ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (Όγδοο Τμήμα)
5 Ιουνίου 2025 ( * )
«Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως – Διεθνείς αεροπορικές μεταφορές – Σύμβαση του Μόντρεαλ – Ευθύνη του αερομεταφορέα – Άρθρο 19 – Ζημία που προκύπτει από καθυστέρηση στη μεταφορά επιβατών, αποσκευών ή φορτίου αεροπορικώς – Άρθρο 31, παράγραφος 2 – Προθεσμίες για την άσκηση ένστασης – Ένσταση πριν από την ημερομηνία κατά την οποία οι εν λόγω αποσκευές τέθηκαν στη διάθεση του παραλήπτη τους»
Στην υπόθεση C‑292/24,
ΑΙΤΗΣΗ ΕΚΔΟΣΗΣ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 267 ΣΛΕΕ ΑΠΟ ΤΟ LANDGERICHT FRANKFURT AM MAIN (ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΦΡΑΝΚΦΟΥΡΤΗΣ ΑΜ ΜΑΙΝ, ΓΕΡΜΑΝΙΑ), ΠΟΥ ΥΠΟΒΛΗΘΗ ΜΕ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 2ΑΣ ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2024, Η ΟΠΟΙΑ ΠΕΡΙΛΗΦΘΗΚΕ ΣΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΣΤΙΣ 25 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2024, ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
κατά
Iberia Líneas Aéreas de España SA Operadora Unipersonal,
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (Όγδοο Τμήμα),
συγκείμενο από τον κ. S. Rodin (Εισηγητή), Πρόεδρο του Τμήματος, τον κ. N. Piçarra και την κα O. Spineanu-Matei, δικαστές,
Γενικός Εισαγγελέας: κ. M. Szpunar,
υπάλληλος: κ. A. Calot Escobar,
λαμβάνοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,
λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υποβλήθηκαν:
– για AD, από τον κ. M. Hotes, Rechtsanwalt,
– για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τους G. von Rintelen και N. Yerrell,
έχοντας υπόψη την απόφαση που ελήφθη, μετά από ακρόαση του Γενικού Εισαγγελέα, να εκδικαστεί η υπόθεση χωρίς συμπεράσματα,
κάνει το παρόν
Στάση
1 Η παρούσα αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία της δεύτερης περιόδου του άρθρου 31, παράγραφος 2, της Σύμβασης για την Ενοποίηση Ορισμένων Κανόνων στις Διεθνείς Αεροπορικές Μεταφορές, η οποία συνήφθη στο Μόντρεαλ στις 28 Μαΐου 1999, υπογράφηκε από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα στις 9 Δεκεμβρίου 1999 και εγκρίθηκε εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με την απόφαση 2001/539/ΕΚ του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 2001 (ΕΕ L 194, σ. 38) (στο εξής: Σύμβαση του Μόντρεαλ), η οποία τέθηκε σε ισχύ, όσον αφορά την Ευρωπαϊκή Ένωση, στις 28 Ιουνίου 2004.
2 Η παρούσα αίτηση υποβλήθηκε στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ της AD, ενός επιβάτη αεροπορικής εταιρείας, και της Iberia Líneas Aéreas de España SA Operadora Unipersonal (εφεξής «Iberia»), μιας αεροπορικής εταιρείας, σχετικά με την ευθύνη της τελευταίας για τη ζημία που προκλήθηκε από την καθυστέρηση στην αεροπορική μεταφορά αποσκευών της AD και των προσώπων που ταξίδευαν μαζί του.
Το νομικό πλαίσιο
Η Σύμβαση του Μόντρεαλ
3 Σύμφωνα με την τρίτη αιτιολογική σκέψη της Σύμβασης του Μόντρεαλ, τα συμβαλλόμενα κράτη αναγνωρίζουν «τη σημασία της διασφάλισης της προστασίας των συμφερόντων των καταναλωτών στις διεθνείς αερομεταφορές και την ανάγκη δίκαιης αποζημίωσης βάσει της αρχής της αποκατάστασης».
4 Η πέμπτη αιτιολογική σκέψη της εν λόγω σύμβασης αναφέρει ότι «η υιοθέτηση συλλογικών μέτρων από τα κράτη με σκοπό την περαιτέρω εναρμόνιση και κωδικοποίηση ορισμένων κανόνων που διέπουν τις διεθνείς αεροπορικές μεταφορές αποτελεί το καλύτερο μέσο για την επίτευξη δίκαιης ισορροπίας συμφερόντων».
