Αριθμός 1754/2023
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Γ’ Πολιτικό Τμήμα
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Μαρία Μουλιανιτάκη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Μαρουλιώ Δαβίου, Μαρία Κουφούδη, Γεώργιο Καλαμαρίδη, Αγαθή Δερέ – Εισηγήτρια, Αρεοπαγίτες.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του, στις 19 Οκτωβρίου 2022, με την παρουσία και του Γραμματέα Παναγιώτη Μπούκη, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Των αναιρεσειόντων: 1) Π. Τ. του Δ. , 2) Κ. Τ. του Δ. , κατοίκων … , οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Αριστείδη Λαμπρόπουλο, με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, και δεν κατέθεσαν προτάσεις.
Του αναιρεσιβλήτου: Α. Τ. του Δ. , κατοίκου … , ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Γεωργία Δραμπέλη, με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, και κατέθεσε προτάσεις.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 12-12-2007 αγωγή του ήδη αναιρεσιβλήτου, που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Ζακύνθου. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 69/2009, 40/2010, 68/2011, 31/2013, 16/2014 μη οριστικές, 28/2017 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 22/2020 του Τριμελούς Εφετείου Πατρών. Την αναίρεση της τελευταίας αποφάσεως ζητούν οι αναιρεσείοντες με την από 3-7-2020 αίτησή τους.
Κατά τη συζήτηση της αιτήσεως αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την κρινόμενη από 03-07-2020 αίτηση αναίρεσης προσβάλλεται η με αριθμ. 22/2020 τελεσίδικη απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πατρών, που εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, με την οποία έγινε δεκτή η από 06-11-2017 έφεση των αναιρεσειόντων κατά της εκκαλούμενης, με αριθμ. 28/2017, απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ζακύνθου, με την οποία είχε γίνει δεκτή η από 21-12-2007 αγωγή του αναιρεσιβλήτου. Η ανωτέρω αίτηση αναίρεσης ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα, είναι, συνεπώς, παραδεκτή (άρθρα 552, 553, 556, 558, 566 παρ. 1 577 παρ. 1 ΚΠολΔ) και πρέπει να ερευνηθεί, περαιτέρω, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρ. 571, 577 παρ. 3 ΚΠολΔ).
Ι.[1] Κατά το άρθρο 799 ΑΚ, αν δεν συμφωνούν για τη διανομή όλοι οι κοινωνοί, κάθε κοινωνός μπορεί να απαιτήσει τη δικαστική διανομή κατά τις διατάξεις της πολιτικής δικονομίας. Κατά το άρθρο 800 ΑΚ, η διανομή γίνεται αυτουσίως, αν το αντικείμενο ή τα αντικείμενα που πρόκειται να διανεμηθούν είναι δυνατόν χωρίς μείωση της αξίας να διαιρεθούν σε ομοειδή μέρη ανάλογα προς τις μερίδες των κοινωνών. Εξάλλου, από τις διατάξεις των άρθρων 480, 480, 481, 486 παρ. 1, και 480 Α προκύπτει ότι επιτρέπεται, υπό τις διαλαμβανόμενες σ’ αυτές προϋποθέσεις, η αυτούσια διανομή με κλήρωση ή με απονέμηση, ήτοι χωρίς κλήρωση, με απ` ευθείας επιδίκαση στους συγκυρίους άνισων, ομοειδών ή μη, μερών, κατά το λόγο των μερίδων τους (ΑΠ 122/2022, ΑΠ 619/2022, ΑΠ 584/2021), ενώ κατά τις διατάξεις του άρθρου 484 παρ. 1 ΚΠολΔ, αν η διανομή με τους παραπάνω τρόπους είναι ανέφικτη ή ασύμφορη, το Δικαστήριο διατάζει την πώληση του διανεμητέου κοινού ή κοινών ακινήτων με πλειστηριασμό, ενώ δεν είναι υποχρεωμένο να διατάξει απόδειξη, αν κρίνει ότι η αυτούσια διανομή του είναι προδήλως αδύνατη ή ασύμφορη λαμβάνοντας υπόψη του, εκτός από τις μερίδες, των κοινωνών, το είδος, τις διαστάσεις καθώς και το εμβαδόν του διανεμητέου (ΑΠ 584/2021, ΑΠ 537/2021, ΑΠ 1254/2020). ‘Όπως συνάγεται από τις διατάξεις των άρθρων 798 και 794 ΑΚ, 479, 480 παρ. 3, 481 αρ. 2, 482 παρ.1, 483, 489 ΚΠολΔ, η διανομή, με την οποία πραγματοποιείται η λύση της κοινωνίας (άρθρ. 798 ΑΚ), αποτελεί περίπτωση διάπλασης που επέρχεται τόσο εξωδίκως όσο και δικαστικώς, με την άσκηση σχετικής αγωγής, η απόφαση που διατάσσει τη διανομή είναι διαπλαστική (ΑΠ 1822/2017, ΑΠ 386/2014, ΑΠ 823/2010), ενεργεί ex nunc και τα αποτελέσματά της επέρχονται με την τελεσιδικία της (άρθρ. 489 ΚΠολΔ, ΑΠ 981/2002, ΑΠ 764/2000), ενώ δεν είναι απονεμητική υπάρχοντος αλλά δημιουργική νέου δικαιώματος, αποκτώμενου με την κατάλυση του δικαιώματος από τη σχέση κοινωνίας και την υποκατάσταση στη θέση του αποκλειστικού δικαιώματος κυριότητας σε μέρος ή και σε όλο το πράγμα (ΑΠ 606/1973). Αν πρόκειται για ακίνητα, για τη μεταβίβαση της κυριότητας απαιτείται επιπλέον μεταγραφή της τελεσίδικης απόφασης (489 παρ. 2 ΚΠολΔ), που διέταξε τη διανομή, και της έκθεσης κλήρωσης, σε περίπτωση που έλαβε χώρα κλήρωση (άρθρ. 1192 αρ. 3 ΑΚ) ή της έκθεσης κατακύρωσης κυριότητας (άρθρ. 1192 αρ. 2 ΑΚ). Δια και από της μεταγραφής της δικαστικής απόφασης, η οποία διατάσσει διανομή κοινού ακινήτου, και της έκθεσης κλήρωσης αν έγινε αυτή, ο μέχρι τούδε συγκύριος καθίσταται αποκλειστικός κύριος του όλου ή μέρους του ακινήτου (489 παρ. 2 ΚΠολΔ και 1192 αρ. 3 ΑΚ, ΑΠ 852/2021, ΑΠ 2241/2014). [2] Κατά το άρθρο 17 παρ. 1 και 10 του Ν. 1337/1983 “επέκταση των πολεοδομικών σχεδίων κλπ», τα αυθαίρετα κτίσματα ή κατασκευές εν γένει, που ανεγείρονται μετά την 31η Ιανουαρίου 1983 εντός ή εκτός εγκεκριμένων σχεδίων πόλεων ή οικισμών που υπάρχουν πριν από το έτος 1923, καθώς και όσα δεν εξαιρούνται, σύμφωνα με το άρθρο 15 του νόμου αυτού, κατεδαφίζονται υποχρεωτικά από τους κυρίους ή συγκυρίους τους, έστω και αν έχει αποπερατωθεί η κατασκευή ή αν το κτίσμα κατοικείται ή χρησιμοποιείται με οποιονδήποτε τρόπο (παρ. 1). Πριν από την κατεδάφιση των κατεδαφιστέων αυθαιρέτων του άρθρου αυτού δεν επιτρέπεται (α) η μεταβίβασή τους ή η σύσταση εμπραγμάτων δικαιωμάτων σ` αυτά ή στο οικόπεδο, πάνω στο οποίο κατασκευάσθηκαν. Κάθε μεταβίβαση, που γίνεται κατά παράβαση των ανωτέρω θεωρείται αυτοδίκαια και εξαρχής άκυρη. Η ακυρότητα είναι απόλυτη και αφορά τόσο την υποσχετική όσο και την εκποιητική δικαιοπραξία ακινήτου (μεταβίβαση με μεταγραφή), ήτοι η ακυρότητα πλήττει όλη τη δικαιοπραξία (πρβλ. ΑΠ 982/2019, ΑΠ 757/2016). [3] Κατά τη διάταξη του άρθρου 1 του π.δ/τος 5/1983 “περί χαρακτηρισμού και κατεδάφισης νέων αυθαιρέτων κατασκευών κλπ», που εκδόθηκε κατ` εξουσιΟδότηση του άρθρου 17 παρ. 7 του Ν. 1337/1983 “Η διαπίστωση και ο χαρακτηρισμός αυθαιρέτου, όταν δεν πρόκειται για τις περιπτώσεις του άρθρου 3 του παρόντος (κτίσματα που εντοπίζονται κατά την ώρα που κατασκευάζονται – επ` αυτοφώρω -) γίνεται ύστερα από αυτοψία υπαλλήλου της κατά τόπο αρμόδιας Πολεοδομικής υπηρεσίας, που συντάσσει επί τούτου σχετική έκθεση, η οποία αφορά το αυθαίρετο και μόνο και όχι τον εκάστοτε ιδιοκτήτη, νομέα, κάτοχο ή κατασκευαστή του. Η έκθεση περιλαμβάνει, επίσης, σημείωση ότι κάθε ενδιαφερόμενος έχει δικαίωμα μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία δέκα ημερών από την ημερομηνία τοιχοκόλλησης της έκθεσης να υποβάλει ένσταση. Αναφέρεται, επίσης, η ημερομηνία της αυτοψίας και η ειδοποίηση ότι αν περάσει άπρακτη η προθεσμία αυτό το αυθαίρετο θα κατεδαφιστεί». Από τις προαναφερόμενες διατάξεις, που απαγορεύουν τη μεταβίβαση πριν από την κατεδάφισή τους, των αυθαιρέτων κτισμάτων ή κατασκευών εν γένει ή σύστασης εμπραγμάτων δικαιωμάτων επ` αυτών ή επί του οικοπέδου επί του οποίου έχουν κατασκευασθεί και προβλέπουν ως κύρωση, για την παράβαση της απαγόρευσης αυτής, την αυτοδίκαιη και εξαρχής ακυρότητα της οικείας δικαιοπραξίας, προκύπτει, ότι στην έννοια του αυθαιρέτου εμπίπτουν, προδήλως, κτίσματα ή εν γένει κατασκευές, που έχουν ανεγερθεί κατά παράβαση των οικείων πολεοδομικών διατάξεων και ιδίως χωρίς την απαιτούμενη άδεια της αρμόδιας Πολεοδομικής αρχής, έχουν αυτοτελή ύπαρξη και είναι δεκτικά μεταβίβασης σε τρίτους ή σύστασης εμπράγματων επ` αυτών δικαιωμάτων, κατά τις οικείες διατάξεις του ΑΚ ή το ν. 3741/1929 “περί ιδιοκτησίας κατ` ορόφους” (ΑΠ 533/2007, ΑΠ 304/88). Όμως, η κατασκευή κτίσματος χωρίς την απαιτούμενη άδεια της αρμόδιας Πολεοδομικής αρχής, εμπίπτει στην έννοια του αυθαίρετου εφόσον προηγηθεί η διαπίστωση και ο χαρακτηρισμός αυτού ως τέτοιου, κατόπιν αυτοψίας υπαλλήλου της κατά τόπον αρμόδιας Πολεοδομικής υπηρεσίας, ο οποίος συντάσσει επί τόπου σχετική έκθεση και η οποία υπόκειται σε ένσταση εκ μέρους του θιγόμενου, εντός της οριζόμενης από τις προαναφερόμενες διατάξεις προθεσμίας, οπότε και επέρχονται οι έννομες συνέπειες του αυθαίρετου χαρακτήρα ενός κτίσματος, μεταξύ των οποίων και οι, οριζόμενες από τη διάταξη του άρθρου 17 παρ. 10 του ν. 1337/1983, απαγορεύσεις μεταβίβασης (ΑΠ 203/2021, ΑΠ 183/2017, ΑΠ 1022/2013). Το πρόβλημα της σύστασης εμπράγματου δικαιώματος σε ακίνητο με αυθαίρετες κατασκευές και αλλαγή χρήσης αντιμετωπίστηκε, μεταξύ άλλων, με τις διατάξεις του άρθρου 23 παρ. 1-5 του ν. 4014/2011 (Α 209) “Περιβαλλοντική αδειοδότηση έργων και δραστηριοτήτων, ρύθμιση αυθαιρέτων σε συνάρτηση με δημιουργία περιβαλλοντικού ισοζυγίου και άλλες διατάξεις αρμοδιότητας Υπουργείου Περιβάλλοντος». Στη συνέχεια, μετά τη με αριθμ. 3341/2011/2013 απόφαση της ΟλΣτΕ με την οποία κρίθηκε ότι οι ρυθμίσεις αυτές είχαν ως αποτέλεσμα την ανατροπή και, σε κάθε περίπτωση, τη νόθευση του επιβαλλόμενου από το άρθρο 24 Σ. ορθολογικού σχεδιασμού, ακολούθησε ο ν. 4178/2013 (ΦΕΚ Α’ 174/08/08/2013), με τον οποίο επανεισήχθη το πρότυπο των ρυθμίσεων του ν. 4014/2011, με ορισμένες προσθήκες, όπως την κατηγοριοποίηση των αυθαιρέτων από την οποία εξαρτήθηκε η χορήγηση οριστικής εξαίρεσης ή αναστολής από την κατεδάφιση και διαφοροποίησε είτε επί το αυστηρότερο είτε επί το επιεικέστερο και παρασχέθηκε η δυνατότητα, υπό προϋποθέσεις, να υπαχθούν στις ρυθμίσεις του ακίνητα στα οποία έχουν εκτελεσθεί αυθαίρετες κατασκευές ή έχουν εγκατασταθεί αυθαίρετες χρήσεις και τα οποία είχαν υπαχθεί στις προγενέστερες ρυθμίσεις του ν. 4014/2011. Με την 1858/2015 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, οι διατάξεις του ν. 4178/2013, κατά το μέρος που προέβλεπαν αναστολή επιβολής κυρώσεων ή και οριστική εξαίρεση από την κατεδάφιση αυθαιρέτων κατασκευών και αλλαγών χρήσης μεταγενέστερων του έτους 1983, κρίθηκαν κατά πλειοψηφίαν ως συνταγματικώς ανεκτές. Ακολούθησε, ο ν. 4495/2017 (ΦΕΚ Α’ 167/3-11-2017), ο οποίος ίσχυε κατά το χρόνο δημοσίευσης της προσβαλλόμενης απόφασης (24-02-2020), με την οποία έγινε δεκτή η έφεση κατά της εκκαλούμενης, με αριθμ. 28/02-10-2017, απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ζακύνθου, κράτησε την υπόθεση, δίκασε την αγωγή, και καταλαμβάνει χρονικά την επίδικη έννομη σχέση (ΟλΑΠ 7/2011, ΑΠ 549/2019), με τον οποίο δεν διαφοροποιήθηκαν, ουσιωδώς, τα αναφερόμενα ως προς το χαρακτηρισμό της αυθαίρετης κατασκευής και εγκατάστασης αλλαγής χρήσης, με την έκθεση αυτοψίας και των έννομων συνεπειών αυτής. Ειδικότερα, στόχος είναι η πλήρης καταγραφή του οικιστικού αποθέματος της Χώρας και η περαιτέρω περιβαλλοντική και Πολεοδομική διαχείρισή του, ώστε όλα τα κτίσματα να αποκτούν τις προϋποθέσεις και τις απαιτήσεις νομιμότητας και να επιτευχθεί περιβαλλοντικό ισοζύγιο και αποκατάσταση του περιβάλλοντος (αιτιολογική έκθεση). Στο άρθρο 81 του ν. 4495/2017 ορίζονται τα εξής, “1. α) Αυθαίρετη κατασκευή ορίζεται κάθε κατασκευή ή εγκατάσταση, η οποία εκτελείται ή έχει εκτελεστεί χωρίς την απαιτούμενη οικοδομική άδεια ή καθ’ υπέρβαση αυτής ή κατά παράβαση των ισχυουσών πολεοδομικών διατάξεων ή με βάση άδεια που ανακλήθηκε ή ακυρώθηκε. β) Αυθαίρετη αλλαγή χρήσης ορίζεται κάθε μεταβολή της χρήσης για την οποία δεν έχει εκδοθεί η απαιτούμενη οικοδομική άδεια (άδεια δόμησης). γ) Στην έννοια της αυθαίρετης κατασκευής / αλλαγής χρήσης περιλαμβάνονται και οι πολεοδομικές παραβάσεις της παραγράφου 3 του παρόντος νόμου. 