Αριθμός 27/2025
ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ
(Τακτική Διαδικασία)
Αποτελούμενο από τους Δικαστές Πηνελόπη Σεραφείμη, Πρόεδρο Εφετών, Αικατερίνη Λεμπιδάκη, Εφέτη, και Σοφία – Αλεξάνδρα Ζήκου, Εφέτη –Εισηγήτρια και από τη Γραμματέα Καλυψώ Πολυχρονάκη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 12-11-2024 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :
ΤΟΥ ΚΑΛΟΥΝΤΟΣ – ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: …, κατοίκου . Λοκρίδας, . Πλατεία Αγίου Κωνσταντίνου, με ΑΦΜ ., ΔΟΥ Λαμίας, τον οποίο εκπροσώπησε ο πληρεξούσιος δικηγόρος του Δομίνικος Αρβανίτης (ΑΜ 29970 ΔΣ Αθηνών).
ΤΩΝ ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΚΛΗΣΗ – ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ : …, κατοίκου Αθηνών, …, με ΑΦΜ . ΔΟΥ ΙΓ Αθηνών, την οποία εκπροσώπησε ο πληρεξούσιος δικηγόρος της Γεώργιος Δούμας (ΑΜ 76 ΔΣ Λαμίας), με δήλωση κατ’ άρθρο 242 § 2 ΚΠολΔ.
Ο … (αρχικώς ενάγων) άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Λαμίας την από 12-7-2017, με αριθμό κατάθεσης ./12-7-2017 αγωγή του, στρεφομένη κατά του καλούντος – εκκαλούντος – εναγόμενου και ζήτησε όσα αναφέρονται σε αυτήν. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων η με αριθμό 22/1-2-2019 απόφαση, με την οποία το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, αφού κήρυξε εαυτόν αναρμόδιο, παρέπεμψε την υπόθεση στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Λαμίας ως καθ’ ύλη και κατά τόπο αρμόδιο. Ακολούθως, και αφού μεσολάβησε ο θάνατος του αρχικού ενάγοντος, στις 15-11-2018, η καθ’ ης η αίτηση – εφεσίβλητη με την από 6-5-2019, με αριθμό κατάθεσης ./2019, αίτηση – κλήση της προς το ανωτέρω Δικαστήριο, δήλωσε το θάνατό του και επικαλούμενη τη με αριθμό ./26-6-2017 δημόσια διαθήκη του αρχικώς ενάγοντος, που συνέταξε η συμβολαιογράφος Αταλάντης . .– ., και δημοσιεύθηκε νόμιμα με τα με αριθμό 52/20-2-2019 πρακτικά συνεδρίασης του Ειρηνοδικείου Αταλάντης, και την ιδιότητά της ως μοναδικής και αποκλειστικής κληρονόμου του με βάση τη διαθήκη αυτή, ζήτησε τον εκ νέου προσδιορισμό συζήτησης της υπόθεσης. Μετά τη συζήτηση της υπόθεσης στις 21-2-2020 στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Λαμίας, αντιμωλία των διαδίκων, εκδόθηκε η με αριθμό 62/24-9-2020 απόφαση, με την οποία έγινε δεκτή η αγωγή. Κατά της απόφασης αυτής, ο εναγόμενος άσκησε, ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, την από 17-11-2020, με αριθμό κατάθεσης ./18-11-2020 στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, έφεσή του, ορίσθηκε δε δικάσιμος της έφεσης με τη με αριθμό ./19-11-2020 πράξη της Γραμματέα του Δικαστηρίου αυτού η 11η-5-2021, κατά την οποία η υπόθεση συζητήθηκε αντιμωλία των διαδίκων και εκδόθηκε η με αριθμό 22/25-6-2021 οριστική απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Λαμίας, με την οποία, απορρίφθηκε η έφεση ως ουσιαστικά αβάσιμη. Κατά της απόφασης αυτής ο εκκαλών και ήδη καλών άσκησε την από 13-12-2021, με αριθμό κατάθεσης ./15-12-2021 (Εφετείου Λαμίας) και ./8-8-2022 (Αρείου Πάγου), αναίρεση, επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθμό 1831/12-12-2023 απόφαση του Α2΄ Πολιτικού Τμήματος του Αρείου Πάγου, με την οποία αναιρέθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, για τον αναφερόμενο στην αναιρετική απόφαση λόγο, και παραπέμφθηκε η υπόθεση προς περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο τούτο Εφετείο, συγκροτούμενο από άλλους Δικαστές. Ήδη με την από 6-3-2024, με αριθμό κατάθεσης ./17-4-2024, κλήση του εκκαλούντος – εναγόμενου, που γράφτηκε νόμιμα στο πινάκιο, η υπόθεση επαναφέρεται προς περαιτέρω συζήτηση κατά την αναφερόμενη στην αρχή της απόφασης αυτής συνεδρίαση (12-11-2024), κατά την οποία και έγινε η συζήτηση της υπόθεσης.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, αφού αυτή εκφωνήθηκε από το πινάκιο, ο καλών – εκκαλών εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του, ο οποίος, αφού έλαβε το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις, που κατέθεσε, ενώ η καθ’ ης η κλήση – εφεσίβλητη εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της με την από 6-11-2024 δήλωσή του κατ’ άρθρο 242 § 2 ΚΠολΔ, ο οποίος ανέπτυξε τις απόψεις του με τις έγγραφες προτάσεις, που είχε προκαταθέσει.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Νόμιμα φέρεται, ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, με την από 6-3-2024, με αριθμό κατάθεσης 40/17-4-2024, κλήση του εκκαλούντος – εναγόμενου, η από 17-11-2020, με αριθμό κατάθεσης ./18-11-2020 (πρωτοβάθμιου) και ./19-11-2020 (αυτού του Δικαστηρίου), έφεσή του, κατά της με αριθμό 62/2020 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Λαμίας, που εκδόθηκε με την τακτική διαδικασία, μετά την αναίρεση, με τη με αριθμό 1831/2023 απόφαση του Αρείου Πάγου, της με αριθμό 22/2021 απόφασης αυτού του Δικαστηρίου και την παραπομπή, σ’ αυτό, κατ’ άρθρο 580 § 3 ΚΠολΔ, της προκείμενης υπόθεσης.
Ο KΠολΔ ορίζει: α) Στο άρθρο του 579 παρ. 1 ότι “αν αναιρεθεί η απόφαση, οι διάδικοι επανέρχονται στην κατάσταση που υπήρχε πριν από την απόφαση που αναιρέθηκε και η διαδικασία πριν από την απόφαση αυτήν ακυρώνεται μόνο εφόσον στηρίζεται στην παράβαση για την οποία έγινε δεκτή η αναίρεση. Κάθε απόφαση που στηρίζεται σ’ αυτήν που αναιρέθηκε αναιρείται, εφόσον οι λόγοι της αναίρεσης αναφέρονται και σ’ αυτήν”, β) στο άρθρο του 580 παρ. 3, ότι “αν ο Άρειος Πάγος αναιρέσει την απόφαση για οποιονδήποτε άλλο λόγο, εκτός από εκείνους που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 (δηλαδή για υπέρβαση δικαιοδοσίας ή για παράβαση των διατάξεων των σχετικών με την αρμοδιότητα, αντίστοιχα), μπορεί να κρατήσει την υπόθεση και να τη δικάσει (…) και, αν πρόκειται για τους λόγους που αναφέρονται στους αριθμούς 1,2,3,6 έως 17,19 και 20 του άρθρου 559, μπορεί να παραπέμψει την υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση σε άλλο δικαστήριο ισόβαθμο και ομοειδές προς εκείνο το οποίο εξέδωσε την απόφαση που αναιρέθηκε ή στο ίδιο, αν είναι δυνατή η σύνθεσή του από άλλους δικαστές” και γ) στο άρθρο του 581 παρ. 2 ότι “η υπόθεση συζητείται (στο δικαστήριο της παραπομπής) μέσα στα όρια που διαγράφονται με την αναιρετική απόφαση…”. Από το συνδυασμό των παραπάνω διατάξεων προκύπτει ότι μετά την παραδοχή της αίτησης αναίρεσης, οι διάδικοι επανέρχονται στην κατάσταση που υπήρχε πριν από τη συζήτηση μετά την οποία εκδόθηκε η απόφαση που αναιρέθηκε, δηλαδή αναβιώνει η αίτηση παροχής έννομης προστασίας (έφεση, αγωγή, αναλόγως αν η αναιρεθείσα απόφαση εκδόθηκε στον πρώτο ή δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας), της οποίας επιλαμβάνεται το δικαστήριο της παραπομπής μετά από κλήση (ΑΠ 686/2022, ΑΠ 845/2010, ΑΠ 129/2004). Περαιτέρω, από τις παραπάνω διατάξεις προκύπτει, επίσης, ότι η αναίρεση της απόφασης και επομένως και η εξαφάνισή της μπορεί να είναι ολική ή μερική. Τούτο θα εξαρτηθεί από το κατά πόσο έχουν προσβληθεί όλα