ΔΕφΑθ 1080/2025, σκ. 7, 323/2025, σκ.4, 199/2025, σκ.5: Κατά την έννοια των παραπάνω διατάξεων, το διοικητικό δικαστήριο ερευνά αυτεπαγγέλτως τη νομική πλημμέλεια της πράξης, εφόσον τα πραγματικά περιστατικά, από την εκτίμηση των οποίων αυτή συνάγεται, προκύπτουν από την ίδια την πράξη ή από την έκθεση ελέγχου, όχι, δε, όταν τα περιστατικά αυτά προκύπτουν από άλλα στοιχεία (βλ. ΣτΕ 3071/1995, 57/1991, πρβλ. ΣτΕ 1748/2007, 4487/2001 Ολομ., κ.ά.). Το δικαστήριο, δε, για να ακυρώσει ή να μεταρρυθμίσει την πράξη ως νομικώς πλημμελή, πρέπει να βεβαιώνει στην απόφασή του ότι συντρέχει η ως άνω προϋπόθεση, ότι δηλαδή η νομική πλημμέλεια προκύπτει από την ίδια την πράξη ή από την έκθεση ελέγχου, στην οποία αυτή στηρίζεται (βλ. ΣτΕ 57/1991, 3071/1995, 509, 3320/2015).
ΔΕφΠειρ 622/2025, σκ.11: Επειδή, περαιτέρω, με το υπόμνημα της έφεσης η εκκαλούσα προβάλλει ότι μη νομίμως και δη κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 9 του π.δ. 258/2005 «Καταστατικό του Οργανισμού Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών» με την […] απόφαση του Προϊσταμένου του Τμήματος […] του Ο.Α.Ε.Ε. η έναρξη της ασφαλιστικής της σχέσης με τον Ο.Α.Ε.Ε. ανέτρεξε σε χρόνο μεγαλύτερο της πενταετίας από τότε που ο οργανισμός έλαβε γνώση της ασφαλιστέας δραστηριότητάς της. Ο λόγος αυτός προβάλλεται παραδεκτώς εφόσον είναι και αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενος, κατ’ άρθρο 97 παρ. 1 εδ. β΄ σε συνδυασμό με το άρθρο 79 παρ. 1 εδ. β΄ του Κ.Δ.Δ., διότι αφορά σε νομική πλημμέλεια της απόφασης της ΤΔΕ […]
ΔΕφΠειρ 373/2025, σκ. 8: το Δικαστήριο κρίνει ότι ορθώς το πρωτοβάθμιο δικαστήριο ήλεγξε την προσβαλλόμενη πράξη, συμφώνως και με το αίτημα μεταρρύθμισης του ένδικου προστίμου, ενώ, ουδόλως επηρεάζει η τυχόν μη επίκληση από τον εφεσίβλητο, με το δικόγραφο της προσφυγής του, ειδικότερων λόγων περί των προϋποθέσεων μείωσης του εν λόγω προστίμου. Και τούτο διότι ο πρωτόδικος δικαστής εφαρμόζοντας την αρχή jura novit curia μπορεί ο ίδιος να υπαγάγει τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης στον εφαρμοστέο κανόνα δικαίου, όπως άλλωστε έκανε, ήτοι στον ν. 2971/2001, στο ν. 2242/1994 και στην 2131.24/47431/25.6.2018 Υπουργική Απόφαση, καθόσον βάσει της ανωτέρω αρχής ο διάδικος δεν είναι υποχρεωμένος να επικαλεστεί ορισμένη διάταξη νόμου και την ερμηνεία αυτής, ως εφαρμοστέας στη συγκεκριμένη περίπτωση, ενώ το αίτημα περί μεταρρύθμισης του προστίμου, όπως προτάθηκε με το αιτητικό της προσφυγής, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί αυτοτελής ισχυρισμός που δεν είχε προβληθεί παραδεκτώς ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου (Σ.τ.Ε. 1055/2016, 323/2010, 4097/2015).
ΔΕφΚομ 114/2025, σκ.3: Από τις προπαρατεθείσες διατάξεις συνάγεται ότι κατά των αποφάσεων των Προϊσταμένων των Περιφερειακών Υποκαταστημάτων του e-ΕΦΚΑ, με τις οποίες απορρίπτεται αίτημα ασφαλισμένου, προβλέπεται η άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής (ένστασης) ενώπιον της οικείας Τοπικής Διοικητικής Επιτροπής. Η τελευταία αυτή Επιτροπή δεν έχει εξουσία να αποφανθεί για θέμα για το οποίο δεν έχει προηγουμένως αποφανθεί ο Προϊστάμενος του Φορέα. Αν, ωστόσο, η Τ.Δ.Ε. εξετάσει αίτημα ασφαλισμένου, χωρίς να έχει προηγηθεί απόφαση του οικείου Προϊσταμένου, το δικαστήριο ενώπιον του οποίου ασκείται προσφυγή κατά της απόφασης της Τ.Δ.Ε. έχει την εξουσία να ελέγξει αυτεπαγγέλτως την πιο πάνω πλημμέλεια της απόφασης, ακυρώνοντας την προσβληθείσα πράξη και αναπέμποντας την υπόθεση στον Προϊστάμενο του του Τμήματος Συντάξεων του πρώην ΟΓΑ, και ήδη στον Διευθυντή του οικείου Περιφερειακού Υποκαταστήματος e-Ε.Φ.Κ.Α Μη Μισθωτών, προκειμένου αυτός να ασκήσει την αρμοδιότητά του
ΔΕφΧαν 90/2025, σκ.10: Κατά την έννοια των παραπάνω διατάξεων, το επιλαμβανόμενο της προσφυγής διοικητικό δικαστήριο ερευνά αυτεπαγγέλτως τη νομική πλημμέλεια της προσβαλλόμενης διοικητικής πράξης, μόνο εφόσον τα πραγματικά περιστατικά, από την εκτίμηση των οποίων αυτή συνάγεται, προκύπτουν από την ίδια την πράξη ή από την έκθεση ελέγχου στην οποία αυτή στηρίζεται, όχι δε όταν τα περιστατικά αυτά προκύπτουν από άλλα στοιχεία (βλ. ΣτΕ 33/2022 σκ. 16, 509/2015 σκ.3).