2. Δεν συνιστούν αυθαίρετη κατασκευή και δεν καταγράφονται ως παραβάσεις κατά τον έλεγχο οι αποκλίσεις των περιμετρικών διαστάσεων του κτιρίου έως δύο τοις εκατό (2%) από τις αναγραφόμενες στο διάγραμμα κάλυψης/δόμησης της οικοδομικής άδειας/άδειας δόμησης, μετρούμενες σε διαστάσεις κτίστη (φέρων οργανισμός και στοιχεία πλήρωσής του, χωρίς επιχρίσματα – επενδύσεις), εφόσον με τις αποκλίσεις αυτές δεν παραβιάζονται κοινόχρηστοι χώροι του σχεδίου πόλεως…. Κατά δε το άρθρο 82 § 1 α του ιδίου νόμου, “Απαγορεύεται και είναι απολύτως άκυρη η μεταβίβαση ή η σύσταση εμπράγματου δικαιώματος σε ακίνητο στο οποίο έχει εκτελεστεί αυθαίρετη κατασκευή κατά την παράγραφο 1α του άρθρου 81, ή έχει εγκατασταθεί αυθαίρετη αλλαγή χρήσης κατά την παράγραφο 1β του άρθρου 81, ή έχει εκτελεστεί Πολεοδομική παράβαση των περιπτώσεων β’, γ’, δ’ της παραγράφου 3 του άρθρου 81. Στην ανωτέρω απαγόρευση εμπίπτουν και τα ακίνητα τα οποία εισφέρονται σε εταιρεία». Για την εξασφάλιση της τήρησης των ανωτέρω απαγορεύσεων, στις διατάξεις του άρθρου 83 του ν. 4495/2017 ορίζεται ότι: 1. Σε κάθε δικαιοπραξία εν ζωή περιλαμβανομένης και της δωρεάς αιτία θανάτου, που συντάσσεται μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος και έχει ως αντικείμενο τη μεταβίβαση ή τη σύσταση εμπράγματου δικαιώματος σε ακίνητο ή και σε ακίνητο χωρίς κτίσμα, επισυνάπτεται υπεύθυνη δήλωση του ιδιοκτήτη και βεβαίωση μηχανικού. Η ως άνω υπεύθυνη δήλωση του ιδιοκτήτη και η βεβαίωση του μηχανικού απαιτείται και για την μεταγραφή τελεσίδικης δικαστικής απόφασης επί αναγνωριστικής αγωγής της κυριότητας του ακινήτου και για τη μεταγραφή των πρακτικών δικαστικού ή εξωδικαστικού συμβιβασμού με τα οποία αναγνωρίζεται η κυριότητα επί του ακινήτου. Με την ανωτέρω υπεύθυνη δήλωση του ιδιοκτήτη και τη βεβαίωση μηχανικού, η οποία βεβαίωση διέπεται από τις διατάξεις των παρ. 2, 3, 6, 7, 9, 10, 11 και 12 του άρθρου 83 του ιδίου ως άνω νόμου, δηλώνεται και βεβαιώνεται αντίστοιχα η νομιμότητα του μεταβιβαζόμενου ακινήτου και του τυχόν υπάρχοντος κτίσματος, ή εφόσον υπάρχουν αυθαίρετες κατασκευές ή αυθαίρετες αλλαγές χρήσεις, περί της υπαγωγής αυτών σε διαδικασία αναστολής επιβολής κυρώσεων ή εξαίρεσης από την κατεδάφιση κατά τις ισχύουσες ή τις προϊσχύουσες διατάξεις (άρθρ. 83 παρ. 2, 3), ενώ η βεβαίωση του μηχανικού συνοδεύεται από το αναφερόμενο στις διατάξεις της παρ. 4 του ιδίου ως άνω άρθρου τοπογραφικό διάγραμμα, εκτός αν εμπίπτει στις εξαιρέσεις της παρ. 5 του ιδίου ως άνω άρθρου. ‘Ηδη, μετά την 1η Απριλίου 2022, οπότε ξεκίνησε η λειτουργία της ηλεκτρονικής ταυτότητας του κτιρίου και αυτοτελών διηρημένων ιδιοκτησιών, η βεβαίωση του μηχανικού που προβλέπεται στην παρ. 1 του άρθρου 83 του ν. 4495/2017 αντικαταστάθηκε από το Πιστοποιητικό πληρότητας του άρθρου 53 παρ. 3 του ιδίου νόμου, το οποίο εκδίδεται από τους εξουσιοδοτούμενους για την τήρηση της ηλεκτρονικής ταυτότητας μηχανικούς, και βεβαιώνεται η συμπλήρωση των στοιχείων που περιλαμβάνονται στην ταυτότητα (άρθρ. 59 παρ. 2 του ν. 4495/2017). Επίσης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 92 και 93 του ιδίου ως άνω νόμου, “1. Η διαπίστωση και ο χαρακτηρισμός αυθαιρέτου γίνεται ύστερα από αυτοψία δύο (2) ελεγκτών δόμησης, οι οποίοι ειδοποιούνται ύστερα από κλήρωση από το αρμόδιο Περιφερειακό Παρατηρητήριο για να διενεργήσουν την αυτοψία. Οι υπάλληλοι του Τοπικού Παρατηρητηρίου μεριμνούν για την παροχή στους Ελεγκτές Δόμησης των απαιτούμενων πληροφοριών και στοιχείων, όπως την ύπαρξη οικοδομικής άδειας ή άδειας δόμησης και την Τιμή Ζώνης που ισχύει στην περιοχή. 2. Οι δύο Ελεγκτές Δόμησης διενεργούν επιτόπια αυτοψία και συντάσσουν έκθεση αυτοψίας, την οποία υποβάλλουν στην οικεία ηλεκτρονική πλατφόρμα σε διάστημα δύο ημερών. Την ημέρα της αυτοψίας τοιχοκολλούν στο αυθαίρετο πρόσκληση προς το φερόμενο κύριο, νομέα, κάτοχο ή κατασκευαστή να προσέλθει το νωρίτερο τρεις (3) ημέρες και το αργότερο επτά (7) ημέρες μετά τη διενέργεια της αυτοψίας στο Τοπικό Παρατηρητήριο, προκειμένου να λάβει γνώση αντιγράφου της έκθεσης αυτοψίας. Η έκθεση αυτή αφορά το αυθαίρετο και μόνο και όχι τον ιδιοκτήτη, νομέα, κάτοχο ή κατασκευαστή του. Η μη αναφορά τους ή η εσφαλμένη αναφορά τους δεν ασκεί επιρροή στην πρόοδο της διαδικασίας. 3. Στην έκθεση αυτοψίας αναφέρεται η θέση του αυθαιρέτου με συντεταγμένες σε σύστημα αναφοράς ΕΓΣΑ ‘87, συνοπτική περιγραφή με σκαρίφημα, οι διαστάσεις του και οι πολεοδομικές διατάξεις που έχουν παραβιαστεί. Η ίδια έκθεση περιλαμβάνει υπολογισμό προστίμων διατήρησης και ανέγερσης, καθώς και σημείωση ότι κάθε ενδιαφερόμενος έχει δικαίωμα, μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία τριάντα (30) ημερών από τη λήψη γνώσης της έκθεσης αυτοψίας, να υποβάλει ενδικοφανή προσφυγή στο κατά τόπο αρμόδιο Τοπικό Παρατηρητήριο…. (άρθρο 92). Κατά της έκθεσης αυτοψίας, ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ασκήσει ενδικοφανή προσφυγή εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης σε αυτόν. Η άσκηση της προσφυγής και η εκδίκασή της έχουν ανασταλτικό χαρακτήρα …. (άρθρο 93)». Επομένως, και από τις ανωτέρω διατάξεις του ν. 4495/2017, προκύπτει ότι οι έννομες συνέπειες του αυθαίρετου κτίσματος και της αυθαίρετης αλλαγής χρήσης με κατασκευή δομής, με την έννοια των άρθρων 5 παρ. 2 και 22 παρ. 3 του ν. 1755/1985, μεταξύ των οποίων και οι οριζόμενες από τις διατάξεις του άρθρου 82 παρ. 1 α του ν. 4495/2017, με τις οποίες απαγορεύονται και είναι απολύτως άκυρη η μεταβίβαση ή η σύσταση εμπράγματου δικαιώματος σε ακίνητο στο οποίο έχει εκτελεστεί αυθαίρετη κατασκευή κατά την παράγραφο 1α του άρθρου 81, ή έχει εγκατασταθεί αυθαίρετη αλλαγή χρήσης κατά την παράγραφο 1β του άρθρου 81, ή έχει εκτελεστεί Πολεοδομική παράβαση των περιπτώσεων β’, γ’, δ’ της παραγράφου 3 του άρθρου 81, δεν επέρχονται, στην περίπτωση της δικαστικής διανομής επικοίνου ακινήτου, αν δεν έχει προηγηθεί η παραπάνω έκθεση αυτοψίας, η οποία συνιστά διαπιστωτική ατομική διοικητική πράξη (πρβλ ΑΠ 203/2021, ΑΠ 179/2017, ΑΠ 1022/2013), ενώ η τήρηση των ανωτέρω απαγορεύσεων θα εξασφαλιστεί με την ως άνω υπεύθυνη δήλωση του ιδιοκτήτη και η βεβαίωση του μηχανικού ή από 1ης Απριλίου 2022, του Πιστοποιητικό πληρότητας του άρθρου 53 παρ. 3 του ιδίου νόμου, κατά τη μεταγραφή της τελεσίδικης δικαστικής απόφασης απόφασης που διατάσσει την αυτούσια διανομή, με απονέμηση, ή της έκθεσης κλήρωσης, ή της κατακύρωσης κυριότητας. Τα παραπάνω ισχύουν και επί ακινήτου του οποίου διατάσσεται διανομή και δια πλειστηριασμού, όταν η διανομή είναι ανέφικτη ή ασύμφορη. Και, τούτο, διότι, ο παραπάνω εκούσιος πλειστηριασμός, που διατάσσεται με την απόφαση για τη διανομή, συνιστά πώληση του ιδιωτικού δικαίου, η οποία ενεργείται με τις εγγυήσεις και τη δημοσιότητα του αναγκαστικού, προς επίτευξη μεγαλύτερου τιμήματος, δεν αποτελεί μέσο αναγκαστικής εκτέλεσης προς ικανοποίηση χρηματικών απαιτήσεων, ούτε υφίσταται, στην περίπτωσή του, το στοιχείο της αντιδικίας μεταξύ των ενδιαφερόμενων, αλλά με αυτόν επιδιώκεται η διασφάλιση ορισμένων συμφερόντων και κατά κανόνα του συμφέροντος του κυρίου του πράγματος και όχι η ικανοποίηση χρηματικών απαιτήσεων των δανειστών. Στην πώληση αυτή θέση πωλητή επέχουν οι δικαιούχοι – (συγ)κύριοι και αγοραστή ο υπερθεματιστής και διαφέρει, σαφώς, από τον ανωτέρω αναγκαστικό πλειστηριασμό που διέπεται από τις γενικές και ειδικές διατάξεις περί αναγκαστικής εκτέλεσης, από τις οποίες ορισμένες μόνον εφαρμόζονται αναλόγως επί του εκούσιου πλειστηριασμού, του άρθρου 484 ΚΠολΔ, και, ειδικότερα, εκείνες που συμβιβάζονται με την φύση και το σκοπό του, που συνίσταται αποκλειστικά και μόνο στην ανωτέρω πώληση του διανεμητέου, με τις εγγυήσεις του συναγωνισμού και της δημοσιότητας που παρέχονται από δημόσια αρχή (ΑΠ 1347/2021, ΑΠ 678/2018, ΑΠ 1274/2006). [4] Κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αρ. 1α ΚΠολΔ, αναίρεση, για ευθεία παράβαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου, επιτρέπεται, αν το δικαστήριο της ουσίας ερμήνευσε εσφαλμένα τον κανόνα αυτό, του προσέδωσε, δηλαδή, έννοια διαφορετική από την αληθινή ή δεν τον εφάρμοσε, ενώ συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις εφαρμογής του ή τον εφάρμοσε, ενώ δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αυτές, απαιτώντας περισσότερα ή αρκούμενο σε λιγότερα, αντίστοιχα, στοιχεία από όσα αξιώνει ο νόμος για την εφαρμογή του ή αν τον εφάρμοσε εσφαλμένα (Ολ ΑΠ 4/2018, ΟλΑΠ 7/2006). Με τον λόγο αυτό αναίρεσης ελέγχονται τα σφάλματα του δικαστηρίου της ουσίας, κατά την εκτίμηση της νομικής βασιμότητας της αγωγής ή των ισχυρισμών (ενστάσεων ή αντενστάσεων) Επομένως, η παραβίαση κανόνα του ουσιαστικού δικαίου, που προβλέπεται, ως λόγος αναίρεσης από το άρθρο 559 Αριθμός 1 εδ. α’ ΚΠολΔ είναι δυνατό να έχει, ως περιεχόμενο, την αιτίαση ότι η αγωγή, ένσταση, αντένσταση απορρίφθηκε ως μη νόμιμη, ενώ ήταν νόμιμη, σύμφωνα με συγκεκριμένο κανόνα του ουσιαστικού δικαίου (ΟλΑΠ 3/2020, ΟλΑΠ 28/1998, ΑΠ 1542/2021). Αν το δικαστήριο απεφάνθη για την ουσία της υπόθεσης, η παράβαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου κρίνεται βάσει των πραγματικών περιστατικών που ανέλεγκτα δέχτηκε ότι αποδείχθηκαν και της υπαγωγής αυτών στο νόμο. Ιδρύεται ο παραπάνω λόγος, αν το δικαστήριο εφάρμοσε το νόμο, παρότι τα πραγματικά περιστατικά που δέχτηκε ότι αποδείχτηκαν, δεν ήταν αρκετά για την εφαρμογή του ή αν δεν τον εφάρμοσε, παρότι τα πραγματικά περιστατικά που δέχτηκε, αρκούσαν για την εφαρμογή του, καθώς και όταν προέβη σε εσφαλμένη υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών σε διάταξη, στο πραγματικό της οποίας αυτά δεν υπάγονται (ΟλΑΠ 4/2018, ΑΠ 121/2022). [5] Κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αρ. 19 ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται αν η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση. Έλλειψη νόμιμης βάσης της απόφασης συντρέχει, όταν στο αιτιολογικό της απόφασης, που αποτελεί την ελάσσονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού, δεν περιέχονται καθόλου ή δεν αναφέρονται με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, στα οποία το δικαστήριο της ουσίας στήριξε την κρίση του επί ζητήματος με ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης και, έτσι, δεν μπορεί να ελεγχθεί, αν στη συγκεκριμένη περίπτωση συνέτρεχαν ή όχι οι όροι του κανόνα ουσιαστικού δικαίου, που εφαρμόστηκε ή αν συνέτρεχαν οι όροι άλλου κανόνα που ήταν εφαρμοστέος αλλά δεν εφαρμόστηκε (ΟλΑΠ 6/2006, ΟλΑΠ 26/2004). Εξάλλου, το κατά νόμο αναγκαίο περιεχόμενο της ελάσσονος πρότασης προσδιορίζεται από τον εκάστοτε εφαρμοστέο κανόνα ουσιαστικού δικαίου, του οποίου το πραγματικό πρέπει να καλύπτεται πλήρως από τις παραδοχές της απόφασης στο αποδεικτικό της πόρισμα, και να μην καταλείπονται αμφιβολίες (ΟλΑΠ 2/2019, ΟλΑΠ 8/2018, ΑΠ 34/2021).
