Όσα αναφέρει απόφαση του ΣτΕ.
Με την απόφαση υπ’ αριθμ. 464/2025, το Συμβούλιο της Επικρατείας έκρινε ότι, σε περίπτωση ειδικής και αιτιολογημένης αμφισβήτησης επαγγελματικών δαπανών από τη φορολογική αρχή, το βάρος απόδειξης της παραγωγικότητας αυτών φέρει ο φορολογούμενος.
Η απόφαση αποσαφηνίζει τη διαδικαστική θέση του φορολογουμένου σε περιπτώσεις όπου προκύπτει τεκμηριωμένη αμφισβήτηση από τις ελεγκτικές αρχές. Επισημαίνεται ότι δεν αρκεί η προσκόμιση παραστατικών, όπως τιμολόγια, χωρίς περαιτέρω αποδεικτικά μέσα (π.χ. συμβάσεις, αναφορές, έγγραφα έργου), όταν ζητείται η αναγνώριση μιας επαγγελματικής δαπάνης ως εκπιπτέας.
Σε πρακτικό επίπεδο, η απόφαση αφορά κυρίως συναλλαγές για άυλες υπηρεσίες ή δραστηριότητες όπου η ωφελιμότητα δεν τεκμαίρεται αυτονόητα από την ίδια τη φύση της συναλλαγής. Για παράδειγμα σε περίπτωση τιμολόγησης για γενικές συμβουλευτικές υπηρεσίες χωρίς αναλυτική περιγραφή, η επιχείρηση οφείλει να αποδείξει τη φύση και το αποτέλεσμα των υπηρεσιών. Εφόσον δηλώνεται δαπάνη ενοικίου για ακίνητο που δεν χρησιμοποιήθηκε έμπρακτα, απαιτείται η τεκμηρίωση της χρήσης του, μέσω εγγράφων ή άλλων στοιχείων. Αν δηλωθεί έξοδο για συμμετοχή σε εκπαιδευτικό σεμινάριο, η επιχείρηση πρέπει να συνδέσει τη δαπάνη με συγκεκριμένες επαγγελματικές ανάγκες ή αποτελέσματα.
Η απόφαση του ΣτΕ εκδόθηκε επί αίτησης αναίρεσης ανώνυμης εταιρείας, η οποία ζητούσε την ακύρωση εφετειακής κρίσης σχετικά με την απόρριψη δαπανών για υπηρεσίες διοίκησης (management).
Η εταιρεία είχε καταχωρήσει στα λογιστικά της βιβλία συγκεκριμένες δαπάνες, παρουσιάζοντας σχετικά τιμολόγια που αφορούσαν παροχή υπηρεσιών συμβουλευτικού χαρακτήρα. Η φορολογική διοίκηση προέβη σε ειδική αμφισβήτηση της παραγωγικότητας των εν λόγω δαπανών, επικαλούμενη έλλειψη επαρκούς αιτιολόγησης, αοριστία στην περιγραφή των υπηρεσιών και απουσία αποδεικτικών στοιχείων για την επιχειρηματική συνάφεια ή το οικονομικό όφελος. Ως αποτέλεσμα, δεν αναγνώρισε τις δαπάνες ως εκπιπτέες από τα φορολογητέα έσοδα της εταιρείας.
Η εταιρεία υποστήριξε ενώπιον του ΣτΕ ότι η διοίκηση όφειλε να αποδείξει την έλλειψη παραγωγικότητας των δαπανών. Ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε. Το ΣτΕ έκρινε ότι, εφόσον η φορολογική αρχή προβάλλει αιτιολογημένη αμφισβήτηση, δεν έχει υποχρέωση να αποδείξει αρνητικό γεγονός. Το βάρος απόδειξης μετατίθεται στον φορολογούμενο, ο οποίος καλείται να τεκμηριώσει τόσο την πραγματοποίηση της δαπάνης όσο και τη συνάφεια και συμβολή της στην επιχειρηματική δραστηριότητα.
Το Δικαστήριο απέρριψε και τον δεύτερο λόγο αναίρεσης της εταιρείας, ο οποίος αφορούσε την επάρκεια της αιτιολογίας της εφετειακής απόφασης ως προς την αοριστία των τιμολογίων. Έκρινε ότι πρόκειται για εκτίμηση πραγματικών περιστατικών, η οποία δεν υπόκειται σε αναιρετικό έλεγχο. Ειδικότερα, το Εφετείο είχε διαπιστώσει ότι η εταιρεία δεν ανταποκρίθηκε στο βάρος τεκμηρίωσης των επίμαχων συναλλαγών, ούτε προσκόμισε πρόσθετα στοιχεία για την ουσία των παρεχόμενων υπηρεσιών.