται η εμπορική τους αξία με βάση την άδεια κυκλοφορίας.
- Καταθέσεις σε τράπεζες: Δηλώνονται με ΙΒΑΝ και βεβαίωση υπολοίπου.
- Μετοχές/εταιρικά μερίδια: Οι εισηγμένες μετοχές δηλώνονται με βάση την τιμή κλεισίματος της προηγούμενης του θανάτου, ενώ οι μη εισηγμένες/ΙΚΕ/ΕΠΕ με βάση ειδικό έντυπο και στοιχεία που παρέχει ο λογιστής της εταιρείας.
- Απαιτήσεις (π.χ. αγωγές για επιστροφή δανείου): Δηλώνονται με αίτημα αναβολής φορολόγησης και η δήλωση σε αυτή την περίπτωση υποβάλλεται χειρόγραφα.
- Λοιπά κινητά: έργα τέχνης, τιμαλφή, οικοσκευή, οτιδήποτε άλλο θεωρεί ο κληρονόμος πως πρέπει να δηλώσει.
2. Στοιχεία παθητικού κληρονομιάς
Περιλαμβάνονται:
- Έξοδα κηδείας: Δηλώνεται το ποσό των 1.500 ευρώ με υπεύθυνη δήλωση του κληρονόμου (θεωρημένη ή ψηφιακά υπογεγραμμένη).
- Δάνεια: Δηλώνονται υποχρεώσεις από τραπεζικά δάνεια (ενήμερα ή ληξιπρόθεσμα), με βεβαίωση της τράπεζας για το οφειλόμενο ποσό την προηγουμένη του θανάτου.
- Οφειλές προς το Δημόσιο και ΕΦΚΑ: Με βάση την ταυτότητα και τη βεβαίωση οφειλής από ΔΟΥ ή ΕΦΚΑ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η αξία του παθητικού δεν μπορεί να ξεπερνά το ενεργητικό στην αρχική δήλωση, καθώς αυτό επιτρέπεται μόνο σε τροποποιητική δήλωση.
Συνοδευτικά δικαιολογητικά της ΔΦΚ είναι:
- Ληξιαρχική πράξη θανάτου
- Πιστοποιητικό πλησιεστέρων συγγενών
- Πιστοποιητικό δημοσίευσης διαθήκης ή βεβαίωση μη δημοσίευσης
- Πιστοποιητικό διαθηκών τελευταίου 3μήνου
- Αντίγραφο ταυτότητας επικαρπωτή (αν υπάρχει διάταξη επικαρπίας)
- Έγγραφα απαλλαγής πρώτης κατοικίας (αν ζητείται απαλλαγή).
Πρακτικά ζητήματα και παγίδες στις αντικειμενικές αξίες
Η συμπλήρωση των αντικειμενικών αξιών στο πλαίσιο της δήλωσης φόρου κληρονομιάς αποτελεί, στην πράξη, ένα από τα πιο απαιτητικά και ευαίσθητα σημεία της διαδικασίας. Ο λόγος είναι ότι από την ακρίβεια με την οποία προσδιορίζονται οι αξίες εξαρτάται τόσο η ορθότητα της δήλωσης όσο και η αποφυγή προστίμων λόγω ανακριβούς υποβολής.
Καταρχάς, η αξία κάθε ακινήτου προσδιορίζεται με βάση τον χρόνο επαγωγής της κληρονομιάς. Αυτό σημαίνει ότι οι Τιμές Ζώνης, οι συντελεστές εμπορικότητας και όλοι οι λοιποί παράγοντες που συνθέτουν την αντικειμενική αξία θα πρέπει να αναζητηθούν όχι απλώς στο διαδίκτυο, αλλά σε πηγές που αντιστοιχούν χρονικά στον χρόνο θανάτου ή δημοσίευσης της διαθήκης. Η πλέον ασφαλής και επικαιροποιημένη μέθοδος υπολογισμού είναι μέσω του ιστότοπου του Υπουργείου Οικονομικών (https://maps.gsis.gr/valuemaps/#).