ΙΙ. [1] Στην προκείμενη περίπτωση, από την παραδεκτή κατ’ άρθρο 561 παρ. 2 ΚΠολΔ, της προσβαλλόμενης απόφασης, κατά το ενδιαφέρον το αναιρετικό έλεγχο μέρος το Εφετείο δέχθηκε τα εξής πραγματικά περιστατικά: “Οι διάδικοι είναι αδέλφια και συγκύριοι, κατά ποσοστό 1/3 εξ αδιαιρέτου ο καθένας εξ αυτών, των παρακάτω περιγραφόμενων ακινήτων, όπως τούτο δεν αμφισβητείται. Συγκεκριμένα, είναι συγκύριοι εξ αγοράς ενός ακινήτου, που βρίσκεται επί της 6ης Επαρχιακής Οδού … , στα όρια των περιοχών “… ” και “… ” … της τοπικής κοινότητας … , δημοτικής ενότητας … του Δήμου … Νομού Ζακύνθου, στο οικοδομικό τετράγωνο … του σχεδίου πόλεως “… », στο οποίο έχει εγκριθεί το ρυμοτομικό σχέδιο και οι όροι δόμησης, όπως ειδικότερα καθορίζεται στο ΦΕΚ 175/τ. Δ /1988, και έκτοτε εκκρεμεί η πράξη εφαρμογής. Κατά τον τίτλο κτήσης του, ήτοι, το νομίμως μεταγραφέν (τ. 118, αριθ. 95 των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Ζακύνθου) υπ’ αριθ. … /31-3-1975 αγοραπωλητήριο συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Ζακύνθου Σπυρίδωνος Τυρόγαλά, έχει έκταση 2.156 τ.μ. και κατά την από 30-9-2015 έκθεση πραγματογνωμοσύνης του πολιτικού μηχανικού Β. Π. και δη, κατά το συνοδεύον αυτή, από Ιούλιο 2013 τοπογραφικό διάγραμμα του τοπογράφου μηχανικού Χ. Γ. 2.047,03 τ.μ. Το ακίνητο αυτό εμφαίνεται στο προαναφερθέν τοπογραφικό διάγραμμα, εξαρτημένο από το κρατικό σύστημα συντεταγμένων στο ΕΓΣΑ ‘87, υπό τα στοιχεία Α – Β – Γ – Δ – Ε – Ζ – Η – Θ – Ι – Κ – Λ – Μ – Ν – Ξ – Α και, σύμφωνα μ’ αυτό, συνορεύει σε πλευρά Α-Β-Γ μήκους 46,60 μέτρων με την 6η Επαρχιακή Οδό … , σε πλευρά Γ-Δ μήκους 15,65 μέτρων, σε πλευρά Δ-Ε μήκους 0,18 εκ. και σε πλευρά Ε-Ζ-ΕΙ μήκους 26,66 μέτρων με ιδιοκτησία Γ. Κ. , σε πλευρά Η-Θ-Ι μήκους 9,50 μέτρων και σε πλευρά Ι-Κ μήκους 0,65 εκ. με ιδιοκτησία κληρονόμων Ν. Χ. , σε πλευρά Κ-Λ μήκους 34,96 μέτρων με ιδιοκτησία κληρονόμων Ι. Χ. και σε πλευρά Λ-Μ-Ν-Ξ-Α μήκους 47,32 με ιδιοκτησία Σ.. Με την υπ’ αριθ. 480/1977 οικοδομική άδεια της Πολεοδομίας Ζακύνθου, που έχει εκδοθεί επ’ ονόματι των διαδίκων (ΑΦΩΝ Δ.. Τ. ) για την ανέγερση νέας “Διωρόφου Οικοδομής μεθ’ υπογείου», έχει κατασκευαστεί εντός του ακινήτου ένα διώροφο κεντρικό κτίριο καταστημάτων με υπόγειο, που έχει φέροντα οργανισμό από οπλισμένο σκυρόδεμα, το οποίο είναι το δεσπόζον κτίριο, είναι παραλληλόγραμμο με πρόσοψη στην, ως άνω, επαρχιακή Οδό (από την οποία απέχει περίπου 10 μέτρα επί πλευράς 34 μέτρων μήκους) και έχει εμβαδόν 442 τ.μ. ανά όροφο. Ειδικότερα, έχει αποπερατωθεί το ισόγειο του κτιρίου αυτού και σε πλήρη χρήση είναι τα δύο (2) καταστήματα, που λειτουργούν ως ένα ενιαίο ισόγειο κατάστημα, εμβαδού 182 τ.μ., τα οποία είναι μισθωμένα και βρίσκονται στο ανατολικό τμήμα του κτιρίου, όπως αυτό διαχωρίζεται από τον κοινόχρηστο χώρο της εισόδου και του κλιμακοστασίου. Το υπόλοιπο ισόγειο στο δυτικό τμήμα του κτιρίου δεν χρησιμοποιείται και παραμένει κλειστός χώρος. Το υπόγειο, ίσης επιφάνειας με το ισόγειο, ως βοηθητικός χώρος του κτιρίου είναι κλειστό, τμήμα του δε χρησιμοποιείται ως αποθηκευτικός χώρος του ισογείου και επικοινωνεί, τόσο με ράμπα που βρίσκεται στη δυτική πλευρά του, ως άνω, ακινήτου και κατεβαίνει στην πίσω πλευρά του κτιρίου, όσο και με κλιμακοστάσιο που βρίσκεται στον κοινόχρηστο χώρο της προαναφερθείσας εισόδου του κτιρίου. Το κάτω ακριβώς από τα, ως άνω, μισθωμένα καταστήματα τμήμα του υπογείου εμβαδού 182 τ.μ. είναι επίσης μισθωμένο. Ο πρώτος (Α’) όροφος δεν έχει καμία χρήση, διότι είναι ημιτελής και ανοικτός, χωρίς τοιχοποιία. Συγκεκριμένα, έχει κατασκευαστεί μόνον ο φέρων οργανισμός από οπλισμένο σκυρόδεμα, δηλαδή, υποστυλώματα – δοκοί και πλάκα οροφής. Το μόνο τμήμα που έχει αποπερατωθεί είναι το κεντρικό κλιμακοστάσιο και σε συνέχεια αυτού ένα μικρός χώρος, που είναι κλειστός. Στο ίδιο ακίνητο έχει κατασκευαστεί άλλο ένα κτίριο, ισόγειο μεταλλικό κλειστό, με μεταλλική στέγη (επικάλυψη από λαμαρίνα) και περιμετρικά πάνελ, που έχει εμβαδόν 573,94 τ.μ. και στεγάζει επιχείρηση συνεργείου αυτοκινήτων. Το κτίριο αυτό βρίσκεται πίσω από το παραπάνω κεντρικό κτίριο, σε επαφή με το πίσω και το πλαϊνό (ανατολικό) όριο και η είσΟδός του είναι εμφανής από την επαρχιακή Οδό στην ανατολική πλευρά, με πρόσωπο τόσο, όση είναι η απόσταση που απέχει το κεντρικό κτίριο από το ανατολικό όριο του ακινήτου. Το παραπάνω κτίριο έχει εξαιρεθεί της κατεδάφισης, κατά τις διατάξεις του άρθρου 16 του ν. 1337/1983, με απόφαση του αρμοδίου οργάνου της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Ζακύνθου μετά από σχετική εισήγηση της Διεύθυνσης Πολεοδομίας και Περιβάλλοντος Ζακύνθου, ωστόσο, αυθαίρετα, χωρίς δηλαδή σχετική οικοδομική άδεια, έχει μετατραπεί σε χώρο κύριας χρήσης, αφού έχει περιμετρικά κλειστεί. Από κανένα, όμως, αποδεικτικό στοιχείο προκύπτει, ούτε άλλωστε και οι διάδικοι επικαλούνται, ότι έχει εκδοθεί η, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη, απαραίτητη διαπιστωτική ατομική διοικητική πράξη για τον, κατά νόμο, χαρακτηρισμό του ως αυθαιρέτου, με συνακόλουθο αποτέλεσμα να μην έχουν επέλθει οι έννομες συνέπειες του αυθαιρέτου χαρακτήρα του κτιρίου, και συνεπώς οι πρώτος και δεύτερος λόγοι της έφεσης, με τους οποίους υποστηρίζονται τα αντίθετα πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι. Στο ίδιο ακίνητο έχουν κατασκευαστεί, χωρίς έκδοση οικοδομικής άδειας, ισόγεια αποθήκη (βοηθητικό κτίσμα) με μεταλλικό σκελετό και επικάλυψη λαμαρίνας, εμβαδού 7,89 τ.μ. (στον βορειοδυτικό ακάλυπτο χώρο εμβαδού 90 τ.μ. περίπου), μεταλλικό κλιμακοστάσιο και γέφυρα, που ενώνει το μεταλλικό κτίριο με το ισόγειο και το υπόγειο του κεντρικού κτιρίου και εξωτερικός ανελκυστήρας (επιφάνειας 4,02 τ.μ. περίπου) από το υπόγειο προς το ισόγειο ανάμεσα στα δύο κτίρια. Ο Α’ όροφος του, ως άνω, κεντρικού κτιρίου δεν δύναται να αποπερατωθεί με την έκδοση οικοδομικής άδειας, διότι, α) η προαναφερθείσα, υπ’ αριθ. …/1977 οικοδομική άδεια δεν είναι σε ισχύ και δεν έχει αναθεωρηθεί επ’ αόριστον, διαδικασία που θα μπορούσε να είχε γίνει με την υποβολή σχετικής αίτησης, εάν εντός του χρόνου ισχύος της είχε ολοκληρωθεί ο φέρων οργανισμός του κτιρίου και β) το ακίνητο, εντός του οποίου βρίσκεται το κτίριο αυτό είναι εκτός του συνεκτικού τμήματος (στο αραιοδομημένο τμήμα) του σχεδίου πόλεως, είναι άρτιο και μη Οικοδομήςιμο και, ως εκ τούτου, δεν μπορεί να εκδοθεί οικοδομική άδεια (δόμησης) σ’ αυτό μέχρι την κύρωση της πράξης εφαρμογής του σχεδίου πόλεως. Ο ανωτέρω ακάλυπτος χώρος των 90 τ.μ. και το μεταλλικό κτίριο είναι επίσης μισθωμένα, μετά του δικαιώματος ακώλυτης χρήσης όλων των χώρων που είναι ακάλυπτοι πέριξ του κτιρίου, περιλαμβανομένων αυτών της προσόψεώς του. Η εκμίσθωση όλων των παραπάνω χώρων έλαβε χώρα από τους δύο εναγόμενους και ήδη εκκαλούντες αδελφούς, που είχαν την πλειοψηφία των μερίδων (2/3 εξ αδιαιρέτου), το έτος 2000 στη μονοπρόσωπη εταιρεία με την επωνυμία “… ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΕΝΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ», μοναδική εταίρος και διαχειρίστρια της οποίας είναι η αδελφή των διαδίκων Σ. Τ. του Δ. , για να χρησιμοποιηθεί ως κατάστημα εμπορίας και διάθεσης γεωργικών εργαλείων, μηχανημάτων και εξαρτημάτων αυτών, λιπαντικών, ανταλλακτικών αυτοκινήτων, αγοράς και πώλησης αυτοκινήτων και άλλων ειδών, καθώς και για τη λειτουργία συνεργείου επισκευής κάθε τύπου οχημάτων, μηχανημάτων και μηχανών. Η μισθώτρια εξακολουθεί να έχει την κατοχή του, ως άνω, μισθίου χώρου και στο συνεργείο οχημάτων εργάζονται οι δύο εναγόμενοι – εκκαλούντες ως τεχνίτες. Σύμφωνα με την από 30-9-2015, ως άνω, έκθεση πραγματογνωμοσύνης, το εμβαδόν του όλου ακινήτου είναι 2.047,03 τ.μ. Η υποχρεωτική εισφορά του σε γη για την εφαρμογή του σχεδίου πόλεως είναι 684,52 τ.μ.. Η μέγιστη επιτρεπόμενη δόμηση, με συντελεστή δόμησης 0,80, υπολογίζεται ως εξής : Α) μετά την κύρωση της πράξης εφαρμογής του σχεδίου πόλεως : 2.047,03 επί 0,80 ίσον 1.637,624 τ.μ., Β) με το ισχύον νομικό καθεστώς (το ακίνητο βρίσκεται σε τμήμα μη συνεκτικό του σχεδίου πόλεως που δεν μπορεί να εκδοθεί άδεια δόμησης πριν από την κύρωση της πράξης εφαρμογής), θεωρητικά έχει: (2.047,03 τ.μ. μείον 684,52 τ.μ. επί 0,80 ίσον) 1.118,808 τ.μ. Από τα υφιστάμενα κτίρια στο ακίνητο : α) το ισόγειο κτίριο καταστημάτων έχει εμβαδόν 442,00 τ.μ., β) το υπόγειο του κτιρίου καταστημάτων (με εμβαδόν 442,00 τ.μ.) δεν λαμβάνεται υπόψη για τη δόμηση, γ) από τον πρώτο όροφο του κτιρίου καταστημάτων (με εμβαδόν 442,00 τ.μ.) λαμβάνεται υπόψη μόνον ο φέρων οργανισμός, χωρίς την τοιχοποιία, ένα τμήμα του κλιμακοστασίου και ένας κλειστός χώρος στον όροφο, ήτοι (21,32 τ.μ. συν 20,08 τ.μ. ίσον) 41,40 τ.μ., δ) το ισόγειο έχει εμβαδόν 573,94 τ.μ. και ε) το ισόγειο βοηθητικό κτίσμα έχει εμβαδόν 7,89 τ.μ. Συνολικά, δηλαδή, για τη μέγιστη επιτρεπόμενη δόμηση λαμβάνεται υπόψη εμβαδόν 1.065,23 τ.μ. (442,00 συν 41,40 συν 573,94 συν 7,89). Επομένως, με δεδομένο ότι, μετά την κύρωση της πράξης εφαρμογής, η μέγιστη επιτρεπόμενη δόμηση ανέρχεται σε 1.637,624 τ.μ., το υπόλοιπο δόμησης ανέρχεται σε (1.637,624 τ.μ. μείον 1.065,23 τ.μ.) 572,394 τ.μ. (που υπερκαλύπτει το εμβαδόν του Α’ ορόφου 442,00 τ.μ.), ενώ, με δεδομένο ότι η μέγιστη επιτρεπόμενη δόμηση ανέρχεται σε 1.118,808 τ.μ., το υπόλοιπο δόμησης ανέρχεται σε (1.118,808 τ.μ. μείον 1.065,23 τ.μ.) 53,578 τ.μ., το οποίο είναι μικρότερο από το εμβαδόν του Α’ ορόφου, αφού αφαιρεθεί ο φέρων οργανισμός του (442,00 μείον 41,40 ίσον 400,60 τ.μ.). Επίσης, οι διάδικοι είναι συγκύριοι, κατά ποσοστό 1/3 εξ αδιαιρέτου έκαστος, ενός αγροτεμαχίου (κατά τον τίτλο κτήσης του), εκτάσεως 988,48 τ.μ., που βρίσκεται στη θέση “… ” της πρώην τοπικής κοινότητας και ήδη δημοτικού διαμερίσματος … Δήμου Ζακύνθου, το οποίο απέκτησαν δυνάμει του νομίμως μεταγραφέντος υπ’ αριθ. … /19-1-1990 αγοραπωλητηρίου συμβολαίου της συμβολαιογράφου Ζακύνθου Ζωής Βισβάρδη, καθώς και ενός αγροτεμαχίου, εκτάσεως 99,28 τ.μ., κειμένου στην ίδια, ως άνω, θέση και όμορου , με το προηγούμενο αγροτεμάχιο, το οποίο απέκτησαν εξ αγοράς, δυνάμει του νομίμως μεταγραφέντος υπ’ αριθμ. … /11-10-1991 συμβολαίου της ίδιας, ως άνω, συμβολαιογράφου. Τα δύο αυτά όμορα αγροτεμάχια έχουν ενοποιηθεί σε ένα ενιαίο αγροτεμάχιο, με συνολικό εμβαδό (988,48 συν 99,28) 1.087,76 τ.μ., το οποίο βρίσκεται σε εκτός σχεδίου πόλεως περιοχή, δεν είναι άρτιο και Οικοδομήςιμο, απέχει από τη θάλασσα πάνω από 800 μέτρα, έχει πρόσωπο σε αγροτική – ιδιωτική Οδό και περιτοίχιση σε ύψος 2,00 μέτρων, η οποία είναι αυθαίρετη, καθώς δεν έχει εκδοθεί οικοδομική άδεια για την κατασκευή της. Τα δύο αυτά μερικότερα αγροτεμάχια δεν μπορούν να χωριστούν και παραμένουν ενιαίο ακίνητο, του οποίου η αυτούσια διανομή σε τρία ίσα μερίδια ούτε εφικτή, αλλά ούτε και συμφέρουσα είναι για τους διαδίκους. Από κανένα αποδεικτικό στοιχείο δεν προέκυψε η έκδοση έκθεσης αυτοψίας, κατά το άρθρο 1 του π.δ/τος 5/1983, του αρμοδίου οργάνου της Πολεοδομίας, για το χαρακτηρισμό του αυθαιρέτου της περιτοίχησης του εν λόγω ενιαίου ακινήτου, χωρίς τη σύμπραξη της οποίας η περιτοίχηση αυτή θεωρείται ανύπαρκτη, και, συνεπώς, επιτρέπεται η μεταβίβαση του ακινήτου, επί του οποίου έχει κατασκευαστεί αυτή, σύμφωνα με την προαναφερόμενη νομική σκέψη. Η πραγματική αγοραία αξία του δεν ξεπερνά την αντικειμενική τοιαύτη, που ανέρχεται σε 3.915,64 ευρώ, η δε συνολική αξία του, συνυπολογιζομένης της αξίας της περιτοίχισης, ανέρχεται σε 6.500 ευρώ. Η αξία του, συνυπολογιζομένης της ανέρχεται σε 3.915,64 ευρώ, η δε συνολική αξία του, συνυπολογιζομένης της αξίας της περιτοίχησης, ανέρχεται σε 6.500 ευρώ. Η αξία των κτιρίων του πρώτου, ως άνω, ακινήτου (κάθε κτιρίου-ορόφου), που βρίσκεται επί της 6ης Επαρχιακής Οδού, αφαιρουμένων των κοινοχρήστων χώρων του, είναι η εξής: Α) μεταλλικό κτίριο – συνεργείο εμβαδού 573,94 τ.μ. (επί 270 ευρώ/τ.μ.) 154.963,80 ευρώ, και μετά την αφαίρεση ποσού 50.000 ευρώ που αφορά το αναγκαίο κόστος τακτοποίησης (νομιμοποίησης) τούτου, το οποίο εσφαλμένα δεν υπολογίσθηκε από το πρωτόδικο δικαστήριο, (154.963,80 μείον 50.000) 104.963,80 ευρώ, κατά τους εν μέρει βάσιμους περί τούτου τρίτο και τέταρτο λόγους της έφεσης, Β) ισόγειο κεντρικό κτίριο εμβαδού 442 τ.μ. με πατάρι και υπόγειο, αξίας 600 ευρώ/τ.μ., εκτός κοινοχρήστων χώρων, ήτοι [(221,80 συν 174,20 συν 13,12 ίσον) 409 τ.μ. επί 600] 245.472 ευρώ, Γ) πρώτος όροφος ημιτελής μόνο με υποστυλώματα φέροντος οργανισμού, εμβαδού 442 τ.μ., αξίας 102 ευρώ/τ.μ., πλην κοινοχρήστων χώρων, ήτοι [(213,60 συν 174,20 ίσον) 387,80 τ.μ. επί 102] 39.555,60 ευρώ και κλειστός χώρος εμβαδού 21,32 τ.μ. αξίας 200 ευρώ/τ.μ., ήτοι (21,32 τ.μ. επί 102) 4.264 ευρώ, Δ) ισόγεια αποθήκη (αυθαίρετο βοηθητικό κτίσμα, ευτελούς πρόχειρης κατασκευής στο ακάλυπτο τμήμα του ακινήτου) εμβαδού 7,89 τ.μ. αξίας (επί 100 ευρώ/τ.μ.) 789 ευρώ.