5 Το άρθρο 19 της Σύμβασης του Μόντρεαλ, με τίτλο «Καθυστέρηση», ορίζει τα εξής:
«Ο μεταφορέας ευθύνεται για ζημία που προκύπτει από καθυστέρηση στην αεροπορική μεταφορά επιβατών, αποσκευών ή φορτίου. Ωστόσο, ο μεταφορέας δεν ευθύνεται για ζημία που προκαλείται από καθυστέρηση εάν αποδείξει ότι αυτός, οι υπάλληλοί του και οι αντιπρόσωποί του έλαβαν όλα τα μέτρα που θα μπορούσαν εύλογα να αναμένονται για την αποφυγή της ζημίας ή ότι ήταν αδύνατο να τα λάβουν.»
6 Το άρθρο 31 της εν λόγω σύμβασης, με τίτλο «Προθεσμίες για την υποβολή ένστασης», ορίζει τα εξής:
«1. Η παραλαβή παραδοτέων αποσκευών και εμπορευμάτων χωρίς διαμαρτυρία από τον παραλήπτη αποτελεί τεκμήριο, εκτός εάν αποδειχθεί το αντίθετο, ότι οι αποσκευές και τα εμπορεύματα έχουν παραδοθεί σε καλή κατάσταση και σύμφωνα με το έγγραφο μεταφοράς ή τα στοιχεία που έχουν καταγραφεί με τα άλλα μέσα που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 και στο άρθρο 4 παράγραφος 2.»
2. Σε περίπτωση ζημιάς, ο παραλήπτης οφείλει να υποβάλει ένσταση στον μεταφορέα αμέσως μόλις διαπιστώσει τη ζημιά και, το αργότερο, εντός επτά ημερών για τις παραδοτέες αποσκευές και δεκατεσσάρων ημερών για τα εμπορεύματα από την ημερομηνία παραλαβής. Σε περίπτωση καθυστέρησης, η ένσταση πρέπει να υποβληθεί το αργότερο εντός είκοσι μία ημερών από την ημέρα που οι αποσκευές ή τα εμπορεύματα τέθηκαν στη διάθεσή του.
3. Οποιαδήποτε ένσταση πρέπει να υποβάλλεται με γραπτή κράτηση και να παραδίδεται ή να αποστέλλεται εντός της προθεσμίας που προβλέπεται για την ένσταση αυτή.
4. Ελλείψει ένστασης εντός των προβλεπόμενων προθεσμιών, όλες οι αγωγές κατά του μεταφορέα είναι απαράδεκτες, εκτός από την περίπτωση απάτης εκ μέρους του τελευταίου.
δίκαιο της Ένωσης
7 Σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 2027/97 του Συμβουλίου , της 9ης Οκτωβρίου 1997, για την ευθύνη των αερομεταφορέων όσον αφορά την αεροπορική μεταφορά επιβατών και των αποσκευών τους (ΕΕ L 285, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 889/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Μαΐου 2002 (ΕΕ L 140, σ. 2), «[η] ευθύνη ενός κοινοτικού αερομεταφορέα έναντι των επιβατών και των αποσκευών τους διέπεται από όλες τις διατάξεις της Σύμβασης του Μόντρεαλ που αφορούν την εν λόγω ευθύνη».
Η κύρια διαφορά και το προδικαστικό ερώτημα
8 Στις 15 Δεκεμβρίου 2021, ο AD και δύο άλλα άτομα επιβιβάστηκαν σε πτήση, η οποία είχε κρατηθεί με την Iberia, από τη Φρανκφούρτη επί του Μάιν (Γερμανία) προς την Πόλη του Παναμά (Παναμάς) με ενδιάμεση στάση στη Μαδρίτη (Ισπανία). Καθώς οι αποσκευές τους δεν έφτασαν εγκαίρως στην Πόλη του Παναμά, η AD ανέφερε την απουσία αυτών των αποσκευών και επικοινώνησε τηλεφωνικά με την υπηρεσία εντοπισμού αποσκευών της Iberia.
