Η διακριτική ευχέρεια της Διοίκησης για την επιβολή μέτρων διοικητικής εκτέλεσης έχει όρια τις αρχές της αναλογικότητας και της χρηστής διοίκησης
Η απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης εξετάζει κρίσιμο ζήτημα σχετικά με την επιβολή αναγκαστικής κατάσχεσης πρώτης κατοικίας για την είσπραξη μικρής φορολογικής οφειλής. Η απόφαση καταδεικνύει τη σημασία της συνταγματικής αρχής της αναλογικότητας ως φραγμού στη λήψη δυσανάλογων μέτρων διοικητικής εκτέλεσης από το Δημόσιο. Ο εφεσίβλητος είχε φορολογικές οφειλές ύψους 7.799,75 ευρώ. Η αρμόδια Δ.Ο.Υ. διέταξε την επιβολή αναγκαστικής κατάσχεσης επί ακινήτου που αποτελούσε την κύρια κατοικία του, αξίας 37.500 ευρώ. Ο φορολογούμενος άσκησε ανακοπή, ζητώντας την ακύρωση της πράξης κατάσχεσης, επικαλούμενος παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας και την ύπαρξη άλλου ακινήτου, αξίας 17.982 ευρώ, το οποίο μπορούσε να καλύψει την απαίτηση. Το Μονομελές Διοικητικό Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης έκανε δεκτή την ανακοπή, κρίνοντας ότι η κατάσχεση ήταν δυσανάλογη. Επισημάνθηκε η μη εξάντληση άλλων μέσων εκτέλεσης και η ύπαρξη άλλου διαθέσιμου ακινήτου. Το Δικαστήριο έκρινε ότι η επιβολή κατάσχεσης στην πρώτη κατοικία, αξίας πολλαπλάσιας της οφειλής, παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας, η οποία απαιτεί τα μέτρα της Διοίκησης να είναι κατάλληλα, αναγκαία και ανάλογα προς τον επιδιωκόμενο σκοπό. Το Δημόσιο άσκησε έφεση και υποστήριξε ότι η επιλογή μέτρων εκτέλεσης είναι στη διακριτική ευχέρεια της Διοίκησης. Το Εφετείο απέρριψε την έφεση του Δημοσίου. Επιβεβαίωσε ότι, υπό τις περιστάσεις, η κατάσχεση πρώτης κατοικίας ήταν νομικά πλημμελής λόγω παραβίασης της αρχής της αναλογικότητας. Το Δικαστήριο έκρινε ότι, ενώ το κατασχεθέν ακίνητο ήταν η κύρια κατοικία του οφειλέτη και υπήρχε άλλο διαθέσιμο ακίνητο, ικανό να καλύψει την απαίτηση, η Διοίκηση δεν απέδειξε προσπάθεια εξάντλησης ηπιότερων μέτρων. Η απόφαση ενισχύει τη νομολογιακή τάση υπέρ της αυστηρής τήρησης της αρχής της αναλογικότητας κατά την επιβολή αναγκαστικών μέτρων. Ειδικά για την πρώτη κατοικία, το Δημόσιο οφείλει να αιτιολογεί την αναγκαιότητα του μέτρου και να εξετάζει εναλλακτικά μέσα λιγότερο επαχθή. Η απλή ύπαρξη διακριτικής ευχέρειας από τον ΚΕΔΕ δεν αίρει την υποχρέωση σεβασμού των συνταγματικών αρχών.