Συνεπώς, η συνολική αξία των διανεμητέων επικοίνων περιουσιακών στοιχείων των διαδίκων, εκτός του περιβάλλοντος τα κτίρια του οικοπέδου, επί της 6ης Επαρχιακής Οδού … , ελεύθερου χώρου, ανέρχεται στο ύψος των (6.500 συν 104.963,80 συν 245.472 συν 39.555,60 συν 4.264 συν 789) 401.544,40 ευρώ και η μερίδα κάθε κοινωνού σε (401.544,40 δια 3) 133.848,13 ευρώ. Οι διάδικοι δεν συμφωνούν στη διανομή και με βάση τα ανωτέρω, τόσο το μεταλλικό κτίριο-συνεργείο, όσο και η ισόγεια αποθήκη δεν μπορούν να χωριστούν και πρέπει να παραμείνουν ενιαία, ενώ είναι εφικτή η αυτούσια διανομή σε μερίδες του κεντρικού κτιρίου καταστημάτων, ευρισκόμενου στο πρώτο ακίνητο που περιγράφεται ανωτέρω (που έχει κατασκευασθεί με την υπ’ αριθ. 480/77 οικοδομική άδεια), με σύσταση οριζόντιας ιδιοκτησίας, χωρίς διαχωρισμό σε μερίδια των ανωτέρω ενιαίων κατασκευών. Συγκεκριμένα, στην πρόσοψη του κεντρικού κτιρίου υπάρχουν 6 υποστυλώματα, που δημιουργούν 5 ανοίγματα. Στο μεσαίο άνοιγμα βρίσκονται το κλιμακοστάσιο και οι κοινόχρηστοι χώροι που έχουν διαχωριστεί στα δύο με τοιχοποιία, η δε πρόσοψη έχει τη μορφή δομικού στοιχείου. Όλο το υπόλοιπο κτίριο είναι χώρος επαγγελματικής χρήσης. Σύμφωνα με τις από Σεπτεμβρίου 2015 κατόψεις υπογείου, ισογείου και Α’ ορόφου του κεντρικού αυτού κτιρίου, τις οποίες έχει συντάξει ο πραγματογνώμονας πολιτικός μηχανικός Β. Π. , δημιουργούνται 5 καταστήματα, ήτοι τα Α, Β, Γα, Δ και Ε (με αρίθμηση που ξεκινά από τα αριστερά προς τα δεξιά), ενώ υφίσταται στο μεν ισόγειο ο χώρος Γβ, στον δε Α’ όροφο ο κλειστός χώρος Γβ. Οι εναγόμενοι- εκκαλούντες, μετά από το σχετικό αίτημα που έχουν υποβάλει, πρέπει να λάβουν κοινή μερίδα, η αξία της οποίας θα αντιστοιχεί στα 2/3 της συνολικής αξίας των ακινήτων και ο ενάγων – εφεσίβλητος θα λάβει το υπόλοιπο 1/3. Με τα δεδομένα αυτά, είναι δυνατή η διανομή της κοινής περιουσίας των διαδίκων ως ακολούθως : Α) Ο ενάγων – εφεσίβλητος θα λάβει μερίδα 1/3 και δη : 1) τα καταστήματα Δ και Ε του ισογείου και τα αντίστοιχα τμήματα του υπογείου του κεντρικού κτιρίου, με εμβαδόν 174,20 τ.μ. και αξία (174,20 τ.μ. επί 600 ευρώ/τ.μ.) 104.520 ευρώ, 2) τον χώρο Γβ του ισογείου, με εμβαδόν 13,12 τ.μ. και αξία (13,12 τ.μ. επί 600 ευρώ/τ.μ.) 7.872 ευρώ, 3) τα τμήματα Δ και Ε του Α’ ορόφου, με εμβαδόν 174,20 τ.μ. και αξία (174,20 τ.μ. επί 102 ευρώ/τ.μ.) 17.768,40 ευρώ, 4) την αποθήκη – βοηθητικό κτίσμα στον ακάλυπτο χώρο του οικοπέδου με εμβαδόν 7,89 τ.μ. και αξία (7,89 τ.μ. επί 100 ευρώ) 789 ευρώ και 5) το ενιαίο οικόπεδο στη θέση “… ” αξίας 6.500 ευρώ. Επομένως, η συνολική αξία της μερίδας του ανέρχεται στο ποσό των (104.520 συν 7.872 συν 17.768,40 συν 789 συν 6.500) 137.449,40 ευρώ. Β) Οι εναγόμενοι-εκκαλούντες θα λάβουν, κατά το υποβληθέν αίτημά τους, κοινή μερίδα (2/3) και δη : 1) το μεταλλικό κτίριο-συνεργείο, με εμβαδόν 573,94 τ.μ. και αξία 104.963,80 ευρώ, 2) τα καταστήματα A, Β, Γα του ισογείου και τα αντίστοιχα τμήματα του υπογείου, με εμβαδόν 221,80 τ.μ. και αξία (221,80 τ.μ. επί 600 ευρώ/τμ.) 133.080 ευρώ, 3) τον κλειστό χώρο Γβ του πρώτου ορόφου με εμβαδόν 21,32 τ.μ. και αξία (21,32 τ.μ. επί 200 ευρώ/τ.μ.) 4.264 ευρώ και 4) τα τμήματα A, Β, Γα του Α’ ορόφου, με εμβαδόν 213,60 και αξία (213,60 τ.μ. επί 102 ευρώ/τ.μ.) 21.787,20 ευρώ. Επομένως, η συνολική αξία της κοινής μερίδας αυτών ανέρχεται στο ποσό των (104.963,80 συν 133.080 συν 4.264 συν 21.787,20) 264.095 ευρώ. Με δεδομένο ότι το 1/3 του συνολικού ποσού που σχηματίζεται από τη μερίδα του ενάγοντος-εφεσίβλητου και την κοινή μερίδα των εναγομένων – εκκαλούντων ανέρχεται, όπως προεκτίθεται, στο ύψος των 133.848,10 ευρώ, ο ενάγων – εφεσίβλητος λαμβάνει περιουσιακά στοιχεία αξίας μεγαλύτερης της μερίδας του κατά (137.449,40 μείον 133.848,10) 3.601,30 ευρώ, ποσό το οποίο πρέπει να καταβάλει, ως διαφορά, στους εναγομένους- εκκαλούντες προς πλήρη εξίσωση των μερίδων τους. Τα ποσοστά στο, ως άνω, οικόπεδο παραμένουν ως έχουν, σύμφωνα με τους τίτλους ιδιοκτησίας, δηλαδή, 2/3 εξ αδιαιρέτου για τους εκκαλούντες και 1/3 εξ αδιαιρέτου για τον εφεσίβλητο. Κοινόχρηστοι χώροι του κεντρικού κτιρίου υφίστανται στο υπόγειο εμβαδού 46 τ.μ., στο ισόγειο εμβαδού 32,88 τ.μ., στον Α’ όροφο εμβαδού 32,88 τ.μ., ενώ προβλέπεται στο υπόλοιπο δόμησης Β’ ορόφου (υπό κατασκευή) κοινόχρηστος χώρος εμβαδού 25,87 τ.μ., όπως οι χώροι αυτοί εμφαίνονται στις αντίστοιχες κατόψεις που έχει συντάξει ο πραγματογνώμονας. Εξάλλου, λαμβάνουν δομημένη επιφάνεια οι μεν εκκαλούντες-εναγόμενοι 1.030,66 τ.μ., ο δε εφεσίβλητος-ενάγων 369,41 τ.μ., ενώ το υπόλοιπο δόμησης για τον τελευταίο ανέρχεται σε 143,58 τ.μ.. Για να καλυφθεί αυτή η διαφορά στη δόμηση, ο εφεσίβλητος μπορεί κατά προτεραιότητα να κάνει χρήση του υπολοίπου συντελεστή δόμησης για την αποπεράτωση του Α’ ορόφου, την κατασκευή Β’ ορόφου ή να αλλάξει χρήση στο υπόγειο που του αντιστοιχεί ή σε νέα κατασκευή. Περαιτέρω, σύμφωνα με τον πίνακα κατανομής ποσοστών οικοπέδου, που περιέχεται στην έκθεση πραγματογνωμοσύνης, στους μεν εναγόμενους-εκκαλούντες περιέρχονται: 1) το μεταλλικό κτίριο – συνεργείο εκτάσεως 573,94 τ.μ., στο οποίο αναλογούν 371,24 0/00 επί του κτιρίου και επί του όλου οικοπέδου (που αντιστοιχούν σε 759,94 τ.μ. επί του όλου οικοπέδου), 2) 221,80 τ.μ. του ισογείου του κεντρικού κτιρίου (Α+Β+Γα), στα οποία αναλογούν 143,47 0/00 επί του κτιρίου και επί του όλου οικοπέδου (που αντιστοιχούν σε 293,68 τ.μ. επί του όλου οικοπέδου), 3) 213,60 τ.μ. του πρώτου ορόφου του κεντρικού κτιρίου (Α+Β+Γα), στα οποία αναλογούν 138,16 0/00 επί του κτιρίου και επί του όλου οικοπέδου (που αντιστοιχούν σε 282,82 τ.μ. επί του όλου οικοπέδου), 3) 21,32 τ.μ. του πρώτου ορόφου του κεντρικού κτιρίου (Γβ), στα οποία αναλογούν 13,79 0/00 επί του κτιρίου και επί του όλου οικοπέδου (που αντιστοιχούν σε 28,23 τ.μ. επί του όλου οικοπέδου), τον δε ενάγοντα – εφεσίβλητο περιέρχονται : 1) 174,20 τ.μ. του ισογείου του κεντρικού κτιρίου (Δ+Ε), στα οποία αναλογούν 112,68 0/00 επί του κτιρίου και επί του όλου οικοπέδου (που αντιστοιχούν σε 230,66 τ.μ. επί του όλου οικοπέδου), 2) 13,12 τ.μ. του ισογείου χώρου του κεντρικού κτιρίου (Γβ), στα οποία αναλογούν 8,49 0/00 επί του κτιρίου και επί του όλου οικοπέδου (που αντιστοιχεί σε 17,38 τ.μ. επί του όλου οικοπέδου), 3) το βοηθητικό κτίσμα- αποθήκη εκτάσεως 7,89 τ.μ., στο οποίο αναλογούν 5,10 0/00 επί του κτιρίου και επί του όλου οικοπέδου (που αντιστοιχεί σε 10,44 τ.μ. επί του όλου οικοπέδου), 4) 174,20 τ.μ. του πρώτου ορόφου του κεντρικού κτιρίου (Δ+Ε), στα οποία αναλογούν 112,68 0/00 επί του κτιρίου και επί του όλου οικοπέδου (που αντιστοιχούν σε 230,66 τ.μ. επί του όλου οικοπέδου) και 5) 145,92 τ.μ. υπόλοιπο δόμησης Β’ ορόφου του κεντρικού κτιρίου, στο οποίο αναλογούν 94,39 0/00 επί του κτιρίου και επί του όλου οικοπέδου (που αντιστοιχεί σε 193,22 τ.μ. επί του όλου οικοπέδου). Με βάση αυτόν τον πίνακα, στους εκκαλούντες αναλογούν 666,66 0/00 επί του κτιρίου αυτού και επί του όλου οικοπέδου και στον εφεσίβλητο αναλογούν 333,34 0/00 επί του κτιρίου και επί του όλου οικοπέδου. Επιπλέον, στους εκκαλούντες περιέρχεται επιφάνεια 900,79 τ.μ. των υφιστάμενων προς χρήση κλειστών στεγασμένων και ακάλυπτων χώρων του οικοπέδου πέριξ του κεντρικού κτιρίου που έχει ανεγερθεί κατόπιν της υπ’ αριθ. 480/77 οικοδομικής άδειας, στον δε εφεσίβλητο περιέρχεται αντίστοιχη έκταση 377,75 τ.μ. Η λύση να διανεμηθεί μόνο το κεντρικό αυτό κτίριο και να παραμείνει εκτός διανομής το μεταλλικό κτίριο-συνεργείο δεν είναι εφικτή, διότι τούτο προϋποθέτει την κατεδάφισή του. Η διανομή των κοινών ακινήτων, όπως ανωτέρω λεπτομερώς αναλύεται, είναι η μόνη που λαμβάνει υπόψη τόσο το αίτημα των εκκαλούντων- εναγομένων να λάβουν κοινή μερίδα στο πρώτο ακίνητο (επί της 6ης Επαρχιακής Οδού), όσο και την υφιστάμενη κατάσταση των κτιρίων που έχουν ανεγερθεί εντός αυτού και που επιτρέπει τη χρήση του πρώτου ορόφου σε συνέχεια με το ισόγειο, αφού και τα δύο τμήματα έχουν εσωτερική επαφή με το κλιμακοστάσιο (κλειστούς κοινόχρηστους χώρους) και τον ανελκυστήρα, οι δε τ’ αντίθετα υποστηρίζοντες πέμπτος και έκτος λόγοι της έφεσης είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι. Κατόπιν …., το Δικαστήριο, έχοντας σχηματίσει πλήρη δικανική πεποίθηση από το προσκομισθέν αποδεικτικό υλικό, προκρίνει ως προσφορότερο τον παρακάτω τρόπο αυτούσιας διανομής των επικοίνων ακινήτων, προκειμένου να λυθεί η μεταξύ των διαδίκων κοινωνία προς το συμφέρον όλων των κοινωνών, με σύσταση οριζοντίων ιδιοκτησιών και επιδίκαση στους εναγόμενους – εκκαλούντες κοινής μερίδας, με διαίρεση σε άνισα μέρη, ώστε στους τελευταίους, που ζήτησαν κοινή μερίδα, να περιέλθει με απονέμηση αντίστοιχο με τη μερίδα τους μέρος και με εξίσωση των άνισων μερίδων με καταβολή σ’ αυτούς από τον ενάγοντα- εφεσίβλητο χρηματικού ποσού ως ακολούθως: Α) στον ενάγοντα-εφεσίβλητο, ο οποίος καθίσταται αποκλειστικός κύριος σ’ αυτά, θα επιδικαστούν: 1) από το κεντρικό κτίριο, που έχει ανεγερθεί με την υπ’ αριθ. 480/1977 οικοδομική άδεια επί του πρώτου επικοίνου ακινήτου, τα καταστήματα Δ και Ε του ισογείου και τα αντίστοιχα τμήματα του υπογείου, με εμβαδόν 174,20 τ.μ., ο χώρος Γβ του ισογείου με εμβαδόν 13,12 τ.μ. και τα τμήματα Δ και Ε του Α’ ορόφου, με εμβαδόν 174,20 τ.μ., όπως αυτά εμφαίνονται στις από Σεπτεμβρίου 2015 κατόψεις υπογείου, ισογείου και Α’ ορόφου, που έχει συντάξει ο πραγματογνώμονας, πολιτικός μηχανικός, Β. Π. και επισυνάπτονται στην από 30- 9-2015 έκθεση πραγματογνωμοσύνης του, 2) η ισόγεια αποθήκη – βοηθητικό κτίσμα στον ακάλυπτο χώρο του, ως άνω, πρώτου επικοίνου ακινήτου με εμβαδόν 7,89 τ.μ., με ποσοστό συγκυριότητας επί του οικοπέδου 333,34 0/00, όπως τούτο εμφαίνεται στον πίνακα κατανομής ποσοστών οικοπέδου, που έχει συντάξει ο ίδιος, ως άνω, πραγματογνώμονας και προσαρτάται στην έκθεση πραγματογνωμοσύνης του, με επιφάνεια συνολικού εμβαδού 377,75 τ.μ. επί του ακαλύπτου χώρου πέριξ του ανωτέρω κεντρικού κτιρίου, όπως η επιφάνεια αυτή αποτυπώνεται στο από Σεπτεμβρίου 2015 σκαρίφημα διανομής και χρήσης των χώρων εκτός του κεντρικού κτιρίου, που έχει συντάξει ο, ως άνω, πραγματογνώμονας και περιέχεται στην έκθεσή του και 3) ενιαίο αγροτεμάχιο στη θέση “… ” της Τοπικής Κοινότητας … Δήμου Ζακύνθου, συνολικής έκτασης 1.087,76 τ.μ., το οποίο αποτελείται από δύο (2) όμορα αγροτεμάχια, εκτάσεως 988,48 τ.