Ωστόσο, ένας παράγοντας που δημιουργεί συχνές αστοχίες είναι η παλαιότητα του ακινήτου, η οποία επηρεάζει σημαντικά την τελική φορολογητέα αξία, καθώς οδηγεί σε μείωση της αντικειμενικής αξίας. Για να γίνει δεκτή η παλαιότητα από τη ΔΟΥ, πρέπει αυτή να αποδεικνύεται με δημόσιο έγγραφο, όπως η οικοδομική άδεια ή ο πρώτος λογαριασμός ρεύματος που βεβαιώνει την ηλεκτροδότηση του ακινήτου. Ωστόσο, ακόμη και όταν αυτά τα έγγραφα προσκομίζονται, ενδέχεται να προκύψουν προβλήματα, όπως για παράδειγμα, αν ο λογαριασμός δεν αναγράφει τα ορθά τετραγωνικά μέτρα, τότε τα επιπλέον τετραγωνικά θεωρούνται ως νέα και υπολογίζονται με μηδενική παλαιότητα.
Ένα επιπλέον ζήτημα που προκαλεί συχνές παρερμηνείες είναι η φορολογική μεταχείριση των τακτοποιημένων ημιυπαίθριων ή υπογείων χώρων. Παρά το γεγονός ότι πολλοί εξ αυτών έχουν κατασκευαστεί δεκαετίες πριν, η πρακτική πολλών ΔΟΥ είναι να μην αναγνωρίζουν παλαιότητα στους χώρους αυτούς, ακόμη κι όταν ο μηχανικός που υπέβαλε τη δήλωση τακτοποίησης βεβαιώνει ότι προϋπήρχαν του 2011.
Ένα πρακτικό σημείο που επηρεάζει καθοριστικά την ευκολία ή δυσκολία συμπλήρωσης της δήλωσης αφορά την ύπαρξη ΑΤΑΚ στο Ε9 του θανόντος. Εφόσον ο ΑΤΑΚ είναι δηλωμένος σωστά και έχει συσχετισθεί με το ακίνητο, η εφαρμογή MyProperty συμπληρώνει αυτόματα όλα τα πεδία της περιγραφής, εξοικονομώντας χρόνο και μειώνοντας τα λάθη. Αντιθέτως, ελλείψει ΑΤΑΚ ή σε περίπτωση σφαλμάτων στο Ε9, η χειροκίνητη συμπλήρωση των πεδίων αυξάνει τον κίνδυνο αστοχιών και απαιτεί συνδυασμένη γνώση πολεοδομικών, γεωγραφικών και φορολογικών δεδομένων.
Διορθωτικές και συμπληρωματικές δηλώσεις
Η πράξη υποβολής δήλωσης φόρου κληρονομιάς δεν είναι πάντα οριστική. Συχνά, ανακύπτουν νέα δεδομένα, παραλείψεις ή διορθώσεις που καθιστούν αναγκαία τη συμπληρωματική ή διορθωτική δήλωση. Το πιο συνηθισμένο σενάριο αφορά την εκ των υστέρων ανακάλυψη επιπλέον ακινήτων ή περιουσιακών στοιχείων που δεν περιλήφθηκαν στην αρχική δήλωση. Σε αυτή την περίπτωση, ο κληρονόμος πρέπει να υποβάλει τροποποιητική δήλωση μέσω της ίδιας εφαρμογής MyProperty, προσθέτοντας το νέο στοιχείο και συμπληρώνοντας τα αντίστοιχα έντυπα ΦΥΑΑ.