9 Λόγω αυτής της κατάστασης, ο AD και τα άτομα που ταξίδευαν μαζί του ανέβαλαν τη συνέχιση του ταξιδιού τους και ο AD δήλωσε, σε μια φόρμα επικοινωνίας της Iberia, ότι επιθυμούσε να επικοινωνήσει προσωπικά μαζί του η εν λόγω εταιρεία το αργότερο έως τις 18 Δεκεμβρίου 2021, διαφορετικά θα αγόραζαν ανταλλακτικό εξοπλισμό και θα συνέχιζαν το ταξίδι τους. Ελλείψει απάντησης από την Iberia, αγόρασαν αυτόν τον ανταλλακτικό εξοπλισμό. Μόνο μετά την αγορά αυτού του εξοπλισμού, στις 20 Δεκεμβρίου 2021, οι εν λόγω αποσκευές παραδόθηκαν στην Πόλη του Παναμά.
10 Με αγωγή που άσκησε ενώπιον του Amtsgericht Frankfurt am Main (πρωτοδικείου Φρανκφούρτης επί του Μάιν, Γερμανία), η AD ζήτησε από την Iberia, δυνάμει των δικαιωμάτων της και εκείνων που της εκχώρησαν τα άτομα που την συνόδευαν, την επιστροφή του κόστους του εν λόγω εξοπλισμού αντικατάστασης, των εξόδων ταξιδιού και της τιμής των εισιτηρίων για πτήση αντικατάστασης.
11 Με απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2023, το εν λόγω δικαστήριο απέρριψε την έφεση με το σκεπτικό ότι δεν είχε τηρηθεί η προθεσμία υποβολής ενστάσεων που προβλέπεται στο άρθρο 31, παράγραφος 2, δεύτερη περίοδος, της Σύμβασης του Μόντρεαλ και ότι η εξαίρεση που προβλέπεται στο άρθρο 31, παράγραφος 4, της εν λόγω σύμβασης δεν ίσχυε.
12 Η AD άσκησε έφεση κατά της εν λόγω απόφασης ενώπιον του Landgericht Frankfurt am Main (Περιφερειακού Δικαστηρίου Φρανκφούρτης επί του Μάιν, Γερμανία), το οποίο είναι το αιτούν δικαστήριο.
13 Η AD θεωρεί ότι η δήλωσή της, με την οποία απαιτούσε από την Iberia να επικοινωνήσει μαζί της το αργότερο έως τις 18 Δεκεμβρίου 2021, συνιστούσε πρόωρη διαμαρτυρία με την οποία ενημερώνονταν δεόντως η Iberia για την επικείμενη ζημία και τηρούνταν η προθεσμία που προβλέπεται στο άρθρο 31(2) δεύτερη πρόταση της Σύμβασης του Μόντρεαλ. Δεδομένου ότι η Iberia γνώριζε ότι η AD δεν είχε ενημερωθεί προσωπικά εντός της προθεσμίας που όρισε η τελευταία και ότι, μέχρι την ημερομηνία αυτή, οι εν λόγω αποσκευές δεν είχαν παραδοθεί, θα είχε ήδη επίγνωση της επέλευσης ζημίας κατά την έννοια της εν λόγω διάταξης κατά την ημερομηνία αυτή. Συνεπώς, δεν θα ήταν απαραίτητο να οριστεί νέα προθεσμία μετά την παράδοση των εν λόγω αποσκευών.
14 Η Iberia θεωρεί, από την άλλη πλευρά, ότι μόνο μετά την παράδοση των εν λόγω αποσκευών μπορεί να εκτιμηθεί πραγματικά η επέλευση της ζημίας.
15 Υπό τις συνθήκες αυτές, το Landgericht Frankfurt am Main (περιφερειακό δικαστήριο Φρανκφούρτης επί του Μάιν) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:
«Προβλέπει το άρθρο 31, παράγραφος 2, δεύτερη πρόταση, της Σύμβασης του Μόντρεαλ απόλυτη προθεσμία παραγραφής και πρέπει υποχρεωτικά να ερμηνευθεί ως εξής: η ένσταση πρέπει να υποβληθεί εντός 21 ημερών από την ανάκτηση των αποσκευών ή μπορεί μια τέτοια ένσταση να υποβληθεί πριν από την επιστροφή των αποσκευών;»
Επί του προκαταρκτικού ερωτήματος
16 Με το ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ερωτά, κατ’ ουσίαν, αν η δεύτερη περίοδος του άρθρου 31, παράγραφος 2, της Σύμβασης του Μόντρεαλ πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι η ένσταση λόγω καθυστέρησης στη μεταφορά αποσκευών πρέπει να υποβληθεί εντός 21 ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία οι εν λόγω αποσκευές τέθηκαν στη διάθεση του παραλήπτη τους ή ότι η εν λόγω ένσταση μπορεί να υποβληθεί πριν από την ημερομηνία αυτή.