ή κάποιο από τα περισσότερα κεφάλαια αυτής (ΑΠ 251/2016, ΑΠ 738/2012, ΑΠ 975/2000). Η έκταση αυτή της αναίρεσης προκύπτει από το συγκεκριμένο περιεχόμενο της αναιρετικής απόφασης και κατισχύει κάθε αντίθετης γενικής διατύπωσης αυτής (ΑΠ 23/2022, ΑΠ 251/2016, ΑΠ 304/2016, ΑΠ 386/2014, ΑΠ 738/2012). Αν η απόφαση αναιρεθεί στο σύνολό της, αποβάλλει την ισχύ της και δεν παράγει δεδικασμένο επί οποιουδήποτε ζητήματος έκρινε αυτή, ενώ οι διάδικοι επανέρχονται στην κατάσταση που ήταν πριν από αυτήν (ΑΠ 581/2023). Στο σύνολό της θεωρείται ότι αναιρείται η απόφαση όταν η αναιρετική, κατά το διατακτικό της, δεν περιορίζει με σχετική διάταξη αυτού την αναίρεση σε ορισμένο ή ορισμένα κεφάλαια της όλης δίκης ή ως προς μερικούς μόνο από τους διαδίκους. Περίπτωση ολικής αναίρεσης συντρέχει και όταν ο αναιρετικός λόγος που έγινε δεκτός πλήττει, κατά νομική ακολουθία, το κύρος της όλης απόφασης, σύμφωνα με το διατακτικό της αναιρετικής, αλλά σε συνδυασμό και με το αιτιολογικό της (ΟλΑΠ 27/2007, ΑΠ 23/2022, ΑΠ 359/2017, ΑΠ 493/2011). Αναιρετικός δε λόγος, ο οποίος, σε περίπτωση που γίνει δεκτός πλήττει κατά νομική ακολουθία το κύρος της όλης απόφασης, είναι και ο ερειδόμενος στον αριθμό 11γ του άρθρου 559 του ΚΠολΔ, (μη λήψη υπόψη αποδεικτικών μέσων, μεταξύ των οποίων και οι ένορκες βεβαιώσεις, που οι διάδικοι επικαλέστηκαν και προσκόμισαν), εφόσον, σύμφωνα με το άρθρο 346 του ΚΠολΔ, τα αποδεικτικά μέσα που έχει προσκομίσει ένας διάδικος λαμβάνονται υπόψη από το δικαστήριο και για την απόδειξη ισχυρισμών άλλου διαδίκου. Στην περίπτωση αυτή δεν αποκλείεται το δικαστήριο της παραπομπής να καταλήξει στην ίδια ουσιαστική κρίση, όπως το δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση που αναιρέθηκε, έχοντας λάβει υπόψη του και τα αποδεικτικά μέσα, που δεν είχαν ληφθεί υπόψη στην αρχική του απόφαση. Επομένως, στο δικαστήριο της παραπομπής η υπόθεση συζητείται μέσα στα όρια που διαγράφονται με την αναιρετική απόφαση. Το Εφετείο, ως δικαστήριο της παραπομπής, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 580 παρ. 3, 581 παρ. 2 και 579 παρ. 1 KΠολΔ, επανεκδικάζει την έφεση, ερευνώντας μόνον τους λόγους έφεσης που είναι σχετικοί με τα κεφάλαια της δίκης για τα οποία αναιρέθηκε η εφετειακή απόφαση, καθώς και αυτά που συνάπτονται άρρηκτα με εκείνα που αναιρέθηκαν, ως προς τα οποία μόνον επανακρίνεται και αποφαίνεται το δικαστήριο της παραπομπής με την απόφασή του (ΑΠ 581/2023, ΑΠ 387/2018, ΑΠ 1145/2005). (ΑΠ 684/2024, ΤΝΠ Νόμος). Εφόσον η αναιρετική απόφαση δεν ασχολήθηκε με το διαδικαστικό ζήτημα του εμπροθέσμου της έφεσης ως προϋπόθεσης του παραδεκτού της, το Εφετείο, ως δικαστήριο της παραπομπής, ερευνά και πάλι, από την αρχή τη συνδρομή των διαδικαστικών προϋποθέσεων της δίκης και το παραδεκτό της έφεσης, κατ’ άρθρο 532 ΚΠολΔ (ΟλΑΠ 4/1996, ΑΠ 1113/2005, ΤρΕφΑθ 110/2022 και ΤρΕφΑθ 2055/2022, ΤΝΠ Νόμος).
Στην προκείμενη περίπτωση, από τα διαδικαστικά έγγραφα του φακέλου της υπόψη δικογραφίας, προκύπτει ότι ο αρχικός ενάγων, …, άσκησε την από 12-7-2017, µε αριθμό κατάθεσης ./ΤΜ/./2017 αγωγή του κατά του εναγόμενου …, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Λαμίας, εκθέτοντας ότι με συμβόλαιο δωρεάς εν ζωή μεταβίβασε στον εναγόμενο εγγονό του, κατά ψιλή κυριότητα το αναλυτικά περιγραφόμενο στην αγωγή ακίνητο, παρακρατώντας εφ’ όρου ζωής ο ίδιος το δικαίωμα της επικαρπίας επ’ αυτού, την οποία ανακάλεσε εξαιτίας της αδιαφορίας του εναγόμενου προς το δωρητή, ζητώντας α) να αναγνωριστεί η εγκυρότητα της ανάκλησης της δωρεάς, β) να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να του αναμεταβιβάσει την ψιλή κυριότητα του περιγραφόμενου στην αγωγή ακινήτου, αξίας 46.000 ευρώ, µε τη σύνταξη σχετικής συμβολαιογραφικής δήλωσης, εντός τριάντα ημερών από την επίδοση της απόφασης που επρόκειτο να εκδοθεί, σε περίπτωση άρνησής του, δε, να θεωρηθεί η δήλωση βούλησης για αναμεταβίβαση ότι πραγματοποιείται µε την τελεσιδικία της απόφασης, και γ) να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να του αποδώσει το ακίνητο, καθώς και να καταδικαστεί στη δικαστική του δαπάνη. Το ανωτέρω Δικαστήριο, µε τη με αριθμό 22/2019 οριστική απόφασή του, κήρυξε εαυτό καθ’ ύλην αναρµόδιο για την εκδίκαση της αγωγής, παρέπεμψε την υπόθεση προς συζήτηση στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Λαμίας. Στη συνέχεια, κατόπιν της από 6-5-2019, με αριθμό κατάθεσης ./ΤΠ/./2019 κλήση της …η, καλούσας – ενάγουσας – εφεσίβλητης, ως εκ διαθήκης κληρονόμου του αποβιώσαντος στις 15-11-2018 αρχικού ενάγοντος, επανήλθε η υπόθεση ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Λαμίας, το οποίο, δικάζοντας αντιμωλία των διαδίκων, µε τη με αριθμό 62/2020 οριστική απόφασή του, αφού έκρινε ότι η αγωγή εισάγεται αρμόδια και παραδεκτά προς συζήτηση ενώπιον του, κατά την τακτική διαδικασία, και νόμιμα από την καλούσα, που έχει την ιδιότητα της εκ διαθήκης κληρονόμου του δωρηθέντος ακινήτου, και κατά το περιεχόμενό της (αγωγής) ορισμένη και νόμιμη, εκτός από το αίτημα απόδοσης του επιδίκου ακινήτου, δέχθηκε την αγωγή, κατά το μέρος της που κρίθηκε νόμιμη, ως ουσιαστικά βάσιμη. Κατά της απόφασης αυτής ο εκκαλών – εναγόμενος άσκησε την από 17-11-2020, με αριθμούς κατάθεσης ./18-11-2020 (Πρωτοδικείου) και ./19-11-2020 (Εφετείου), έφεσή του, επί της οποίας εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, η με αριθμό 22/25-6-2021 απόφαση αυτού του Δικαστηρίου, με την οποία απορρίφθηκε η έφεση ως ουσιαστικά αβάσιμη. Ακολούθως, ο εκκαλών – εναγόμενος άσκησε, κατά της τελευταίας απόφασης (22/2021), την από 13-12-2021, με αριθμούς κατάθεσης ./15-12-2021 (Εφετείου) και ./8-8-2022 (Αρείου Πάγου), αίτηση αναίρεσης, επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθμό 1831/2023 απόφαση του Α2΄ Πολιτικού Τμήματος του Αρείου Πάγου, με την οποία αναιρέθηκε στο σύνολό της, για την πλημμέλεια της μη λήψης υπόψη αποδεικτικού μέσου (άρθρο 559 αρ. 11 περ. γ ΚΠολΔ), η εκδοθείσα επί της ανωτέρω έφεσης (22/2021) απόφαση του Δικαστηρίου αυτού, αφού δεν προκύπτει ότι για το σχηματισμό της κρίσης του για την ουσία της υπόθεσης έλαβε υπόψη τις με αριθμούς . και ./10-5-2021 ένορκες βεβαιώσεις, που θεωρείται ότι προσκομίστηκαν, καθόσον η απόφαση δεν βεβαιώνει το αντίθετο. Κατά συνέπεια νόμιμα φέρεται με την ανωτέρω από 6-3-2024 με αριθμό κατάθεσης ./17-4-2024, κλήση του εκκαλούντος – εναγόμενου, ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου της παραπομπής προς νέα συζήτηση η ως άνω έφεσή του. Όπως προκύπτει από την επισκόπησή της, η προαναφερθείσα αναιρετική απόφαση δεν ασχολήθηκε με το διαδικαστικό ζήτημα του εμπροθέσμου της έφεσης, ως προϋπόθεσης του παραδεκτού αυτής, και συνεπώς πρέπει να επανεξετασθεί η εν λόγω διαδικαστική προϋπόθεση, κατά τα σχετικά προεκτεθέντα στην προηγούμενη νομική σκέψη, αφού το εμπρόθεσμο της κρινόμενης έφεσης δεν συνιστά χωριστό αντικείμενο δίκης, μεταβιβάζεται δε η υπόθεση ως προς αυτό μετά την αναίρεση στο Εφετείο.
