ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΑΝΑΚΟΠΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ
ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΏΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Αριθμός Απόφασης 1144/2025
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Συγκροτήθηκε από την Δικαστή Μαρία Βωβού, Πρωτόδικη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου Αθηνών, και από τη Γραμματέα Βασιλική Παπαθεολόγου.
Συνεδρίασε δημόσια, στο ακροατήριο του, στις 11 Μαρτίου 2025, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :
ΤΩΝ ΑΝΑΚΟΠΤΟΝΤΩΝ: 1) ., με ΑΦΜ ., και 2) ., με ΑΦΜ ., αμφοτέρων κατοίκων Βάρης Αττικής (οδός .), οι οποίοι παραστάθηκαν διά του πληρεξουσίου τους δικηγόρου Εμμανουήλ Τσιριμονάκη (ΑΜ ΔΣΑ 19334).
ΤΗΣ ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΑΝΑΚΟΠΗ: ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «INTRUM HELLAS ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ», με ΑΦΜ ., υπό την ιδιότητά της ως μη δικαιούχου διαδίκου και ως διαχειρίστριας των απαιτήσεων της αλλοδατιής εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «SUNRISE II ΝΡL FINANCE DAC» (με έδρα το Δουβλίνο), ειδικής διαδόχου της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΑΕ», με ΑΦΜ ., που εδρεύει στην Αθήνα (Λεωφόρος Μεσογείων αριθ. 109-111), εκπροσωπείται νόμιμα και παραστάθηκε διά της πληρεξούσιας δικηγόρου της Βασιλικής Παντελίδου (ΑΜ ΔΣΘ 5223).
Οι ανακόπτοντες ζητούν να γίνει δεκτή η από 3/12/2024 ανακοπή τους, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ././3-12-2024, προσδιορίσθηκε προς συζήτηση για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν προφορικά τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά, όσα αναφέρονται στα πρακτικά της δίκης και στις έγγραφες προτάσεις, που κατέθεσαν.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την υπό κρίση ανακοpή οι ανακόπτοντες ζητούν, για τους ειδικότερα εκτιθέμενους σε αυτή λόγους, να ακυρωθούν η με αριθμό ./2024 διαταγή πληρωμής της Δικαστή του Δικαστηρίου αυτού, δυνάμει της οποίας υποχρεώθηκαν να καταβάλουν, καθένας εις ολόκληρον, το ποσό των 121.526,55 ευρώ, πλέον τόκων και δικαστικών εξόδων, για απαίτηση προερχόμενη από σύμβαση δανείου, η από 7/11/2024 επιταγή προς πληρωμή, που συντάχθηκε κάτω από αντίγραφο του πρώτου εκτελεστού απογράφου της επίδικης διαταγής πληρωμής, η με αριθμό ./22-11- 2024 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών . ., δυνάμει της οποίας κατασχέθηκε αναγκαστικά η αναλυτικά περιγραφόμενη σε αυτήν και κείμενη στη Βάρη Αττικής αυτοτελής και ανεξάρτητη κάθετη ιδιοκτησία – διόροφη κατοικία, πλήρους συγκυριότητας κατά το Ά εξ αδιαιρέτου κάθε ανακόπτοντος, και ορίστηκε να εκποιηθεί με δημόσιο ηλεκτρονικό αναγκαστικό πλειστηριασμό στις 25/6/2025 ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών . ., και η επισπευδόμενη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης, καθώς και να επιβληθούν τα δικαστικά τους έξοδα σε βάρος της καθ’ ης. Στο υπό κρίση δικόγραφο, με βάση τα εκτιθέμενα σε αυτό, παραδεκτά σωρεύονται με βάση τα άρθρα 632 παρ. 6 και 218 παρ. 1 ΚΠολΔ ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής κατά το άρθρο 632 παρ. 1 ΚΠολΔ και ανακοπή κατά πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης κατά το άρθρο 933 παρ. 1 ΚΠολΔ. Ακολούθως με τέτοιο περιεχόμενο και τα παραπάνω αιτήματα, η ανακοττή αρμόδια καθ’ ύλην και κατά τόπον φέρεται προς συζήτηση στο παρόν Δικαστήριο (άρθρα 632 παρ. 1 εδ. α-6, 14, 933 παρ. 1-3 ΚΠολΔ), κατά την προκειμένη ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρα 632 παρ. 2 τελ. εδ., 937 παρ. 3,614 επ. ΚΠολΔ). Εξάλλου, η ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα, δηλαδή εντός της νόμιμης προθεσμίας ενεργείας των δεκαπέντε (15) εργάσιμων ημερών από την επομένη της επίδοσης της διαταγής πληρωμής. Ειδικότερα, η διαταγή πληρωμής εκδόθηκε στις 8/10/2024 και επιδόθηκε για πρώτη φορά στους ανακόπτοντες στις 12/11/2024, με επιμέλεια της καθ’ ης (βλ. τις με αριθμούς ./12-11-2024 και ./12-11-2024 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών . .), ενώ η ανακοπή κατατέθηκε στη γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού στις 3/12/2024 (βλ. τη με αριθμό ./3-12-2024 έκθεση κατάθεσης δικογράφου της Γραμματέα του Δικαστηρίου αυτού) και επιδόθηκε στην καθ’ ης αυθημερόν (βλ. τη με αριθμό ./3-12-2024 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών . .). Περαιτέρω η ανακοπή κατά το άρθρο 933 ΚΠολΔ ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα, ήτοι η άσκησή της ολοκληρώθηκε εντός της κατά το άρθρο 934 παρ. 1 περ. α ΚΠολΔ προθεσμίας ενεργείας των σαράντα πέντε ημερών, αφού η αναγκαστική κατάσχεση επιβλήθηκε σε βάρος των ανακοπτόντων στις 22/11/2024 και η προσβαλλόμενη έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης τους επιδόθηκε στις 2ί/11/2024 (βλ. τη σχετική επισημείωση του δικαστικού επιμελητή στο περιθώριο του κατά τα ως άνω επιδοθέντος αντιγράφου της προσβαλλόμενης κατασχετήριας έκθεσης). Όμως, η ανακοπή κατά το μέρος που ζητείται η ακύρωση γενικά της αναγκαστικής εκτέλεσης, πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας, διότι με την ανακοπή του άρθρου 933 ΚΠολΔ πρέπει να ζητείται η ακύρωση συγκεκριμένων και ατομικά προσδιορισμένων πράξεων της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης (Αντ. Βαθρακοκοίλης, Η ανακοπή του άρθρου 933 ΚΠολΔ, 2022, σελ. 217 αριθ. 653). Επομένως, η ανακοπή, κατά · μέρος κρίθηκε παραδεκτή, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και τη βασιμότητα των λόγων της.
Η καθ’ης με τις προτάσεις της προβάλλει τον ισχυρισμό περί καταχρηστικής άσκησης της υπό κρίση ανακοπής. Ωστόσο, από την επισκόπηση και αντιπαραβολή του δικογράφου των προτάσεων της καθ’ ης και των πρακτικών δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου αυτού, προκύπτει ότι μολονότι η εν λόγω ένσταση αναπτύσσεται στις προτάσεις της, η καθ’ ης δεν την ανέπτυξε καθόλου προφορικά κατά τη συζήτηση της ανακοπής και έτσι δεν καταχωρίσθηκε στα πρακτικά. Συνεπώς η εμπεριεχόμενη μόνο στις έγγραφες προτάσεις ένσταση, που δεν αναπτύχθηκε προφορικά κατά τη συζήτηση της ανακοπής, δεν λαμβάνεται υπόψιν και πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 591 παρ. 1 εδ. β στοιχ. δ ΚΠολΔ.