17 Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι, βάσει του άρθρου 3, παράγραφος 1, του κανονισμού 2027/97 , όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 889/2002 , η ευθύνη ενός αερομεταφορέα της Ευρωπαϊκής Ένωσης έναντι των επιβατών και των αποσκευών τους διέπεται από όλες τις διατάξεις της Σύμβασης του Μόντρεαλ που αφορούν την εν λόγω ευθύνη.
18 Κατά συνέπεια, από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της Σύμβασης του Μόντρεαλ όσον αφορά την Ένωση, δηλαδή από τις 28 Ιουνίου 2004, οι διατάξεις της εν λόγω σύμβασης αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της έννομης τάξης της Ένωσης και το Δικαστήριο είναι αρμόδιο να αποφανθεί προδικαστικά επί της ερμηνείας της (βλ., συναφώς, απόφαση της 17ης Φεβρουαρίου 2016, Air Baltic Corporation , C‑429/14, EU:C:2016:88, σκέψεις 22 και 23 και την εκεί παρατιθέμενη νομολογία).
19 Όσον αφορά μια τέτοια ερμηνεία, το άρθρο 31 της Σύμβασης της Βιέννης για το Δίκαιο των Συνθηκών, της 23ης Μαΐου 1969 ( Σειρά Συνθηκών των Ηνωμένων Εθνών, τόμος 1155, σ. 331), το οποίο αντικατοπτρίζει το εθιμικό διεθνές δίκαιο και οι διατάξεις του οποίου αποτελούν μέρος της έννομης τάξης της Ένωσης, ορίζει ότι μια συνθήκη πρέπει να ερμηνεύεται καλόπιστα σύμφωνα με τη συνήθη έννοια που πρέπει να δοθεί στους όρους της στο πλαίσιό τους και υπό το πρίσμα του αντικειμένου και του σκοπού της (απόφαση της 20ής Οκτωβρίου 2022, Laudamotion , C-111/21, EU:C:2022:808, σκέψη 22 και η εκεί παρατιθέμενη νομολογία).
20 Συναφώς, προκύπτει, καταρχάς, από το άρθρο 31, παράγραφος 2, δεύτερη περίοδος, της Σύμβασης του Μόντρεαλ ότι, σε περίπτωση καθυστέρησης στην παραλαβή αποσκευών ή εμπορευμάτων, ο παραλήπτης των αποσκευών ή των εμπορευμάτων υποχρεούται να ειδοποιήσει τον μεταφορέα για την ένστασή του το αργότερο εντός 21 ημερών από την ημέρα κατά την οποία οι εν λόγω αποσκευές ή εμπορεύματα τέθηκαν στη διάθεσή του.
21 Ενώ η διάταξη αυτή ορίζει προθεσμία 21 ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία οι αποσκευές καθίστανται διαθέσιμες για την υποβολή τέτοιας ένστασης, καθορίζει μόνο την τελευταία ημέρα της προθεσμίας μετά την οποία δεν είναι πλέον δυνατή, κατ’ αρχήν, η έγκυρη υποβολή τέτοιας ένστασης. Η γραμματική ερμηνεία της διατύπωσης αυτής της διάταξης υποδηλώνει ότι μια τέτοια ένσταση μπορεί να υποβληθεί οποιαδήποτε στιγμή μεταξύ της ανακάλυψης καθυστέρησης στην παράδοση αποσκευών ή αγαθών και της λήξης αυτής της προθεσμίας, και επομένως ακόμη και πριν από αυτήν την ημερομηνία.
22 Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει να σημειωθεί ότι, μολονότι το άρθρο 31, παράγραφος 2, της Σύμβασης του Μόντρεαλ δεν προβλέπει ρητά τη δυνατότητα υποβολής διαμαρτυρίας πριν από την ημερομηνία κατά την οποία οι εν λόγω αποσκευές καθίστανται διαθέσιμες, η διάταξη αυτή μπορεί να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι η διαμαρτυρία βάσει αυτής μπορεί να υποβληθεί πριν από την ημερομηνία αυτή.
23 Στη συνέχεια, είναι σκόπιμο να εξεταστεί εάν η ερμηνεία αυτή, η οποία προκύπτει από τη διατύπωση του άρθρου 31, παράγραφος 2, δεύτερη πρόταση, της Σύμβασης του Μόντρεαλ, επιβεβαιώνεται από το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται η εν λόγω διάταξη.
