ΣτΕ Δ΄ 808/2025 7μ. (πρότυπη δίκη άρθρου 1 ν. 3900/2010): Σύμφωνη με το Σύνταγμα (άρθρο 20 παρ. 1) και την ΕΣΔΑ (άρθρα 6 και 13) η ρύθμιση του άρθρου 26 του ν. 5119/2024, καθ΄ ο μέρος δεν προβλέπει δυνατότητα παρέμβασης στην πρότυπη δίκη ενώπιον του ΣτΕ όσων είναι διάδικοι σε εκκρεμείς δίκες στις οποίες τίθεται το ίδιο γενικότερου ενδιαφέροντος νομικό ζήτημα. – Επίλυση νομικών ζητημάτων γενικότερου ενδιαφέροντος σχετιζομένων με τη συμπλήρωση του Ευρωπαϊκού Ενιαίου Εγγράφου Σύμβασης (ΕΕΕΣ).
Πρόεδρος: Σπ. Χρυσικοπούλου, Αντιπρόεδρος
Εισηγητής: Α. Παπαϊωάννου, Πάρεδρος
Επί αιτήσεως αναστολής και ακυρώσεως που ασκήθηκε κατ΄ επίκληση των διατάξεων του άρθρου 372 του ν. 4412/2016 ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Κομοτηνής και εισήχθη στο Συμβούλιο της Επικρατείας με πράξη της Επιτροπής του άρθρου 1 παρ. 1 του ν. 3900/2010 προς επίλυση νομικών ζητημάτων γενικότερου ενδιαφέροντος που έχουν συνέπειες σε ευρύτερο κύκλο προσώπων, κρίθηκαν τα εξής:
Ι. Το άρθρο 1 του ν. 3900/2010, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 26 του ν. 5119/2024, δεν προβλέπει πλέον δυνατότητα παρέμβασης στην πρότυπη δίκη ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας όσων είναι διάδικοι σε εκκρεμείς δίκες στις οποίες τίθεται το ίδιο γενικότερου ενδιαφέροντος νομικό ζήτημα. Η κατάργηση, με τον ν. 5119/2024, του δικαιώματος να παρέμβουν ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας όσοι έχουν σχετικές εκκρεμείς δίκες υπαγορεύθηκε, όπως εκτίθεται και στην αιτιολογική έκθεση του νόμου, από την ανάγκη επιτάχυνσης της σχετικής διαδικασίας, ενόψει του συχνού φαινομένου άσκησης, στο πλαίσιο της ίδιας δίκης, ιδιαιτέρως μεγάλου αριθμού παρεμβάσεων (ενίοτε άνω των 10.000), με συνέπεια την καθυστέρηση στην επίλυση του γενικότερου ενδιαφέροντος νομικού ζητήματος και την εν γένει επιβράδυνση και δυσχέρεια διεκπεραίωσης των εργασιών του Δικαστηρίου. Η νέα αυτή ρύθμιση, η οποία αποβλέπει στη διαφύλαξη των σκοπών για τους οποίους εισήχθη ο θεσμός της πρότυπης δίκης και οι οποίοι περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, και την ταχύτητα στην απονομή της δικαιοσύνης, δεν αποστερεί από τους μετέχοντες σε άλλη δίκη, στην οποία ανακύπτει το αυτό νομικό ζήτημα, το δικαίωμα παροχής αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας από τον φυσικό δικαστή της υπόθεσής τους, που είναι το αρμόδιο διοικητικό δικαστήριο και εν προκειμένω το διοικητικό εφετείο. Η παρέμβαση στην πρότυπη δίκη είχε, άλλωστε, καθιερωθεί όχι σε υλοποίηση των επιταγών που απορρέουν από τα άρθρα 20 παρ. 1 του Συντάγματος και 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ, αλλά λόγω της σημασίας της επίλυσης του ζητήματος γενικότερου ενδιαφέροντος για τη διασφάλιση της ενότητας της νομολογίας και την ασφάλεια δικαίου, προκειμένου να παρασχεθεί η δυνατότητα σε τρίτους, που δεν σχετίζονται μεν με την κατ’ ουσίαν κρινόμενη υπόθεση, αλλά έχουν εκκρεμή δίκη στην οποία τίθεται το ίδιο ζήτημα, να εκθέσουν επί του ζητήματος αυτού τις απόψεις τους. Ο σκοπός δε αυτός εξυπηρετείται και στο πλαίσιο της ήδη ισχύουσας ρύθμισης του ν. 5119/2024, με την οποία διασφαλίζεται η δυνατότητα των διαδίκων στις σχετικές εκκρεμείς δίκες να αναπτύσσουν τους ισχυρισμούς και τα ερμηνευτικά τους επιχειρήματα δια της υποβολής υπομνήματος προς το Συμβούλιο της Επικρατείας, το οποίο κατατίθεται στο δικαστήριο ενώπιον του οποίου είναι διάδικοι και διαβιβάζεται στο Δικαστήριο υπηρεσιακώς. Εξάλλου, η απόφαση επί της πρότυπης δίκης δεσμεύει, κατά το γράμμα και τους σκοπούς της σχετικής ρύθμισης, μόνο τους διαδίκους της συγκεκριμένης δίκης, τα δε διοικητικά δικαστήρια στα οποία εκκρεμούν οι σχετικές υποθέσεις (υποθέσεις που θέτουν το ίδιο νομικό ζήτημα και των οποίων η εκδίκαση είχε ανασταλεί έως την έκδοση της απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας), αν τυχόν άγονται σε κρίση αντίθετη προς την εν λόγω απόφαση, κατόπιν συνεκτίμησης ισχυρισμών και ερμηνευτικών επιχειρημάτων που δεν είχαν τεθεί υπόψη του Συμβουλίου της Επικρατείας, δεν εμποδίζονται να θέσουν εκ νέου ενώπιον του Δικαστηρίου το ίδιο γενικότερου ενδιαφέροντος ζήτημα, υποβάλλοντας προδικαστικό ερώτημα κατά το άρθρο 1 παρ. 2 του ν. 3900/2010, όπως έχει αντικατασταθεί και ισχύει. Ενόψει όλων των ανωτέρω, δεν συντρέχει περίπτωση παραβίασης, με την επίμαχη ρύθμιση του άρθρου 26 του ν. 5119/2024, των άρθρων 20 παρ. 1 του Συντάγματος και 6 και 13 της ΕΣΔΑ. Η ρύθμιση, εξάλλου, αυτή καταλαμβάνει και την παρούσα δίκη, διότι η ισχύς του ν. 5119/2024 άρχισε, σύμφωνα με το άρθρο 36 παρ. 1 αυτού, από την ημερομηνία δημοσίευσής του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (5.7.2024) [ήτοι, σε κάθε περίπτωση, πριν από την άσκηση της ένδικης αίτησης αναστολής και ακυρώσεως, η οποία κατατέθηκε την 1η.9.2024], με μοναδική εξαίρεση τις διατάξεις του Μέρους Β΄ (άρθρα 3 έως 23) του νόμου, με τίτλο «Τροποποίηση του π.δ. 18/1989 …», οι οποίες ισχύουν, κατά την παρ. 2 του ως άνω άρθρου 36, από τις 16.9.2024 και εφαρμόζονται, σύμφωνα με τη μεταβατική διάταξη του άρθρου 23 παρ. 1, στα ένδικα βοηθήματα και μέσα τα οποία ασκούνται από την ημερομηνία αυτή και εφεξής.
ΙΙ. Σύμφωνα με το τυποποιημένο έντυπο για το Ευρωπαϊκό Ενιαίο Έγγραφο Σύμβασης (ΕΕΕΣ) του Παραρτήματος 2 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2016/7 της Επιτροπής, όπως αυτό ερμηνεύεται υπό το φως των διατάξεων των άρθρων 64 παρ. 5 της οδηγίας 2014/24/ΕΕ και 83 παρ. 6 του ν. 4412/2016, αλλά και των λοιπών διατάξεων του ενωσιακού και εθνικού δικαίου που διαμορφώνουν το πλαίσιο κανόνων σχετικά με την απόδειξη της μη συνδρομής λόγων αποκλεισμού, οι οικονομικοί φορείς που δεν είναι εγγεγραμμένοι σε επίσημο κατάλογο εγκεκριμένων φορέων δεν υποχρεούνται να απαντήσουν στο – εντασσόμενο στο βασικό ερώτημα περί εγγραφής σε τέτοιο κατάλογο – υποερώτημα της Ενότητας Α του Μέρους ΙΙ του ΕΕΕΣ περί του αν θα είναι σε θέση να προσκομίσουν βεβαίωση πληρωμής εισφορών κοινωνικής ασφάλισης και φόρων ή να παράσχουν πληροφορίες σε σχέση με τη δυνατότητα της αναθέτουσας αρχής να τη λάβει με απευθείας πρόσβασή της σε εθνική βάση δεδομένων (υποερώτημα ε´). Κατά συνέπεια, η παράλειψη οικονομικού φορέα που δεν είναι εγγεγραμμένος σε επίσημο κατάλογο εγκεκριμένων φορέων να δώσει απάντηση, δια της συμπλήρωσης του οικείου πεδίου του ΕΕΕΣ, στο ανωτέρω υποερώτημα, στο οποίο δεν υποχρεούται να απαντήσει, δεν επάγεται έννομες συνέπειες ως προς την προαπόδειξη της μη συνδρομής του λόγου αποκλεισμού που σχετίζεται με την καταβολή φόρων ή εισφορών κοινωνικής ασφάλισης και δεν μπορεί να δικαιολογήσει τον αποκλεισμό του από τον διαγωνισμό. Δεν ασκεί επιρροή από την άποψη αυτή, υπό την έννοια ότι δεν συνεπάγεται υποχρέωση απάντησης, το γεγονός ότι κατά την ηλεκτρονική συμπλήρωση του ΕΕΕΣ μέσω της διαδικτυακής υπηρεσίας «Prometheus ESPDint» του Ε.Σ.Η.ΔΗ.Σ., το πεδίο που αφορά την απάντηση στο επίμαχο υποερώτημα ενεργοποιείται προς συμπλήρωση σε περίπτωση αρνητικής απάντησης στο βασικό ερώτημα αν ο οικονομικός φορέας είναι εγγεγραμμένος σε επίσημο κατάλογο εγκεκριμένων φορέων. Και αυτό διότι οι τεχνικές ρυθμίσεις της πλατφόρμας μέσω της οποίας παρέχεται, χάριν διευκόλυνσης των οικονομικών φορέων και των αναθετουσών αρχών, η υπηρεσία ηλεκτρονικής διαχείρισης και συμπλήρωσης του ΕΕΕΣ δεν μπορούν να επιβάλλουν στους διαγωνιζομένους πρόσθετες υποχρεώσεις, που δεν αντιστοιχούν στο κανονιστικό πλαίσιο της διαγωνιστικής διαδικασίας, πολλώ μάλλον να επιφέρουν τον αποκλεισμό τους.