Με τον πρώτο λόγο ανακοπής οι ανακόπτοντες ισχυρίζονται ότι με βάση το περιεχόμενο της, με αριθμό ./2024 διαταγής πληρωμής της Δικαστή του Δικαστηρίου αυτού και την αίτηση, με την οποία η καθ’ης ζήτησε και πέτυχε την έκδοσή της, η απαίτηση της δανείστριας από τη με αριθμό ./7-10-2004 σύμβαση στεγαστικού δανείου και τις πρόσθετες πράξεις αυτής, ανέρχεται στο ποσό των 171.576,84 ευρώ, πλέον τόκων υπερημερίας από την επομένη της επίδοσης της εξώδικης καταγγελίας, όπως προκύπτει από το απόσπασμα του λογαριασμού του δανείου που προσκομίσθηκε προς έκδοση της διαταγής πληρωμής και αποτυπώνει τα επιμέρους κονδύλια κεφαλαίου, συμβατικών τόκων, τόκων υπερημερίας, τόκων από ανατοκισμούς, εισφορών του νόμου 128/1975, ασφαλίστρων ζωής, ασφαλίστρων μόνιμης ολικής ανικανότητας και ασφαλίστρων πυρός – σεισμού. Ότι με την αίτησή της προς έκδοση της διαταγής πληρωμής η καθ’ ης περιόρισε αόριστα την απαίτησή της στο ποσό των 121.526,55 ευρώ, διότι δεν διευκρινίζεται ούτε στην ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής ούτε στην αίτηση προς έκδοσή της σε ποια κονδύλια ή σε ποιο σύμμετρο μέρος αυτών κατά’ κλάσμα ή εκατοστιαίο ποσοστό αφορά αυτός ο περιορισμός. Ότι εφόσον η καθ’ ης δεν προσδιόρισε ως είχε υποχρέωση το είδος και το ύψος των επιμέρους κονδυλίων εκ της συνολικής της απαίτησης για τα οποία αιτήθηκε την έκδοση της διαταγής πληρωμής, η ενσωματωμένη σε αυτή απαίτηση κατέστη ανεκκαθάριστη και η εν λόγω διαταγή πληρωμής, όπως και η παρά πόδας αυτής επιταγή προς πληρωμή και η κατασχετήρια έκθεση πρέπει να ακυρωθούν. Ο υπό κρίση λόγος ανακοπής είναι ορισμένος και νόμιμος, στηριζόμενος στις διατάξεις των άρθρων 623, 624 παρ. 1, 630 στοιχ. δ-ε, 916, 924 και 933 ΚΠολΔ και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική του βασιμότητα.
Από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που οι διάδικοι νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Κατόπιν αίτησης της καθ’ης η ανακοπή, ενεργούσης υπό την ιδιότητά της ως διαχειρίστριας των απαιτήσεων της αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «SUNRISE II ΝΡL FINANCE DAC», ειδικής διαδόχου της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΑΕ», με ΑΦΜ ., εκδόθηκε η υπ’ αριθμόν ./8-10-2024 διαταγή πληρωμής της Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, η οποία αποτελεί τον εκτελεστό τίτλο, επί τη βάσει του οποίου επισπεύδεται η ένδικη αναγκαστική εκτέλεση. Δυνάμει της εν λόγω διαταγής πληρωμής οι ανακόπτοντες υποχρεώθηκαν να της καταβάλουν, εις ολόκληρον έκαστος, για απαίτηση απορρέουσα από σύμβαση δανείου το συνολικό πόσο των 121.526,55 ευρώ, πλέον τόκων υπερημερίας από 17/3/2022 (επόμενη της επίδοσης της εξώδικης καταγγελίας του δανείου), με το συμβατικό επιτόκιο υπερημερίας μέχρις ολοσχερούς εξόφλησης. Με βάση τα αναφερόμενα στη διαταγή πληρωμής το επιδικασθέν ποσό των 121.526,55 ευρώ συνιστά μέρος της συνολικής απαίτησης ύψους 171.576,84 ευρώ, η οποία απορρέει από τη με αριθμό ./7-10-2004 σύμβαση τοκοχρεωλυτικού δανείου και τις πρόσθετες πράξεις αυτής, καταρτισθείσες μεταξύ των ανακοπτόντων ως συνοφειλετών και της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» και τεθείσες υπόψη της Δικαστή που εξέδωσε τη διαταγή πληρωμής. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι δυνάμει της από 3/3/2022 εξώδικης δήλωσης, που επιδόθηκε στους ανακόπτοντες στις 16/3/2022 (βλ. τις με αριθμούς ./16-3-2022 και ./16-3-2022 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών . .) και επισυνάφθηκε στην αίτηση προς έκδοση της διαταγής πληρωμής, η εταιρεία διαχείρισης προέβη σε καταγγελία του δανείου εξαιτίας της μη εκπλήρωσης της υποχρέωσης των ανακοπτόντων προς αποπληρωμή δόσεων του δανείου, και κήρυξε ληξιπρόθεσμο και απαιτητό το σύνολο αυτού, και έτσι η απαίτηση διαμορφώθηκε στο συνολικό ποσό των 171.576,84 ευρώ. Όπως δε προκύπτει από τα αντίγραφα της κίνησης του με αριθμού . λογαριασμού εξυπηρέτησης του δανείου και του με αριθμό . λογαριασμού οριστικής καθυστέρησης, που προσκομίστηκαν από την καθ’ ης τόσο για την έκδοση της διαταγής πληρωμής όσο και κατά τη συζήτηση της κρινόμενης ανακοπής, η συνολική οφειλή των ανακοπτόντων των 171.576,84 ευρώ συντίθεται από επιμέρους κονδύλια κεφαλαίου, συμβατικών τόκων, τόκων υπερημερίας, ασφαλίστρων ζωής, πυρός- σεισμού, μόνιμης ολικής ανικανότητας. Ακολούθως η καθ’ ης υπό την αυτή ως άνω ιδιότητά της, επέσπευσε αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος των ανακοπτόντων, για την ικανοποίηση της επιδικασθείσας απαίτησης των 121.526,55 ευρώ, επιδίδοντας την προσβαλλόμενη από 7/11/2024 επιταγή προς πληρωμή παρά πόδας αντιγράφου εξ απογράφου πρώτου εκτελεστού της παραπάνω διαταγής πληρωμής (βλ. τις με αριθμούς . /12-11-2024 και ./12-11-2024 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών Γεωργίου Κατωπόδη), και προβαίνοντας, δυνάμει της με αριθμό ./22-11- 2024 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών . ., στην επιβολή αναγκαστικής κατάσχεσης επί της πλήρους συγκυριότητας αυτοτελούς και ανεξάρτητης κάθετης ιδιοκτησίας – διόροφης κατοικίας – μεζονέτας με τον αραβικό αριθμό 3, που περιήλθε σε κάθε ανακόπτοντα κατά το 1/2 εξ αδιαιρέτου δυνάμει του με αριθμό ./2004 συμβολαίου αγοράς της συμβολαιογράφου Αθηνών ., νόμιμα μεταγεγραμμένου στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Κρωπίας στον τόμο . με αύξοντα αριθμό . και κείται στη Βάρη Αττικής και επί της οδού .. Ωστόσο, με την από 4/11/2023 αίτηση της, η καθ’ ης η ανακοπή, όπως προκύπτει από το κείμενό της, αιτήθηκε την έκδοση διαταγής πληρωμής για το ποσό των 121.526,55 ευρώ, εντόκως, με τη ρητή επιφύλαξη για την επιδίωξη του υπολοίπου της συνολικής οφειλής, η δε διαταγή πληρωμής εκδόθηκε με το ίδιο ακριβώς περιεχόμενο και διατακτικό. Πλην όμως, ο περιορισμός του αιτούμενου ποσού επιχειρήθηκε αορίστως χωρίς να εξειδικεύονται τα επιμέρους κονδύλια, από τα οποία απαρτίζεται το μέρος της συνολικής απαίτησης, για την οποία εκδόθηκε η διαταγή πληρωμής και χωρίς να γίνεται περιορισμός της συνολικής απαίτησης κατά ορισμένο ποσοστό, με αποτέλεσμα η διαταγή πληρωμής που εκδόθηκε να είναι αόριστη και να μην δύναται να επιτελέσει τον σκοπό της ως εκτελεστός τίτλος. Και αυτό, διότι, όταν η συνολική απαίτηση απαρτίζεται από περισσότερα κονδύλια, ήτοι κεφάλαιο, τόκους, τόκους τόκων, έξοδα κ.