Η μίσθωση κατοικίας ρυθμίζεται τόσο από τις γενικές διατάξεις του Αστικού Κώδικα (άρθα 574 επ.) όσο και από τον νόμο 1703/1987 όπως αυτός τροποποιήθηκε από τον νόμο 2235/1994. Από τις γενικές διατάξεις του ΑΚ απορρέει η ελευθερία των μερών (δυνάμει της ελευθερίας των συμβάσεων, αρχή που διέπει τις ιδιωτικές σχέσεις) να συνάψουν τη σύμβαση μίσθωσης κατοικίας για το χρονικό διάστημα που επιθυμούν ή και ακόμη να μην προβλεφθεί χρονική διάρκεια αυτής, αλλά να καταρτισθεί σύμβαση μίσθωσης αορίστου χρόνου, χωρίς να θεσπίζεται κάποιος ελάχιστος χρονικός περιορισμός που θα πρέπει να ισχύσει για τις μισθώσεις κατοικίας. Σε περίπτωση μισθωτικής σχέσης ορισμένης διάρκειας, με την παρέλευση του χρόνου που έχει συνομολογηθεί, λήγει η μισθωτική σχέση, χωρίς να απαιτείται τίποτε άλλο (ΑΚ 608), και ο μισθωτής υποχρεούται να αποδώσει το μίσθιο. Ωστόσο ο νόμος 1703/1987 (τροποποιημένος από τον ν. 2235/1994), στο άρθρο 2§1 ορίζει ότι: «Η μίσθωση ακινήτου για κατοικία ισχύει τουλάχιστον για τρία (3) έτη, κι αν ακόμη έχει συμφωνηθεί για βραχύτερο χρονικό διάστημα ή για αόριστο χρόνο. Η διάταξη αυτή ισχύει και μετά την 1.7.1997. Σύντμηση της τριετίας επιτρέπεται με νεότερη συμφωνία απέχουσα από την έναρξη της μισθωτικής σύμβασης τουλάχιστον έξι (6) μήνες μετά την κατάρτισή της και αποδεικνυόμενη με συμβολαιογραφικό έγγραφο».
ΑΝΑΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΜΙΣΘΩΜΑΤΟΣ: Κάθε συμφωνία για το ύψος του μισθώματος αλλά και για την μετέπειτα σταδιακή αναπροσαρμογή του, που συμπεριλαμβάνεται στο μισθωτήριο νομικά είναι απολύτως έγκυρη.Στις περιπτώσεις που ο συμβατικός χρόνος ορίστηκε μικρότερος από την τριετία χωρίς να συμφωνηθεί ο τρόπος αναπροσαρμογής του ενοικίου για το υπόλοιπο διάστημα μέχρι τη συμπλήρωσή της, τότε το καταβαλλόμενο μίσθωμα μέχρι τη λήξη της τριετίας εκ του νόμου πρέπει να αναπροσαρμόζεται ετησίως όπως και στις επαγγελματικές μισθώσεις, ήτοι κατά ποσοστό ίσο με 75% της μεταβολής του δείκτη τιμών καταναλωτή.
ΧΡΗΣΗ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ: Στις παραπάνω ρυθμίσεις υπάγονται μόνο οι μισθώσεις στις οποίες το μίσθιο χρησιμοποιείται ως κύρια κατοικία του μισθωτή. Δεν υπάγονται στις διατάξεις αυτές οι μισθώσεις για δευτερεύουσα ή εξοχική κατοικία, ή προσωρινή διαμονή. Αν το μίσθιο χρησιμοποιείται για οικογενειακή στέγη, πρέπει κατά τη σύνταξή του να αναγράφεται το πλήρες ονοματεπώνυμο της/του συζύγου.
ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑ ΛΟΓΩ ΛΗΞΗΣ: Μοναδική προϋπόθεση για την καταγγελία μίσθωσης κύριας κατοικίας από τον εκμισθωτή είναι η παρέλευση τριετίας από την έναρξή της. Καταγγελία για ιδιοκατοίκηση δεν υφίσταται πλέον.
ΜΗ ΠΛΗΡΩΜΗ ΜΙΣΘΩΜΑΤΟΣ:
Τι ισχύει με καθυστερούμενα μισθώματα και την προστασία των ιδιοκτητών;
Η οικονομική κρίση έχει εντείνει το πρόβλημα αφερεγγυότητας μισθωτών, όσον αφορά είτε την καταβολή του μισθώματος ή άλλων συναφών υποχρεώσεών τους, ως είναι λογαριασμοί ΔΕΚΟ, κοινόχρηστα κλπ.
Η προστασία των δικαιωμάτων του εκμισθωτή απαιτεί ταχεία αντιμετώπιση του προβλήματος και έμπειρο Δικηγόρο για την επιλογή της προσφορότερης για τον εκμισθωτή λύσης. Ο Νόμος προβλέπει τρεις τρόπους – διαδικασίες, μέσω των οποίων δύναται ο ιδιοκτήτης να επιλέξει προκειμένου να επιτύχει την απόδοση του μισθίου και την καταβολή των μισθωμάτων.
1. Καταγγελία της μίσθωσης σύμφωνα με το άρθρο 597 ΑΚ.