Η ανάγκη για τροποποίηση μπορεί να προκύψει και από ανακριβή περιγραφή των δηλωθέντων στοιχείων, όπως λανθασμένο εμβαδόν, εσφαλμένο ΚΑΕΚ ή μη ορθή αναγραφή ποσοστού ιδιοκτησίας. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η διόρθωση γίνεται χωρίς κυρώσεις, εφόσον ο φορολογούμενος ενεργήσει έγκαιρα και αποδείξει την αβλεψία.
Σημειώνεται ότι, αν η αρχική δήλωση είχε υποβληθεί χειρόγραφα, τότε και η τροποποιητική θα πρέπει να υποβληθεί με τον ίδιο τρόπο. Αντιθέτως, όταν η αρχική δήλωση έχει γίνει ηλεκτρονικά, όλες οι μετέπειτα διορθώσεις υποβάλλονται επίσης ηλεκτρονικά.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η περίπτωση διορθώσεων σε ήδη μεταγεγραμμένες πράξεις αποδοχής κληρονομιάς. Εφόσον έχει γίνει μεταγραφή στο Κτηματολογικό Γραφείο ή στο Υποθηκοφυλακείο και διαπιστωθεί σφάλμα (π.χ. σε περιγραφή ακινήτου), ο κληρονόμος μπορεί να συντάξει νέα διορθωτική ή συμπληρωματική έκθεση ή δήλωση αποδοχής. Επειδή οι δύο τύποι πράξης (έκθεση δικηγόρου – δήλωση συμβολαιογράφου) είναι ισοδύναμοι, η διόρθωση μπορεί να γίνει με οποιοδήποτε από τα δύο μέσα.
Φορολογικές απαλλαγές
Η βασικότερη μορφή απαλλαγής στη φορολογία κληρονομιάς είναι εκείνη που προβλέπεται για την απόκτηση πρώτης κατοικίας. Πρόκειται για ένα σημαντικό εργαλείο ελάφρυνσης του φόρου, το οποίο ωστόσο ενεργοποιείται υπό αυστηρές προϋποθέσεις, τόσο ως προς τα χαρακτηριστικά του ακινήτου όσο και ως προς την προσωπική και οικονομική κατάσταση του κληρονόμου.
Απαραίτητο πρώτο βήμα είναι η προσκόμιση πλήρους φακέλου δικαιολογητικών, ο οποίος περιλαμβάνει έγγραφα που αποδεικνύουν ότι ο κληρονόμος δεν διαθέτει άλλη κατοικία, ότι προορίζει το εν λόγω ακίνητο για κύρια χρήση και ότι πληροί τα προβλεπόμενα εισοδηματικά όρια. Η απαλλαγή μπορεί να αφορά ολόκληρο το ποσό ή μέρος της αξίας, αναλόγως με τα τετραγωνικά, τον αριθμό των τέκνων και το είδος της ιδιοκτησίας (κατοικία ή οικόπεδο προς οικοδόμηση).
Η αίτηση για απαλλαγή εξετάζεται από την αρμόδια ΔΟΥ και δεν γίνεται αυτόματα αποδεκτή. Η φορολογική αρχή διατηρεί διακριτική ευχέρεια να απορρίψει την αίτηση σε περίπτωση ελλιπών ή αντιφατικών στοιχείων, γι’ αυτό και απαιτείται προσεκτική σύνταξη και τεκμηρίωση από τον λογιστή ή τον δικηγόρο του κληρονόμου.
Αναβολή φορολόγησης και πότε είναι συμφέρουσα
Υπάρχουν ορισμένες ειδικές κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων, των οποίων η φορολόγηση μπορεί να αναβληθεί μέχρι να διαμορφωθούν πλήρως τα φορολογικά δεδομένα. Πρόκειται για περιπτώσεις όπου η αξία του αντικειμένου δεν είναι σαφής ή η κυριότητα αμφισβητείται και επομένως δεν μπορεί να εφαρμοστεί αμέσως φόρος κληρονομιάς.