Η από 17-11-2020, και με αριθμό κατάθεσης ./2020 (πρωτοβάθμιου), έφεση, κατά της με αριθμό 62/2020 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Λαμίας, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, έχει ασκηθεί σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις και είναι εμπρόθεσμη, εφόσον η εκκαλούμενη απόφαση επιδόθηκε στον πληρεξούσιο δικηγόρο και αντίκλητο του εναγόμενου και ήδη εκκαλούντος, Κωνσταντίνο Γαλανό δικηγόρο Λιβαδειάς, στις 21-10-2020, όπως αποδεικνύεται από την από 21-10-2020 επισημείωση της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Λαμίας με έδρα το Πρωτοδικείο Λιβαδειάς ., και η έφεση κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 19-11-2020, εντός της προθεσμίας των τριάντα (30) ημερών, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 495 §§ 1 και 2, 511, 513 § 1 εδ. β, 516 § 1, 517, 518 § 1 και 520 § 1 ΚΠολΔ, ενώ έχει κατατεθεί από τον εκκαλούντα στο δημόσιο ταμείο το με κωδικό . παράβολο των εκατό πενήντα (150) ευρώ για την άσκηση αυτής (άρθρο 495 § 3 Α περ. γ΄ ΚΠολΔ). Πρέπει, επομένως, η κρινόμενη έφεση, που φέρεται νόμιμα στο Δικαστήριο αυτό, που είναι αρμόδιο για την εκδίκασή της (άρθρο 19 ΚΠολΔ), να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια ως άνω τακτική διαδικασία, με την οποία εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, ως προς το παραδεκτό, και τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα των προβαλλόμενων λόγων της, μέσα στα όρια που καθορίζονται από αυτή (άρθρα 522, 524 και 533 § 1 ΚΠολΔ). Σημειώνεται ότι οι κρινόμενες έφεση και κλήση νόμιμα στρέφονται κατά της εφεσίβλητης – καθ’ ης η κλήση, καθώς, όπως αποδεικνύεται από τα έγγραφα που αυτή προσκομίζει και επικαλείται, μετά το τέλος της συζήτησης της εξεταζόμενης αγωγής ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Λαμίας, στις 3-5-2018, και πριν την έκδοση της µε αριθμό 22/01-02-2019 παραπεμπτικής απόφασής του, επήλθε ο θάνατος του αρχικού ενάγοντος .., στις 15-11-2018, ο οποίος κατέλειπε τη µε αριθμό 9.078/26-6-2017 δημόσια διαθήκη, που δημοσιεύθηκε νόμιμα µε τα µε αριθμό 52/20-2-2019 πρακτικά συνεδρίασης του Ειρηνοδικείου Αταλάντης, και με την οποία ο αποβιώσας – αρχικός ενάγων κατέλειπε στην ανωτέρω καθ’ ης η κλήση – εφεσίβλητη το ένδικο ακίνητο – αντικείμενο της ανακληθείσας δωρεάς του, κληρονομία, την οποία δεν αποποιήθηκε η τελευταία, σύμφωνα µε το µε αριθμό πρωτοκόλλου ./26-7-2019 πιστοποιητικό της Γραμματέα του Ειρηνοδικείου Λαμίας.
Ι. Κατά το άρθρο 505 ΑΚ, ο δωρητής έχει δικαίωμα να ανακαλέσει τη δωρεά, αν ο δωρεοδόχος φάνηκε με βαρύ παράπτωμα αχάριστος απέναντι στο δωρητή ή στο σύζυγό του ή σε στενό συγγενή του και ιδίως αν αθέτησε την υποχρέωσή του να διατρέφει το δωρητή. Από την πιο πάνω διάταξη σαφώς συνάγεται ότι για την ανάκληση της δωρεάς απαιτείται παράπτωμα του δωρεοδόχου, το οποίο να είναι βαρύ και να συνιστά αχαριστία αυτού. Ως αχαριστία, κατά την έννοια της ως άνω διάταξης, που δικαιολογεί την ανάκληση της δωρεάς, θεωρείται η βαριά αντικοινωνική συμπεριφορά ή διαγωγή του δωρεοδόχου, που αποτελεί παράβαση των κανόνων του δικαίου ή των αντιλήψεων περί ηθικής και ευπρέπειας, που κρατούν στην κοινωνία, η οποία πρέπει να οφείλεται σε υπαιτιότητά του και είναι δυνατόν να του καταλογιστεί. Πρέπει, δηλαδή, ο δωρεοδόχος να εξέλθει από την παθητική απλώς κατάσταση της αγνωμοσύνης και να προβεί έναντι του δωρητή σε ενέργειες ένοχες, που συνιστούν βαρύ παράπτωμα έναντι αυτού και των λοιπών ως άνω προσώπων, η αντικοινωνική δε συμπεριφορά ή διαγωγή του να προσβάλλει άμεσα αγαθά αυτών, ώστε να μαρτυρεί έναντι αυτού αχαριστία. Έτσι αχαριστία μπορεί, κατά τις περιστάσεις, να αποτελεί και η χωρίς σοβαρό λόγο αδιαφορία του δωρεοδόχου γενικώς για την τύχη του δωρητή, όταν ο τελευταίος έχει ανάγκη από περίθαλψη ή ανάγκη εκδηλώσεων αγάπης και ενδιαφέροντος για ψυχολογική του στήριξη, λόγω της δύσκολης ψυχοσωματικής κατάστασης, στην οποία έχει περιέλθει λόγω γήρατος συνοδευόμενης από ασθένεια. Η αδιαφορία αυτή, λόγω των συνθηκών κάτω από τις οποίες ευρίσκεται ο δωρητής, είναι κοινωνικώς αποδοκιμαστέα, εις τρόπον ώστε, όταν συντρέχει να δικαιούται ο δωρητής να ανακαλέσει τη δωρεά, έστω και αν ο δωρεοδόχος, που αδιαφορεί για την τύχη του, δεν ανέλαβε με τη σύμβαση της δωρεάς τέτοια υποχρέωση. Το ζήτημα δε, αν η καταδεικνύουσα την αχαριστία συμπεριφορά ή διαγωγή του δωρεοδόχου, συνιστά ή όχι βαρύ παράπτωμα αυτού, κρίνεται από τον δικαστή, ο οποίος για τη μόρφωση της κρίσης του, εκτιμά την εν λόγω συμπεριφορά βάσει αντικειμενικών κριτηρίων, και λαμβάνοντας υπόψη τον βαθμό της υπαιτιότητας του δωρεοδόχου και τυχόν συντρέχον πταίσμα του δωρητή ή του συζύγου ή του στενού συγγενούς του, αποφαίνεται αν η υπ` αυτού γενομένη δεκτή, ως εμπίπτουσα, κατά αντικειμενική κρίση, στις νομικές έννοιες του βαρέως παραπτώματος και της αχαριστίας συμπεριφορά του δωρεοδόχου, συνιστά και στη συγκεκριμένη περίπτωση βαρύ παράπτωμα και αχαριστία. Η κρίση αυτή του δικαστή της ουσίας ελέγχεται αναιρετικώς, όχι ως προς το εάν έλαβαν χώρα τα συνιστώντα το βαρύ παράπτωμα και την αχαριστία πραγματικά περιστατικά, αλλά ως προς την περαιτέρω αξιολόγηση αν τα περιστατικά, όπως τα δέχθηκε ο δικαστής της ουσίας ότι αποδείχθηκαν, πληρούν ή όχι το πραγματικό των νομικών εννοιών του βαρέως παραπτώματος και της αχαριστίας και κατά συνέπεια δικαιολογούν ή αποκλείουν την εφαρμογή του άρθρου 505 ΑΚ (ΑΠ 39/2021, ΑΠ 515/2020, ΑΠ 35/2020, ΑΠ 1439/2017, ΑΠ 726/2017, ΑΠ 173/2017, ΑΠ 655/2014, AΠ 1429/2013). (ΑΠ 390/2023, Ιστοσελίδα ΑΠ).
ΙΙ. Εξάλλου, το δικαίωμα ανάκλησης της δωρεάς για την ως άνω αιτία, σύμφωνα με το άρθρο 509 του ΑΚ, ασκείται με μονομερή δήλωση του δωρητή, απευθυντέα προς το δωρεοδόχο, η οποία είναι άτυπη, ακόμη και αν αφορά ακίνητο, και συνεπώς μπορεί να ασκηθεί και με αγωγή, πρέπει δε να αναφέρεται σε αυτή και ο λόγος της ανάκλησης της δωρεάς για τη συγκεκριμένη αιτία, δηλαδή τα πραγματικά γεγονότα, που συνιστούν το βαρύ παράπτωμα του δωρεοδόχου, τα οποία, βεβαίως, μπορεί να αμφισβητήσει ο δωρεοδόχος ενώπιον του δικαστηρίου, οπότε και θα αποτελέσουν το αντικείμενο της απόδειξης, ενώ η μη αναφορά στη δήλωση του λόγου ανάκλησης, καθιστά ανίσχυρη την ανάκληση, αφού στερείται ο δωρεοδόχος του δικαιώματος άμυνας εναντίον της ανάκλησης. Επιφέρει δε η δήλωση περί ανάκλησης της δωρεάς τα νόμιμα αποτελέσματά της, από το χρόνο που περιέρχεται στο δωρεοδόχο, υπό την προϋπόθεση της απόδειξης της αληθείας του επικαλούμενου στη δήλωση από το δωρητή ως άνω λόγου ανακλήσεως (ΑΠ 5/2020, ΑΠ 1375/2014, ΑΠ 1832/2011). Κατά συνέπεια, για την ευδοκίμηση της αγωγής περί ανάκλησης της δωρεάς, πρέπει, αφενός ο λόγος αχαριστίας να υπάρχει κατά το χρόνο της ανάκλησης, αφετέρου να αποδείξει ο ενάγων την αλήθεια του αναφερόμενου στη δήλωση ανάκλησης λόγου και αν αυτός αφορά την επιδειχθείσα από το δωρεοδόχο αχαριστία, να αποδείξει το έναντι του βαρύ παράπτωμα, από το οποίο προήλθε αυτή (ΑΠ 35/2020, ΑΠ 1439/2017, ΑΠ 655/2014). (ΑΠ 402/2023, Ιστοσελίδα ΑΠ).
ΙΙΙ. Περαιτέρω, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 503, 507 και 509 ΑΚ προκύπτει ότι, επί δωρεάς υπό τρόπο, η σχετική για τον τρόπο συμφωνία υποβάλλεται κατά τα άρθρα 2034 και 498 § 1 ΑΚ, στον αυτό (συμβολαιογραφικό) τύπο με τη δωρεά (ΑΠ 1029/1988, ΕλλΔ/νη 31/65). Τρόπος, κατά την έννοια του άρθρου 503 ΑΚ, είναι ο όρος υπό τον οποίο παρέχεται η δωρεά, με τον οποίο ο δωρητής επιβάλλει στο δωρεοδόχο υποχρέωση προς παροχή (πράξη ή παράλειψη). Ο τρόπος δεν είναι απαραίτητο να έχει περιουσιακή αξία, πρέπει όμως να μην αντιτίθεται προς το νόμο ή τα χρηστά ήθη (ΑΠ 1914/2017, ΤΝΠ Νόμος), μπορεί δε να συνίσταται και σε υποχρέωση του δωρεοδόχου για διατροφή, φροντίδα, περιποίηση και περίθαλψη του δωρητή ή τρίτου, ο δε δωρητής ή ο κληρονόμος του έχει δικαίωμα να ανακαλέσει τη δωρεά αν ο δωρεοδόχος παραλείπει υπαίτια να εκτελέσει τον τρόπο, υπό τον οποίο έγινε αυτή, ενώ η ανάκληση της δωρεάς γίνεται – και στην περίπτωση αυτή – με άτυπη (ακόμη και όταν το αντικείμενό της είναι ακίνητο) σχετική δήλωση του δωρητή ή του κληρονόμου του, η οποία επιφέρει τα αποτελέσματά της από την περιέλευσή της στο δωρεοδόχο, εφόσον ο λόγος της ανάκλησης είναι αληθινός και νόμιμος (ΑΠ 291/2018, ΑΠ 172/2017, ΑΠ 1455/2011, ΤΝΠ Νόμος). (ΕφΠατρ 151/2019, ΤΝΠ Νόμος).