λπ., όπως εν προκειμένω, πρέπει, κατά τον περιορισμό του συνολικού αιτήματος, να διευκρινίζεται στην αίτηση για ποια κονδύλια ζητείται η έκδοση διαταγής πληρωμής και αντίστοιχα να αναφέρονται στην τελευταία τα κονδύλια αυτά, τα οποία εξοπλίζονται με εκτελεστό τίτλο ή έστω να γίνεται αναλογικός περιορισμός της συνολικής απαίτησης, που θα οδηγήσει σε σύμμετρη ποσοστιαία μείωση εκάστου κονδυλίου (ΕφΑΘ 3200/2024, ΤΝΠ Νόμος, ΕφΘεσ 123/2024, Ισοκράτης, ΜΠΑΘ 1622/2024, Ισοκράτης, ΜΠΘεσ 13717/2024, ΤΝΠ Νόμος, ΜΠΘεσ 11798/2024, Ισοκράτης). Σημειώνεται ότι η καθ’ης η ανακοπή έχει τη δυνατότητα με βάση την αρχή της διαθέσεως να ζητήσει την έκδοση διαταγής πληρωμής όχι μόνο για τη συνολική απαίτησή της, αλλά και για μέρος αυτής, χωρίς να απαιτείται ειδική αιτιολόγηση, ωστόσο η ως άνω δικονομική ευχέρεια της καθ’ ης να ζητήσει (για λόγους περιορισμού των εξόδων) την έκδοση διαταγής πληρωμής για μέρος της απαίτησής της, δεν αναιρεί την υποχρέωσή της να προσδιορίσει, κατά τρόπο συγκεκριμένο, ποιο είναι το είδος και το ύψος των επιμέρους κονδυλίων εκ της συνολικής απαίτησης, για τα οποία ζητεί την έκδοση εκτελεστού τίτλου (ΕφΑθ 3200/2024, ΜΠΘεσ 11798/2024, ό.π.) . Κατά συνέπεια, η με αριθμό ./2024 διαταγή πληρωμής της Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών ως εκτελεστός τίτλος δεν δύναται να στηρίξει εγκύρως την επισπευδόμενη αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος των ανακοπτόντων και συνακόλουθα ακυρωτέες τυγχάνουν τόσο η διαταγή πληρωμής όσο και οι πληττόμενες πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης, δεκτού γενομένου του πρώτου λόγου της υπό κρίση ανακοπής και ως κατ’ ουσίαν βάσιμου. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, κατά παραδοχή του πρώτου λόγου ανακοπής, πρέπει η υπό κρίση ανακοπή να γίνει δεκτή και ως κατ’ ουσίαν βάσιμη και να ακυρωθούν η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής και οι προσβαλλόμενες πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας, παρελκούσης της εξέτασης της βασιμότητας των λοιπών λόγων της ανακοπής ως άνευ αντικειμένου, εφόσον κατατείνουν στην ακύρωση των αυτών πράξεων (ΕφΑΘ 4490/2021, ΕφΑΘ 4359/2021, ΤΝΠ Νόμος). Τέλος τα δικαστικά έξοδα των ανακοπτόντων, κατά παραδοχή του οικείου αιτήματος τους, πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της καθ’ ης η ανακοπή λόγω της ήττας της (άρθρα 632 παρ. 2 εδ. β, 937 παρ. 3, 585 παρ. 1, 591 παρ. 1 εδ. α, 176 εδ. α, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), σύμφωνα με τα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ό,τι στο σκεπτικό κρίθηκε ως απορριπτέο.
ΔΕΧΕΤΑΙ κατά τα λοιπά την ανακοπή.
ΑΚΥΡΩΝΕΙ τη με αριθμό ./2024 διαταγή πληρωμής της Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών.
ΑΚΥΡΩΝΕΙ την από 7/11/2024 επιταγή προς πληρωμή, που συντάχθηκε κάτω από αντίγραφο του πρώτου εκτελεστού απογράφου της με αριθμό ./2024 διαταγής πληρωμής της Δικαστή του Δικαστηρίου αυτού.
ΑΚΥΡΩΝΕΙ τη με αριθμό ./22-11-2024 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών . ..
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της καθ’ ης η ανακοπή τα δικαστικά έξοδα των ανακοπτόντων, το ύψος των οποίων ορίζει στο ποσό των τεσσάρων χιλιάδων πεντακοσίων πενήντα (4.550) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στην Αθήνα, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 30/4/25 χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