μ. και 99,28 τ.μ., αντίστοιχα, είναι εκτός σχεδίου, δεν είναι άρτιο και Οικοδομήςιμο, απέχει από τη θάλασσα πάνω μέτρα, έχει πρόσωπο σε αγροτική-ιδιωτική Οδό, ενώ έχει περιτοίχιση σε ύψος 2,00 μέτρων, η οποία είναι αυθαίρετη, καθόσον δεν έχει εκδοθεί οικοδομική άδεια για την κατασκευή της, Β) στους εναγόμενους-εκκαλούντες, οι οποίοι καθίστανται αποκλειστικοί συγκύριοι, κατά ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου έκαστος, θα επιδικασθούν : 1) από το κεντρικό κτίριο, που έχει ανεγερθεί με την υπ’ αριθ. 480/1977 οικοδομική άδεια επί του πρώτου επικοίνου ακινήτου, τα καταστήματα A, Β, Γα του ισογείου και τα αντίστοιχα τμήματα του υπογείου, με εμβαδόν 221,80 τ.μ., τα αντίστοιχα τμήματα A, Β, Γα του Α’ ορόφου, με εμβαδόν 213,60 τ.μ. και το κατασκευασμένο τμήμα Γβ του Α’ ορόφου (κλειστός χώρος σε επαφή με το κλιμακοστάσιο), με εμβαδόν 21,32 τ.μ., όπως αυτά εμφαίνονται στις από Σεπτεμβρίου 2015 κατόψεις υπογείου, ισογείου και Α’ ορόφου, που έχει συντάξει ο ανωτέρω πραγματογνώμονας και επισυνάπτονται στην προαναφερθείσα έκθεση πραγματογνωμοσύνης του και 2) το ισόγειο μεταλλικό κτίριο-συνεργείο, που βρίσκεται στο πρώτο, ως άνω, επίκοινο ακίνητο, με εμβαδόν 573,94 τ.μ., όπως τούτο αποτυπώνεται στο προσαρτώμενο στην άνω έκθεση πραγματογνωμοσύνης τοπογραφικό διάγραμμα του τοπογράφου μηχανικού Χ. Γ. , με στοιχεία α-β-γ-Θ-Ι-Κ-δ-α, με ποσοστό συγκυριότητας επί του οικοπέδου 666,66 0/00, όπως τούτο εμφαίνεται στον πίνακα κατανομής ποσοστών οικοπέδου, που έχει συντάξει ο ίδιος, ως άνω, πραγματογνώμονας και προσαρτάται στην έκθεση πραγματογνωμοσύνης του, με επιφάνεια συνολικού εμβαδού 900,79 τ.μ. (στην οποία συμπεριλαμβάνεται και η επιφάνεια του μεταλλικού κτίσματος-συνεργείου) επί του ακάλυπτου χώρου πέριξ του κεντρικού κτιρίου, που έχει ανεγερθεί κατόπιν της υπ’ αριθ. 480/77 οικοδομικής άδειας επί του πρώτου επικοίνου ακινήτου, όπως η επιφάνεια αυτή αποτυπώνεται στο από Σεπτεμβρίου 2015 σκαρίφημα διανομής και χρήσης των χώρων εκτός του κτιρίου, που έχει συντάξει ο ανωτέρω πραγματογνώμονας και περιέχεται στην έκθεσή του. Στο μέρος δε αυτό που επιδικάζεται στους εναγόμενους-εκκαλούντες συνίσταται κοινωνία κατά το λόγο των μερίδων τους. Τέλος, ο ενάγων-εφεσίβλητος πρέπει να καταβάλει στους εναγόμενους-εκκαλούντες για την εξίσωση της άνισης, κατά τα προαναφερόμενα, αξίας των μερίδων το ποσό των 3.601,30 ευρώ…». Με βάση τις παραδοχές αυτές, το Εφετείο δέχθηκε την έφεση των αναιρεσειόντων, ως προς τον τρίτο και τέταρτο λόγους έφεσης, που αφορούσαν την αξία των διανεμητέων ακινήτων, διάφορη αυτής που είχε κρίνει η εκκαλούμενη απόφαση, με την οποία είχε διαταχθεί η αυτούσια διανομή με απονέμηση, κράτησε την υπόθεση, δίκασε την αγωγή, και δέχθηκε αυτήν κατ’ ουσίαν βάσιμη και διέταξε την αυτούσια διανομή των επίκοινων ακινήτων, με απονέμηση και εξίωση μερίδων. Ειδικότερα, με τις παραδοχές αυτές το Εφετείο έκρινε: 1. Ότι είναι δυνατή και συμφέρουσα για τους διαδίκους κοινωνούς η αυτούσια διανομή του επίκοινου ακινήτου, και αφού καθόρισε την αξία καθενός διανεμητέου, κατένειμε αυτά σε δύο απονεμητέες μερίδες, προσδιορίζοντας τα ακίνητα που αντιστοιχούν στην κάθε μερίδα, και διαλαμβάνοντας : στην Α μερίδα τα ακίνητα με στοιχεία: [1] από το κεντρικό κτίριο, τα καταστήματα Δ και Ε του ισογείου και τα αντίστοιχα τμήματα του υπογείου, με εμβαδόν 174,20 τ.μ., ο χώρος Γβ του ισογείου με εμβαδόν 13,12 τ.μ. και τα τμήματα Δ και Ε του Α’ ορόφου, με εμβαδόν 174,20 τ.μ., [2] η ισόγεια αποθήκη-βοηθητικό κτίσμα στον ακάλυπτο χώρο του, ως άνω, πρώτου επικοίνου ακινήτου με εμβαδόν 7,89 τ.μ.], με ποσοστό (συγ)κυριότητας επί του οικοπέδου 333,34 0/00, όπως τούτο εμφαίνεται στον πίνακα κατανομής ποσοστών οικοπέδου, που έχει συντάξει ο ίδιος, ως άνω, πραγματογνώμονας και προσαρτάται στην έκθεση πραγματογνωμοσύνης του, με επιφάνεια συνολικού εμβαδού 377,75 τ.μ. επί του ακαλύπτου χώρου πέριξ του ανωτέρω κεντρικού κτιρίου, όπως η επιφάνεια αυτή αποτυπώνεται στο από Σεπτεμβρίου 2015 σκαρίφημα διανομής και χρήσης των χώρων εκτός του κεντρικού κτιρίου, που έχει συντάξει ο, ως άνω, πραγματογνώμονας και περιέχεται στην έκθεσή του και [3] ενιαίο αγροτεμάχιο στη θέση “… ” της Τοπικής Κοινότητας … Δήμου Ζακύνθου, συνολικής έκτασης 1.087,76 τ.μ., το οποίο αποτελείται από δύο (2) όμορα αγροτεμάχια, εκτάσεως 988,48 τ.μ. και 99,28 τ.μ., αντίστοιχα, είναι εκτός σχεδίου, δεν είναι άρτιο και Οικοδομήςιμο, απέχει από τη θάλασσα πάνω μέτρα, έχει πρόσωπο σε αγροτική-ιδιωτική Οδό, με περιτοίχιση σε ύψος 2,00 μέτρων (αυθαίρετη)], στην Β μερίδα τα ακίνητα με στοιχεία [1] από το κεντρικό κτίριο, τα καταστήματα A, Β, Γα του ισογείου και τα αντίστοιχα τμήματα του υπογείου, με εμβαδόν 221,80 τ.μ., τα αντίστοιχα τμήματα A, Β, Γα του Α’ ορόφου, με εμβαδόν 213,60 τ.μ. και το κατασκευασμένο τμήμα Γβ του Α’ ορόφου (κλειστός χώρος σε επαφή με το κλιμακοστάσιο), με εμβαδόν 21,32 τ.μ. και [2] το ισόγειο μεταλλικό κτίριο-συνεργείο, που βρίσκεται στο επίκοινο ακίνητο, με εμβαδόν 573,94 τ.μ.], και με ποσοστό (συγ)κυριότητας επί του οικοπέδου 666,66 0/00, όπως τούτο εμφαίνεται στον πίνακα κατανομής ποσοστών οικοπέδου, που έχει συντάξει ο ίδιος, ως άνω, πραγματογνώμονας και προσαρτάται στην έκθεση πραγματογνωμοσύνης του, με επιφάνεια συνολικού εμβαδού 900,79 τ.μ. (στην οποία συμπεριλαμβάνεται και η επιφάνεια του μεταλλικού κτίσματος – συνεργείου) επί του ακάλυπτου χώρου πέριξ του κεντρικού κτιρίου, που έχει ανεγερθεί κατόπιν της υπ’ αριθ. 480/77 οικοδομικής άδειας επί του πρώτου επικοίνου ακινήτου, όπως η επιφάνεια αυτή αποτυπώνεται στο από Σεπτεμβρίου 2015 σκαρίφημα διανομής και χρήσης των χώρων εκτός του κτιρίου, που έχει συντάξει ο ανωτέρω πραγματογνώμονας και περιέχεται στην έκθεσή του, και απονέμοντας την πρώτη μερίδα στον αναιρεσίβλητο, συνολικής αξίας 137.449,40 ευρώ, και τη δεύτερη (κοινή) μερίδα στους αναιρεσείοντες, κατά ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου ο καθένας, συνολικής αξίας 264.095 ευρώ, με υποχρέωση προς εξίσωση των μερίδων καταβολής από τον αναιρεσίβλητο στους αναιρεσείοντες του ποσού των 3.601,30 ευρώ, διέταξε την αυτούσια διανομή με απονέμηση. 2. Ότι στο επίκοινο ακίνητο έχει κατασκευαστεί ένα κτίριο, ισόγειο μεταλλικό κλειστό, με μεταλλική στέγη (επικάλυψη από λαμαρίνα) που έχει εμβαδόν 573,94 τ.μ. και στεγάζει επιχείρηση συνεργείου αυτοκινήτων, το οποίο έχει εξαιρεθεί της κατεδάφισης, κατά τις διατάξεις του άρθρου 16 του ν. 1337/1983, με απόφαση του αρμοδίου οργάνου της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Ζακύνθου. 3. α) Ότι το παραπάνω ισόγειο μεταλλικό κτίριο αυθαίρετα, χωρίς σχετική οικοδομική άδεια, έχει μετατραπεί σε χώρο κύριας χρήσης, αφού έχει περιμετρικά κλειστεί με πάνελ, β) Ότι δεν έχει εκδοθεί η απαραίτητη διαπιστωτική πράξη ατομική διοικητική πράξη για τον, κατά νόμο, χαρακτηρισμό του ως αυθαίρετου, με συνέπεια να μην έχουν επέλθει οι έννομες συνέπειες του αυθαίρετου χαρακτήρα αυτού. 4. Ότι τα δύο παραπάνω όμορα αγροτεμάχια έχουν ενοποιηθεί σε ένα ενιαίο αγροτεμάχιο, με συνολικό εμβαδό 1.087,76 τ.μ., το οποίο βρίσκεται σε εκτός σχεδίου πόλης περιοχή, και έχει περιτοίχιση σε ύψος 2,00 μέτρων, για την οποία δεν έχει εκδοθεί οικοδομική άδεια. 5. Ότι στο επίκοινο ακίνητο έχει κατασκευαστεί, χωρίς έκδοση οικοδομικής άδειας, ισόγεια αποθήκη (βοηθητικό κτίσμα) με μεταλλικό σκελετό και επικάλυψη λαμαρίνας, εμβαδού 7,89 τ.μ..
[2] Έτσι που έκρινε το Εφετείο, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, ως προς το ζήτημα ότι είναι δυνατή και συμφέρουσα η αυτούσια διανομή με απονέμηση, και ότι, λόγω, μη έκδοσης της ατομικής διοικητικής πράξης έκθεσης αυτοψίας των υπαλλήλων της αρμόδιας Πολεοδομικής Υπηρεσίας, για την εγκατεστημένη αλλαγή χρήσης, στο εξαιρεθέν της κατεδάφισης ισόγειο μεταλλικό κτίριο με επικάλυψη λαμαρίνα, που περικλείστηκε περιμετρικά με δομή κατασκευής, δεν επήλθαν οι έννομες συνέπειες της αυθαίρετης αλλαγής χρήσης, και ότι, συνεπώς, το επίκοινο είναι δεκτικό δικαστικής διανομής με αυτούσια διανομή, με απονέμηση και εξίσωση μερίδων, δεν παραβίασε ευθέως 1) τις διατάξεις των άρθρων 81, 82, του ν. 4495/2017, των προϊσχυσάντων αυτού νόμων (άρθρα 5 παρ.2, 22 Ν.1577/1985, 4, 5, 6 ν.4067/2012, 1 ΠΔ της 05-07-1983) και άρθρα 1, 2 και 9 του ν. 4178/2013, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και δεν εφάρμοσε, καθόσον δεν ήταν εφαρμοστέες διότι, κατά τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη, δεν επήλθαν οι έννομες συνέπειες του αυθαιρέτου χαρακτήρα του εν λόγω επικοίνου ακινήτου, η τήρηση δε των προϋποθέσεων απαγόρευσης σύστασης εμπραγμάτων θα εξασφαλιστεί με την επισύναψη, κατά τη μεταγραφή, στη συγκεκριμένη περίπτωση, της τελεσίδικης απόφασης περί δικαστικής διανομής με απονέμηση, της υπεύθυνης δήλωσης του ιδιοκτήτη, και της βεβαίωσης του μηχανικού [ή από 1ης Απριλίου 2022 του αναφερόμενου στο σκεπτικό πιστοποιητικού πληρότητας]), και 2) τις διατάξεις των άρθρων 1 και 4 παρ. 1 και 4 του π.δ/τος 267/1998, του άρθρου 1 του π.δ/τος της 05-07-1983 και 92 του ν. 4495/2017, 799, 800 ΑΚ, 480, 481 εδβ, 486 παρ. 2 ΚΠολΔ, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε, ενόψει του ότι υπάρχει νομική ακολουθία μεταξύ των πραγματικών γεγονότων που έγιναν δεκτά από αυτήν και υπήχθησαν στις παραπάνω διατάξεις, όπως η έννοια αυτών αναλύθηκε στη νομική σκέψη, που προεκτέθηκε και του συμπεράσματος του νομικού της συλλογισμού. Επομένως, κατά πλειοψηφία, ο, από τον αρ. 1α του άρθρου 559 ΚΠολΔ, πρώτος λόγος αναίρεσης, με τον οποίο οι αναιρεσείοντες υποστηρίζουν τα αντίθετα, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Περαιτέρω, ο, από τον αρ. 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, επικουρικός, λόγος αναίρεσης, με τον οποίο οι αναιρεσείοντες πλήττουν την προσβαλλόμενη απόφαση, για στέρηση νόμιμης βάσης, και, ειδικότερα, για αντιφατική αιτιολογία, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος και, τούτο, διότι δεν υπάρχει αντίφαση μεταξύ της παραδοχής της προσβαλλομένης ότι το επίκοινο κτίσμα (μεταλλικό ισόγειο) έχει εγκατεστημένη αλλαγή χρήσης και της παραδοχής ότι, επειδή δεν έχει εκδοθεί η απαραίτητη διαπιστωτική ατομική διοικητική πράξη, για το χαρακτηρισμό του, κατά νόμο, ως αυθαιρέτου, δεν επέρχονται οι έννομες συνέπειες του αυθαιρέτου χαρακτήρα του.