24 Συναφώς, είναι σημαντικό, καταρχάς, να σημειωθεί ότι το άρθρο 31, παράγραφος 1, της Σύμβασης του Μόντρεαλ ορίζει ότι η παραλαβή παραδοτέων αποσκευών χωρίς διαμαρτυρία από τον παραλήπτη συνιστά τεκμήριο, εκτός εάν αποδειχθεί το αντίθετο, ότι οι αποσκευές έχουν παραδοθεί σε καλή κατάσταση και σύμφωνα με το έγγραφο μεταφοράς ή τα στοιχεία που έχουν καταγραφεί με τα άλλα μέσα που αναφέρονται στο άρθρο 3, παράγραφος 2, της εν λόγω σύμβασης.
25 Συνεπώς, σκοπός μιας διαμαρτυρίας όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, η οποία απευθύνεται σε αερομεταφορέα από επιβάτη, είναι να ενημερωθεί ο εν λόγω μεταφορέας ότι οι παραδοτέες αποσκευές δεν παραδόθηκαν σε καλή κατάσταση και/ή σύμφωνα με το εισιτήριο ή τις πληροφορίες που καταγράφηκαν με τα άλλα μέσα που αναφέρονται στο άρθρο 3, παράγραφος 2, της εν λόγω σύμβασης (βλ., συναφώς, απόφαση της 12ης Απριλίου 2018, Finnair , C‑258/16, EU:C:2018:252, σκέψη 50), ιδίως όσον αφορά τον χρόνο κατά τον οποίο θα έπρεπε να είχε πραγματοποιηθεί η εν λόγω παράδοση.
26 Δεύτερον, σύμφωνα με την πρώτη πρόταση του άρθρου 19 της Σύμβασης του Μόντρεαλ, «[ο] μεταφορέας ευθύνεται για τη ζημία που προκύπτει από καθυστέρηση στην αεροπορική μεταφορά επιβατών, αποσκευών ή φορτίου».
27 Συνεπώς, το άρθρο 31, παράγραφος 1, της εν λόγω συμβάσεως, ερμηνευόμενο υπό το πρίσμα της πρώτης περιόδου του άρθρου 19 της εν λόγω συμβάσεως, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι η ένσταση που υποβάλλει ο ενδιαφερόμενος επιβάτης, όπως αυτή που κατατέθηκε στην κύρια δίκη, έχει ως σκοπό να ενημερώσει τον αερομεταφορέα για την ύπαρξη ζημίας που προκύπτει από καθυστέρηση στη μεταφορά αποσκευών ή εμπορευμάτων αεροπορικώς (βλ., κατ’ αναλογία, απόφαση της 12ης Απριλίου 2018, Finnair , C‑258/16, EU:C:2018:252, σκέψη 52).
28 Συνεπώς, πρέπει να σημειωθεί ότι από το πλαίσιο του άρθρου 31, παράγραφος 2, δεύτερη περίοδος, της Σύμβασης του Μόντρεαλ προκύπτει επίσης ότι η ζημία που προκύπτει από καθυστέρηση στη μεταφορά αποσκευών αεροπορικώς πρέπει να μπορεί να αναφέρεται στον αερομεταφορέα από τη στιγμή που ο ενδιαφερόμενος επιβάτης αντιλαμβάνεται την καθυστέρηση και το αργότερο εντός 21 ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία οι αποσκευές τέθηκαν στη διάθεσή του, χωρίς ο επιβάτης να χρειάζεται να περιμένει να τεθούν στη διάθεσή του οι αποσκευές.
29 Η διαπίστωση αυτή επιβεβαιώνεται, εξάλλου, από το γεγονός ότι, όπως προκύπτει σαφώς από το άρθρο 19, δεύτερη περίοδος, της Σύμβασης του Μόντρεαλ, ο μεταφορέας δεν ευθύνεται για ζημία που προκλήθηκε από καθυστέρηση εάν αποδείξει ότι ο ίδιος, οι υπάλληλοί του και οι αντιπρόσωποί του έλαβαν όλα τα μέτρα που θα μπορούσαν εύλογα να απαιτηθούν για την αποφυγή της ζημίας ή ότι ήταν αδύνατον να τα λάβουν.