Μια τέτοια περίπτωση είναι τα ακίνητα που απαλλοτριώνονται ή ρυμοτομούνται. Αν ο κληρονόμος επιθυμεί να αναμένει τον καθορισμό της οριστικής τιμής αποζημίωσης –δικαστικά ή συμβιβαστικά–, μπορεί να ζητήσει αναβολή της φορολόγησης. Σ’ αυτήν την περίπτωση, η ΔΦΚ υποβάλλεται χειρόγραφα και όταν καθοριστεί η αποζημίωση, υποβάλλεται νέα συμπληρωματική δήλωση με φορολόγηση επί του ποσού που εισπράχθηκε. Ωστόσο, στην πράξη, εάν το απαλλοτριούμενο ακίνητο είναι μικρής αξίας, είναι πιο συμφέρον να δηλωθεί εξαρχής και να περαιωθεί η ΔΦΚ, αποφεύγοντας την πολυετή εκκρεμότητα.
Παρόμοια προσέγγιση ακολουθείται και στην περίπτωση δικαστικά διεκδικούμενων περιουσιακών στοιχείων, όπως απαιτήσεις από αγωγές ή ακίνητα εν επιδικία. Η φορολόγηση μπορεί να αναβληθεί μέχρι την τελεσίδικη έκβαση της υπόθεσης, με ανάλογη τροποποιητική δήλωση μετά την είσπραξη ή την απόκτηση.
Ιδιαίτερη αναφορά αξίζει στη διαχείριση περιπτώσεων όπου η διαθήκη καταλείπει ένα ακίνητο με διαχωρισμό ψιλής κυριότητας και επικαρπίας. Αν και ο νόμος προβλέπει τη δυνατότητα αναβολής της φορολόγησης της ψιλής κυριότητας μέχρι την απόσβεση της επικαρπίας, στην πράξη η άμεση φορολόγηση της ψιλής κυριότητας θεωρείται πιο συμφέρουσα επιλογή. Αυτό διότι η μελλοντική συνένωση με την επικαρπία συνεπάγεται τη φορολόγηση ως πλήρης κυριότητα, η οποία είναι σημαντικά υψηλότερη. Επομένως, ακόμη και αν η άμεση καταβολή φόρου φαίνεται δυσβάσταχτη, ενδέχεται να αποδειχθεί οικονομικά ωφελιμότερη σε βάθος χρόνου.
Επομένως, οι τροποποιήσεις, οι απαλλαγές και οι στρατηγικές επιλογές αναβολής φορολόγησης συνιστούν κρίσιμες παραμέτρους στη συνολική διαχείριση της δήλωσης φόρου κληρονομιάς. Η άγνοια ή υποεκτίμησή τους μπορεί να οδηγήσει είτε σε αχρείαστες φορολογικές επιβαρύνσεις είτε σε διαφορές με τις αρμόδιες αρχές. Ο ρόλος του νομικού και φοροτεχνικού συμβούλου είναι εδώ απολύτως κομβικός, καθώς κάθε απόφαση πρέπει να λαμβάνεται με γνώμονα τόσο τη νομική ασφάλεια όσο και τη φορολογική αποδοτικότητα.
Όλα τα παραπάνω ζητήματα είναι πρωτόγνωρα για τους δικηγόρους, καθώς εκφεύγουν της καθιερωμένης έως σήμερα δικηγορικής ύλης. Το PRACTITIONERS’ WORKSHOP: ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΑΠΟΔΟΧΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ (ΜΕΤΑ ΤΟΝ Ν 5095/2024) αντιμετωπίζει πρακτικά αλλά και θεωρητικά τα φορολογικά ζητήματα της πράξης αποδοχής κληρονομιάς, που δύνανται να συντάξουν οι δικηγόροι μετά τον Ν 5095/2024, ώστε να ολοκληρωθεί η διαδικασία σωστά και ολοκληρωμένα, χωρίς τον κίνδυνο απόρριψής της.