IV. Τέλος, κατά το άρθρο 512 ΑΚ «δωρεές που έγιναν από ιδιαίτερο ηθικό καθήκον ή από λόγους ευπρέπειας δεν μπορούν να ανακληθούν». Δωρεές από ιδιαίτερο ηθικό καθήκον, μη υποκείμενες σε ανάκληση, κατά την έννοια της διάταξης αυτής, είναι εκείνες που αντικειμενικά, κατά τις επικρατούσες κοινωνικές αντιλήψεις, ανταποκρίνονται σε κάποιο ιδιαίτερο ηθικό καθήκον του δωρητή, όπως οι σχέσεις συγγένειας ή φιλίας, ασχέτως προς τα ελατήρια της βούλησής του, ενώ δωρεές από λόγους ευπρέπειας είναι εκείνες που ανταποκρίνονται στις κοινωνικές συνήθειες ή απαιτήσεις της κοινής γνώμης ή γίνονται από κοινωνική υποχρέωση. Το ηθικό καθήκον πρέπει να είναι ιδιαίτερο. Δεν αρκεί, δηλαδή, το κοινό ηθικό καθήκον το οποίο έχει κάθε άνθρωπος προς τους συνανθρώπους του, αλλά πρέπει να συνιστά επιπλέον ηθική επιταγή, θεμελιωμένη στην ιδιαίτερη σχέση του δωρητή προς τον δωρεοδόχο. Στις δωρεές αυτές εμπίπτει, κατά την έννοια της προηγουμένης διάταξης και η ανταποδοτική δωρεά, δηλαδή αυτή με την οποία ο δωρητής σκοπεί να ανταμείψει υπηρεσίες που του παρασχέθηκαν από τον δωρεοδόχο, ο οποίος δεν μπορούσε να αξιώσει εκ του νόμου αμοιβή από τον δωρητή για την παροχή τους. Η φύση της συναπτόμενης σύμβασης δεν εξαρτάται από την ονομασία που δίνεται σ’ αυτήν από τους συμβαλλόμενους, αλλά ο χαρακτηρισμός της αποτελεί έργο του δικαστηρίου, το οποίο σχηματίζει την κρίση του από το περιεχόμενο όσων έχουν συμφωνηθεί και καθορίζει τους προσιδιάζοντες στη σχέση κανόνες δικαίου, προσφεύγοντας, αν υπάρχει ανάγκη, και σε στοιχεία ευρισκόμενα έξω από τη σύμβαση, όταν αυτά συνδέονται με τα συμφωνηθέντα κατά τρόπο που επηρεάζει το αποτέλεσμα. Έτσι μόνες οι δηλώσεις στο συμβόλαιο της δωρεάς για παραίτηση του δωρητή από το δικαίωμα ανάκλησης της δωρεάς και αναγνώριση ότι η δωρεά έγινε από ιδιαίτερο ηθικό καθήκον δεν είναι ικανές να αποτυπώσουν το νομικό χαρακτήρα της δωρεάς ή να παράσχουν πλήρη ως προς αυτόν τον χαρακτήρα απόδειξη, ώστε να αποκλείεται να διαταχθεί εμμάρτυρη απόδειξη, ως τάχα αντίθετη με το περιεχόμενο δημόσιου εγγράφου (ΑΠ 39/2021, ΑΠ 5/2020, ΑΠ 85/2020). (ΑΠ 1736/2022, ΤΝΠ Νόμος).
Στην προκειμένη περίπτωση ο αρχικός ενάγων, …, που άσκησε την από 12-7-2017, µε αριθμό κατάθεσης ./ΤΜ/./2017 αγωγή του κατά του εναγόμενου … ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Λαμίας, ιστορούσε ότι δυνάμει του µε αριθμό ./7-4-2017 συμβολαίου δωρεάς εν ζωή της συμβολαιογράφου Αταλάντης …, το οποίο καταχωρίστηκε στα οικεία κτηματολογικά φύλλα του αρμόδιου Κτηματολογικού Γραφείου, μεταβίβασε στον εναγόμενο εγγονό του, κατά ψιλή κυριότητα το αναλυτικά περιγραφόμενο στην αγωγή ακίνητο, παρακρατώντας εφ’ όρου ζωής ο ίδιος το δικαίωμα της επικαρπίας επ’ αυτού, ενώ διήγε το 91ο έτος της ηλικίας του, και τόσο ο ίδιος όσο και η σύζυγός του είχαν σοβαρά προβλήματα υγείας και μετακίνησης, όπως αναφέρονται αναλυτικά, για τα οποία είχε ανάγκη βοηθητικό άτομο. Διευκρίνιζε, δε, ο ενάγων ότι πριν τη σύνταξη του δωρητηρίου συμβολαίου τις ανάγκες του ιδίου και της συζύγου κάλυπτε, με τη συνεχή παρουσία και διαμονή της στην οικία τους, η …, η οποία μετοίκισε, για προσωπικούς λόγους, στον οικισμό της ΛΑΡΚΟ. Εξαιτίας της ανάγκης τους για αμέριστη συμπαράσταση, παρουσία και ψυχολογική στήριξη ενός ανθρώπου οικείου στον ίδιο, αλλά και για τις τρέχουσες οικιακές ανάγκες τους, ο ενάγων ιστορούσε ότι επέλεξε τον εναγόμενο, ο οποίος του υποσχέθηκε ότι θα διέμενε μαζί τους, αφού δεν είχε οικογενειακές υποχρεώσεις και γνώριζε όλα τα προβλήματα που ο ίδιος αντιμετώπιζε, και προέβη στη σύσταση της ανωτέρω δωρεάς. Ότι, ωστόσο, μετά τη σύσταση της δωρεάς, ο εναγόμενος δωρεοδόχος επεδείκνυε πλήρη αδιαφορία για το πρόσωπο του δωρητή- ενάγοντος και για τα αυξημένα προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε, ότι παρά τις εκκλήσεις του, δε, να διαμείνει μαζί τους, ο εναγόμενος, αθετώντας το λόγο του, εγκατέλειψε πλήρως τον ενάγοντα, επιδεικνύοντας αχάριστη και ανάρμοστη συμπεριφορά προς το πρόσωπο του, και ότι για το λόγο αυτό, ο ενάγων προέβη στην ανάκληση της ανωτέρω δωρεάς με το µε αριθμό ./29-5-2017 συμβολαιογραφικό έγγραφο της ίδιας ως άνω συμβολαιογράφου, το οποίο επέδωσε στον εναγόμενο στις 8-6-2017, καλώντας τον ταυτόχρονα να του αποδώσει την ψιλή κυριότητα του δωρηθέντος ακινήτου, ενέργεια, στην οποία, αν και παρήλθε αρκετό χρονικό διάστημα, ο τελευταίος δεν προέβη, αντίθετα δήλωσε ρητά την άρνησή του προς τούτο. Με βάση το ιστορικό αυτό ο αρχικός ενάγων ζητούσε: α) να αναγνωριστεί η εγκυρότητα της προαναφερόμενης ανάκλησης της δωρεάς, β) να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να του αναμεταβιβάσει την ψιλή κυριότητα του περιγραφόμενου στην αγωγή ακινήτου, αξίας 46.000 ευρώ, µε τη σύνταξη σχετικής συμβολαιογραφικής δήλωσης, εντός τριάντα ημερών από την επίδοση της απόφασης που επρόκειτο να εκδοθεί, σε περίπτωση άρνησής του, δε, να θεωρηθεί ότι η δήλωση βούλησης για αναμεταβίβαση πραγματοποιείται µε την τελεσιδικία της απόφασης, γ) να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να του αποδώσει το ακίνητο, καθώς και να καταδικασθεί ο εναγόμενος στη δικαστική δαπάνη του. Το ανωτέρω Δικαστήριο, µε τη με αριθμό 22/2019 οριστική απόφασή του, κήρυξε εαυτό καθ’ ύλην αναρµόδιο για την εκδίκαση της αγωγής, παρέπεμψε την υπόθεση προς συζήτηση στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Λαμίας, και καταδίκασε τον ενάγοντα στη δικαστική δαπάνη του εναγόμενου, ύψους 250 ευρώ. Στη συνέχεια, κατόπιν της από 6-5-2019, με αριθμό κατάθεσης ./ΤΠ/./2019 κλήσης της …, καλούσας – ενάγουσας – εφεσίβλητης, ως εκ διαθήκης κληρονόμου του αποβιώσαντος στις 15-11-2018 αρχικού ενάγοντος, επανήλθε η υπόθεση ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Λαμίας, το οποίο, δικάζοντας αντιμωλία των διαδίκων, µε τη με αριθμό 62/2020 οριστική απόφασή του, αφού έκρινε ότι η αγωγή εισάγεται αρμόδια και παραδεκτά προς συζήτηση ενώπιόν του, κατά την τακτική διαδικασία, και νόμιμα από την καλούσα, που έχει την ιδιότητα της εκ διαθήκης κληρονόμου του δωρηθέντος ακίνητου, και κατά το περιεχόμενό της (αγωγής) ορισμένη και νόμιμη, εκτός από το αίτημα απόδοσης του επιδίκου ακινήτου, δέχθηκε την αγωγή, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, ως ουσιαστικά βάσιμη, και α) αναγνώρισε ότι η σύμβαση δωρεάς του δικαιώματος ψιλής κυριότητας επί επιμέρους εδαφικού τμήματος (δεύτερης (Β) κάθετης ιδιοκτησίας), επιφάνειας 535τµ, ενός ενιαίου οικοπέδου συνολικής έκτασης 995 τµ, κείμενου εντός του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου της ομώνυμης δημοτικής κοινότητας Μαρτίνου δημοτικής ενότητας Οπουντίων του δήμου Λοκρών, με την επ’ αυτού ισόγεια οικία, επιφάνειας 108τµ, µε ανοικτό βοηθητικό χώρο, που καταρτίστηκε με το µε αριθμό ./7-4-2017 συμβόλαιο, έχει νόμιμα ανακληθεί, β) υποχρέωσε τον εναγόμενο να αναμεταβιβάσει στην ενάγουσα, η οποία υπεισήλθε στη δικονομική θέση του αρχικού ενάγοντος ως εκ διαθήκης κληρονόμος αυτού, την ψιλή κυριότητα του ανωτέρω ακινήτου µε τη σύνταξη σχετικής συμβολαιογραφικής δήλωσης εντός τριάντα ημερών από την επίδοση της εκδοθησόμενης απόφασης και διαφορετικά, γ) σε περίπτωση άρνησής του καταδίκασε τον εναγόμενο σε δήλωση βούλησης προς αναμεταβίβαση της ψιλής κυριότητας του ανωτέρω ακινήτου στην ενάγουσα, και τέλος καταδίκασε τον εναγόμενο και στη δικαστική δαπάνη της ενάγουσας, ύψους 1.800 ευρώ. Κατά της απόφασης αυτής ο εκκαλών – εναγόμενος άσκησε την από 17-11-2020 κρινόμενη έφεσή του, με την οποία παραπονείται ότι το πρωτοβάθμιο δικαστήριο έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων και την εφαρμογή του νόμου και ζητεί να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση προκειμένου να απορριφθεί η ένδικη αγωγή και να καταδικαστεί η εφεσίβλητη στη δικαστική δαπάνη του εκκαλούντος για αμφότερους τους βαθμούς δικαιοδοσίας.