ΙΙΙ. Ένα μέλος του Δικαστηρίου, και, συγκεκριμένα, η Αρεοπαγίτης – Εισηγήτρια, Αγαθή Δερέ, είχε την εξής μειοψηφούσα άποψη : Το πρόβλημα της σύστασης εμπράγματου δικαιώματος σε ακίνητο με αυθαίρετες κατασκευές και αλλαγή χρήσης αντιμετωπίστηκε, μεταξύ άλλων, με τις διατάξεις του άρθρου 23 παρ. 1-5 του ν. 4014/2011 (Α 209) “Περιβαλλοντική αδειοδότηση έργων και δραστηριοτήτων, ρύθμιση αυθαιρέτων σε συνάρτηση με δημιουργία περιβαλλοντικού ισοζυγίου και άλλες διατάξεις αρμοδιότητας Υπουργείου Περιβάλλοντος», με τις οποίες, από τη δημοσίευση αυτού απαγορεύτηκε και ήταν απολύτως άκυρη η μεταβίβαση ή σύσταση εμπραγμάτου δικαιώματος σε ακίνητο, στο οποίο έχει εκτελεστεί αυθαίρετη κατασκευή ή αλλαγή χρήσης, όπως ειδικότερα, ορίζεται στα άρθρα 5 παρ. 2 και 22 παρ. 3 του ν. 1577/1985, με τις διατάξεις του άρθρου 24 του ως άνω νόμου θεσπίστηκε τριακονταετής αναστολή της επιβολής κυρώσεων επί αυθαίρετων κατασκευών και αλλαγών χρήσης, που εγκαταστάθηκαν μέχρι την 28-07-2011, υπό τον όρο της καταβολής ειδικού προστίμου, ενώ προβλέφθηκε η διάθεση του επιβαλλόμενου για την αναστολή ειδικού προστίμου για δράσεις πολεοδομικού ισοζυγίου μέσα στους δήμους στους οποίους δηλώνονται αυθαίρετες κατασκευές και χρήσεις. Μετά τη με αριθμ. 3341/2011/2013 απόφαση της ΟλΣτΕ με την οποία κρίθηκε ότι οι ρυθμίσεις αυτές είχαν ως αποτέλεσμα την ανατροπή και, σε κάθε περίπτωση, τη νόθευση του επιβαλλόμενου από το άρθρο 24 Σ. ορθολογικού σχεδιασμού, ακολούθησε ο ν. 4178/2013 (ΦΕΚ Α’ 174/08/08/2013), με τον οποίο επανεισήχθη το πρότυπο των ρυθμίσεων του ν. 4014/2011, με ορισμένες προσθήκες, όπως την κατηγοριοποίηση των αυθαιρέτων από την οποία εξαρτήθηκε η χορήγηση οριστικής εξαίρεσης ή αναστολής από την κατεδάφιση και διαφοροποίησε είτε επί το αυστηρότερο είτε επί το επιεικέστερο και παρασχέθηκε η δυνατότητα, υπό προϋποθέσεις, να υπαχθούν στις ρυθμίσεις του ακίνητα στα οποία έχουν εκτελεσθεί αυθαίρετες κατασκευές ή έχουν εγκατασταθεί αυθαίρετες χρήσεις και τα οποία είχαν υπαχθεί στις προγενέστερες ρυθμίσεις του ν. 4014/2011. Ειδικότερα, στο άρθρο 1 παρ.1 του ν. 4178/2013, το οποίο εντάσσεται στο κεφάλαιο Α’ του νόμου αυτού (άρθρα 1-30) με τίτλο “Αντιμετώπιση της αυθαίρετης δόμησης», ορίζεται ότι : “από τη δημοσίευση του παρόντος απαγορεύεται και είναι απολύτως άκυρη η μεταβίβαση ή η σύσταση εμπράγματου δικαιώματος σε ακίνητο, στο οποίο έχει εκτελεστεί αυθαίρετη κατασκευή ή έχει εγκατασταθεί αυθαίρετη αλλαγή χρήσης, όπως ειδικότερα ορίζεται στα άρθρα 5 παρ.2 και 22 παρ. 3 του ν.1577/1985 (Α’ 210) …», στη δε παρ. 2 του ίδιου άρθρου 1 ορίζεται ότι : “από τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εξαιρούνται τα ακίνητα, στα οποία έχουν εκτελεστεί αυθαίρετες κατασκευές ή έχουν εγκατασταθεί αυθαίρετες χρήσεις : α) που υφίστανται προ της 30.11.1955, ημερομηνίας ισχύος του από 9.8.1955 βασιλικού διατάγματος ή β) που έχουν απαλλαγεί από την κατεδάφιση, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 720/1977 (Α` 297) ή γ) που έχουν εξαιρεθεί από την κατεδάφιση, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 16 του ν. 1337/1983 (Α` 33) ή των παραγράφων 8 και 10 του άρθρου 9 του ν. 1512/1985 (Α`4) ή δ) που έχει ανασταλεί η κατεδάφιση, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 15,16, 20 και 21 του ν. 1337/1983 (Α` 33), όπως ισχύουν, χωρίς όμως να έχει απορριφθεί με απόφαση του αρμοδίου κατά περίπτωση οργάνου η αίτηση για την εξαίρεση από την κατεδάφιση ή ε) που έχουν εξαιρεθεί από την κατεδάφιση, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 του ν. 3399/2005 (Α` 255) ή στ) που έχει περατωθεί η διαδικασία διατήρησης, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3775/2009 (Α` 122) ή του ν. 3843/2010 (Α` 62) και για το χρονικό διάστημα που προβλέπεται σε αυτές και υπό τις προϋποθέσεις του παρόντος νόμου ή ζ) που έχει περατωθεί η διαδικασία καταβολής του ενιαίου ειδικού προστίμου ή έχει καταβληθεί ποσοστό 30% του συνολικού ποσού προστίμου ή του σχετικού παραβόλου εφόσον ορίζεται κατά τις διατάξεις του παρόντος …». Στο άρθρο 2 καθορίζονται οι περιπτώσεις αυθαίρετων κατασκευών και αυθαίρετων αλλαγών χρήσεων, οι οποίες δεν υπάγονται στις διατάξεις του νόμου και στις οποίες δεν εφαρμόζεται η ως άνω περ. ζ’ της παρ. 2 του άρθρου 1 του νόμου, με κύριο κριτήριο τη θέση του ακινήτου (αυθαίρετα σε κοινόχρηστους χώρους, στον αιγιαλό, στην παραλία σε δάση και αναδασωτέες εκτάσεις κτλ), ενώ στο άρθρο 7 ορίζεται ότι: ” 1. Υπάγονται στον παρόντα νόμο αυθαίρετες κατασκευές ή χρήσεις, για τις οποίες η αυθαίρετη κατασκευή ή η αυθαίρετη αλλαγή χρήσης έχει περατωθεί, κατά τις ειδικότερες διατάξεις του άρθρου 8 του παρόντος πριν την 28.7.2011. 2. …», στο άρθρο 8 ορίζεται ότι: “Από την ισχύ του παρόντος νόμου αναστέλλεται η είσπραξη και η επιβολή κάθε κύρωσης, για το χρονικό διάστημα που προβλέπεται στον παρόντα νόμο ή και επέρχεται οριστική εξαίρεση από την κατεδάφιση, αναλόγως της κατηγορίας της αυθαίρετης κατασκευής, μετά την καταβολή του ενιαίου ειδικού προστίμου ή και του σχετικού παραβόλου, εφόσον προβλέπεται στον παρόντα νόμο, το ύψος και ο τρόπος καταβολής του οποίου καθορίζεται στον παρόντα νόμο. Η αναστολή ή και η εξαίρεση από την κατεδάφιση, κατά τις διατάξεις του παρόντος, ισχύει για κτίρια των οποίων έχει ολοκληρωθεί ο φέρων οργανισμός και για χρήσεις που έχουν εγκατασταθεί, μέχρι 28.7.2011 καθ’ υπέρβαση είτε των διατάξεων του ν. 1577/1985 (Α’ 210) είτε της οικοδομικής άδειας είτε των όρων ή περιορισμών δόμησης του ακινήτου είτε χωρίς οικοδομική άδεια και εφόσον η χρήση τους δεν απαγορεύεται από τις πολεοδομικές διατάξεις για τις χρήσεις γης που ισχύουν στην περιοχή του ακινήτου κατά την παρ.1 του άρθρου 51 του ν.4030/2011 (Α’ 249) ή δεν απαγορευόταν κατά το χρόνο έκδοσης της οικοδομικής άδειας ή κατά το χρόνο κατασκευής ή εγκατάστασης της αυθαίρετης χρήσης…», στο άρθρο 9 απαριθμούνται πέντε κατηγορίες αυθαίρετων κατασκευών και χρήσεων που υπάγονται στις διατάξεις του ν. 4178/2013 και ορίζονται οι ειδικότερες, για κάθε μία από αυτές, σχετικές προϋποθέσεις, ως εξής: “Α. Κατηγορία 1 … Ε. Κατηγορία 5. α. Αυθαίρετες κατασκευές και αυθαίρετες αλλαγές χρήσης με την επιφύλαξη των οριζομένων στο άρθρο 2 του παρόντος που δεν συμπεριλαμβάνονται στις κατηγορίες 1-4 του παρόντος άρθρου. β. Για τις αυθαίρετες κατασκευές ή αυθαίρετες αλλαγές χρήσης της παρούσας κατηγορίας αναστέλλεται για τριάντα (30) χρόνια η επιβολή κυρώσεων, κατά τις διατάξεις του άρθρου 8, μετά την υπαγωγή στις διατάξεις του παρόντος νόμου, την καταβολή του σχετικού παραβόλου και την καταβολή του ενιαίου ειδικού προστίμου και δύναται να εξαιρεθούν οριστικά της κατεδάφισης υπό τις εξής προϋποθέσεις των παρακάτω παραγράφων: …», στο άρθρο 10 ρυθμίζονται τα της ηλεκτρονικής διαδικασίας υπαγωγής στις διατάξεις του Κεφαλαίου Α’ του ν. 4178/2013, στο άρθρο 11 απαριθμούνται τα αναγκαία για την υπαγωγή στις διατάξεις του νόμου αυτού δικαιολογητικά ως εξής: “Εξουσιοδοτημένος Μηχανικός εισάγει στο πληροφοριακό σύστημα του παρόντος όλα τα στοιχεία και δικαιολογητικά που αφορούν την αυθαίρετη κατασκευή ή την αυθαίρετη αλλαγή χρήσης, …», στα άρθρα 18-22 ρυθμίζονται ζητήματα σχετικά με τον τρόπο υπολογισμού, καθώς και τον τρόπο και τον χρόνο καταβολής του ενιαίου ειδικού προστίμου, στο δε επόμενο άρθρο 24, με τίτλο “Αναστολή επιβολής κυρώσεων και είσπραξης προστίμων” ορίζεται ότι: “1. Για αυθαίρετες κατασκευές ή χρήσεις, για τις οποίες υποβλήθηκαν τα δικαιολογητικά που προβλέπονται από τις διατάξεις του παρόντος, αναστέλλεται η επιβολή προστίμων και κάθε διαδικασία επιβολής κυρώσεων, καθώς και η είσπραξη ήδη βεβαιωθέντων προστίμων από τις Δ.Ο.Υ. και το Ι.Κ.Α, μέχρι την παρέλευση της προθεσμίας εξόφλησης των προστίμων. … 2. … 4. Για τις κατασκευές ή τις χρήσεις για τις οποίες υποβάλλεται δήλωση υπαγωγής στις ρυθμίσεις του παρόντος νόμου, δεν επιβάλλονται πρόστιμα ανέγερσης και διατήρησης ούτε άλλες κυρώσεις, εφόσον εξοφληθούν εμπροθέσμως όλες οι δόσεις καταβολής του ενιαίου ειδικού προστίμου και για όσο χρονικό διάστημα ορίζεται στον παρόντα νόμο, που υπολογίζεται από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου. 5. …», στο άρθρο 25 προβλέπονται “Ενέργειες αρμοδίων υπηρεσιών»,….. και στο άρθρο 30 ότι: “1. Από τη δημοσίευση του παρόντος κάθε διάταξη που ρυθμίζει ζητήματα του παρόντος νόμου καταργείται αυτοδικαίως με την επιφύλαξη των οριζομένων στον παρόντα νόμο. …». Με την 1858/2015 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, οι διατάξεις του ν. 4178/2013, κατά το μέρος που προέβλεπαν αναστολή επιβολής κυρώσεων ή και οριστική εξαίρεση από την κατεδάφιση αυθαιρέτων κατασκευών και αλλαγών χρήσης μεταγενέστερων του έτους 1983, κρίθηκαν κατά πλειοψηφίαν ως συνταγματικώς ανεκτές. Ακολούθησε, ο του ν. 4495/2017 (ΦΕΚ Α’ 167/3-11-2017), ο οποίος ίσχυε κατά το χρόνο δημοσίευσης της προσβαλλόμενης απόφασης (24-02-2020), με την οποία έγινε δεκτή η έφεση κατά της εκκαλούμενης, με αριθμ. 28/02-10-2017, απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ζακύνθου, κράτησε την υπόθεση, δίκασε την αγωγή, και καταλαμβάνει χρονικά την επίδικη έννομη σχέση (ΟλΑΠ 7/2011, ΑΠ 549/2019). Με τα άρθρα 81 έως 125 του ν. 4495/2017 (ΦΕΚ Α 167/3.11.2017) θεσπίστηκε νέο πλαίσιο για την αντιμετώπιση της αυθαίρετης δόμησης, το οποίο περιλαμβάνει μέτρα πρόληψης της αυθαίρετης δόμησης (άρθρα 82-89), μηχανισμούς για τον εντοπισμό, τη διαπίστωση και τον χαρακτηρισμό αυθαιρέτων (άρθρα 90-93), κυρώσεις για τις αυθαίρετες κατασκευές που πραγματοποιούνται μετά την 28η.7.2011 (άρθρα 94-95), διαδικασία για την αναστολή επιβολής κυρώσεων ή οριστικής εξαίρεσης από την κατεδάφιση αυθαίρετων κατασκευών και αλ-λαγών χρήσης που έχουν συντελεστεί πριν από τις 28.7.2011 (άρθρα 96-111) και ρυθμίσεις για ειδικές περιπτώσεις αυθαίρετων που έχουν συντελεστεί πριν από τις 28.7.2011, όπως αυθαίρετες κατασκευές εντός στάσιμων οικισμών, αυθαίρετες κατασκευές σε ακίνητα δημόσιου ενδιαφέροντος και αυθαίρετες κατασκευές και χρήσεις σε παραδοσιακούς οικισμούς ή διατηρητέα κτίρια (άρθρα 112-123). Ειδικότερα, προς το σκοπό της αποτροπής της επανάληψης των αυθαιρεσιών στο μέλλον, στις διατάξεις του άρθρου 82 του ν. 4495/2017 ορίζονται τα εξής : 1.α) Απαγορεύεται και είναι απολύτως άκυρη η μεταβίβαση ή η σύσταση εμπράγματου δικαιώματος σε ακίνητο στο οποίο έχει εκτελεστεί αυθαίρετη κατασκευή κατά την παράγραφο 1α του άρθρου 81 (ήτοι κάθε κατασκευή ή εγκατάσταση, η οποία εκτελείται ή έχει εκτελεστεί χωρίς την απαιτούμενη οικοδομική άδεια ή καθ’ υπέρβαση αυτής ή κατά παράβαση των ισχυουσών πολεοδομικών διατάξεων ή με βάση άδεια που ανακλήθηκε ή ακυρώθηκε) ή έχει εγκατασταθεί αυθαίρετη αλλαγή χρήσης κατά την παράγραφο 1β του άρθρου 81 (ήτοι κάθε μεταβολή της χρήσης για την οποία δεν έχει εκδοθεί η απαιτούμενη οικοδομική άδεια (άδεια δόμησης)), ή έχει εκτελεστεί Πολεοδομική παράβαση των περιπτώσεων β` (ήτοι η αλλαγή χρήσης χώρων του κτιρίου από κύρια σε άλλη επιτρεπόμενη στην περιοχή χρήση, χωρίς την απαιτούμενη οικοδομική άδεια σε εντός σχεδίου και ορίων οικισμών),γ`(ήτοι η αλλαγή χρήσης χώρων του υπογείου από βοηθητική σε κύρια, καθ’ υπέρβαση του συντελεστή δόμησης, εφόσον τηρούνται οι προϋποθέσεις υπογείου χώρου), δ` (η μεταβολή των πολεοδομικών μεγεθών του διαγράμματος δόμησης/κάλυψης (κάλυψη, δόμηση, ύψος), σε ποσοστό έως δέκα τοις εκατό (10%) και έως τα πενήντα τετραγωνικά μέτρα (50 τ.