Μεγάλη καθυστέρηση σημειώνεται στην εξέταση των αιτημάτων ασύλου, γεγονός που δημιουργεί συνθήκες ασφυξίας στα νησιά και κυοφορεί προβλήματα. Η κυβέρνηση αποδίδει τις καθυστερήσεις στην απροθυμία των ευρωπαϊκών χωρών να στείλουν προσωπικό στην Ελλάδα όπως είχαν δεσμευθεί προκειμένου να στελεχωθεί η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Ασύλου. Μάλιστα, χθες, ο υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής εξήγγειλε προσλήψεις στην Υπηρεσία Ασύλου.
Ωστόσο, πρόβλημα αποδοτικότητας φαίνεται ότι υπάρχει και στις δευτεροβάθμιες επιτροπές, εφόσον η πλειονότητα των αιτούντων προσφεύγει σε αυτές μετά την πρώτη απόρριψη προκειμένου να κερδίσει χρόνο παραμονής στη χώρα. Σύμφωνα με πληροφορίες από τους εργαζομένους στην Υπηρεσία Ασύλου στα νησιά, συχνά οι αιτούντες δεν εμφανίζονται να παραλάβουν την απόφαση όταν αυτή είναι απορριπτική και κανείς στη συνέχεια δεν τους αναζητεί.
Οι συνθήκες δυσκολεύουν, καθώς μεγάλο ποσοστό όσων φτάνουν στα νησιά είναι πλέον κυρίως οικονομικοί μετανάστες και όχι πρόσφυγες. Το 98% όσων φτάνουν στα νησιά υποβάλει αίτημα ασύλου ακόμα και αν γνωρίζει ότι δεν έχει τις προϋποθέσεις, προκειμένου να κερδίσει χρόνο. Για κάθε ένα από τους αιτούντες απαιτείται προσωπική συνέντευξη διάρκειας 4 ωρών ανεξαρτήτως από τη χώρα καταγωγής. «Ακόμα και αν προέρχονται από χώρες με χαμηλό ποσοστό αναγνώρισης καθεστώτος πρόσφυγα, εμείς πρέπει να εφαρμόσουμε κατά γράμμα τη νομοθεσία και τις ευρωπαϊκές οδηγίες. Χαμηλό ποσοστό δεν σημαίνει μηδενικό ποσοστό. Δεν χωρούν εκπτώσεις σε αυτό το θέμα» τονίζει η διευθύντρια της Υπηρεσίας Ασύλου Μαρία Σταυροπούλου.
Η Υπηρεσία Ασύλου εξετάζει πρώτα τα αιτήματα των Σύρων (που εγκρίνονται σε μεγάλο ποσοστό) και μετά όσων έχουν χαμηλό ποσοστό αναγνώρισης. Οι Αφγανοί –οι οποίοι ακόμα και αν αναγνωριστούν ως πρόσφυγες θα παραμείνουν στην Ελλάδα εφόσον δεν έχουν ενταχθεί στη συμφωνία μετεγκατάστασης σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες– και οι Ιρακινοί μένουν πίσω στις διαδικασίες, με αποτέλεσμα να δημιουργούν συχνά επεισόδια διεκδικώντας επίσπευση των διαδικασιών στα νησιά όπου παραμένουν εγκλωβισμένοι για μήνες.
Ενδεικτικά, τον Οκτώβριο του 2016 υπέβαλαν αίτημα ασύλου 2.964 Σύροι, 774 Ιρακινοί, 788 Αφγανοί – τρεις βασικές χώρες από τις οποίες έρχονται πρόσφυγες. Ωστόσο, παράλληλα υπέβαλαν αίτημα πολλά άτομα και από χώρες από τις οποίες σε ελάχιστα άτομα αναγνωρίζεται προσφυγικό καθεστώς. Συγκεκριμένα, υπέβαλαν αίτημα ασύλου 570 άτομα από το Πακιστάν (ποσοστό αναγνώρισης 2,7%), 178 άτομα από την Αλβανία (ποσοστό αναγνώρισης 0,4%), 134 από το Μπανγκλαντές (ποσοστό αναγνώρισης 4,1%) και 125 από την Αλγερία (ποσοστό αναγνώρισης 0,6%). Αρκετοί από αυτούς που απορρίπτονται προσφεύγουν στις δευτεροβάθμιες επιτροπές. Μέσα στο 2016 προσέφυγαν σε 2ο βαθμό 1.523 Πακιστανοί, 732 Αλβανοί, 411 από το Μπανγκλαντές, 214 από την Αλγερία αλλά και 313 από τη Γεωργία που το ποσοστό αναγνώρισης καθεστώς πρόσφυγα είναι μηδενικό.