ΔΕφΘεσ 62/2025, σκ. 4: Κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο ερευνά την υπόθεση μέσα στα όρια των αιτιάσεων που προβάλλονται κατά της απόφασης του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου και αποφαίνεται επ’ αυτών (ΣτΕ 1495/2021, 1399/2011, 2776/2009). Ερευνά, δε, αυτεπαγγέλτως μόνο τους λόγους εκείνους που είτε μνημονεύονται στην ως άνω παράγραφο 2 του άρθρου 97 του Κ.Δ.Δ. [έλλειψη δικαιοδοσίας, αναρμοδιότητα κλπ. του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου], είτε περιλαμβάνονται σε αυτούς που το πρωτοβάθμιο δικαστήριο όφειλε να εξετάσει αυτεπαγγέλτως, αλλά δεν τους εξέτασε (ΣτΕ 755/2018 7μ., 921/2012 7μ.). Τέτοιο λόγο συνιστά, κατά το παραπάνω άρθρο 79 παρ. 1 περ. β΄ του Κ.Δ.Δ., και η νομική πλημμέλεια της καταλογιστικής πράξης της διάδικης αρχής, εκείνη δηλαδή που προκύπτει από το ίδιο το σώμα της (ή την οικεία έκθεση ελέγχου) και η οποία ελέγχεται αυτεπαγγέλτως κατ’ έφεση τότε μόνο, όταν δεν εξετάσθηκε πρωτοδίκως (ΣτΕ 755/2018 7μ., 47/2017).
ΔΕφΙωαν 48/2025, σκ.11: Επειδή, σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις των παρ. 1, 5 και 6 του άρθρου 79 του Κ.Δ.Δ., το διοικητικό δικαστήριο έχει την εξουσία να εξετάσει αυτεπαγγέλτως, ακόμη και προς βλάβη του προσφεύγοντος, πλημμέλεια της νόμιμης βάσης της προσβληθείσας με την προσφυγή πράξης (βλ. ΣτΕ 279/2023, 2475/2011 7μ., 298-300/2003 7μ. κ.ά.). Αυτός, όμως, ο έλεγχος της νόμιμης βάσης της εν λόγω πράξης προϋποθέτει ότι το δικαστήριο διατηρεί την πραγματική της βάση όπως την δέχθηκε η αρχή που την εξέδωσε (ΣτΕ 279/2023, σκ. 7).
ΔΕφΠειρ 859/2024, σκ.6: Εξάλλου, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο ελέγχει αυτεπαγγέλτως τη νομική πλημμέλεια της προσβληθείσας με προσφυγή πράξης μόνον όταν το διοικητικό πρωτοδικείο παρέλειψε τον έλεγχο αυτό, παρέπεται δε ότι στην περίπτωση αυτή μπορεί και ο διάδικος να προβάλει παραδεκτώς, κατ’ άρθρο 95 σε συνδυασμό με το άρθρο 79 παρ. 1 του Κ.Δ.Δ., το πρώτον κατ’ έφεση, λόγο έφεσης περί του ότι η προσβληθείσα με προσφυγή πράξη είναι πλημμελής κατά τη νόμιμη βάση της και ότι, συνεπώς, εσφαλμένως δεν ακυρώθηκε αυτεπαγγέλτως από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο (βλ. ΣτΕ 2181/2015, 1058/2015, 1872/2014, 1767/2012, 700/2011, 3085/2010, 4368/2009 κ.ά.). Επομένως, για να είναι νόμιμη η αυτεπάγγελτη ή η κατ’ αποδοχή σχετικού το πρώτον κατ’ έφεση προβληθέντος λόγου εξέταση του πιο πάνω ζητήματος από το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, πρέπει να βεβαιώνεται από αυτό ή να προκύπτει από την απόφασή του ότι συντρέχουν οι κατά τα ανωτέρω προϋποθέσεις για τη νομική πλημμέλεια της προσβληθείσας με την προσφυγή πράξης.
Βλ. σχετικά ΣτΕ 33/2022, 2379/2018, σκ.5, 2895/2015, 2181/2015, 1058/2015 κ.ά.