Με το ανωτέρω περιεχόμενο και αιτήματα η κρινόμενη αγωγή είναι επαρκώς ορισμένη, καθόσον αναφέρονται τα απαιτούμενα από το νόμο στοιχεία για το ορισμένο της εξεταζόμενης αγωγής αναγνώρισης ανάκλησης δωρεάς, όπως αναφέρεται στις υπό στοιχεία Ι και ΙΙ νομικές σκέψεις. Ειδικότερα, αναφέρονται α) η σύσταση έγκυρης δωρεάς µε συμβολαιογραφικό έγγραφο, β) η γενόμενη με συμβολαιογραφική πράξη ανάκληση της δωρεάς και η επίδοση της στον εναγόμενο, γ) η υπόσχεση του εναγόμενου να διαμείνει με το δωρεοδόχο και τη σύζυγό του και να στηρίζει τον δωρητή, καθώς και η πλήρης αδιαφορία του δωρεοδόχου προς τον δωρητή και τα αυξημένα προβλήματα υγείας αυτού, ψυχικά και σωματικά, σε συνδυασμό με τις εκκλήσεις του τελευταίου για τήρηση των υποσχέσεων του εναγόμενου δωρεοδόχου, ο οποίος αθέτησε το λόγο του, συμπεριφορά αχάριστη, που αντιβαίνει στους ηθικούς κανόνες και τις κοινωνικές αντιλήψεις, και δικαιολογεί την ανάκληση της δωρεάς, και δ) αίτημα απόδοσης του δωρηθέντος, σύμφωνα µε τις διατάξεις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού, επικουρικά δε µε καταδίκη του δωρεοδόχου σε δήλωση βούλησης, καθώς έχει παρέλθει αρκετό χρονικό διάστημα και ο εναγόμενος δεν απέδωσε την ψιλή κυριότητα του δωρηθέντος ακινήτου. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που έκρινε την αγωγή ορισμένη, ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο, και πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος ο δεύτερος λόγος έφεσης, με τον οποίο ο εκκαλών υποστηρίζει ότι η αγωγή είναι αόριστη, επειδή δεν αναφέρονται στην ένδικη πράξη ανάκλησης δωρεάς συγκεκριμένα περιστατικά, από τα οποία προκύπτει ανάρμοστη και αχάριστη συμπεριφορά του ιδίου απέναντι στο δωρητή και τη σύζυγό του. Επίσης η αγωγή είναι νόμιμη, εκτός από το αίτημα απόδοσης του δωρηθέντος ακινήτου, καθόσον με την ένδικη δωρεά μεταβιβάστηκε η ψιλή κυριότητα στο δωρεοδόχο ενώ η επικαρπία παρακρατήθηκε από τον δωρητή εφ’ όρου ζωής, χωρίς να αναφέρεται ότι ο δωρεοδόχος βρισκόταν στην κατοχή του ακινήτου, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, δε, η αγωγή στηρίζεται στις διατάξεις που αναφέρονται στη μείζονα σκέψη καθώς και σ` αυτές των άρθρων 496, 904 ΑΚ και 70, 949 και 176 ΚΠολΔ.
Από την εκτίμηση των αποδεικτικών μέσων, και ειδικότερα, α) των µε αριθμούς ./6-10-2017 και .15-11-2017 ενώπιον του Ειρηνοδίκη Λαμίας, και ./27-9-2019 και ./10-5-2021 ενώπιον της συμβολαιογράφου ., ενόρκων βεβαιώσεων των … (πρώτη), … (δεύτερη), και …(τρίτη), και … (τέταρτη), που δόθηκαν στον πρώτο βαθμό οι δύο πρώτες με τις προτάσεις ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Λαμίας, η τρίτη με την προσθήκη – αντίκρουση για τους ισχυρισμούς που περιλαμβάνονται στις από 16-9-2019 προτάσεις του εναγόμενου, και στο δεύτερο βαθμό, παραδεκτά κατ’ άρθρο 529 ΚΠολΔ, η τέταρτη με τις προτάσεις ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το άρθρο 422 ΚΠολΔ, όπως ίσχυε πριν την τροποποίησή του με τα άρθρα 22 και 120 Ν. 4842/2021 (ΦΕΚ Α 190 ισχύς από 1-1-2022), με πρωτοβουλία του αρχικού ενάγοντος οι δύο πρώτες, και της κληρονόμου του – ενάγουσας – ήδη εφεσίβλητης οι λοιπές, κατόπιν νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήτευσης του εναγόμενου, σύμφωνα με τη µε αριθμό ./29-9-2017 έκθεση επίδοσης της δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Λαμίας µε έδρα στο Πρωτοδικείο Λαμίας . . για τις δύο πρώτες, τη µε αριθμό ./23-9-2019 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Λαμίας µε έδρα την Αταλάντη Λοκρίδας Φθιώτιδας . . – . για την τρίτη, και τη με αριθμό ./5-5-2021 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Λαμίας με έδρα στο Πρωτοδικείο Λαμίας . για την τέταρτη, β) των µε αριθμούς . και ./14-11-2017, ./16-9-2019, . και ./10-5-2021 ενόρκων βεβαιώσεων, ενώπιον της συμβολαιογράφου Αταλάντης . (πρώτη), . (δεύτερη), . (τρίτη), . (τέταρτη), και . (πέμπτη), που δόθηκαν στον πρώτο βαθμό οι δύο πρώτες με τις προτάσεις ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Λαμίας, η τρίτη με τις προτάσεις ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Λαμίας κατόπιν παραπομπής, και στο δεύτερο βαθμό, παραδεκτά κατ’ άρθρο 529 ΚΠολΔ, οι τέταρτη και πέμπτη με τις προτάσεις ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το άρθρο 422 ΚΠολΔ, όπως ίσχυε πριν την τροποποίησή του με τα άρθρα 22 και 120 Ν. 4842/2021 (ΦΕΚ Α 190 ισχύς από 1-1-2022), με πρωτοβουλία του εναγόμενου (ήδη εκκαλούντος) κατόπιν νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήτευσης για τις δύο πρώτες του αρχικού ενάγοντος, και για τις λοιπές της κληρονόμου του – ενάγουσας – ήδη εφεσίβλητης, σύμφωνα με τη µε αριθμό ./9-11-2017 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Λαμίας µε έδρα στην Αταλάντη Λοκρίδας Φθιώτιδας . οι δύο πρώτες, τη µε αριθμό ./11-9-2019 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Αθηνών µε έδρα στο Πρωτοδικείο Αθηνών . η τρίτη, και τη με αριθμό ./5-5-2021 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Λαμίας με έδρα στο Πρωτοδικείο Λαμίας . οι δύο τελευταίες, όλων ανεξαιρέτως των εγγράφων, που οι διάδικοι νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται, μεταξύ των οποίων η φωτογραφία (άρθρα 444 § 1 γ), 448 § 2, και 457 § 4 ΚΠολΔ, ΑΠ 7/2021, ΤΝΠ Νόμος) και οι απλές φωτοτυπίες εγγράφων (άρθρα 449 § 2 και 457 § 4 ΚΠολΔ σε συνδυασμό με 435, 444 αρ. 3, 448 § 2, 453 § 1 και 458 ΚΠολΔ ΑΠ 795/2021, ΤΝΠ Νόμος), που προσκομίζει με επίκληση η ενάγουσα – εφεσίβλητη, των οποίων δεν αμφισβητείται η γνησιότητα, τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, ορισμένα από τα οποία αναφέρονται ειδικότερα κατωτέρω, χωρίς όμως να παραλείπεται κανένα για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, ενώ δεν λαμβάνονται υπόψη α) η συνομιλία που περιέχεται στο προσκομιζόμενο με επίκληση από τον εκκαλούντα ψηφιακό δίσκο, καθώς πρόκειται για τηλεφωνική συνδιάλεξη μεταξύ του αδελφού του .α και του θανόντος ήδη αρχικού ενάγοντος – παππού του, καθόσον δεν αποδείχθηκε η γνώση και συναίνεση αμφότερων των συνομιλούντων για την καταγραφή αυτή (ΟλΑΠ 1/2001, ΑΠ 996/2010, ΑΠ 1222/2021, Ιστοσελίδα ΑΠ) και β) η από 13-5-2021 υπεύθυνη δήλωση του Ν. 1599/1986 του ., την οποία προσκομίζει με επίκληση η εφεσίβλητη – ενάγουσα, καθόσον έγινε επίτηδες για να χρησιμεύσει ως αποδεικτικό μέσο στη συγκεκριμένη μεταξύ των διαδίκων αυτών πολιτική δίκη, καταστρατηγώντας τις διατάξεις του νόμου για τη μαρτυρία τρίτου και επομένως αποτελεί ανεπίτρεπτο (ανυπόστατο) αποδεικτικό μέσο και δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη ούτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (ΑΠ 125/2021, ΤΝΠ Νόμος), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Ο αρχικός ενάγων, …, γεννημένος στις 7-11-1926, έγγαμος με την και ., γεννημένη στις 27-1-1935, με την οποία απέκτησαν τρία τέκνα, την . – εφεσίβλητη – ενάγουσα, την . (πρώην σύζυγο .), γεννημένη στις 12-2-1967, και την ., γεννημένη στις 19-12-1968, διέμενε με την ως άνω σύζυγό του σε ιδιόκτητη κατοικία, εμβαδού 108τμ (κατά την κτηματολογική εγγραφή 102 τ.