30 Πράγματι, όπως επισήμανε κατ’ ουσίαν το αιτούν δικαστήριο στην αίτηση προδικαστικής αποφάσεως, η κοινοποίηση στον οικείο μεταφορέα ένστασης σχετικά με καθυστέρηση στη μεταφορά αποσκευών πριν από την ημερομηνία κατά την οποία οι εν λόγω αποσκευές τίθενται στη διάθεση του παραλήπτη τους είναι τέτοια ώστε να επιτρέψει στον εν λόγω μεταφορέα να συγκεντρώσει το συντομότερο δυνατό τα απαραίτητα στοιχεία προκειμένου να προσκομίσει την εν λόγω απόδειξη και, ως εκ τούτου, να απαλλαγεί από την ευθύνη του βάσει της εν λόγω διάταξης.
31 Τέλος, η ερμηνεία που εκτίθεται στη σκέψη 22 της παρούσας αποφάσεως συνάδει επίσης με τους στόχους που επιδιώκει η Σύμβαση του Μόντρεαλ. Πράγματι, τα κράτη μέρη της Σύμβασης του Μόντρεαλ, αναγνωρίζοντας, σύμφωνα με την τρίτη αιτιολογική σκέψη της εν λόγω σύμβασης, «τη σημασία της διασφάλισης της προστασίας των συμφερόντων των καταναλωτών στις διεθνείς αεροπορικές μεταφορές και την ανάγκη δίκαιης αποζημίωσης βάσει της αρχής της έννομης προστασίας», αποφάσισαν να προβλέψουν ένα καθεστώς αντικειμενικής ευθύνης για τους αερομεταφορείς. Ένα τέτοιο καθεστώς συνεπάγεται, όπως προκύπτει από την πέμπτη αιτιολογική σκέψη της σύμβασης, μια «δίκαιη ισορροπία συμφερόντων» αερομεταφορέων και επιβατών (βλ., συναφώς, απόφαση της 6ης Ιουλίου 2023, Austrian Airlines (Πρώτες βοήθειες εν πτήσει αεροσκάφους) , C-510/21, EU:C:2023:550, σκέψη 25 και την εκεί παρατιθέμενη νομολογία).
32 Ωστόσο, μια ερμηνεία του άρθρου 31, παράγραφος 2, δεύτερη περίοδος, της εν λόγω συμβάσεως, η οποία αποκλείει τη δυνατότητα των ενδιαφερομένων επιβατών να υποβάλουν ένσταση λόγω καθυστέρησης στη μεταφορά αποσκευών πριν από την ημερομηνία κατά την οποία οι αποσκευές τους τέθηκαν στη διάθεσή τους, θα διατάρασσε την ισορροπία αυτή, εξαρτώντας την ολοκλήρωση της διατύπωσης ένστασης από μια περιττή πρόσθετη προϋπόθεση και, επιπλέον, θα ήταν αντίθετη προς τα συμφέροντα των μεταφορέων, όπως προκύπτει σαφώς από τη σκέψη 30 της παρούσας αποφάσεως.
33 Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι στο υποβληθέν ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι η δεύτερη περίοδος του άρθρου 31, παράγραφος 2, της Σύμβασης του Μόντρεαλ πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι ένσταση λόγω καθυστέρησης στη μεταφορά αποσκευών μπορεί να υποβληθεί πριν από την ημερομηνία κατά την οποία οι εν λόγω αποσκευές τέθηκαν στη διάθεση του παραλήπτη τους.
Σχετικά με το κόστος
34 Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των εξόδων των εν λόγω διαδίκων, δεν αποδίδονται.
Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (όγδοο τμήμα) αποφαίνεται:
Άρθρο 31 παράγραφος 2 δεύτερη πρόταση της Σύμβασης για την Ενοποίηση Ορισμένων Κανόνων στις Διεθνείς Αεροπορικές Μεταφορές, η οποία συνήφθη στο Μόντρεαλ στις 28 Μαΐου 1999, υπογράφηκε από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα στις 9 Δεκεμβρίου 1999 και εγκρίθηκε εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με την απόφαση 2001/539/ΕΚ του Συμβουλίου της 5ης Απριλίου 2001,
θα πρέπει να ερμηνεύεται ως εξής:
Μια ένσταση λόγω καθυστέρησης στη μεταφορά αποσκευών μπορεί να υποβληθεί πριν από την ημερομηνία κατά την οποία οι εν λόγω αποσκευές τέθηκαν στη διάθεση του παραλήπτη τους.
Υπογραφές