ΑΠΟΦΑΣΗ
Demirhan κ.α. κατά Τουρκίας της 22.07.2025 (προσφ. αριθ. 1595/20 και 238 άλλες)
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Οι προσφεύγοντες καταδικάστηκαν για συμμετοχή σε ένοπλη τρομοκρατική οργάνωση που περιγράφεται από τις τουρκικές αρχές ως «Φετουλλαχιστική Τρομοκρατική Οργάνωση / Παράλληλη Κρατική Δομή» (Fetullahçı Terör Örgütü / Paralel Devlet Yapılanması, αναφερόμενη ως «FETÖ/PDY»). Οι αρχές θεώρησαν την FETÖ/PDY ως υπεύθυνη για την απόπειρα πραξικοπήματος που έλαβε χώρα στην Τουρκία στις 15 Ιουλίου 2016. Οι 239 προσφυγές που περιλαμβάνονται στην παρούσα υπόθεση αποτελούν μέρος των χιλιάδων προσφυγών που βρίσκονται στην Γραμματεία του Δικαστηρίου και αφορούν ζητήματα παρόμοια με αυτά που κρίθηκαν στην υπόθεση Yüksel Yalçınkaya κατά Τουρκίας (προσφ. αριθ. 15669/20).
Όπως και στην παραπάνω απόφαση, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η κατηγορηματική προσέγγιση των τουρκικών δικαστηρίων στη χρήση της εφαρμογής κρυπτογραφημένων μηνυμάτων που ονομάζεται “ByLock” – ιδίως ότι όποιος είχε χρησιμοποιήσει την εφαρμογή θα μπορούσε, κατ’ αρχήν, να καταδικαστεί μόνο με αυτή τη βάση για συμμετοχή σε ένοπλη τρομοκρατική οργάνωση – είχε παραβιάσει το δικαίωμα των προσφευγόντων σε αποτελεσματική προστασία από αυθαίρετη δίωξη, καταδίκη και τιμωρία και τα δικαιώματά τους σε δίκαιη δίκη.
Το Δικαστήριο υπογράμμισε ότι η κατάσταση που οδήγησε στη διαπίστωση παραβίασης των άρθρων 7 και 6 § 1 της ΕΣΔΑ προέκυψε από ένα συστημικό πρόβλημα που επηρέαζε μεγάλο αριθμό ατόμων και ότι απαιτούσε επίλυση σε εθνικό επίπεδο. Μετά την απόφαση Yüksel Yalçınkaya, το Δικαστήριο είχε ήδη ενημερώσει την τουρκική κυβέρνηση για τις 5.000 παρόμοιες προσφυγές, συμπεριλαμβανομένων εκείνων στην παρούσα υπόθεση, και ότι χιλιάδες εξακολουθούσαν να συσσωρεύονται στην Γραμματεία του.
Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε, με έξι ψήφους έναντι μίας, παραβίαση των άρθρων 7 (καμία ποινή χωρίς νόμο) και 6 § 1 (δικαίωμα σε δίκαιη δίκη).
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ
Οι προσφεύγοντες είναι 239 Τούρκοι υπήκοοι. Την νύχτα της 15 Ιουλίου 2016, μια ομάδα μελών των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων, που αυτοαποκαλούνταν «Συμβούλιο Ειρήνης στο Σπίτι», επιχείρησε να πραγματοποιήσει στρατιωτικό πραξικόπημα. Την επόμενη μέρα, οι εισαγγελίες σε όλη τη χώρα ξεκίνησαν εκτεταμένες έρευνες εναντίον προσώπων που ήταν ύποπτα για διασυνδέσεις με την FETÖ/PDY, η οποία θεωρούνταν ότι βρισκόταν πίσω από την απόπειρα πραξικοπήματος. Οι προσφεύγοντες στην υπόθεση κατηγορήθηκαν στη συνέχεια για συμμετοχή σε ένοπλη τρομοκρατική οργάνωση βάσει του άρθρου 314 § 2 του Τουρκικού Ποινικού Κώδικα, λόγω της υποψίας συμμετοχής τους στην FETÖ/PDY, και στη συνέχεια καταδικάστηκαν. Οι καταδίκες τους βασίστηκαν αποφασιστικά σχετικά με την υποτιθέμενη χρήση του ByLock, την οποία τα τουρκικά δικαστήρια έκριναν ότι είχε σχεδιαστεί για την «αποκλειστική χρήση από μέλη της FETÖ/PDY με το πρόσχημα μιας παγκόσμιας επικοινωνίας. Το Συνταγματικό Δικαστήριο απέρριψε συνοπτικά τις προσφυγές που κατατέθηκαν κατά των καταδικαστικών αποφάσεών τους.
ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…
Το Δικαστήριο σημείωσε ότι το πλαίσιο της παρούσας υπόθεσης είχε καθοριστεί από το Δικαστήριο στην απόφασή του Τμήματος Ευρείας Σύνθεσης στην υπόθεση Yüksel Yalçınkaya κατά Τουρκίας. Στην εν λόγω απόφαση, το Δικαστήριο είχε διαπιστώσει παραβιάσεις των άρθρων 7 και 6 § 1 λόγω της απόφασης των τουρκικών δικαστηρίων ότι όποιος είχε χρησιμοποιήσει το ByLock μπορούσε, κατ’ αρχήν, να καταδικαστεί μόνο με βάση αυτό το σκεπτικό για συμμετοχή σε ένοπλη τρομοκρατική οργάνωση. Ο χαρακτηρισμός της χρήσης του ByLock από τα εγχώρια δικαστήρια και η ομοιόμορφη και σφαιρική προσέγγιση που υιοθέτησε η τουρκική δικαστική εξουσία έναντι των στοιχείων του ByLock, είχαν στην πράξη ως αποτέλεσμα την εξίσωση της απλής χρήσης του ByLock με την εν γνώσει και εκούσια συμμετοχή σε ένοπλη τρομοκρατική οργάνωση. Η κατάσταση που οδήγησε στη διαπίστωση παραβίασης των παραπάνω άρθρων της Σύμβασης στην εν λόγω απόφαση δεν είχε, επομένως, προκληθεί από ένα μεμονωμένο περιστατικό που αφορούσε συγκεκριμένα την υπόθεση του προσφεύγοντος, αλλά είχε προκύψει από ένα συστημικό πρόβλημα που επηρέαζε μεγάλο αριθμό ατόμων.
Το Δικαστήριο δεν έβλεπε κανένα λόγο στην υπόθεση αυτή να παρεκκλίνει από τα ευρήματα των παραβιάσεων που έγιναν στην υπόθεση αυτή. Το Δικαστήριο δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο να υπάρχουν άλλα αποδεικτικά στοιχεία στους φακέλους των προσφευγόντων – δηλαδή, αποδεικτικά στοιχεία εκτός από την απλή χρήση του ByLock από αυτούς – που θα μπορούσαν να αποδείξουν, μόνα τους ή σωρευτικά, την συμμετοχή τους στην FETÖ/PDY. Ωστόσο, το γεγονός παρέμεινε ότι η απόδειξη της χρήσης του ByLock από τους προσφεύγοντες είχε χρησιμεύσει, από μόνη της, ως αδιάσειστη απόδειξη της παρουσίας όλων των συστατικών στοιχείων του εγκλήματος της συμμετοχής σε ένοπλη τρομοκρατική οργάνωση, όπως ορίζεται στο εσωτερικό δίκαιο. Μια τέτοια προσέγγιση ήταν αντίθετη με το αντικείμενο και τον σκοπό του άρθρου 7, το οποίο πρέπει να παρέχει αποτελεσματικές εγγυήσεις κατά της αυθαίρετης δίωξης, καταδίκης και τιμωρίας και είχε αδικαιολόγητα περιορίσει τα δικαιώματα υπεράσπισης που προστατεύονται από το άρθρο 6 § 1.
Πράγματι, το ερώτημα κατά πόσον τα αποδεικτικά στοιχεία εναντίον των αιτούντων, εξαιρουμένου του αποφασιστικού βάρους που δόθηκε στη χρήση του ByLock από αυτούς, θα ήταν επαρκή για την καταδίκη τους για το ίδιο αδίκημα με εύλογα προβλέψιμο τρόπο, ήταν αρμοδιότητα των τουρκικών δικαστηρίων να το αποφασίσουν υπό το πρίσμα της απόφασης Yüksel Yalçınkaya. Δεν ήταν αρμοδιότητα του Δικαστηρίου να προβεί σε εικασίες, και μάλιστα δεδομένης της κλίμακας και του μεγέθους του προβλήματος, όπως αποδεικνύεται από τον τεράστιο αριθμό παρόμοιων εκκρεμών υποθέσεων.
Άλλα άρθρα
Το Δικαστήριο έκρινε ότι είχε ασχοληθεί με τα κύρια νομικά ζητήματα που εγείρονται από την υπόθεση και ότι δεν υπήρχε ανάγκη να εξεταστούν τυχόν άλλα από τις υπόλοιπες καταγγελίες των προσευγόντων.
Δίκαιη ικανοποίηση (Άρθρο 41)
Το Δικαστήριο έκρινε ότι η διαπίστωση παραβίασης αποτελούσε από μόνη της επαρκή δίκαιη ικανοποίηση για οποιαδήποτε ζημία υπέστησαν οι προσφεύγοντες. Σημείωσε ότι οι προσφεύγοντες είχαν τη δυνατότητα, βάσει του τουρκικού δικαίου, να ανοίξουν εκ νέου οι εσωτερικές διαδικασίες μετά την έκδοση της παρούσας απόφασης, η οποία θα αποτελούσε κατ’ αρχήν την καταλληλότερη μορφή αποκατάστασης. Τέλος, δεδομένης της πρακτικής του Δικαστηρίου σε υποθέσεις που εγείρουν συστημικά ζητήματα που δημιουργούν μεγάλο αριθμό επαναλαμβανόμενων προσφυγών, έκρινε ότι δεν δικαιολογείται η επιδίκαση δικαστικών εξόδων και εξόδων σε σχέση με αιτήσεις παρακολούθησης αυτού του τύπου.
Χωριστές γνώμες
Ο Δικαστής Arnardóttir εξέφρασε εν μέρει σύμφωνη και εν μέρει αντίθετη γνώμη. Ο Δικαστής Yüksel εξέφρασε εν μέρει αντίθετη γνώμη. Οι εν λόγω γνώμες επισυνάπτονται στην απόφαση.