μ.) σε οικόπεδο εμβαδού 535 τ.μ. (κάθετη ιδιοκτησία), στο Μαρτίνο, δ.ε. Οπουντίων δήμου Λοκρών Φθιώτιδας. Από τις ανωτέρω θυγατέρες του αρχικού ενάγοντος α) η εφεσίβλητη, μόνιμη δικαστική υπάλληλος κατηγορίας ΔΕ του κλάδου των γραμματέων στο Ελεγκτικό Συνέδριο και στο κεντρικό κατάστημα αυτού στην Αθήνα, μετά από μετάταξή της στις 30-12-2011, κατοικούσε και κατοικεί στην Αθήνα, β) η . η οποία διαγνώστηκε ήδη από 1-11-2008 με ψυχιατρική πάθηση – σχιζοσυναισθηματική διαταραχή, με ιστορικό μείζονος κατάθλιψης, μη ανταποκρινόμενη στη φαρμακευτική αγωγή, με στοιχεία αυτοκτονικότητας και κοινωνική δυσλειτουργία, ανέκαθεν κατοικούσε πλησίον των γονέων της στο Μαρτίνο, και γ) η . (μητέρα του εκκαλούντος), δημόσια υπάλληλος, κατά τον κρίσιμο χρόνο της ένδικης αγωγής κατοικούσε με την οικογένειά της στη Μαλεσίνα Φθιώτιδας. Σύμφωνα με τις προσκομιζόμενες με επίκληση από 20-10-2014 ιατρικές βεβαιώσεις του Γενικού Νοσοκομείου Λεβαδείας ο αρχικός ενάγων, σε ηλικία 88 ετών, νοσηλεύτηκε α) από 6-10-2014 έως 17-10-2014, στην Ορθοπεδική Κλινική του Γενικού Νοσοκομείου Λεβαδείας εξαιτίας κατάγματος στο δεξί ισχίο, για το οποίο υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση, και β) από 17-10-2014 έως 20-10-2014, στην Παθολογική Κλινική του ίδιου ως άνω Νοσοκομείου εξαιτίας δικτυοζωδών σκιάσεων άμφω – λοίμωξης αναπνευστικού, εξήλθε, δε, με δική του βούληση και ευθύνη για συνέχιση της νοσηλείας στην οικία του. Επίσης, σύμφωνα με την από 20-11-2017 ιατρική βεβαίωση του ειδικού πνευμονολόγου . η .– σύζυγος του αρχικού ενάγοντος και γιαγιά του εναγόμενου – εκκαλούντος, εξετάστηκε, στις 4-3-2014, από τον ανωτέρω ιατρό και βρέθηκε με σοβαρή αναπνευστική ανεπάρκεια – υποξυγοναιμία και συστήθηκε χορήγηση οξυγονοθεραπείας κατ’ οίκον επί μόνιμης βάσης με συμπυκνωτή οξυγόνου επί 16 ώρες το 24ωρο. Σύμφωνα με την από 26-6-2017 ιατρική γνωμάτευση του χειρουργού ορθοπεδικού ., ο αρχικός ενάγων (ηλικίας 91 ετών) πάσχει από μυϊκή αδυναμία κάτω άκρων επί εδάφους χειρουργηθέντος κατάγματος δεξιού ισχίου, παρουσιάζει αστάθεια βάδισης και χρήζει βοηθητικού ατόμου για να μετακινηθεί. Επιπλέον, σύμφωνα με τη με αριθμό πρωτοκόλλου ./2-6-2017 βεβαίωση νοσηλείας του Γενικού Νοσοκομείου Λειβαδιάς, η προαναφερόμενη . νοσηλεύτηκε στην Παθολογική Κλινική του ως άνω Νοσοκομείου από 1-4-2017 έως 7-4-2017 με διάγνωση νοσηλείας χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια με οξεία λοίμωξη του κατώτερου αναπνευστικού – λοίμωξη αναπνευστικού παρόξυνση ΧΑΠ – στεφανιαία νόσος – σακχαρώδης διαβήτης τύπου ΙΙ, και έκβαση νοσηλείας βελτίωση. Τα ανωτέρω προβλήματα υγείας και νοσηλείες του αρχικού ενάγοντος και της συζύγου του επιβεβαιώνονται από το περιεχόμενο των προαναφερόμενων ενόρκων βεβαιώσεων. Σύμφωνα με το περιεχόμενο των ενόρκων βεβαιώσεων που προσκόμισε με επίκληση η εφεσίβλητη – ενάγουσα, αποδεικνύεται ότι η ., εγγονή του αρχικού ενάγοντος – θυγατέρα της . (πρώην συζύγου .), παρείχε φροντίδες στο ζευγάρι των ηλικιωμένων παππού και γιαγιάς της για όσο χρόνο διέμενε στο Μαρτίνο και ενώ εργαζόταν στη μεταλλευτική εταιρία ΛΑΡΚΟ στη Λάρυμνα, σε απόσταση περίπου 9 χιλιομέτρων, χωρίς, ωστόσο, να αποδεικνύεται α) με συγκεκριμένες χρονικές αναφορές αν καθ’ όλη την περίοδο εκείνη, από το φθινόπωρο του έτους 2014 μέχρι τη σύναψη της ένδικης δωρεάς το μήνα Απρίλιο του έτους 2017, προσέφερε τη βοήθειά της στους ηλικιωμένους, β) το είδος της βοήθειας και η συχνότητά της. Αντίθετα, από το περιεχόμενο των ενόρκων βεβαιώσεων της . (συγγενούς των διαδίκων από την πλευρά της συζύγου του αρχικού ενάγοντος, .), και του . (εγγονού του αρχικού ενάγοντος και υιού της θυγατέρας του .), αποδεικνύεται ότι η ., εγγονή τους, μετά την έξοδο του αρχικού ενάγοντος από το Νοσοκομείο, το μήνα Οκτώβριο του έτους 2014, βοηθούσε το ηλικιωμένο ζευγάρι με την περιποίηση του σκύλου τους και με τα καθημερινά ψώνια συνοδεύοντας τον παππού της (αρχικό ενάγοντα) στο σούπερ μάρκετ, χωρίς να διανυκτερεύει στην οικία τους, καθώς διέμενε στην ακριβώς διπλανή οικία, μέχρι τις αρχές καλοκαιριού του έτους 2016, οπότε άρχισε να διαμένει στο οικισμό της Λάρυμνας πλησίον του μεταλλείου της ΛΑΡΚΟ τουλάχιστον μέχρι τα μέσα του καλοκαιριού του έτους 2017, και ότι για την προσφορά της αυτή οι ηλικιωμένοι της έδιναν χρήματα, επιπλέον, δε, η γιαγιά της, ., με την από 8-8-2015 ιδιόγραφη διαθήκη, που δημοσιεύθηκε νόμιμα με τα με αριθμό ./17-5-2019 πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Ειρηνοδικείου Αταλάντης, κατέλιπε στην ανωτέρω εγγονή της κατά ψιλή κυριότητα τα κτήματά της, ενώ την επικαρπία τους κατέλιπε στην εφεσίβλητη – ενάγουσα. Επίσης, ο αρχικός ενάγων την ίδια χρονική περίοδο, καλοκαίρι του έτους 2015, συνέταξε ιδιόγραφη διαθήκη με τιμώμενη την εγγονή του, ., καταλείποντάς της κατά ψιλή κυριότητα το ένδικο ακίνητο (κάθετη ιδιοκτησία με ισόγεια οικία), ενώ την επικαρπία αυτών κατέλιπε στην εφεσίβλητη – ενάγουσα, σύμφωνα με την ένορκη βεβαίωση του αδελφού της .. Εξάλλου, η ., μητέρα του εναγόμενου – εκκαλούντος, βεβαίωσε ενόρκως ότι ο πατέρας της – αρχικός ενάγων προ ετών με δημόσια διαθήκη κατέστησε αποκλειστική κληρονόμο του τη μεγαλύτερη θυγατέρα του . (εφεσίβλητη), στην οποία είχε μεταβιβάσει και κάποια οικόπεδα στα Βίλια Αττικής, και στη συνέχεια στις 20-1-2017, έκανε νέα δημόσια διαθήκη ακυρώνοντας την παλιά με τη βούληση του να αφήσει κληρονόμο της ένδικης οικίας τον υιό της (εκκαλούντα), γεγονός που επιβεβαίωσε ενόρκως ο ., ο οποίος υπήρξε μάρτυρας στη διαθήκη αυτή ενώπιον της συμβολαιογράφου Αταλάντης .. Σημειώνεται α) ότι δεν προσκομίζονται οι προαναφερόμενες διαθήκες, καθώς μεταγενέστερα ο αρχικός ενάγων ανακάλεσε τις όποιες προηγούμενες διαθήκες του με τη με αριθμό ./26-6-2017 δημόσια διαθήκη ενώπιον της συμβολαιογράφου Αταλάντης ., που δημοσιεύθηκε νόμιμα με τα με αριθμό ./20-2-2019 πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Ειρηνοδικείου Αταλάντης, και β) ότι η αξιοπιστία των ενόρκως βεβαιούντων δεν πλήττεται από την αναφορά, στις ένορκες βεβαιώσεις των λοιπών, περιστατικών της προσωπικής ζωής τους που δεν δύναται να αποδειχθούν και δεν αφορούν στην ένδικη υπόθεση. Περαιτέρω, κατά το ανωτέρω κρίσιμο χρονικό διάστημα από το φθινόπωρο του έτους 2014 μέχρι το καλοκαίρι του έτους 2017, αποδείχθηκε ότι τόσο ο εναγόμενος – εκκαλών όσο και η μητέρα του, διατηρούσαν άριστες σχέσεις με τον αρχικό ενάγοντα και τη σύζυγό του (παππού και γιαγιά για τον πρώτο και γονείς για τη δεύτερη). Ειδικότερα, η ., μητέρα του εναγόμενου – εκκαλούντος, που κατοικεί και εργάζεται στη Μαλεσίνα, επισκεπτόταν τακτικά τους ηλικιωμένους γονείς της στην οικία τους στο Μαρτίνο, ενώ κατά τη διάρκεια της νοσηλείας της . (μητέρα της), το μήνα Απρίλιο του έτους 2017, στο Νοσοκομείο Λιβαδειάς, της συμπαραστάθηκε και τη φρόντιζε ανελλιπώς. Ο εκκαλών, δε, κάτοικος Μαλεσίνας, κατά το χρονικό διάστημα από 15-6-2016 μέχρι 9-11-2019, εργαζόταν στη Λάρυμνα, στην ανώνυμη εταιρία µε την επωνυμία «Υδατοκαλλιέργειες . Α.