Με αυτόν τον τρόπο η διαδικασία για το άσυλο διαρκεί μήνες ακόμα και για άτομα που εμφανώς δεν έχουν τις αναγκαίες προϋποθέσεις, επιβαρύνοντας το σύστημα. Παράλληλα, πολλοί από αυτούς βρίσκουν στο μεταξύ «άλλες λύσεις» για να συνεχίσουν το ταξίδι τους όπως φαίνεται από το μεγάλο ποσοστό όσων δεν εμφανίζονται να παραλάβουν την τελική απόφαση όταν αυτή είναι απορριπτική.
Ωστόσο, πρόβλημα αποδοτικότητας φαίνεται ότι υπάρχει και στις δευτεροβάθμιες επιτροπές, εφόσον η πλειονότητα των αιτούντων προσφεύγει σε αυτές μετά την πρώτη απόρριψη προκειμένου να κερδίσει χρόνο παραμονής στη χώρα. Σύμφωνα με πληροφορίες από τους εργαζομένους στην Υπηρεσία Ασύλου στα νησιά, συχνά οι αιτούντες δεν εμφανίζονται να παραλάβουν την απόφαση όταν αυτή είναι απορριπτική και κανείς στη συνέχεια δεν τους αναζητεί.
Οι συνθήκες δυσκολεύουν, καθώς μεγάλο ποσοστό όσων φτάνουν στα νησιά είναι πλέον κυρίως οικονομικοί μετανάστες και όχι πρόσφυγες. Το 98% όσων φτάνουν στα νησιά υποβάλει αίτημα ασύλου ακόμα και αν γνωρίζει ότι δεν έχει τις προϋποθέσεις, προκειμένου να κερδίσει χρόνο. Για κάθε ένα από τους αιτούντες απαιτείται προσωπική συνέντευξη διάρκειας 4 ωρών ανεξαρτήτως από τη χώρα καταγωγής. «Ακόμα και αν προέρχονται από χώρες με χαμηλό ποσοστό αναγνώρισης καθεστώτος πρόσφυγα, εμείς πρέπει να εφαρμόσουμε κατά γράμμα τη νομοθεσία και τις ευρωπαϊκές οδηγίες. Χαμηλό ποσοστό δεν σημαίνει μηδενικό ποσοστό. Δεν χωρούν εκπτώσεις σε αυτό το θέμα» τονίζει η διευθύντρια της Υπηρεσίας Ασύλου Μαρία Σταυροπούλου.
Η Υπηρεσία Ασύλου εξετάζει πρώτα τα αιτήματα των Σύρων (που εγκρίνονται σε μεγάλο ποσοστό) και μετά όσων έχουν χαμηλό ποσοστό αναγνώρισης. Οι Αφγανοί –οι οποίοι ακόμα και αν αναγνωριστούν ως πρόσφυγες θα παραμείνουν στην Ελλάδα εφόσον δεν έχουν ενταχθεί στη συμφωνία μετεγκατάστασης σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες– και οι Ιρακινοί μένουν πίσω στις διαδικασίες, με αποτέλεσμα να δημιουργούν συχνά επεισόδια διεκδικώντας επίσπευση των διαδικασιών στα νησιά όπου παραμένουν εγκλωβισμένοι για μήνες.
Ενδεικτικά, τον Οκτώβριο του 2016 υπέβαλαν αίτημα ασύλου 2.964 Σύροι, 774 Ιρακινοί, 788 Αφγανοί – τρεις βασικές χώρες από τις οποίες έρχονται πρόσφυγες. Ωστόσο, παράλληλα υπέβαλαν αίτημα πολλά άτομα και από χώρες από τις οποίες σε ελάχιστα άτομα αναγνωρίζεται προσφυγικό καθεστώς. Συγκεκριμένα, υπέβαλαν αίτημα ασύλου 570 άτομα από το Πακιστάν (ποσοστό αναγνώρισης 2,7%), 178 άτομα από την Αλβανία (ποσοστό αναγνώρισης 0,4%), 134 από το Μπανγκλαντές (ποσοστό αναγνώρισης 4,1%) και 125 από την Αλγερία (ποσοστό αναγνώρισης 0,6%). Αρκετοί από αυτούς που απορρίπτονται προσφεύγουν στις δευτεροβάθμιες επιτροπές. Μέσα στο 2016 προσέφυγαν σε 2ο βαθμό 1.523 Πακιστανοί, 732 Αλβανοί, 411 από το Μπανγκλαντές, 214 από την Αλγερία αλλά και 313 από τη Γεωργία που το ποσοστό αναγνώρισης καθεστώς πρόσφυγα είναι μηδενικό.
Με αυτόν τον τρόπο η διαδικασία για το άσυλο διαρκεί μήνες ακόμα και για άτομα που εμφανώς δεν έχουν τις αναγκαίες προϋποθέσεις, επιβαρύνοντας το σύστημα. Παράλληλα, πολλοί από αυτούς βρίσκουν στο μεταξύ «άλλες λύσεις» για να συνεχίσουν το ταξίδι τους όπως φαίνεται από το μεγάλο ποσοστό όσων δεν εμφανίζονται να παραλάβουν την τελική απόφαση όταν αυτή είναι απορριπτική.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