μ.) της παραγράφου 3 του άρθρου 81. Στην ανωτέρω απαγόρευση εμπίπτουν και τα ακίνητα τα οποία εισφέρονται σε εταιρεία». Η απαγόρευση περιλαμβάνει κάθε δικαιοπραξία εν ζωή, πώληση, δωρεά, γονική παροχή, δωρεά αιτία θανάτου, σύσταση οριζόντιας ιδιοκτησίας. Στην ίδια διάταξη (παρ. 1β του άρθρου 82) ορίστηκε ότι δεν επιτρέπεται η μίσθωση και παραχώρηση ακινήτων στα οποία έχει εκτελεστεί αυθαίρετη κατασκευή ή έχει εγκατασταθεί αυθαίρετη αλλαγή χρήσης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 81 παράγραφος 1 περιπτώσεις α και β, ώστε σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του νόμου να μην καθίσταται δυνατή η κάρπωση ή η αποκόμιση ωφέλειας από εκμετάλλευση ακινήτου. Από τις παραπάνω απαγορεύσεις εξαιρούνται, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 82 του ιδίου ως άνω νόμου, τα ακίνητα στα οποία έχουν εκτελεστεί αυθαίρετες κατασκευές ή έχουν εγκατασταθεί αυθαίρετες χρήσεις που: α) υφίστανται πριν από τις 30.11.1955, ημερομηνία έναρξης ισχύος του από 9.8.1955 β.δ., β) έχουν απαλλαγεί από την κατεδάφιση, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 720/1977 (Α 297), γ) έχουν εξαιρεθεί από την κατεδάφιση, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 16 του ν. 1337/1983 ή των παρ. 8 και 10 του άρθρου 9 του ν. 1512/1985 (Α 4), δ) έχει ανασταλεί η κατεδάφιση, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 15, 16, 20 και 21 του ν. 1337/1983 (Α 33), χωρίς όμως να έχει απορριφθεί με απόφαση του αρμόδιου, κατά περίπτωση, οργάνου η αίτηση για την εξαίρεση από την κατεδάφιση, ε) έχουν εξαιρεθεί από την κατεδάφιση, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 του ν. 3399/2005 (Α 255), στ) έχει περατωθεί η διαδικασία διατήρησης, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3775/2009 (Α 122) ή του ν. 3843/2010 (Α 62), και για το χρονικό διάστημα που προβλέπεται σε αυτές, ή έχει περατωθεί η διαδικασία της διατήρησης με τις προϋποθέσεις του παρόντος, “ζ) έχει περατωθεί η διαδικασία καταβολής του ενιαίου ειδικού προστίμου ή έχει καταβληθεί ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%) του ενιαίου ειδικού προστίμου, κατά τις διατάξεις του παρόντος ή τις διατάξεις του ν. 4014/2011 και του ν. 4178/2013», η) που έχουν νομιμοποιηθεί ή εξαιρεθεί από την κατεδάφιση ή έχει εκδοθεί γι αυτά οικοδομική άδεια από τη Γενική Γραμματεία Αθλητισμού, σύμφωνα με την περίπτωση β της παρ. 2 του άρθρου 5 του ν. 2730/1999 (Α 130), όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 5 του ν. 2947/2001 (Α 228) και τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με την παρ. 18, εδάφιο δ του άρθρου 8 του ν. 3207/2003 (Α 302), θ) εμπίπτουν στις περιπτώσεις της παραγράφου 3 του άρθρου 81 εξαιρουμένων των περιπτώσεων β` (ήτοι αλλαγή χρήσης χώρων του κτιρίου από κύρια σε άλλη επιτρεπόμενη στην περιοχή χρήση, χωρίς την απαιτούμενη οικοδομική άδεια σε εντός σχεδίου και ορίων οικισμών), γ’ (ήτοι αλλαγή χρήσης χώρων του υπογείου από βοηθητική σε κύρια, καθ’ υπέρβαση του συντελεστή δόμησης, εφόσον τηρούνται οι προϋποθέσεις υπογείου χώρου, δ’ (μεταβολή των πολεοδομικών μεγεθών του διαγράμματος δόμησης/κάλυψης (κάλυψη, δόμηση, ύψος), σε ποσοστό έως δέκα τοις εκατό (10%) και έως τα πενήντα τετραγωνικά μέτρα (50 τ.μ.)). Για την εξασφάλιση της τήρησης των ανωτέρω απαγορεύσεων, στις διατάξεις του άρθρου 83 του ν. 4495/2017 ορίζεται ότι: 1. Σε κάθε δικαιοπραξία εν ζωή περιλαμβανομένης και της δωρεάς αιτία θανάτου, που συντάσσεται μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος και έχει ως αντικείμενο τη μεταβίβαση ή τη σύσταση εμπράγματου δικαιώματος σε ακίνητο ή και σε ακίνητο χωρίς κτίσμα, επισυνάπτεται υπεύθυνη δήλωση του ιδιοκτήτη και βεβαίωση μηχανικού. Η ως άνω υπεύθυνη δήλωση του ιδιοκτήτη και η βεβαίωση του μηχανικού απαιτείται και για την μεταγραφή τελεσίδικης δικαστικής απόφασης επί αναγνωριστικής αγωγής της κυριότητας του ακινήτου και για τη μεταγραφή των πρακτικών δικαστικού ή εξωδικαστικού συμβιβασμού με τα οποία αναγνωρίζεται η κυριότητα επί του ακινήτου. Με την ανωτέρω υπεύθυνη δήλωση του ιδιοκτήτη και τη βεβαίωση μηχανικού, η οποία βεβαίωση διέπεται από τις διατάξεις των παρ. 2, 3, 6, 7, 9, 10, 11 και 12 του άρθρου 83 του ιδίου ως άνω νόμου, δηλώνεται και βεβαιώνεται αντίστοιχα η νομιμότητα του μεταβιβαζόμενου ακινήτου και του τυχόν υπάρχοντος κτίσματος, ή εφόσον υπάρχουν αυθαίρετες κατασκευές ή αυθαίρετες αλλαγές χρήσεις, περί της υπαγωγής αυτών σε διαδικασία αναστολής επιβολής κυρώσεων ή εξαίρεσης από την κατεδάφιση κατά τις ισχύουσες ή τις προϊσχύουσες διατάξεις (άρθρ. 83 παρ. 2, 3), ενώ η βεβαίωση του μηχανικού συνοδεύεται από το αναφερόμενο στις διατάξεις της παρ. 4 του ιδίου ως άνω άρθρου τοπογραφικό διάγραμμα, εκτός αν εμπίπτει στις εξαιρέσεις της παρ. 5 του ιδίου ως άνω άρθρου. ‘Ηδη, μετά την 1η Απριλίου 2022, οπότε ξεκίνησε η λειτουργία της ηλεκτρονικής ταυτότητας του κτιρίου και αυτοτελών διηρημένων ιδιοκτησιών, η βεβαίωση του μηχανικού που προβλέπεται στην παρ. 1 του άρθρου 83 του ν. 4495/2017 αντικαταστάθηκε από το Πιστοποιητικό πληρότητας του άρθρου 53 παρ. 3 του ιδίου νόμου, το οποίο εκδίδεται από τους εξουσιοδοτούμενους για την τήρηση της ηλεκτρονικής ταυτότητας μηχανικούς, και βεβαιώνεται η συμπλήρωση των στοιχείων που περιλαμβάνονται στην ταυτότητα (άρθρ. 59 παρ. 2 του ν. 4495/2017). Μεταξύ άλλων, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 82 του Ν. 4495/2017, από την θεσπιζόμενη με την παρ. 1 απαγόρευση μεταβίβασης ή σύστασης εμπράγματου δικαιώματος εξαιρούνται τα ακίνητα στα οποία έχουν εκτελεστεί αυθαίρετες κατασκευές ή έχουν εγκατασταθεί αυθαίρετες χρήσεις, για τις οποίες “ζ) έχει περατωθεί η διαδικασία καταβολής του ενιαίου ειδικού προστίμου ή έχει καταβληθεί ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%) του ενιαίου ειδικού προστίμου, κατά τις διατάξεις του παρόντος ή τις διατάξεις του ν. 4014/2011 και του ν. 4178/2013.». Τη διαδικασία αυτή μπορεί να ακολουθήσει, κατά το άρθρο 99 ν. 4495/2017, μεταξύ άλλων, ο φερόμενος ως ιδιοκτήτης ή συνιδιοκτήτης του ακινήτου, στο οποίο έχει εκτελεστεί η αυθαίρετη κατασκευή ή έχει εγκατασταθεί η αυθαίρετη χρήση, ο οποίος υποβάλει στην αρμόδια Πολεοδομική υπηρεσία φάκελο με τα απαιτούμενα κατά νόμο δικαιολογητικά. Στο κεφάλαιο δεύτερο – μηχανισμοί κατά της αυθαίρετης δόμησης, στις διατάξεις του άρθρου 90 προβλέπεται η ηλεκτρονική διαδικασία εντοπισμού ελέγχου και καταγραφής αυθαιρέτων, στις διατάξεις του άρθρου 91 ορίζεται ότι ο εντοπισμός των αυθαιρέτων, διενεργείται από το Τοπικό Παρατηρητήριο Δομημένου Περιβάλλοντος είτε αυτεπαγγέλτως, μετά από αξιολόγηση των στοιχείων που αυτό διαθέτει, είτε κατόπιν καταγγελίας ή κατά τη διενέργεια ελέγχων σε συγκεκριμένες περιοχές, ή σύμφωνα με το άρθρο 57, ή κατ’ εντολή του Περιφερειακού Παρατηρητηρίου ή του Παρατηρητηρίου Δομημένου Περιβάλλοντος, στις διατάξεις του άρθρου 92 ορίζεται ότι : Η διαπίστωση και ο χαρακτηρισμός αυθαιρέτου γίνεται ύστερα από αυτοψία δύο (2) ελεγκτών δόμησης, οι οποίοι ειδοποιούνται ύστερα από κλήρωση από το αρμόδιο Περιφερειακό Παρατηρητήριο για να διενεργήσουν την αυτοψία. Οι υπάλληλοι του Τοπικού Παρατηρητηρίου μεριμνούν για την παροχή στους Ελεγκτές Δόμησης των απαιτούμενων πληροφοριών και στοιχείων, όπως την ύπαρξη οικοδομικής άδειας ή άδειας δόμησης και την Τιμή Ζώνης που ισχύει στην περιοχή (παρ. 1) 2. Οι δύο Ελεγκτές Δόμησης διενεργούν επιτόπια αυτοψία και συντάσσουν έκθεση αυτοψίας, την οποία υποβάλλουν στην οικεία ηλεκτρονική πλατφόρμα σε διάστημα δύο ημερών. Την ημέρα της αυτοψίας τοιχοκολλούν στο αυθαίρετο πρόσκληση προς το φερόμενο κύριο, νομέα, κάτοχο ή κατασκευαστή να προσέλθει το νωρίτερο τρεις (3) ημέρες και το αργότερο επτά (7) ημέρες μετά τη διενέργεια της αυτοψίας στο Τοπικό Παρατηρητήριο, προκειμένου να λάβει γνώση αντιγράφου της έκθεσης αυτοψίας. Η έκθεση αυτή αφορά το αυθαίρετο και μόνο και όχι τον ιδιοκτήτη, νομέα, κάτοχο ή κατασκευαστή του. Η μη αναφορά τους ή η εσφαλμένη αναφορά τους δεν ασκεί επιρροή στην πρόοδο της διαδικασίας (παρ. 2). Στις διατάξεις του άρθρου 93 ορίζεται ότι : “Κατά της έκθεσης αυτοψίας, ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ασκήσει ενδικοφανή προσφυγή εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης σε αυτόν. Η άσκηση της προσφυγής και η εκδίκασή της έχουν ανασταλτικό χαρακτήρα….(παρ. 1). Η ενδικοφανής προσφυγή κατατίθεται στο Τοπικό Παρατηρητήριο, το οποίο τη διαβιβάζει εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών στην Επιτροπή Εξέτασης Προσφυγών Αυθαιρέτων του άρθρου 17 της οικείας περιφερειακής ενότητας (παρ. 2) … (παρ. 3). Αν απορριφθεί η προσφυγή, η αυθαίρετη κατασκευή είναι κατεδαφιστέα και εφαρμόζονται οι κυρώσεις του παρόντος (παρ. 4). Αν η προσφυγή περιέχει αίτημα: α) υπαγωγής των αυθαιρέτων κατασκευών στις διατάξεις αναστολής επιβολής κυρώσεων του παρόντος κεφαλαίου, η επιτροπή εξετάζει τα στοιχεία που αποδεικνύουν την τήρηση των προϋποθέσεων υπαγωγής και χορηγεί προθεσμία τριάντα (30) ημερών αναστολής επιβολής κυρώσεων για την προσκόμιση της σχετικής δήλωσης υπαγωγής, προκειμένου να αποφανθεί οριστικά, β) έκδοσης αδείας νομιμοποίησης των αυθαιρέτων κατασκευών, η επιτροπή υπολογίζει τα πρόστιμα και χορηγεί προθεσμία αναστολής κατεδάφισης εξήντα (60) ημερών για την προσκόμιση άδειας νομιμοποίησης, η οποία σε εξαιρετικές περιπτώσεις μπορεί να παραταθεί για επιπλέον τριάντα (30) ημέρες. Αν παρέλθει άπρακτη η ανωτέρω προθεσμία, η κατασκευή κρίνεται κατεδαφιστέα και οριστικοποιούνται τα πρόστιμα, γ) νομιμοποίησης των αυθαίρετων κατασκευών που έχουν αναγερθεί πριν από τις 28.7.2011, μέσω υπαγωγής στις διατάξεις του παρόντος, η επιτροπή εξετάζει τα στοιχεία που αποδεικνύουν την τήρηση των προϋποθέσεων υπαγωγής του παρόντος και χορηγεί αποκλειστική προθεσμία αναστολής κατεδάφισης εξήντα (60) ημερών για την προσκόμιση άδειας νομιμοποίησης, η οποία σε εξαιρετικές περιπτώσεις μπορεί να παραταθεί για επιπλέον τριάντα (30) ημέρες. Αν παρέλθει άπρακτη η ανωτέρω προθεσμία, η κατασκευή κρίνεται κατεδαφιστέα και οριστικοποιούνται τα πρόστιμα (παρ. 5). Αν ο ενδιαφερόμενος, αντί προσφυγής, αποδεχθεί, με υπεύθυνη δήλωση, την έκθεση αυτοψίας, εντός των τριάντα (30) ημερών από τη λήψη γνώσης του, παρέχεται έκπτωση τριάντα τοις εκατό (30%) επί του προστίμου ανέγερσης (παρ. 6). Μετά την πάροδο της προθεσμίας των τριάντα (30) ημερών και εφόσον δεν έχει υποβληθεί προσφυγή κατά της έκθεσης αυτοψίας ή αποδοχή αυτής, η πράξη διαπίστωσης αυθαιρέτου καθίσταται οριστική (παρ. 7). Προγενέστερες ήταν οι ρυθμίσεις με τις διατάξεις των άρθρων 1 και 4 παρ. 1 και 4 του π.