Τμήμα 27ο (Μονομελές)
A 7408/2025
Δικαστής: Άγγελος Πλακόπουλος, Πρωτοδίκης Δ.Δ.
Φόρος Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας – δεκαετής παραγραφή του δικαιώματος του Δημοσίου προς έκδοση και κοινοποίηση πράξης καταλογισμού κατ’ άρθρο 28 παρ.2 του ν. 2459/1997 -παραβίαση αρχής αναλογικότητας- πενταετής παραγραφή- οι νομοθετικές παρατάσεις της προθεσμίας παραγραφής είναι αντίθετες στην αρχή της ασφάλειας του δικαίου και το άρθρο 78 παρ. 1 και 2 του Συντάγματος- λόγος αναγόμενος στην αντισυνταγματικότητα της διάταξης του άρθρου 102 παρ.1 περ. α΄του ν.δ/τος 118/1973. Δεκτή η προσφυγή.
Σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 28 του ν. 2459/1997, για το δικαίωμα του Δημοσίου προς έκδοση και κοινοποίηση πράξης καταλογισμού φόρου μεγάλης ακίνητης περιουσίας επιφυλάσσεται δεκαετής παραγραφή από το τέλος του έτους, εντός του οποίου υποβλήθηκε η σχετική δήλωση ανακριβώς ως προς τα δηλωθέντα ακίνητα, ενώ διαβαθμίζεται ως πιο επιβαρυντική η περίπτωση, κατά την οποία δεν υποβάλλεται σχετική δήλωση ή η δήλωση που υποβλήθηκε δεν περιλαμβάνει όλα τα περιουσιακά ακίνητα στοιχεία του υποχρέου και προβλέπεται δεκαπενταετής παραγραφή του ως άνω δικαιώματος του Δημοσίου από το τέλος του έτους εντός του οποίου έληξε η προς υποβολή της δήλωσης προθεσμία κατά νόμο.
…η διάταξη, που θεσπίζει αδιακρίτως δεκαετή παραγραφή του εν λόγω δικαιώματος του Δημοσίου από το τέλος του έτους εντός του οποίου υποβλήθηκε ανακριβής δήλωση του υποχρέου ως προς τα δηλωθέντα ακίνητά του, δηλαδή ακόμα και αν α) δεν έχουν περιέλθει σε γνώση της φορολογικής αρχής «συμπληρωματικά στοιχεία, ως προς τα ανωτέρω ακίνητα, τα οποία δικαιολογημένως δεν είχε υπόψη της κατά τη διάρκεια του χρόνου της δεκαετούς παραγραφής και β) δεν αποδίδεται στον φορολογούμενο δόλια, παραπλανητική ή αθέμιτη συμπεριφορά με τη σύμπραξη φορολογικού οργάνου, παραβιάζει, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, τη συνταγματική αρχή της αναλογικότητας και συνεπώς αποβαίνει ανεφάρμοστη. Ο χρόνος παραγραφής κρίνεται, υπό το πρίσμα της αρχής της αναλογικότητας, επαρκής, ώστε να επιτρέπει σε μία επιδεικνύουσα τη δέουσα επιμέλεια σύγχρονη Φορολογική Διοίκηση να επιδιώξει την είσπραξη του φόρου, ασκώντας επικαίρως τις ελεγκτικές και κυρωτικές αρμοδιότητές της. Άλλωστε, δεν υφίστανται αποχρώντες λόγοι δυνάμενοι να δικαιολογήσουν επαρκώς τη διαφοροποίηση του χρόνου παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου προς επιβολή φόρου μεγάλης ακίνητης περιουσίας από τον χρόνο παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου προς επιβολή φόρου εισοδήματος, που, επίσης ήταν, κατ’ αρχήν, πενταετής, κατά τα ένδικα έτη, όπως ακριβώς και ο χρόνος παραγραφής του δικαιώματος επιβολής ειδικού φόρου επί των ακινήτων, κατά το άρθρο 17 παρ. 7 του ν. 3091/2002 (Α’ 330), όπως αυτό διαμορφώθηκε με το άρθρο 57 παρ. 2 του ν. 3842/2010, αλλά και φόρου προστιθέμενης αξίας (Φ.Π.Α.), σύμφωνα με το άρθρο 57 παρ. 1 του κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν. 2859/2000 (Α’ 248) Κώδικα Φ.Π.Α., ενώ, η εκδοχή αυτή επιρρωνύεται από το άρθρο 36 παρ. 1 του μεταγενέστερου Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013, Α’ 170) με το οποίο θεσπίσθηκε ως κανόνας, για περιόδους από την 1.1.2014 και εφεξής, πενταετής, κατ’ αρχήν, χρόνος παραγραφής των φορολογικών αξιώσεων του Δημοσίου, καταλαμβάνων και τη φορολογία κεφαλαίου.
…. οι διαδοχικές νομοθετικές παρατάσεις της παραγραφής δεν μπορούν να στηρίξουν την έκδοση της ένδικης καταλογιστικής πράξης, διότι αντίκεινται στην αρχή της ασφάλειας του δικαίου και το άρθρο 78 παρ. 1 και 2 του Συντάγματος. Ο λόγος εξετάζεται αυτεπαγγέλτως ως αναγόμενος στην αντισυνταγματικότητα της διάταξης του άρθρου 102 παρ.1 περ. α΄ του ν.δ/τος 118/1973.
Εν προκειμένω, κατά το χρόνο έκδοσης (11.4.2013) και κοινοποίησης (17.4.2013) της καταλογιστικής πράξης το δικαίωμα του Δημοσίου να επιβάλει τον ένδικο φόρο για το έτος 2001 είχε υποπέσει στην πενταετή παραγραφή, η οποία ξεκίνησε από το τέλος του έτους υποβολής της δήλωσης Φ.Μ.Α.Π., στις 31.12.2001, και συμπληρώθηκε στις 31.12.2006. Επομένως, η …/11.4.2013 μερική πράξη Φ.Μ.Α.Π., για ακίνητα που υπήρχαν την 1.1.2001, με την οποία καταλογίστηκε σε βάρος του προσφεύγοντος ο ένδικος φόρος, παρίσταται μη νόμιμη και ακυρωτέα. Δεκτή η προσφυγή.