Περίπου 46 εκατ. άτομα, ενδεχομένως, να επωφεληθούν στη Βρετανία από την απαγγελία κατηγοριών εις βάρος της Mastercard για τη χρέωση υπερβολικά υψηλών προμηθειών. Η Mastercard κατηγορείται πως χρέωνε υψηλές προμήθειες με τη χρήση πιστωτικών ή χρεωστικών καρτών, τις οποίες επωμίζονταν εμμέσως οι καταναλωτές με πιο ακριβές τιμές, επί μια 16ετία από το 1992 ώς το 2008. Η νομική εταιρεία Quinn Emanuel ανακοίνωσε πως η αγωγή εγείρει τις μεγαλύτερες αξιώσεις στην ιστορία της Βρετανίας. Οι αποζημιώσεις μπορεί να φθάσουν έως και τις 14 δισ. στερλίνες ή 16,54 δισ. ευρώ με πιθανότητα να εισπράξει 300 στερλίνες κάθε άτομο άνω των 16 ετών που ζούσε στη Βρετανία εκείνη την περίοδο και χρησιμοποιούσε κάρτες, μετρητά ή επιταγές στις συναλλαγές του.
«Είναι, σχεδόν, σαν ένας αόρατος φόρος», λέει στο BBC ο Γουόλτερ Μέρικς, ο οποίος έχει ασκήσει την αγωγή και υπήρξε οικονομικός εισαγγελέας επί μια δεκαετία από το 1999 ώς το 2009 σε θέματα κακοδιαχείρισης, κατάχρησης ισχύος και διακρίσεων στον ευρύτερο κλάδο παροχής χρηματοοικονομικών υπηρεσιών. «Η Μastercard έχει συμπεριφερθεί απαράδεκτα. Δεν αναγνώρισαν ποτέ πως έπλητταν τους Βρετανούς καταναλωτές με αυτόν τον τρόπο», πρόσθεσε ο ίδιος.
Από την πλευρά της, η Mastercard αρνείται πως φέρει οποιαδήποτε ευθύνη. «Εξακολουθούμε να αρνούμαστε οποιονδήποτε ισχυρισμό σε αυτή τη βάση», απάντησε το δεύτερο μεγαλύτερο δίκτυο ηλεκτρονικών πληρωμών στον κόσμο. Η αγωγή αυτή ασκείται αφού η αντιμονοπωλιακή αρχή στην Ε.Ε. ανακάλυψε το 2014 πως η Mastercard χρέωνε υψηλές προμήθειες στους ιδιοκτήτες των καταστημάτων. Απαίτηση στη Βρετανία μπορεί να έχουν, επίσης, άτομα που δεν ζουν πια στη χώρα αλλά κατοικούσαν την επίμαχη περίοδο. Η δίκη δεν θα λάβει χώρα νωρίτερα από το 2018, εκτός εάν η Mastercard καταλήξει σε εξωδικαστικό συμβιβασμό.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