δ/τος 267/1998, “Διαδικασία χαρακτηρισμού και κατεδάφισης αυθαιρέτων κατασκευών, τρόπος εκτίμησης της αξίας και καθορισμός του ύψους των προστίμων αυτών»(ΦΕΚ 195 Α`), στις οποίες ορίζεται ότι η διαπίστωση και ο χαρακτηρισμός αυθαιρέτου γίνεται μετά από αυτοψία υπαλλήλου της κατά τόπο αρμόδιας Πολεοδομικής υπηρεσίας, που συντάσσει σχετική έκθεση. Στην έκθεση αυτή αναφέρεται η θέση του ακινήτου, συνοπτική περιγραφή με σκαρίφημα, οι διαστάσεις, καθώς και οι πολεοδομικές διατάξεις που παραβιάστηκαν. Η ίδια έκθεση περιλαμβάνει υπολογισμό της αξίας του αυθαιρέτου και επιβολή των προστίμων της παρ. 2 του άρθρου 17 του ν. 1337/1973, όπως ισχύει. Η έκθεση αυτοψίας που υπογράφεται από τον υπάλληλο που διενεργεί την αυτοψία, τοιχοκολλείται την ίδια μέρα στο αυθαίρετο. Για την τοιχοκόλληση συντάσσεται πράξη η οποία υπογράφεται από τον υπάλληλο που έκανε την αυτοψία και από παριστάμενο τυχόν αστυνομικό όργανο ή δεύτερο υπάλληλο της Πολεοδομικής υπηρεσίας. Κατά της έκθεσης αυτοψίας κάθε ενδιαφερόμενος έχει δικαίωμα ένστασης μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την τοιχοκόλληση της έκθεσης στο αυθαίρετο, η οποία εξετάζεται από ειδικά προβλεπόμενη επιτροπή σε κάθε αρμόδια Πολεοδομική υπηρεσία …, και με το άρθρο 9 του π.δ/τος 267/1998 καταργήθηκαν παρόμοιες ρυθμίσεις του π.δ/τος της 05-07-1983, με την επιφύλαξη της παρ. 2 του άρθρου 8 του π.δ/τος 267/1998, που είχαν εκδοθεί κατ’ εξουσιΟδότηση του άρθρου 17 § 7 του Ν. 1337/1983. Από τις προαναφερθείσες διατάξεις, κατά τη μειοψηφούσα άποψη, προκύπτει η βούληση του νομοθέτη για την, από τη δημοσίευση των νόμων 4014/2011, 4178/2013 και 4495/2017, απαγόρευση της μεταβίβασης ή σύστασης εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων με αυθαίρετες κατασκευές ή με εγκατεστημένη αλλαγή χρήσης, κατά την έννοια των άρθρων 5 παρ. 2 και 22 παρ. 3 του ν. 1755/1985, αν δεν συντρέχει περίπτωση εξαίρεσης, ενώ είναι δυνατή η μεταβίβαση ή σύσταση εμπραγμάτων δικαιωμάτων ακινήτων με αυθαίρετες κατασκευές ή εγκατεστημένη παραπάνω αλλαγή χρήσης εφόσον συντρέχουν οι αναφερόμενες στις διατάξεις του ν. 4495/2017, και στις προϊσχύουσες αυτού, περιπτώσεις, και με τις προϋποθέσεις αυτών, ήτοι εφόσον οι εκτελεσμένες κατασκευές ή οι εγκατεστημένες αλλαγές χρήσεις εμπίπτουν σε εξαίρεση της παρ. 2 του άρθρου 82 και δεν υπάγονται σε καμία άλλη από τις περιπτώσεις του άρθρου 89, με έννομη συνέπεια να επέρχεται άμεσα η απόλυτη ακυρότητα της μεταβίβασης ή της σύστασης εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτου, ακυρότητα που περιλαμβάνει τόσο την υποσχετική όσο και την εκποιητική (μεταβίβαση με μεταγραφή). Η ανωτέρω απαγόρευση ισχύει και στην περίπτωση της δικαστικής διανομής επίκοινου ακινήτου, ήτοι και πριν από τη διοικητική διαδικασία χαρακτηρισμού και διαπίστωσης αυθαιρέτου κτίσματος, με την έκδοση της ατομικής διαπιστωτικής πράξης της έκθεσης αυτοψίας, η οποία αποβλέπει στην έναρξη της διαδικασίας για την επιβολή διοικητικών κυρώσεων, στις οποίες περιλαμβάνεται η κατεδάφιση, η οποία είναι υποχρεωτική για όλα τα αυθαίρετα που πραγματοποιούνται μετά την 28η-07/2011 ή και πριν από την ανωτέρω ημερομηνία αλλά δεν έχουν υπαχθεί, για οποιοδήποτε λόγο σε καθεστώς αναστολής επιβολής κυρώσεων, και επιβολή προστίμου ανέγερσης και διατήρησης, από τη σύνταξη της έκθεσης αυτοψίας μέχρι την κατεδάφιση του αυθαιρέτου, ή τη νομιμοποίησή του μέσω της έκδοσης άδειας ή αναθεώρησης της άδειας, κατά τις ανωτέρω διακρίσεις. Έτσι, κατά την αυτή μειοψηφούσα άποψη παρέχεται η δυνατότητα στον κύριο ή (συγ)κύριο του ακινήτου να θέσει άμεσα εντός συναλλαγής το ακίνητο του, πριν την κατάρτιση της υποσχετικής δικαιοπραξίας, αφού προβεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 99 του ιδίου ως άνω νόμου, ο ανωτέρω ενδιαφερόμενος, σε τακτοποίηση του ακινήτου, αν δεν συντρέχει άλλη περίπτωση εξαίρεσης της παρ. 2 του άρθρου 82 και μη υπαγωγής σε καμία άλλη από τις περιπτώσεις του άρθρου 89, με την ανωτέρω σχετική βεβαίωση του πολιτικού μηχανικού ή πιστοποιητικού ταυτότητας του ακινήτου. Κατά την αυτή μειοψηφούσα άποψη η τήρηση των προϋποθέσεων απαγόρευσης μεταβίβασης ή σύστασης εμπραγμάτων δικαιωμάτων, επί δικαστικής διανομής δεν αφορά μόνο το χρόνο μεταγραφής της οικείας τελεσίδικης δικαστικής απόφασης, με απονέμηση, (ή των εκθέσεων δικαστικής διανομής ακινήτων, όπως κλήρωσης, στην περίπτωση που διατάχθηκε τέτοια, ή της έκθεσης κατακύρωσης κυριότητας, στην περίπτωση εκούσιου πλειστηριασμού), αλλά τον κρίσιμο χρόνο της, από το δικαστήριο ουσίας, κρίσης περί του δυνατού και του σύμφορου της διανομής των επίκοινων ακινήτων, και της αξίας αυτών, που άλλως θα κατέληγε σε διάφορη αντιμετώπιση της γενόμενης, ενώπιον συμβ/φου, εξώδικης διανομής, ενώ ο νόμος απαγγέλει απόλυτη ακυρότητα χωρίς διακρίσεις. Κατά τη μειοψηφούσα άποψη, η σύνταξη της έκθεσης αυτοψίας, ατομικής διαπιστωτικής πράξης, αποτελεί την έναρξη της διαδικασίας επιβολής διοικητικών κυρώσεων εξαιτίας ύπαρξης αυθαίρετης κατασκευής ή εγκατεστημένης αλλαγής χρήσης, στο πλαίσιο της οποίας, αφού παρέχεται, εκ νέου, δυνατότητα τακτοποίησης, επιβάλλονται οι ανωτέρω κυρώσεις επιβολής προστίμου (ανέγερσης, διατήρησης) και, τελικώς, κατά τις ανωτέρω διακρίσεις, κατεδάφισης, σύμφωνα και με την ενωσιακή αρχή “ο ρυπαίνων πληρώνει», ενώ η μη έκδοση της ανωτέρω διοικητικής πράξης δεν προβλέπεται από τις προαναφερθείσες εφαρμοστέες διατάξεις ως περίπτωση εξαίρεσης από την απαγόρευση μεταβίβασης ή σύστασης εμπραγμάτου δικαιώματος, κατά το στάδιο της σύνταξης της σχετικής συμβ/φικής πράξης (εκποίησης ή διάθεσης), ως αναλύεται στη μείζονα σκέψη, δεν προβλέπεται ούτε και επί ελέγχου της συνδρομής των προϋποθέσεων δικαστικής διανομής αυτού. Η μετάθεση ελέγχου της νομιμότητας και της επίτευξης περιβαλλοντικού ισοζυγίου προς το χρόνο μεταγραφής της τελεσίδικης δικαστικής απόφασης (ή της έκθεσης κατακύρωσης στην περίπτωση πλειστηριασμού), θα οδηγούσε σε λιγότερα από το νόμο προβλεπόμενα στοιχεία, προκειμένου το δικαστήριο ουσίας ελέγξει τις προϋποθέσεις του δυνατού και σύμφορου, κατά το νόμο, διανομής των επίδικων επίκοινων και της αξίας αυτών.
Συνεπώς, το δικαστήριο ουσίας ερευνά και αν υπάρχει αυθαίρετη κατασκευή ή εγκατεστημένη αλλαγή χρήσης, κατά την παραπάνω έννοια και σύμφωνα με την ενωσιακή αρχή “ο ρυπαίνων πληρώνει», και αν υφίσταται εξαίρεση του άρθρου 82 παρ. 2 ή αν εμπίπτει στην περίπτωση του άρθρου 89 του ν. 4495/2017 ή στις αντίστοιχες συναφείς του προϊσχύοντος δικαίου ή αν έλαβε χώρα τακτοποίηση, με τις αντίστοιχες προϋποθέσεις για κάθε περίπτωση. Τα παραπάνω ισχύουν και επί ακινήτου του οποίου διατάσσεται διανομή και δια πλειστηριασμού, όταν η διανομή είναι ανέφικτη ή ασύμφορη (ΑΠ 1347/2021, ΑΠ 678/2018, ΑΠ 1274/2006). Κατά την παραπάνω μειοψηφούσα άποψη, έτσι που έκρινε το Εφετείο, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, κατά το μέρος που δέχθηκε ότι είναι δυνατή η αυτούσια διανομή και ότι λόγω, μη έκδοσης σχετικής έκθεσης αυτοψίας, από την αρμόδια Πολεοδομική Υπηρεσία, δεν επήλθαν οι έννομες συνέπειες της παραπάνω εγκατεστημένης αλλαγής χρήσης, και, συνεπώς, το επίκοινο ήταν δεκτικό δικαστικής διανομής πριν την τακτοποίηση αυτών ή χωρίς τη διαπίστωση συνδρομής των παραπάνω λόγων εξαίρεσης και προϋποθέσεων, παραβίασε ευθέως τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 81, 82, 99 του ν. 4495/2017 και των προϊσχυσάντων αυτού νόμων, 1, 2 και 9 του ν. 4178/2013, 799, 800 ΑΚ, 480, 481 και 486 παρ. 2 ΚΠολΔ, τις οποίες εσφαλμένα ερμήνευσε και δεν εφάρμοσε αν και ήταν άμεσα εφαρμοστέες, διότι αρκέστηκε σε λιγότερα στοιχεία απ’ αυτά που απαιτούν οι ως άνω διατάξεις ουσιαστικού δικαίου, και εσφαλμένα ερμήνευσε τις διατάξεις των άρθρων 1 και 4 παρ. 1 και 4 του π.δ/τος 267/1998, και 1 του π.δ/τος της 05-07-1983 “περί χαρακτηρισμού και κατεδάφισης νέων αυθαίρετων κατασκευών», 92 του ν. 4495/2017, τις οποίες εφάρμοσε αν και δεν ήταν εφαρμοστέες. Ειδικότερα, τα πιο πάνω δεκτά γενόμενα ως αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά, δηλαδή ότι δεν επήλθαν οι έννομες συνέπειες της εγκατεστημένης αλλαγής χρήσης δεν αρκούν για την πλήρωση του πραγματικού των παραπάνω εφαρμοστέων διατάξεων, δεδομένου ότι, κατά την μειοψηφούσα άποψη, επέρχεται η απαγόρευση της δικαστικής διανομής, (αυτούσιας ή δια πλειστηριασμού), άμεσα από την κατά τις παραδοχές ύπαρξη των ανωτέρω αυθαίρετων κατασκευών και ανωτέρω εγκατάστασης αλλαγής χρήσης με δομή, και πριν από το χαρακτηρισμό τους με τη διοικητική διαδικασία, με την έκδοση της ατομικής διοικητικής πράξης, προς άμεση αποκατάσταση του περιβαλλοντικού ισοζυγίου, και έδει να χωρήσει διάγνωση από το δικαστήριο αν συντρέχει εξαίρεση που προβλέπεται στις διατάξεις του ν. 4495/2017, και στις προϊσχύουσες αυτού, περιπτώσεις, και με τις προϋποθέσεις αυτών και δεν υπάγονται σε καμία άλλη από τις περιπτώσεις του άρθρου 89. Παράλληλα, κατά την αυτή μειοψηφούσα άποψη, το Εφετείο στέρησε την προσβαλλόμενη απόφαση νόμιμης βάσης ως προς το ουσιώδες ζήτημα της δυνατότητας ή μη διανομής των επίκοινων ακινήτων, διότι διέλαβε αντιφατικές αιτιολογίες, διότι αν και δέχθηκε ότι έλαβε χώρα εγκατάσταση αυθαίρετης αλλαγής χρήσης του εξαιρεθέντος της κατεδάφισης μεταλλικού κτιρίου υποστέγου με το περιμετρικό κλείσιμο αυτού με κατασκευή δομής διαλαμβάνει ότι δεν θεωρείται ότι είναι αυθαίρετη, λόγω μη έκδοσης της ατομικής διαπιστωτικής πράξης της έκθεσης αυτοψίας των υπαλλήλων της αρμόδιας Πολεοδομικής Υπηρεσίας, και χωρίς να διαλαμβάνει ότι δεν συντρέχει περίπτωση εξαίρεσης, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος για την ορθή ή μη εφαρμογή των παραπάνω κανόνων ουσιαστικού δικαίου, και, συνεπώς, κατά τη μειοψηφούσα άποψη, ο, από τον αρ. 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, επικουρικός λόγος αναίρεσης, θα έπρεπε να κριθεί ως βάσιμος.
Κατ’ ακολουθίαν, και επειδή δεν υπάρχει άλλος λόγος αναίρεσης, πρέπει, κατά πλειοψηφίαν, να απορριφθεί η αίτηση αναίρεσης. Επίσης, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του προκατατεθέντος από τους αναιρεσείοντες παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο (άρθρ. 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ), όπως ορίζεται, ειδικότερα, στο διατακτικό. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα του αναιρεσιβλήτου, ο οποίος κατέθεσε προτάσεις, κατά παραδοχή του αιτήματός του, πρέπει να επιβληθούν σε βάρος των αναιρεσειόντων, λόγω της ήττας τους (άρθρ. 176, 184 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ορίζεται, ειδικότερα, στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 03-07-2020 αίτηση αναίρεσης κατά της με αριθμ. 22/2020 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Πατρών.
Διατάσσει την εισαγωγή του παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο.
Επιβάλλει τα δικαστικά έξοδα του αναιρεσιβλήτου στους αναιρεσείοντες, τα οποία ορίζει σε δύο χιλιάδες επτακόσια (2.700,00) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 15 Μαΐου 2023.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 27 Νοεμβρίου 2023.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Πηγή :
Προηγούμενο άρθροΈνοχος 89χρονος για ενδοοικογενειακή βία σε βάρος της συζύγου του