Ε.», με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, και επισκεπτόταν τακτικά τον παππού (αρχικό ενάγοντα) και τη γιαγιά του, άλλοτε µε τη μητέρα του, άλλοτε με τον φίλο του ., για τη διεκπεραίωση εξωτερικών εργασιών του παππού του, ιδίως, δε, για τις αγροτικές εργασίες όπως η επιθεώρηση των ελαιοκτημάτων του, το κλάδεμα και το λίπασμα των ελαιόδεντρων. Επίσης, κατά τη διάρκεια της προαναφερόμενης νοσηλείας της γιαγιάς του στο Νοσοκομείο της Λιβαδειάς, διέμενε με τα μικρότερα αδέλφια του στο Μαρτίνο με τον παππού του (αρχικό ενάγοντα) για να μην είναι μόνος του, ενώ ο εκκαλών και η οικογένειά του πέρασαν το Πάσχα του έτους 2017 (16-4) στο Μαρτίνο με τον παππού και τη γιαγιά του. Ακολούθως, αποδείχθηκε ότι με τη με αριθμό ./7-4-2017 δωρεά «εν ζωή» της συμβολαιογράφου Αταλάντης ., που καταχωρίστηκε νόμιμα, στις 11-4-2017 με αριθμό 309, στα βιβλία του Κτηματολογικού Γραφείου Αταλάντης, ο αρχικός ενάγων, ., μεταβίβασε στον εναγόμενο εγγονό του την ψιλή κυριότητα τμήματος (δεύτερη –Β- κάθετη ιδιοκτησία), εμβαδού 535τμ με την εντός αυτού ισόγεια κατοικίας, εμβαδού 108τμ και ανοιχτό βοηθητικό χώρο, τμήμα αυτής, δε, εμβαδού 6τμ υπήχθη στις διατάξεις του Ν. 4178/2013, που αποτελεί αυτοτελή, ανεξάρτητη και διακεκριμένη οριζόντια ιδιοκτησία, με συμμετοχή κατά ποσοστό 53,75% εξ αδιαιρέτου επί του όλου οικοπέδου, εμβαδού 995τμ, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 3741/1929, του ΝΔ 1024/1977 και των άρθρων 1002 και 1117 ΑΚ, που βρίσκεται εντός του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου Μαρτίνου της ομώνυμης δημοτικής κοινότητας της δημοτικής ενότητας Οπουντίων του δήμου Λοκρών, παρακρατώντας εφ’ όρου ζωής και μέχρι το θάνατό του το δικαίωμα επικαρπίας, επί του οποίου δικαιώματος συνέστησε δωρεά αιτία θανάτου υπέρ της ανωτέρω θυγατέρας του και μητέρας του εναγόμενου, . ., η οποία τελούσε υπό τον όρο της προαποβίωσής του. Ειδικότερα, ο αρχικός ενάγων με τη με αριθμό ./1-7-2005 πράξη σύστασης διηρημένης ιδιοκτησίας της συμβολαιογράφου Αταλάντης . απέκτησε το ανωτέρω ακίνητο, το οποίο έχει λάβει τον ΚΑΕΚ ., και συνορεύει ανατολικά, επί πλευράς Ε-Γ μήκους 26,75µ, µε ιδιοκτησία ., δυτικά, επί πλευράς Ε-Β μήκους 26,75µ, µε δημοτική οδό, βόρεια, επί πλευράς Β-Γ μήκους 20µ, µε ιδιοκτησία . και νότια, επί πλευράς Ε-Ε μήκους 20µ, µε άλλο τμήμα οικοπέδου υπό στοιχείο Α, ιδιοκτησίας ., όπως εμφαίνεται και αποτυπώνεται στο από Μάρτιο 2005 τοπογραφικό διάγραμμα της αρχιτέκτονα – μηχανικού . µε τα στοιχεία Ε-Β-Γ-Ε-Ε, ενώ το ως άνω ενιαίο οικόπεδο περιήλθε στο δωρητή – αρχικό ενάγοντα, με το µε αριθμό ./19-1-1972 οριστικό τίτλο της Διεύθυνσης Δασών της Διεύθυνσης Γεωργίας, που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Αταλάντης στον τόμο . και αριθμό .. Στην ανωτέρω συμβολαιογραφική πράξη δωρεάς αναφέρεται ότι α) «η παραπάνω δωρεά γίνεται από τη δωρήτρια (προφανώς εννοεί το δωρητή) προς το δωρεοδόχο σε ένδειξη της στοργής της (του) για την αγάπη και την αφοσίωση που της (του) δείχνει ο δωρεοδόχος» (σελ. 4 της δωρεάς), και β) «(ο δωρητής) παραιτείται από κάθε γενικά δικαίωμα αγωγής και ένστασής της για διάρρηξη, ακύρωση και γενικά προσβολή της σύμβασης αυτής και ανάκλησης της δωρεάς εν ζωή την οποία συνιστά με το παρόν, γιατί αναγνωρίζει ότι αυτή γίνεται για εκπλήρωση ιδιαιτέρου ηθικού καθήκοντος, για λόγους ευπρέπειας και από ιδιαίτερη αγάπη και ευγνωμοσύνη της δωρήτριας (του δωρητή) προς τον δωρεοδόχο» (σελ. 4 – 5 της δωρεάς), ενώ δεν αναφέρεται οποιοσδήποτε όρος (τρόπος), υπό τον οποίο παρέχεται η δωρεά, και τον οποίο έχει υποχρέωση ο δωρεοδόχος – εναγόμενος – εκκαλών να εκπληρώσει, και θα μπορούσε να αφορά στη διατροφή, φροντίδα, περιποίηση και περίθαλψη του δωρητή. Από τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά, αποδεικνύεται ότι η ένδικη δωρεά αποτελεί χαριστική σύμβαση υπέρ του δωρεοδόχου – εναγόμενου – εκκαλούντος από το δωρητή – αρχικό ενάγοντα, αφού η περιουσιακή μετακίνηση γίνεται χωρίς αντάλλαγμα, με πρόθεση ελευθεριότητας, χωρίς να υφίσταται πρόσθετη συμφωνία με την οποία ο εναγόμενος δωρεοδόχος υποχρεώθηκε σε ορισμένη παροχή, δηλαδή δωρεά υπό τρόπο, καθόσον στην εξεταζόμενη συμβολαιογραφική πράξη δεν περιλαμβάνονται σχετικές αναφορές για υποχρέωση του εκκαλούντος – εναγόμενου να εκπληρώσει οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη περιουσιακής ή μη φύσης, που συμφωνήθηκε υπέρ του δωρητή – αρχικού ενάγοντος. Εξάλλου, από τα ίδια ως άνω περιστατικά, δεν αποδείχθηκε ότι η ένδικη δωρεά συνιστά πράγματι δωρεά από ιδιαίτερο ηθικό καθήκον ή από λόγους ευπρέπειας, παρά τη σχετική αόριστη αναφορά από τους συμβαλλόμενους στην προαναφερόμενη συμβολαιογραφική πράξη, καθώς δεν περιέχονται στην τελευταία εξειδικεύσεις με πραγματικά περιστατικά, που προσδιορίζουν το ηθικό καθήκον και την ιδιαιτερότητα αυτού, που συνιστά επιπλέον ηθική επιταγή, θεμελιωμένη στην ιδιαίτερη σχέση του δωρητή με το δωρεοδόχο. Επιπλέον, δεν αποδείχθηκε ότι ο δωρεοδόχος – εναγόμενος – εκκαλών παρείχε στον δωρητή – αρχικό ενάγοντα τέτοιου είδους υπηρεσίες, για τις οποίες δεν μπορούσε να αξιώσει εκ του νόμου αμοιβή για την παροχή τους (ανταποδοτική δωρεά). Ούτε, δε, από στοιχεία εκτός της ένδικης σύμβασης (λοιπά αποδεικτικά μέσα), αποδείχθηκε ότι η φύση της συναφθείσας δωρεάς προσιδιάζει σε δωρεά από ιδιαίτερο ηθικό καθήκον ή λόγους ευπρέπειας. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που έκρινε ότι η ένδικη σύμβαση δωρεάς δε συμφωνήθηκε υπό τρόπο ούτε έχει τον χαρακτήρα δωρεάς από ιδιαίτερο ηθικό καθήκον ή από λόγους ευπρέπειας, ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις, και πρέπει να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμοι ο πρώτος λόγος έφεσης, με τον οποίο ο εκκαλών λανθασμένα εκλαμβάνει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δέχθηκε την κρινόμενη δωρεά ως γενόμενη υπό τρόπο, και ο πέμπτος λόγος έφεσης (τελευταίο σκέλος), με τον οποίο υποστηρίζει ότι η κρινόμενη δωρεά έγινε από ιδιαίτερο ηθικό καθήκον. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι πριν τη συμπλήρωση δύο (2) μηνών από τη σύνταξη της ένδικης σύμβασης δωρεάς, ο αρχικός ενάγων με τη με αριθμό ./29-5-2017 πράξη ανάκλησης δωρεάς της συμβολαιογράφου Αταλάντης ., που επιδόθηκε νόμιμα στον εναγόμενο – εκκαλούντα στις 8-6-2017, σύμφωνα με τη με αριθμό ./8-6-2017 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Λαμίας, με έδρα την Ελάτεια Λοκρίδας, ., ανακάλεσε την ανωτέρω δωρεά με αναφερόμενο λόγο ανάκλησης ότι «έπειτα από τη σύσταση της κατά τα ανωτέρω συμβάσεως δωρεάς, κατά δήλωση του εμφανισθέντα ο δωρεοδόχος επέδειξε ανάρμοστη συμπεριφορά, καθόσον δεν έρχεται στο σπίτι να μείνει, διότι τόσο εγώ όσο και η γυναίκα μου έχουμε ανάγκη φροντίδας», όπως ειδικά καταγράφεται στην πράξη αυτή. Την ανωτέρω ανάκληση αρνήθηκε ο εναγόμενος ως αντίθετη στην πραγματικότητα, όπως αποδεικνύεται από την από 19-6-2017 εξώδικη απάντηση – δήλωση του τελευταίου, που επιδόθηκε νόμιμα στον αρχικό ενάγοντα στις 22-6-2017, σύμφωνα με τη με αριθμό ./22-6-2017 έκθεση επίδοσης της δικαστική επιμελήτριας στο Εφετείο Λαμίας, με έδρα την Ελάτεια Λοκρίδας, … Ωστόσο, από όλα τα ανωτέρω αποδεικτικά μέσα, αποδείχθηκε ότι ο αρχικός ενάγων είχε εκφράσει την επιθυμία να τιμήσει τον εναγόμενο εγγονό του καταλείποντάς του το ένδικο ακίνητο – κάθετη ιδιοκτησία με την επ’ αυτού ισόγεια κατοικία προγενέστερα, με τη σύνταξη δημόσιας διαθήκης πριν τη σύνταξη της ανακληθείσας σύμβασης δωρεάς, όπως αναφέρεται ανωτέρω. Η προφανής βούληση του αρχικού ενάγοντος, δε, να προχωρήσει στη δωρεά του ως άνω ακινήτου χωρίς οιαδήποτε συμφωνία εκπλήρωσης κάποιας υποχρέωσης από το δωρεοδόχο εγγονό του, αποδεικνύεται σαφώς, καθώς δεν περιλήφθηκε κάποιος σχετικός όρος στην ένδικη συμβολαιογραφική πράξη. Εξάλλου, δεν αποδείχθηκε ότι υπήρξε πράγματι υπόσχεση του εναγόμενου – εκκαλούντος ότι θα μετακομίσει από την κατοικία του στη Μαλεσίνα στην κατοικία του αρχικού ενάγοντος στο Μαρτίνο, δεδομένης της εργασίας σε ιχθυοκαλλιέργειες στη Λάρυμνα Φθιώτιδας και του ωραρίου του, καθημερινά από ώρα 14.00 μέχρι ώρα 22.00 και μόνο με δύο ελεύθερες ημέρες (ρεπό) εξαιτίας φόρτου εργασίας, τα οποία ήταν γνωστά στην ευρύτερη οικογένεια. Σημειώνεται ότι από τους ενόρκως βεβαιούντες αμφότερων των διάδικων πλευρών, μόνο η . δηλώνει αυτήκοος μάρτυρας σχετικής συζήτησης και συμφωνίας μεταξύ του ηλικιωμένου ζευγαριού και του εναγόμενου, η οποία, όμως δεν επιβεβαιώνεται από κάποιο άλλο αποδεικτικό στοιχείο, καθώς οι λοιποί ενόρκως βεβαιούντες με πρωτοβουλία των αρχικού ενάγοντος και ενάγουσας – εφεσίβλητης δεν έχουν άμεση αντίληψη, αλλά μεταφέρουν δηλώσεις των τελευταίων (αρχικού ενάγοντος και εφεσίβλητης). Αντίθετα, οι ενόρκως βεβαιούντες με πρωτοβουλία του εναγόμενου – εκκαλούντος καταθέτουν με σαφήνεια ότι δεν υπήρξε τέτοιου είδους συμφωνία για μετοίκηση του εναγόμενου ως αντάλλαγμα για τη δωρεά του προπεριγραφόμενου ακινήτου, καθώς και ότι ο εκκαλών – εναγόμενος δεν απαίτησε τη σύσταση της δωρεάς υπέρ του για οποιαδήποτε προσφορά του. Τα ανωτέρω επιβεβαιώνονται από την πρώτη χαριστική πράξη του αρχικού ενάγοντος, με τη σύνταξη τον μήνα Ιανουάριο του έτους 2017 δημόσιας διαθήκης, με την οποία καθιστούσε τον εναγόμενο κληρονόμο του ως άνω ακινήτου στο Μαρτίνο, και στη συνέχεια από την ένδικη δωρεά, στην οποία δεν περιλήφθηκε όρος υπέρ του δωρητή. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο εναγόμενος – εκκαλών από τη σύνταξη της συμβολαιογραφικής πράξης της δωρεάς και την αποδοχή αυτής, στις 7-4-2017, συνέχισε να συμπεριφέρεται στον αρχικό ενάγοντα (παππού του) και στη σύζυγό του (γιαγιά του) με εκτίμηση και στοργή, είχε καθημερινή τηλεφωνική επικοινωνία μαζί τους, τους επισκεπτόταν τακτικά σχεδόν κάθε εβδομάδα και σε κάθε έκτακτη ανάγκη του ηλικιωμένου ζευγαριού, ήταν πρόθυμος να τους συμπαρασταθεί. Επιπλέον, αποδείχθηκε ότι ο εναγόμενος – εκκαλών με τη μητέρα του, ., μετά την έξοδο της γιαγιάς, ., από το Νοσοκομείο Λεβαδείας, στις 7-4-2017, πρότειναν στην τελευταία και στον παππού του, αρχικό ενάγοντα, να μετακομίσουν στην κατοικία τους στη Μαλεσίνα, αλλά οι ίδιοι (ηλικιωμένοι) αρνήθηκαν να αλλάξουν κατοικία. Σε κάθε περίπτωση, δεν αποδείχθηκε ότι ο εναγόμενος – εκκαλών μετέβαλε τη συμπεριφορά του προς τους ηλικιωμένους παππού και γιαγιά του αδιαφορώντας για τη ζωή και την υγεία τους. Η αιτιολογία, δε, που περιέχεται στην κρινόμενη πράξη ανάκλησης δωρεάς, ότι ο εναγόμενος – εκκαλών δωρεοδόχος δεν έρχεται στο σπίτι να μείνει, διότι τόσο ο ίδιος ο δωρητής όσο και η γυναίκα του έχουν ανάγκη φροντίδας, ενέχει αοριστία, αφού δεν αναφέρονται συγκεκριμένα περιστατικά αδιαφορίας του δωρεοδόχου χωρίς σοβαρό λόγο. Ειδικότερα, όπως προαναφέρεται, ο εναγόμενος, κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα (σύνταξη δωρεάς 7-4-2017 μέχρι ανάκληση δωρεάς 29-5-2017 και επίδοση 8-6-2017), είχε τακτική επικοινωνία, τηλεφωνική και φυσική, με τους ηλικιωμένους με σκοπό την κάλυψη των καθημερινών και έκτακτων αναγκών, ώστε η μη διαμονή του στην οικία τους να μη δύναται να χαρακτηριστεί βαριά αντικοινωνική συμπεριφορά του δωρεοδόχου – εναγόμενου – εκκαλούντος, δεδομένου ότι δεν αποδείχθηκε ότι προέβη σε ενέργειες που προσέβαλαν άμεσα αγαθά των ηλικιωμένων, όπως είναι η διατροφή, η υγεία, η περίθαλψη και η φροντίδα, που θα μαρτυρούσαν αχαριστία έναντι του δωρητή- αρχικού ενάγοντος και της συζύγου του. Από τα ανωτέρω αποδεικνύεται ότι ο εκκαλών – εναγόμενος δεν υποσχέθηκε μετοίκησή του στην οικία του δωρητή – αρχικού ενάγοντος, προκειμένου ο τελευταίος να προβεί στην ένδικη δωρεά, ούτε φάνηκε με βαρύ παράπτωμα αχάριστος απέναντι στο δωρητή ή στη σύζυγό του μεταβάλλοντας τη συμπεριφορά του προς αυτούς. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που έκρινε ότι η συμπεριφορά του εναγόμενου συνιστά βαρύ παράπτωμα που φανερώνει αχαριστία και ότι ο αρχικός ενάγων νόμιμα προέβη στην ανάκληση της ένδικης δωρεάς, και έκανε δεκτή την κρινόμενη αγωγή ως ουσιαστικά βάσιμη, έσφαλε, και πρέπει να γίνει δεκτή η έφεση ως προς τους συναφείς τρίτο, τέταρτο, και πέμπτο – πρώτο μέρος λόγους αυτής, που ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων, και να διαταχθεί η επιστροφή στον εκκαλούντα του παραβόλου, που κατέθεσε για την άσκηση της έφεσης (άρθρο 495 § 3 εδ. 3 ΚΠολΔ), στη συνέχεια, δε, να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση, να κρατηθεί η υπόθεση στο Δικαστήριο τούτο για να δικαστεί η αγωγή στην ουσία της και να απορριφθεί αυτή ως ουσιαστικά αβάσιμη, ενώ η ενάγουσα, επειδή ηττήθηκε, πρέπει να καταδικαστεί στη δικαστική δαπάνη του εναγόμενου, κατόπιν σχετικού αιτήματός του, και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας (άρθρα 106, 176, 183, και 191 § 2 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό της απόφασης αυτής.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και ουσιαστικά την από 17-11-2020, με αριθμό κατάθεσης ./19-11-2020, έφεση, κατά της με αριθμό 62/2020 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Λαμίας (τακτική διαδικασία).
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή του παραβόλου (με αριθμό ., ποσού 150 ευρώ) στον καταθέσαντα για την άσκηση της έφεσης.
ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλούμενη απόφαση.
ΚΡΑΤΕΙ και ΔΙΚΑΖΕΙ επί της ουσίας την υπόθεση.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 12-7-2017, με αριθμό κατάθεσης ./2017 (και ./2019 κλήση), αγωγή.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την εφεσίβλητη στα δικαστικά έξοδα του εκκαλούντος και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων πεντακοσίων (2.500) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε, στη Λαμία, στις 5-3-2025, και δημοσιεύθηκε, στις 5-5-2025, στο ακροατήριό του σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